Συνάντηση Τραμπ–Αχμέντ αλ-Σαράα στον Λευκό Οίκο: Από την απομόνωση σε ελεγχόμενη επανένταξη υπό αυστηρούς όρους

 Συνάντηση Τραμπ–Αχμέντ αλ-Σαράα στον Λευκό Οίκο: Από την απομόνωση σε ελεγχόμενη επανένταξη υπό αυστηρούς όρους

Η ανακοίνωση του Λευκού Οίκου ότι ο Ντόναλντ Τραμπ θα υποδεχθεί τη Δευτέρα τον νέο πρόεδρο της Συρίας, Αχμάντ αλ-Σαράα, σηματοδοτεί μια καμπή ύστερα από περισσότερα από δεκατρία χρόνια πολέμου, κυρώσεων και διεθνούς απομόνωσης της Δαμασκού. Η επίσκεψη, η πρώτη στην ιστορία Σύρου Προέδρου στον Λευκό Οίκο, έρχεται σε συνέχεια της απόφασης της Ουάσιγκτον να προχωρήσει σε σταδιακή άρση των κυρώσεων και να ανοίξει δίαυλο απευθείας διπλωματικής επικοινωνίας με τη Δαμασκό, αναγνωρίζοντας –όπως μεταδίδουν αμερικανικές πηγές– ότι «η νέα συριακή ηγεσία έχει επιδείξει πραγματική ετοιμότητα για ειρήνη και σταθεροποίηση».

Το ερώτημα πλέον δεν αφορά μόνο τη συμβολική διάσταση της συνάντησης, αλλά αν οι εξελίξεις αυτές εγκαθιδρύουν μια νέα στρατηγική των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή ή συνιστούν προσωρινή αναδίπλωση υπό το βάρος της γεωπολιτικής πραγματικότητας.

Η «ιστορική» συνάντηση και τα συμφραζόμενά της

Η εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου, Κάρολιν Λέβιτ, δήλωσε ότι ο Τραμπ επιδιώκει «να δώσει στη Συρία μια αληθινή ευκαιρία για ειρήνη», υπενθυμίζοντας την απόφασή του, κατά την επίσκεψή του στη Σαουδική Αραβία τον Μάιο, να προχωρήσει σε μερική άρση κυρώσεων.

Τότε, ο Σαράα –ο οποίος ανήλθε στην προεδρία μετά την ανατροπή του Μπασάρ αλ-Άσαντ και τη φυγή του στη Ρωσία, είχε δεσμευτεί για «εθνική επανένωση, σταδιακή επιστροφή των εκτοπισμένων και οικονομική ανάκαμψη».

Η επικείμενη συνάντηση στον Λευκό Οίκο ακολουθεί τη δεύτερη εμφάνιση του Σαράα στη Νέα Υόρκη για τη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ, όπου παρουσίασε αφήγημα «μεταβατικής ανοικοδόμησης» και ζήτησε «συνεργασία χωρίς πολιτικούς όρους», αναγνωρίζοντας ωστόσο «την ανάγκη εγγυήσεων ασφάλειας και μη επιστροφής στη βία».

Η ατζέντα των συνομιλιών

Σύμφωνα με τον Σύρο Υπουργό Εξωτερικών Ασάντ αλ-Σιμπανί, η Δαμασκός προσέρχεται με τρεις κομβικές επιδιώξεις: οριστική άρση των εναπομεινάντων κυρώσεων –ιδίως εκείνων που μπλοκάρουν την εισροή επενδύσεων–, συμφωνία-πλαίσιο για την ανοικοδόμηση με διεθνή εποπτεία και κεφάλαια από αραβικές και ευρωπαϊκές χώρες, και εμβάθυνση της συνεργασίας κατά της τρομοκρατίας, με έμφαση στην εξουδετέρωση εναπομεινάντων θυλάκων του «Ισλαμικού Κράτους» στην ανατολική Συρία.

Παράλληλα, ο Αμερικανός ειδικός απεσταλμένος στη Συρία, Τομ Μπαράκ, ανέφερε ότι κατά την επίσκεψη «πιθανότατα θα υπογραφεί» η ένταξη της Συρίας στον διεθνή συνασπισμό κατά του ISIS – ένα βήμα που μέχρι σήμερα η Δαμασκός απέφευγε, κατηγορώντας τις ΗΠΑ ότι «χρησιμοποιούν τον αντιτρομοκρατικό λόγο ως πρόσχημα ελέγχου πετρελαϊκών περιοχών».

Το ζήτημα των κυρώσεων και ο «Νόμος του Καίσαρα»

Το πιο καίριο σημείο παραμένει ο Νόμος του Καίσαρα (2019), το αυστηρότερο πλαίσιο κυρώσεων που επέβαλε η Ουάσιγκτον στο αποκορύφωμα των καταγγελιών για εγκλήματα πολέμου του καθεστώτος Άσαντ. Αν και σχεδιάστηκε για να πιέσει την προηγούμενη συριακή ηγεσία, η συνέχιση της εφαρμογής του πλήττει την πραγματική οικονομία, τις τοπικές επιχειρήσεις, την πρόσβαση σε φάρμακα και την ενεργειακή ασφάλεια.

Η αμερικανική διπλωματία αναγνωρίζει πλέον ότι η διατήρησή του «μετά την αποχώρηση Άσαντ» έχει ανεπιθύμητες ανθρωπιστικές συνέπειες, θέση που φαίνεται να κερδίζει έδαφος και στο Κογκρέσο, το οποίο εξετάζει την άρση των πλέον αυστηρών περιορισμών μέσω του Νόμου Εξουσιοδότησης Αμυντικών Δαπανών. Αν η άρση προχωρήσει, θα ανοίξει ο δρόμος για επενδύσεις από τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, τη Σαουδική Αραβία και –πιθανώς– την Τουρκία, με μεγάλα έργα σε ενέργεια, κατασκευές και λιμενικές υποδομές.

Η νέα περιφερειακή εξίσωση

Η επίσκεψη Σαράα δεν μπορεί να απομονωθεί από το ευρύτερο περιφερειακό πλαίσιο. Από το 2023, Σαουδική Αραβία, Ιορδανία και Αίγυπτος ωθούν την επαναφορά της Συρίας στο αραβικό σύστημα, θεωρώντας ότι η παρατεταμένη απομόνωση ενισχύει την εξάρτηση της Δαμασκού από το Ιράν, διατηρεί ανοιχτά πεδία αστάθειας στα σύνορα και καθυστερεί τη σταδιακή επιστροφή προσφύγων.

Ταυτόχρονα, οι ΗΠΑ επιδιώκουν να περιορίσουν την αυξανόμενη ρωσοκινεζική επιρροή στο συριακό πεδίο. Η επαναπροσέγγιση δεν αναιρεί ότι οι ΗΠΑ διατηρούν στρατιωτική παρουσία στην ανατολική Συρία· αλλά το πλαίσιο που προωθείται είναι συνεργασία αντί αντιπαράθεσης, με ρήτρες ασφάλειας αμάχων και σεβασμό της εδαφικής ακεραιότητας.

Προς μια νέα στρατηγική των ΗΠΑ στη Συρία;

Οι πρόσφατες κινήσεις υποδηλώνουν μετάβαση από πολιτική απομόνωσης και τιμωρίας σε πολιτική ελεγχόμενης επανένταξης υπό αυστηρούς όρους: διατήρηση της εδαφικής ακεραιότητας της χώρας, εγγυήσεις προστασίας αμάχων και ρητή δέσμευση στην καταπολέμηση τρομοκρατικών οργανώσεων. Το ζητούμενο είναι αν η νέα σχέση θα παράξει απτά αποτελέσματα –στην ανοικοδόμηση, την οικονομική ανάκαμψη και την ασφάλεια– ή θα μείνει μια διπλωματική χειρονομία χωρίς ειρηνευτικό βάθος.

Η συνάντηση Τραμπ – Αχμάντ αλ-Σαράα δεν είναι μόνο ιστορική πρωτιά· αποτελεί δοκιμή ισορροπιών σε ένα μέτωπο όπου ειρήνη, ανοικοδόμηση και ασφάλεια παραμένουν αλληλένδετες και ευάλωτες. Αν η Ουάσιγκτον συνδυάσει πειστικά την άρση κυρώσεων με διαδικασία πολιτικής σταθεροποίησης, μπορεί να ανοίξει πραγματικός δρόμος εξόδου από τον πόλεμο. Αν όμως η νέα στρατηγική μείνει μετέωρη, ο κίνδυνος ανακύκλωσης της σύγκρουσης θα παραμείνει ορατός. Σε κάθε περίπτωση, η Δευτέρα στον Λευκό Οίκο δεν θα είναι απλώς εθιμοτυπία· θα είναι ένδειξη για το πώς γράφεται η επόμενη σελίδα για τη Συρία και για την ισορροπία ισχύος στη Μέση Ανατολή.