Ανάλυση: Ένα χρόνος μετά τη νίκη Τραμπ και ο κόσμος δείχνει ήδη διαφορετικός
Ένας χρόνος έχει περάσει από την εμφατική νίκη στις προεδρικές εκλογές, της 5ης Νοεμβρίου 2024 και την επάνοδο του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο και η διεθνής πραγματικότητα μοιάζει πιο ρευστή από ποτέ. Ο αμερικανικός δημόσιος λόγος έχει μετατοπιστεί σε σκληρότερη, εσωστρεφή κατεύθυνση, οι εσωτερικές κοινωνικές εντάσεις βαθαίνουν, ενώ η διεθνής σκηνή παρακολουθεί τις ΗΠΑ να εγκαταλείπουν, στην πράξη, μεγάλο μέρος του «παλαιού» πλαισίου διεθνούς τάξης που διαμορφώθηκε μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Δεν πρόκειται για μια απλή αλλαγή προτεραιοτήτων· είναι ένας δομικός μετασχηματισμός που επηρεάζει την οικονομία, την ασφάλεια, την ιδεολογική ηγεμονία και την αρχιτεκτονική ισχύος της Ουάσιγκτον. Οι υποστηρικτές του Τραμπ μιλούν για «απελευθέρωση της αμερικανικής ισχύος από τα δεσμά της παγκοσμιοποίησης».
Οι αντίπαλοί του, αντίθετα, βλέπουν σταδιακή αποσυναρμολόγηση του παγκόσμιου συστήματος κανόνων. Το μόνο βέβαιο είναι ότι οι ΗΠΑ και ο κόσμος δεν είναι πλέον οι ίδιοι.
Η εσωτερική πολιτική πίεση και η κοινωνική πόλωση
Στο εσωτερικό, η επέτειος της εκλογικής νίκης του Τραμπ δεν βρήκε τον Αμερικανό πρόεδρο σε θέση θριάμβου. Οι Ρεπουμπλικάνοι έχασαν κρίσιμες τοπικές εκλογές σε σημαντικές πολιτείες, ενώ το παρατεταμένο shutdown της ομοσπονδιακής κυβέρνησης έφτασε τις 36 ημέρες – ιστορικό ρεκόρ. Το οικονομικό αφήγημα της αύξησης δασμών και του εμπορικού προστατευτισμού δεν έχει μεταφραστεί σε σταθερή βιομηχανική ανάκαμψη: το παραγωγικό κομμάτι της οικονομίας παραμένει στάσιμο, ενώ το δημόσιο χρέος αυξάνεται.
Παράλληλα, οι σκληρές πολιτικές έναντι της παράτυπης μετανάστευσης –από αποστολή στρατιωτικών μονάδων σε πόλεις έως εκτεταμένες επιχειρήσεις σύλληψης– έχουν ενισχύσει το αίσθημα αυταρχισμού. Η μείωση των κοινωνικών δαπανών, που εφαρμόζεται στο όνομα της «αποκατάστασης της οικονομικής λογικής», οδηγεί σε αναζωπύρωση της αριστερής πολιτικής στην αστική νεολαία. Η νίκη του αριστερού Δημοκρατικού Ζόχραν Μαμντάνι στις εκλογές για τη δημαρχία της Νέας Υόρκης παρουσιάζεται ως χαρακτηριστικό δείγμα αυτής της μετατόπισης.
Ένας αυξανόμενος αριθμός αναλυτών προειδοποιεί ότι οι κοινωνικές διαιρέσεις μπορεί να εξελιχθούν σε δομική κρίση νομιμοποίησης της ομοσπονδιακής εξουσίας – με ορισμένες εκτιμήσεις να κάνουν λόγο ακόμη και για αυξημένο κίνδυνο εσωτερικής σύγκρουσης τα επόμενα χρόνια.
Η Ουκρανία ως συμπύκνωση της μεγάλης γεωπολιτικής εξίσωσης
Στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής, η εικόνα είναι εξίσου σύνθετη. Παρά τις δηλώσεις του Τραμπ ότι «τερμάτισε οκτώ πολέμους», η μόνη περίπτωση πραγματικής αποκλιμάκωσης σημειώθηκε στη Γάζα, όπου επιτεύχθηκε κατάπαυση του πυρός και απελευθέρωση ομήρων – αν και το μέλλον παραμένει αβέβαιο.
Στην Ουκρανία, η κατάσταση είναι πολύ πιο περίπλοκη. Ο Τραμπ άσκησε πίεση στον Βολοντίμιρ Ζελένσκι να συμφωνήσει σε κατάπαυση πυρός, απειλώντας να περιορίσει τη στρατιωτική υποστήριξη. Την ίδια στιγμή, ο Βλαντίμιρ Πούτιν έθεσε όρους που το Κίεβο και οι Ευρωπαίοι σύμμαχοι θεωρούν απαράδεκτους. Οι ΗΠΑ δεν διαθέτουν άμεσα αποτελεσματικούς μοχλούς πίεσης κατά της Μόσχας, ενώ η προοπτική παροχής στην Ουκρανία όπλων υψηλής κλιμάκωσης, όπως πύραυλοι Tomahawk, εγκυμονεί τον κίνδυνο ανοιχτής αντιπαράθεσης ΗΠΑ–Ρωσίας.
Έτσι, ο Λευκός Οίκος ταλαντεύεται ανάμεσα σε τρεις στρατηγικές επιλογές:
- Ενίσχυση πίεσης προς τη Μόσχα και αύξηση της βοήθειας στο Κίεβο.
- Πίεση στην Ουκρανία για αποδοχή ρωσικών όρων.
- Αποστασιοποίηση από τη σύγκρουση και χορήγηση βοήθειας μόνο επί πληρωμή.
Μέχρι στιγμής, ο Τραμπ δοκιμάζει όλα τα σενάρια χωρίς να δεσμεύεται σε κάποιο.
Το τέλος της εποχής της «παγκόσμιας τάξης»
Το πιο βαθύ ρήγμα δεν αφορά μόνο την οικονομία ή τους πολέμους, αλλά τη θεμελιώδη αλλαγή προσανατολισμού της αμερικανικής ισχύος. Το νέο δόγμα, όπως διατυπώθηκε –μεταξύ άλλων– από τον Υπουργό Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο, υποστηρίζει ότι οι ΗΠΑ δεν έχουν πλέον συμφέρον να στηρίζουν τον «διεθνή κανόνα» και τις πολυμερείς δομές που δημιουργήθηκαν μετά το 1945. Αντιθέτως, προκρίνει μια μονομερή στάση: επιβολή διμερών συμφωνιών κατά βούληση και, εφόσον χρειάζεται, χρήση στρατιωτικής ισχύος για πρόσβαση σε στρατηγικούς πόρους.
Σε αυτή τη λογική εντάσσονται:
- Βομβαρδισμοί στο Ιράν, τη Βενεζουέλα και την Κολομβία, χωρίς την έγκριση του ΟΗΕ.
- Η απειλή επέμβασης στη Νιγηρία.
- Ακόμα και η συζήτηση περί προσάρτησης της Γροιλανδίας.
Η Ουάσιγκτον δεν προσπαθεί πλέον να «ρυθμίσει τον κόσμο», αλλά να αναδιανείμει την ισχύ προς όφελός της.
Προς ποια κατεύθυνση κινείται το εκκρεμές;
Το δεύτερο έτος της θητείας Τραμπ θα αποτελέσει κομβική στιγμή επιλογής πορείας.
Αν η Ουάσιγκτον επιμείνει σε μονομερή στρατιωτική ισχύ, ο κίνδυνος νέων πολεμικών μετώπων είναι υπαρκτός – από τη Λατινική Αμερική έως την Ανατολική Ευρώπη.
Αντίθετα, μια στροφή σε νέες δομές συνεννόησης θα μπορούσε να ανοίξει συζήτηση για ένα νέο παγκόσμιο συμβόλαιο ισορροπιών.
Προς το παρόν, η αμερικανική πολιτική βρίσκεται στο σημείο μηδέν, σε ένα ασταθές ενδιάμεσο στάδιο. Το αν ο Τραμπ θα γίνει ο ηγέτης που διαλύει τον παλιό κόσμο ή αυτός που διαμορφώνει έναν νέο, παραμένει ανοιχτό – και ιστορικά καθοριστικό.