Ανάλυση Politico: Η προσωρινή εμπορική εκεχειρία Τραμπ-Σι δίνει ανάσα στην ΕΕ-Κίνδυνοι για Ουκρανία, πρώτες ύλες
Η διαφαινόμενη αποκλιμάκωση μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας προσφέρει στους Ευρωπαίους ηγέτες πολύτιμο χρόνο για να χαράξουν στρατηγική σε κρίσιμους τομείς όπως το εμπόριο, οι πρώτες ύλες και ο πόλεμος στην Ουκρανία αναφέρει σε άρθρο του το Politico αναλύοντας τα αποτελέσματα της συνάντηση Τραμπ – Σι στη Νότια Κορέα. Ωστόσο, η προσέγγιση των δύο υπερδυνάμεων ενέχει τον κίνδυνο να παραγκωνιστούν τα ευρωπαϊκά συμφέροντα.
Οι πρόεδροι Ντόναλντ Τραμπ και Σι Τζινπίνγκ συμφώνησαν σε σημαντική αποκλιμάκωση της εμπορικής τους διένεξης κατά τη συνάντησή τους στη Νότια Κορέα την Πέμπτη, αναστέλλοντας για 12 μήνες τους ελέγχους εξαγωγών σε μαγνήτες σπάνιων γαιών και άλλες κρίσιμες πρώτες ύλες.
Η εξέλιξη αυτή αποτελεί καλή είδηση για τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις που βρέθηκαν στη μέση της διαμάχης. Ωστόσο, άλλα αγκάθια στη σχέση Ευρώπης-Κίνας παραμένουν δυσεπίλυτα, ακόμη κι αν ο χρόνος λειτουργεί υπέρ των Βρυξελλών.
Η ΕΕ, υπό πίεση από τον Τραμπ και με γνώμονα τα δικά της στρατηγικά συμφέροντα, προσπαθεί—χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία—να μεταπείσει το Πεκίνο να αποστασιοποιηθεί από τη στήριξη προς τη Ρωσία στον πόλεμο της Ουκρανίας.
Παράλληλα, η Ένωση επιδιώκει να διατηρήσει χαμηλούς τόνους στην πολυετή εμπορική της αντιπαράθεση με την Κίνα, η οποία έχει κλιμακωθεί με περιορισμούς στις εξαγωγές κρίσιμων πρώτων υλών και μικροτσιπ. Τα μέτρα αυτά είχαν άμεσο αρνητικό αντίκτυπο στη βιομηχανία της Ευρώπης—ιδιαίτερα στους κατασκευαστές αυτοκινήτων που ήδη αντιμετώπιζαν δυσκολίες.
Ο φόβος μόνιμης ζημιάς στην ευρωπαϊκή βιομηχανία ώθησε την ΕΕ να υιοθετήσει πιο συμβιβαστική στάση, δίνοντας έμφαση στον διάλογο και όχι στις κυρώσεις.
Ωστόσο, Κινέζοι αξιωματούχοι έχουν εκφράσει τη δυσαρέσκειά τους για τον αργό και ασυντόνιστο ρυθμό των συζητήσεων με τις Βρυξέλλες, με αποτέλεσμα το Πεκίνο να υποβαθμίσει την Ευρώπη στις προτεραιότητές του, σύμφωνα με τον αναλυτή Jeremy Chan της Eurasia Group.
“Η ΕΕ θεωρείται δευτερεύουσα ή και τριτεύουσα προτεραιότητα για την Ουάσιγκτον και το Πεκίνο σε αυτές τις διαπραγματεύσεις”, δήλωσε ο Chan στο POLITICO.
Οι επιπτώσεις του πολέμου στην Ουκρανία και οι κυρώσεις
Κορυφαία πολιτική προτεραιότητα για την ΕΕ είναι η λήξη του πολέμου στην Ουκρανία—υπόσχεση που ο Τραμπ είχε δώσει προεκλογικά ότι θα υλοποιούσε στις πρώτες 24 ώρες της θητείας του. Σχεδόν ένα χρόνο μετά, οι μάχες συνεχίζονται με τη βοήθεια κινεζικών επενδύσεων και αγορών ρωσικού πετρελαίου από το Πεκίνο.
Μετά από παρότρυνση του Λευκού Οίκου, η ΕΕ συμπεριέλαβε κινεζικές τράπεζες και διυλιστήρια στους δύο τελευταίους γύρους κυρώσεων κατά της Ρωσίας, θεωρώντας ότι βοηθούν τη Μόσχα να παρακάμψει τις κυρώσεις. Αυτό προκάλεσε έντονη αντίδραση από τον πρωθυπουργό Λι Τσιανγκ, ο οποίος χαρακτήρισε τις κυρώσεις “απαράδεκτες” στη συνάντησή του με τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Αντόνιο Κόστα στην Ασία, σύμφωνα με κοινοτικό αξιωματούχο.
Η πρόεδρος της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν και η επικεφαλής διπλωματίας της ΕΕ Kaja Kallas, επέκριναν ανοιχτά τη στήριξη του Πεκίνου προς τη Μόσχα. Η φον ντερ Λάιεν είχε δηλώσει τον Ιούλιο ότι αυτό έχει “άμεσο και επικίνδυνο αντίκτυπο στην ευρωπαϊκή ασφάλεια”.
Το Κίεβο ήλπιζε πως ο Τραμπ θα πίεζε το Πεκίνο να σταματήσει τις αγορές ρωσικού πετρελαίου. Ωστόσο, ο Αμερικανός πρόεδρος ξεκαθάρισε σε δημοσιογράφους ότι το θέμα δεν τέθηκε επισήμως—αν και ανέφερε ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία αποτέλεσε βασικό σημείο συζήτησης με στόχο την εύρεση λύσης.
“Θα μας βοηθήσει και θα συνεργαστούμε για την Ουκρανία,” δήλωσε ο Τραμπ αναφερόμενος στον Κινέζο πρόεδρο.
Οι επιπτώσεις των κινεζικών εξαγωγικών περιορισμών στην Ευρώπη
Παρότι οι κινεζικοί περιορισμοί δεν στόχευαν άμεσα την ΕΕ, οι ευρωπαϊκές εταιρείες βρέθηκαν αντιμέτωπες με μεγάλες καθυστερήσεις και αυξήσεις τιμών λόγω ελλείψεων σε πρώτες ύλες και μαγνήτες. Η Kίνα καλύπτει το 98% των αναγκών της ΕΕ σε μόνιμους μαγνήτες σπάνιων γαιών.
Το γεωπολιτικό αυτό σοκ ανάγκασε την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να κινητοποιηθεί άμεσα για την εξασφάλιση εναλλακτικών πηγών εφοδιασμού και την εκπόνηση σχεδίου διαφοροποίησης της αλυσίδας εφοδιασμού μέχρι το τέλος του έτους.
Πάντως, η ΕΕ έχει βρεθεί ξανά σε παρόμοια θέση: πριν δύο χρόνια ψήφισε τον Nόμο Κρίσιμων Πρώτων Υλών, χωρίς ωστόσο τα συμφωνηθέντα να αποφέρουν απτά αποτελέσματα. Το νέο σχέδιο παραμένει γενικόλογο ως προς τις λεπτομέρειες.
Η μονοετής αναστολή των περιορισμών δίνει στην ΕΕ περιθώριο να υλοποιήσει το σχέδιό της και να αξιοποιήσει άλλες συμμαχίες—μεταξύ άλλων τις συζητήσεις στο G7 με τον Καναδά, αλλά και το Ηνωμένο Βασίλειο, την Ιταλία, τη Γαλλία και τη Γερμανία που επιχειρούν απεξάρτηση από την κινεζική αγορά.
Ωστόσο, για τις επιχειρήσεις που αναζητούν σαφήνεια υπάρχει ένα “αγκάθι”: καμία από τις συμφωνίες Τραμπ-Σι δεν έχει δεσμευτικό χαρακτήρα.
“Όσο δεν υπάρχουν λεπτομέρειες καταγεγραμμένες επίσημα, υπάρχει περιθώριο υπαναχώρησης ή επιβολής νέων όρων από κάθε πλευρά. Συνεπώς δεν θεωρώ ότι το ζήτημα έχει λυθεί,” εκτιμά ο Alexander Gabuev, διευθυντής του Carnegie Russia Eurasia Center.
Πολιτικές πιέσεις στο Ηνωμένο Βασίλειο – Διχασμός στην ΕΕ
Στο Ηνωμένο Βασίλειο εντείνονται οι πιέσεις προς τους πολιτικούς ώστε να αξιοποιήσουν την προσωρινή αμερικανοκινεζική εκεχειρία για περιορισμό των κινδύνων από την Κίνα.
Ο Βρετανός πρωθυπουργός Κιρ Στάρμερ, μέχρι στιγμής δεν έχει καταφέρει να γεφυρώσει το χάσμα ανάμεσα στους υποστηρικτές σκληρής στάσης απέναντι στο Πεκίνο εντός κοινοβουλίου και εκείνους που τάσσονται υπέρ στενότερης συνεργασίας για προσέλκυση επενδύσεων.
Στελέχη της κυβέρνησης επισκέφθηκαν πρόσφατα το Πεκίνο επιδιώκοντας ενίσχυση δεσμών μετά την ανάληψη καθηκόντων Στάρμερ—παρά τη βασική εξωτερική πολιτική επιλογή του Λονδίνου για στενή σύμπλευση με τον Τραμπ.
Η Κίνα αποτελεί ιδιαίτερο πονοκέφαλο για τον Στάρμερ τις τελευταίες εβδομάδες λόγω της κατάρρευσης δίωξης κατά δύο ατόμων για κατασκοπεία υπέρ του Πεκίνου, ενώ εκκρεμεί ακόμη η απόφαση σχετικά με τη σχεδιαζόμενη “σούπερ-πρεσβεία” της Κίνας στο Λονδίνο.
Eσωτερικές αντιθέσεις στην ΕΕ – Εξάρτηση από κινεζικά προϊόντα
Στην ΕΕ, οι διαφωνίες μεταξύ κρατών-μελών ως προς τον τρόπο αντιμετώπισης της κινεζικής ισχύος—και πιθανών αντιποίνων—καθιστούν απίθανη μια ενιαία στάση έναντι του Πεκίνου όσον αφορά τα εμπορικά μέτρα ή τους δασμούς dumping.
Xαρακτηριστικό ήταν το παράδειγμα όταν οι Βρυξέλλες επέβαλαν δασμούς στα κινεζικά ηλεκτρικά αυτοκίνητα μετά από έρευνα anti-subsidy. Οι αυτοκινητοβιομηχανίες αλλά και οι πολιτικοί υποστηρικτές τους φοβούνται πως οι κινεζικές εταιρείες θα “ξεφορτώσουν” τα αποθέματά τους στην ευρωπαϊκή αγορά προκαλώντας πόλεμο τιμών.
Tαυτόχρονα όμως η ψηφοφορία αποκάλυψε πόσο οικονομικά εκτεθειμένες είναι πολλές χώρες στη συνεργασία με την Κίνα—με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα τη Γερμανία που έκανε τελευταία στιγμή έκκληση για αναστολή των μέτρων.
Η Ολλανδία, τελευταίο θύμα στις σχέσεις με το Πεκίνο, είδε τις αρχές να παίρνουν τον έλεγχο της εταιρείας μικροτσίπ Nexperia, προκαλώντας αντίποινα από πλευράς Κίνας μέσω περιορισμών στις εξαγωγές τσιπ που παράγονται εκεί. Η έλλειψη αυτή μπορεί να διακόψει γραμμές παραγωγής σε όλη την Ευρώπη μέσα σε λιγότερο από μία εβδομάδα—αναδεικνύοντας πόσο εξαρτημένη είναι η ευρωπαϊκή βιομηχανία από τα κινεζικά προϊόντα.
Aναζητώντας νέες συμμαχίες – Το μέλλον των εμπορικών σχέσεων
Eξ αρχής ο Τραμπ παρουσίασε το ταξίδι του στην Ασία ως “G2” σύνοδο κορυφής μεταξύ ΗΠΑ-Κίνας, εντείνοντας φόβους πως κάθε συμφωνία μπορεί να αγνοήσει ή ακόμη και να θυσιάσει τα βρετανικά ή ευρωπαϊκά εμπορικά συμφέροντα χωρίς διαβούλευση, σύμφωνα με τον David Taylor, διευθυντή πολιτικής του Asia House.
Bλέποντας τη διεθνή επιρροή της να μειώνεται λόγω των στενών σχέσεων Τραμπ-Σι, η ΕΕ στρέφεται πλέον σε νέες εμπορικές συμμαχίες.
Maroš Šefčovič, επικεφαλής εμπορίου της ΕΕ, θα ταξιδέψει στα τέλη Νοεμβρίου στην Αυστραλία για να προεδρεύσει στον πρώτο διάλογο μεταξύ της Ένωσης και των 12 χωρών-μελών της Συμφωνίας CPTPP (Comprehensive and Progressive Agreement for Trans-Pacific Partnership), όπως ανέφεραν δύο διπλωμάτες στο POLITICO. Στόχος είναι η εμβάθυνση οικονομικών και πολιτικών δεσμών με χώρες που υποστηρίζουν τους υπάρχοντες παγκόσμιους εμπορικούς κανόνες.
Tην Παρασκευή οι Βρυξέλλες θα φιλοξενήσουν υψηλόβαθμη κινεζική αντιπροσωπεία που αναμένεται να συναντηθεί με τον αναπληρωτή γενικό διευθυντή εμπορίου της Επιτροπής Dennis Redonnet, καθώς και άλλα κορυφαία στελέχη.
Eιδικοί προειδοποιούν ότι η Ευρώπη πρέπει να συνεχίζει να ασκεί πιέσεις στο Πεκίνο ώστε να πετύχει αποτελέσματα στα ζητήματα προτεραιότητάς της.
“Η Ευρώπη δεν μπορεί απλώς να περιμένει τις εξελίξεις στις συνομιλίες ΗΠΑ-Κίνας”, σημειώνει ο Ignacio Garcia Bercero, πρώην διευθυντής του τμήματος εμπορίου της Επιτροπής. “Πρέπει να αναπτύξει δικό της κανάλι διαλόγου με το Πεκίνο.”
Διαβάστε το αρχικό άρθρο εδώ.