Η Ευρώπη στα πιο δύσκολα χρόνια εδώ και δεκαετίες-Σταυροδρόμι κρίσιμων αποφάσεων χωρίς δίχτυ ασφαλείας

 Η Ευρώπη στα πιο δύσκολα χρόνια εδώ και δεκαετίες-Σταυροδρόμι κρίσιμων αποφάσεων χωρίς δίχτυ ασφαλείας

Η Ευρώπη βρίσκεται αντιμέτωπη με την πιο περίπλοκη περίοδο της σύγχρονης ιστορίας της. Μετά από μια αλυσίδα κρίσεων —την πανδημία, την ενεργειακή αναταραχή, την επιστροφή του πολέμου στην ήπειρο, και τώρα την αβεβαιότητα της αμερικανικής πολιτικής υπό τον Ντόναλντ Τραμπ— η Ένωση καλείται να επαναπροσδιορίσει τον ρόλο της μέσα σε έναν κόσμο που αλλάζει ταχύτατα. Έναν κόσμο όπου οι παραδοσιακές συμμαχίες δοκιμάζονται, οι θεσμοί αποδυναμώνονται και η έννοια της συλλογικής ασφάλειας αναζητά νέα θεμέλια. Σύμφωνα με τη Μελέτη της Διεθνούς Ομάδας Κρίσεων (International Crisis Group), την οποία υπογράφει η πρόεδρός της Comfort Ero, τα επόμενα χρόνια ενδέχεται να είναι «τα πιο δύσκολα για την Ευρώπη εδώ και δεκαετίες».

Η προειδοποίηση αυτή δεν αποτελεί υπερβολή. Η ήπειρος βρίσκεται εγκλωβισμένη ανάμεσα σε δύο ανταγωνιστικά κέντρα ισχύος —Μόσχα και Ουάσιγκτον— ενώ καλείται να αντιμετωπίσει ταυτόχρονα εσωτερικές πολιτικές πιέσεις, οικονομικές ανισότητες, και την κούραση των πολιτών από διαδοχικές κρίσεις.

Το ερώτημα δεν είναι πλέον αν η Ευρώπη μπορεί να σταθεί ενωμένη, αλλά πόσο θα αντέξει χωρίς την παραδοσιακή αμερικανική ομπρέλα και χωρίς να διολισθήσει σε ένα νέο κύκλο κατακερματισμού.

Ανάμεσα σε Μόσχα και Ουάσιγκτον

Από τις αρχές του 2025, ο ευρωπαϊκός χώρος ασφάλειας ζει σε ένα καθεστώς διαρκούς δοκιμασίας. Η Ρωσία συνεχίζει να προκαλεί με κυβερνοεπιθέσεις, παραβιάσεις εναέριου χώρου και επιθετικές κινήσεις στην περιοχή της Βαλτικής και της Πολωνίας, όπως με τις υπερπτήσεις μαχητικών MiG-31 πάνω από τα εσθονικά σύνορα και την αποστολή μη επανδρωμένων προς πολωνικό έδαφος. Η Μόσχα αρνείται τις κατηγορίες, αλλά για τους Ευρωπαίους πρόκειται για στοχευμένη στρατηγική πίεσης που σκοπεύει να κάμψει τη στήριξή τους προς το Κίεβο.

Την ίδια στιγμή, η Ουάσιγκτον του Τραμπ μετατοπίζει το βάρος της από τις πολυμερείς δεσμεύσεις προς μια πραγματιστική, διμερή προσέγγιση. Παρότι ο Αμερικανός πρόεδρος διαβεβαίωσε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες «δεν εγκαταλείπουν το ΝΑΤΟ», οι συνεχείς δηλώσεις του που αφήνουν να εννοηθεί ότι η συμμαχία «πρέπει να σταθεί στα πόδια της» έχουν κλονίσει την εμπιστοσύνη των ευρωπαϊκών πρωτευουσών.

Το αποτέλεσμα είναι ένα κλίμα αβεβαιότητας, όπου η Ευρώπη προσπαθεί να εξισορροπήσει την ανάγκη αποτροπής της Ρωσίας με την αποφυγή άμεσης στρατιωτικής αντιπαράθεσης.

Τρεις ταυτόχρονες προκλήσεις

Η μελέτη εντοπίζει τρεις αλληλένδετες «γραμμές πυρός» που συνθέτουν την παρούσα κρίση:

  1. Η Ουκρανία
    Η Ευρώπη κατάφερε να αναθερμάνει τις σχέσεις ανάμεσα στον πρόεδρο Βολοντίμιρ Ζελένσκι και την κυβέρνηση Τραμπ, ύστερα από την ένταση που ακολούθησε τη συνάντησή τους τον Φεβρουάριο 2025. Χάρη στις παρεμβάσεις ηγετών όπως ο Εμανουέλ Μακρόν, η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν και ο Κιρ Στάρμερ, έγινε σαφές προς την Ουάσιγκτον ότι κανένα βιώσιμο πλαίσιο συμφωνίας με το Κρεμλίνο δεν μπορεί να υπάρξει εις βάρος του Κιέβου. Παρά τη μερική απόσυρση αμερικανικής χρηματοδότησης για στρατιωτική βοήθεια, οι Ευρωπαίοι συνεχίζουν να διατηρούν τις ροές όπλων και πληροφοριών, επιδιώκοντας να αποδείξουν ότι μπορούν να υπερασπιστούν την ασφάλειά τους αυτόνομα.
  2. Η σχέση με τις Ηνωμένες Πολιτείες
    Παρά τις εντάσεις, το διατλαντικό μέτωπο παραμένει όρθιο — κυρίως χάρη στις καλές προσωπικές σχέσεις του Τραμπ με ηγέτες όπως ο Αλεξάντερ Στουμπ και η Τζόρτζια Μελόνι. Μέσα από συμβιβασμούς, το ΝΑΤΟ συμφώνησε στην αύξηση των αμυντικών δαπανών στο 5% του ΑΕΠ έως το 2035, χωρίς επίσημες αντιρρήσεις της Ουάσιγκτον. Ωστόσο, η εφαρμογή αυτού του στόχου προκαλεί σοβαρά δημοσιονομικά διλήμματα, ιδίως στις χώρες του Νότου, όπου η κοινωνική πίεση για δημόσιες δαπάνες παραμένει έντονη.
  3. Το μέτωπο του εμπορίου
    Η πρόσφατη εμπορική συμφωνία Βρυξελλών–Ουάσιγκτον, που ακολούθησε την επιβολή των λεγόμενων «τελών απελευθέρωσης» από την κυβέρνηση Τραμπ, επέφερε προσωρινή αποκλιμάκωση των εντάσεων. Η νέα κοινή δασμολογική γραμμή στο 15% θεωρείται προσωρινή νίκη της λογικής, αλλά κανείς δεν αγνοεί ότι η εμπορική ειρήνη είναι εύθραυστη και ότι μια νέα σύγκρουση θα μπορούσε να ξεσπάσει με την παραμικρή αφορμή.

Ουκρανία: Πόλεμος αντοχής, όχι ταχύτητας

Η Ευρώπη γνωρίζει πλέον ότι η σύγκρουση στην Ουκρανία δεν θα κριθεί στο πεδίο, αλλά στην ικανότητα στρατηγικής υπομονής. Ο στόχος δεν είναι η άμεση νίκη αλλά η αποτροπή κατάρρευσης της ουκρανικής αντίστασης και η εγκαθίδρυση νέων κανόνων ασφάλειας που θα διασφαλίσουν την ανεξαρτησία της. Όμως, το οικονομικό τίμημα είναι υψηλό: η ενεργειακή κρίση και η άνοδος του πληθωρισμού εντείνουν την κοινωνική δυσαρέσκεια και απειλούν την ενότητα του ευρωπαϊκού μετώπου.

Μία από τις προτάσεις που συζητούνται στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες είναι η αξιοποίηση των ρωσικών παγωμένων περιουσιακών στοιχείων για τη χρηματοδότηση της ανοικοδόμησης της Ουκρανίας. Ωστόσο, η νομική και διπλωματική επικινδυνότητα αυτής της κίνησης είναι μεγάλη· η Μόσχα την αντιμετωπίζει ως «πράξη οικονομικής κλοπής» και απειλεί με αντίποινα σε διεθνές επίπεδο.

Ένας κόσμος που αλλάζει – και μια Ευρώπη που αμφιβάλλει

Η κρίση δεν περιορίζεται στην Ουκρανία. Η Έκθεση της Διεθνούς Ομάδας Κρίσεων απαριθμεί μια σειρά παγκόσμιων εστιών αστάθειας που αγγίζουν άμεσα τα ευρωπαϊκά συμφέροντα:

  • την ένταση μεταξύ Κίνας και Ταϊβάν,
  • την κλιμάκωση στον Ερυθρό Θάλασσα και την Υεμένη,
  • την αστάθεια στο Κέρας της Αφρικής,
  • τις πολιτικές εντάσεις στο Κόσοβο,
  • και τις πιέσεις των ΗΠΑ προς το Μεξικό για αναδιάρθρωση του τομέα ασφάλειας.

Σε αυτό το παγκόσμιο σκηνικό, η Ευρώπη καλείται να αποδείξει ότι δεν είναι θεατής αλλά παίκτης. Η επένδυση σε διπλωματία, πρόληψη συγκρούσεων και ανθεκτικότητα θεσμών αποτελεί, σύμφωνα με την Ίρο, το μοναδικό μονοπάτι που μπορεί να διατηρήσει την ευρωπαϊκή επιρροή και αξιοπιστία.

Η παλιά Ευρώπη της σταθερότητας και της ευημερίας δείχνει να εξαντλείται. Μια νέα Ευρώπη, πιο αβέβαιη αλλά και πιο ανεξάρτητη, αρχίζει να διαμορφώνεται — όχι από επιλογή, αλλά από ανάγκη. Και το ερώτημα που πλανάται πάνω από τις Βρυξέλλες είναι σαφές: έχει η ήπειρος το θάρρος να σταθεί μόνη της σε έναν κόσμο χωρίς εγγυήσεις;