Τραμπ–Σι: Μια δύσκολη συνάντηση που θα καθορίσει τα όρια του νέου ψυχρού πολέμου

Η επικείμενη συνάντηση του Ντόναλντ Τραμπ και του Σι Τζινπίνγκ στη Νότια Κορέα στις 30 Οκτωβρίου, συγκεντρώνει το ενδιαφέρον ολόκληρου του πλανήτη. Θα είναι η πρώτη δια ζώσης επαφή των δύο ηγετών μετά την ορκωμοσία του Τραμπ για τη δεύτερη προεδρική του θητεία και έρχεται σε μια συγκυρία όπου η παγκόσμια ισορροπία δυνάμεων βρίσκεται σε κρίσιμο σταυροδρόμι. Οι δύο υπερδυνάμεις —Ηνωμένες Πολιτείες και Κίνα— κινούνται ταυτόχρονα σε τροχιά οικονομικού ανταγωνισμού, γεωπολιτικής αντιπαλότητας και τεχνολογικού απομονωτισμού, ενώ στο φόντο παραμένει η ρωσοουκρανική σύγκρουση που έχει καταστεί σημείο αναφοράς της νέας διεθνούς τάξης.
Το διακύβευμα δεν είναι απλώς η διμερής σταθερότητα· είναι ο καθορισμός των ορίων του νέου Ψυχρού Πολέμου.
Το Ουκρανικό στο επίκεντρο
Ο Τραμπ έχει ήδη προαναγγείλει ότι θα καλέσει τον Σι Τζινπίνγκ να περιορίσει τις εισαγωγές ρωσικών ενεργειακών προϊόντων, εντείνοντας την πίεση προς τον Βλαντίμιρ Πούτιν για κατάπαυση του πυρός στην Ουκρανία.
Κατά τον ίδιο, η Ινδία έχει ήδη μειώσει τις αγορές ρωσικού πετρελαίου, ενώ το Πεκίνο έχει «παγώσει» μέρος των συμφωνιών του — ισχυρισμοί που αμφισβητούνται από ορισμένες πηγές, αλλά εξυπηρετούν το αμερικανικό αφήγημα προληπτικής πίεσης πριν από τη συνάντηση.
Αναλυτές επισημαίνουν ότι ακόμη κι αν η Κίνα μείωνε προσωρινά τις αγορές ρωσικής ενέργειας, αυτό πιθανότατα θα συνέβαινε για τεχνικούς ή εμπορικούς λόγους — αναπροσαρμογές ροών, αλλαγές διαμεσολαβητών — και όχι ως πολιτική παραχώρηση στον Λευκό Οίκο.
Δύο αντικρουόμενες θεωρήσεις για το Πεκίνο
Η συζήτηση για τον ρόλο της Κίνας στον πόλεμο παραμένει διχασμένη.
- Η πρώτη σχολή υποστηρίζει ότι, λόγω της οικονομικής εξάρτησης της Ρωσίας, το Πεκίνο μπορεί να ασκήσει πραγματική επιρροή στον Πούτιν, ωθώντας τον σε συμβιβασμό.
- Η δεύτερη, πιο ρεαλιστική για πολλούς, θεωρεί ότι η Κίνα επωφελείται από τη συνέχιση της σύγκρουσης, καθώς η απομάκρυνση της Ρωσίας από τη Δύση την εγκλωβίζει περισσότερο στη σφαίρα επιρροής του Πεκίνου — ως ενεργειακό, τεχνολογικό και στρατηγικό εταίρο.
Η αλήθεια, όπως επισημαίνουν διπλωματικοί κύκλοι, βρίσκεται κάπου στη μέση. Ο Σι δεν επιθυμεί ούτε μια ολοκληρωτική ήττα της Μόσχας, που θα παρέδιδε τη Ρωσία στη Δύση, ούτε μια σύγκρουση χωρίς τέλος, η οποία παγώνει τις σχέσεις της Κίνας με τις ΗΠΑ και την Ευρώπη, υπονομεύοντας τον Δρόμο του Μεταξιού και τα παγκόσμια δίκτυα εμπορίου.
Το δομικό δίλημμα του Σι
Από οικονομική άποψη, το Πεκίνο έχει περισσότερα να χάσει παρά να κερδίσει από μια παρατεταμένη πολεμική σύγκρουση: οι δυτικές αγορές εξακολουθούν να αποτελούν τη ραχοκοκαλιά των κινεζικών εξαγωγών, ενώ οι κυρώσεις εις βάρος της Ρωσίας επιβαρύνουν και τις σινορωσικές εμπορικές σχέσεις, με κινεζικές εταιρείες να αποφεύγουν ρίσκα δευτερογενών κυρώσεων.
Από γεωπολιτική άποψη, όμως, ο Σι χρειάζεται τη Ρωσία ως στρατηγικό μετόπισθεν. Σε ένα σενάριο κλιμάκωσης με τις ΗΠΑ γύρω από την Ταϊβάν, η Κίνα χρειάζεται ασφάλεια ανεφοδιασμού σε ενέργεια και πρώτες ύλες. Η χερσαία γειτνίαση με τη Ρωσία και οι τεράστιοι φυσικοί πόροι της προσφέρουν στρατηγικό βάθος, ικανό να αμβλύνει μια πιθανή ναυτική πίεση των ΗΠΑ στον Ειρηνικό. Δύσκολα, λοιπόν, ο Σι θα «αντάλλασσε» αυτή τη δομική στήριξη με τακτικές υποσχέσεις από τον Τραμπ περιορισμένου ορίζοντα.
Το ρίσκο της εικόνας υποταγής
Υπάρχει και ο συμβολικός παράγοντας. Αν η Κίνα εμφανιστεί να συμμορφώνεται με αμερικανικές υποδείξεις, θα πλήξει το αφήγημα της πολυπολικής αυτονομίας που προβάλλει σε Ασία, Αφρική και Λατινική Αμερική. Θα δημιουργούσε επίσης επικίνδυνο προηγούμενο: αν το Πεκίνο δεχθεί περιορισμούς στις αγορές ρωσικής ενέργειας, αύριο θα μπορούσαν να ζητηθούν ανάλογοι περιορισμοί για κινεζικές εξαγωγές.
Ως εκ τούτου, ειδικοί εκτιμούν ότι ο Σι θα επιδιώξει να διατηρήσει τη στρατηγική αυτονομία, αποφεύγοντας τόσο την ανοικτή ρήξη όσο και τη δημόσια συμμόρφωση.
Τι μπορεί να ακολουθήσει
Ακόμη κι αν η συνάντηση στη Σεούλ καταλήξει σε «παύση πυρός» ρητορικού επιπέδου, τα ρεαλιστικά ενδεχόμενα είναι τέσσερα:
- Σκληρή στάση Τραμπ: νέες τεχνολογικές/εμπορικές κυρώσεις στην Κίνα, με αναμενόμενο περαιτέρω σφιχταγκάλιασμα Μόσχας–Πεκίνου.
- Συνέχιση του status quo: χωρίς ουσιαστική πρόοδο, αλλά με ανοικτούς διαύλους.
- Αμερικανική αναδίπλωση: εστίαση στην εσωτερική οικονομία, χαμήλωμα τόνων στο Ουκρανικό.
- Πίεση προς το Κίεβο: ο Τραμπ στρέφεται στον Βολοντίμιρ Ζελένσκι για συμβιβασμό βάσει όρων που, σύμφωνα με τον Κιρίλ Ντμίτριεφ, περιλαμβάνουν εγγυήσεις ασφαλείας, ουδετερότητα και παραχώρηση εδαφών με ρωσόφωνο πληθυσμό στη Μόσχα.
Η κινεζική εναλλακτική οδός
Αν το αποτέλεσμα δεν ικανοποιήσει το Πεκίνο, δεν αποκλείεται να επαναφέρει την «ειρηνευτική πρόταση» του 2023 για κατάπαυση του πυρός στη γραμμή του μετώπου — μια ουδέτερη λύση που διασώζει βασικά συμφέροντα όλων, ενισχύοντας το προφίλ του Σι ως διεθνούς διαμεσολαβητή. Παράλληλα, η Κίνα μπορεί να επιδιώξει δίαυλο με το Κίεβο, προσφέροντας εγγυήσεις ασφάλειας και κεφάλαια ανοικοδόμησης σε μια Ευρώπη με περιορισμένο δημοσιονομικό χώρο. Το σενάριο παραμένει μακρινό, αντανακλά όμως την πολυεπίπεδη στρατηγική του Πεκίνου να ελέγχει όσο το δυνατόν περισσότερα τετράγωνα στη σκακιέρα.
Η συνάντηση Τραμπ–Σι δεν είναι ένα ακόμη διπλωματικό τετ-α-τετ. Είναι δοκιμασία για τη νέα αρχιτεκτονική ισχύος. Ο Τραμπ θα επιδιώξει να εμφανιστεί ως ειρηνοποιός που περιορίζει τη Μόσχα μέσω Πεκίνου. Ο Σι θα επιχειρήσει να παγιώσει την εικόνα της Κίνας ως αυτόνομου παγκόσμιου πόλου. Το πιθανότερο αποτέλεσμα; Ένα προσεκτικά ισορροπημένο ανακοινωθέν περί «συνεννόησης και συνεργασίας», που θα αποκρύπτει τη βαθύτερη πραγματικότητα: ο κόσμος έχει εισέλθει σε εποχή διπολικής αντιπαλότητας, όπου καμία υπερδύναμη δεν μπορεί να επιβληθεί χωρίς τη συναίνεση —ή την ανοχή— της άλλης.