Νετανιάχου, ο μαιτρ της υπεκφυγής… όμως αυτή τη φορά ο συσχετισμός δυνάμεων μοιάζει διαφορετικός

Νετανιάχου, ο μαιτρ της υπεκφυγής… όμως αυτή τη φορά ο συσχετισμός δυνάμεων μοιάζει διαφορετικός

Σε μια συγκυρία όπου η κατάπαυση του πυρός στη Γάζα φαίνεται να ακολουθεί κατά γράμμα τη σχέδια του Ντόναλντ Τραμπ, ο Μπενιαμίν Νετανιάχου βρίσκεται αντιμέτωπος με μια νέα πραγματικότητα που περιορίζει τα περιθώρια των γνωστών του πολιτικών ελιγμών. Παρά την επίσημη λήξη των εχθροπραξιών στις 9 Οκτωβρίου, η ισραηλινή στρατιωτική μηχανή συνεχίζει να δρα, με δεκάδες νεκρούς Παλαιστίνιους κάθε εικοσιτετράωρο και αλλεπάλληλες παραβιάσεις της εκεχειρίας. Ο Ισραηλινός πρωθυπουργός, γνωστός για την ικανότητά του να επιβιώνει μέσα σε θύελλες, πολιτικές και στρατιωτικές, δείχνει να δοκιμάζει ξανά τα όρια του επιτρεπτού.

Όμως αυτή τη φορά, ο συσχετισμός δυνάμεων μοιάζει διαφορετικός: η διεθνής πίεση, η παρέμβαση του Λευκού Οίκου και η αλλαγή κλίματος στον αραβικό κόσμο καθιστούν την παλιά του τακτική της αναβολής και της παραπλάνησης εξαιρετικά ριψοκίνδυνη.

Η συμφωνία Τραμπ για την παύση των εχθροπραξιών στη Γάζα έδωσε στον Αμερικανό πρόεδρο τη δυνατότητα να αυτοπαρουσιαστεί ως “ειρηνοποιός” της εποχής του — και στον Νετανιάχου ένα εκρηκτικό πολιτικό δίλημμα: είτε συμμορφώνεται με τη νέα τάξη πραγμάτων είτε συγκρούεται με τον μοναδικό του διεθνή προστάτη.

Τις τελευταίες εβδομάδες, σύμφωνα με τα στοιχεία των παλαιστινιακών αρχών, ο ισραηλινός στρατός έχει προβεί σε περισσότερες από 80 παραβιάσεις της εκεχειρίας, με αποτέλεσμα τον θάνατο 97 αμάχων και τον τραυματισμό 230. Το σκηνικό θυμίζει περισσότερο “παύση για ανασύνταξη” παρά οριστικό τέλος πολέμου.

Η επιμονή του Νετανιάχου και η σκιά των αιχμαλώτων

Αναλυτές στο Τελ Αβίβ επισημαίνουν ότι ο Νετανιάχου διαθέτει ακόμη πολιτικά κίνητρα για να διατηρήσει το πολεμικό κλίμα. Μετά την απελευθέρωση των Ισραηλινών αιχμαλώτων, που αποτελούσαν τον ισχυρότερο παράγοντα πίεσης της κοινής γνώμης, ο πρωθυπουργός επιχειρεί να ανακτήσει την πρωτοβουλία. Το επιχείρημά του είναι γνωστό: «Η ασφάλεια του Ισραήλ δεν διαπραγματεύεται». Όμως, πίσω από αυτή τη ρητορική, πολλοί βλέπουν μια προσπάθεια να ανασυγκροτήσει τη βάση του και να διασώσει τον κυβερνητικό συνασπισμό του από τις εσωτερικές αντιφάσεις.

Το πρόβλημα για τον ίδιο είναι ότι αυτή τη φορά ο Ντόναλντ Τραμπ δεν μοιάζει διατεθειμένος να ανεχθεί παρεκκλίσεις. Όπως ανέφερε η Washington Post, ο Αμερικανός πρόεδρος «έχει επενδύσει προσωπικά στη συμφωνία και δεν πρόκειται να επιτρέψει στον Νετανιάχου να τη δυναμιτίσει». Ο πρώην Ισραηλινός πρέσβης στις ΗΠΑ Μάικλ Όρεν σχολίασε ότι ο Νετανιάχου ενδέχεται να προτιμήσει να εξοργίσει τους ακροδεξιούς υπουργούς του, Ιταμάρ Μπεν Γκβιρ και Μπετσαλέλ Σμοτριτς, παρά να διακινδυνεύσει ρήξη με τον Τραμπ.

Στο ίδιο μήκος κύματος, ο πολιτικός αναλυτής της Haaretz, Γιοσί Βέρτερ, σημείωσε ότι «ο Αμερικανός πρόεδρος έσωσε το Ισραήλ από τον ίδιο του τον πρωθυπουργό», επιβάλλοντας κατάπαυση του πυρός και ένα πλαίσιο ανταλλαγής αιχμαλώτων υπό την αιγίδα Αιγύπτου, Κατάρ και Τουρκίας, με τη συμμετοχή της Παλαιστινιακής Αρχής.

Οι αμερικανικές εγγυήσεις και η “παγίδα της ειρήνης”

Σύμφωνα με αποκαλύψεις του Al Jazeera, η Χαμάς έχει λάβει προφορικές εγγυήσεις από την Ουάσιγκτον ότι το Ισραήλ δεν θα επαναλάβει την επίθεση μετά την ολοκλήρωση της ανταλλαγής αιχμαλώτων. Παρά ταύτα, όπως τονίζει ο Παλαιστίνιος ερευνητής Σάρι Αράμπι, «ο μόνος λόγος που ο Νετανιάχου δεν επιστρέφει τώρα στη συνέχιση της σφαγής είναι η αμερικανική πίεση». Ο ίδιος προειδοποιεί ότι η παρουσία ισραηλινών δυνάμεων μέσα στη Γάζα επιτρέπει «στοχευμένες επιχειρήσεις και δολοφονίες», δηλαδή έναν “λιγότερο ορατό πόλεμο” που μπορεί να συνεχιστεί χωρίς επίσημη ρήξη.

Η εφημερίδα New York Times σημειώνει πως η βασική ερώτηση είναι αν το μορατόριουμ της βίας θα επιβιώσει ή αν πρόκειται για «μια ανακωχή με ημερομηνία λήξης». Κατά την εφημερίδα, ο Νετανιάχου αποδέχθηκε ό,τι απέρριπτε επί δύο χρόνια, «όχι γιατί πείστηκε από τη λογική της ειρήνης, αλλά γιατί τον ανάγκασε ο Τραμπ».

Η διπλωματική ομπρέλα του Σαρμ ελ Σέιχ

Καθοριστικό ρόλο παίζει και η Διεθνής Διάσκεψη του Σαρμ ελ Σέιχ, στην οποία συμμετείχαν πάνω από 20 ηγέτες, μεταξύ τους ο Τραμπ, ο Αμπντέλ Φατάχ αλ Σίσι, ο Σεΐχης Ταμίμ μπιν Χαμάντ αλ Θάνι και ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Η υπογραφή της “Διακήρυξης των Εγγυήσεων” από τις ΗΠΑ, Κατάρ, Αίγυπτο και Τουρκία δίνει στο σχέδιο Τραμπ έναν διεθνή χαρακτήρα που δύσκολα μπορεί να αγνοήσει η ισραηλινή ηγεσία.

Το κείμενο χαρακτηρίζει τη συμφωνία «ιστορική δέσμευση για ειρήνη και ευημερία» και δεσμεύει τις χώρες-εγγυήτριες να αντιμετωπίζουν με διπλωματία και όχι βία οποιαδήποτε μελλοντική κρίση.

Η σύνοδος αυτή, όπως παρατηρούν διπλωματικές πηγές στο Κάιρο, λειτουργεί ως πολιτικό ανάχωμα απέναντι σε οποιαδήποτε προσπάθεια του Νετανιάχου να ανατρέψει το καθεστώς εκεχειρίας. Ο Αμερικανός πρόεδρος, ο οποίος φιλοδοξεί να παρουσιάσει το 2026 ως “έτος ειρήνης στη Μέση Ανατολή”, δεν επιθυμεί νέα ανάφλεξη.

Η διεθνής απομόνωση του Ισραήλ

Από το Παρίσι έως τη Μαδρίτη, οι αντιδράσεις κατά των ισραηλινών ενεργειών πυκνώνουν. Η Ευρώπη δείχνει ολοένα λιγότερη ανοχή στις επιθέσεις κατά αμάχων, ενώ το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο εξετάζει εκ νέου φακέλους για εγκλήματα πολέμου.

Η Ισραηλινή οικονομία, παρά τη ροή αμερικανικής βοήθειας που φέρεται να έχει ξεπεράσει τα 100 δισεκατομμύρια δολάρια, αντιμετωπίζει σοβαρές πιέσεις: ύφεση, κοινωνική κόπωση, και αμφισβήτηση της ηγεσίας.

«Το Ισραήλ χρειάζεται περίοδο ανάρρωσης, όχι νέα μέτωπα», δηλώνει ο Σάρι Αράμπι, επισημαίνοντας ότι «η συνέχιση των εχθροπραξιών θα κατέστρεφε ό,τι απέμεινε από τη διεθνή του νομιμοποίηση».

Ρήγματα στο εσωτερικό μέτωπο

Οι ενστάσεις δεν προέρχονται μόνο από την αντιπολίτευση, αλλά και από τα ίδια τα στρατιωτικά επιτελεία. Η Μοσάντ και το Γενικό Επιτελείο εκφράζουν την ανησυχία τους για τον “στρατηγικό εκφυλισμό” που προκαλεί η παρατεταμένη παρουσία στη Γάζα. Στελέχη των ενόπλων δυνάμεων θεωρούν ότι ο στρατός έχει μετατραπεί σε «αστυνομική δύναμη κατοχής», χωρίς σαφή πολιτικό στόχο.

Η εφημερίδα New York Times γράφει πως το “παράδοξο του θριάμβου” είναι ότι «η φαινομενική νίκη του Ισραήλ κρύβει μια βαθιά ήττα της θεοκρατικής του ρητορικής». Για πρώτη φορά μετά από δεκαετίες, το αφήγημα του “ολοκληρωτικού αφανισμού της Χαμάς” καταρρέει επισήμως, ενώ το όραμα της επανεγκατάστασης εποίκων στη Γάζα εξαφανίζεται από το τραπέζι.

Η επόμενη ημέρα – και ο πειρασμός της επιστροφής στη βία

Παρά τις δηλώσεις συμμόρφωσης, ο Νετανιάχου επιμένει ότι η συμφωνία καλύπτει «μόνο την πρώτη φάση» και ότι τα ζητήματα του πλήρους αποχώρησης του Ισραήλ, του αφοπλισμού της Χαμάς και της διεθνούς διοίκησης της Γάζας παραμένουν υπό διαπραγμάτευση. Αυτή η “ανοιχτή ερμηνεία” επιτρέπει στον ίδιο να κρατά ένα παράθυρο επανεκκίνησης της σύγκρουσης — έστω περιορισμένης, με στοχευμένες επιθέσεις ή επαναφορά του αποκλεισμού.

Η λογική είναι γνωστή: όσο παραμένει στρατός στο έδαφος, υπάρχει δυνατότητα πίεσης. Κι όσο ο κόσμος παρακολουθεί τις πολιτικές φιλοδοξίες του Τραμπ να επισκιάζουν τα πάντα, ο Νετανιάχου ίσως επιχειρήσει να μετατρέψει τη “νέα ειρήνη” σε νέο εργαλείο επιβίωσης.

Το ερώτημα, όμως, είναι αν αυτή τη φορά η διεθνής σκηνή θα του επιτρέψει άλλη μια παράσταση υπεκφυγής. Για πρώτη φορά μετά από δεκαετίες, οι ισορροπίες στη Μέση Ανατολή διαμορφώνονται όχι από τον ισχυρότερο στρατό, αλλά από τη βούληση των μεσολαβητών και τη διεθνή κόπωση από τον κύκλο αίματος. Αν ο Νετανιάχου επιλέξει να ανατρέψει τη συμφωνία, ίσως δεν θέσει απλώς σε κίνδυνο την “ειρήνη του Τραμπ”, αλλά και το ίδιο του το πολιτικό μέλλον.

Σχετικά Άρθρα