Ανάλυση: Η Συρία παραμένει πεδίο γεωπολιτικών στρατηγικών στο τρίγωνο Ουάσιγκτον-Μόσχας-Άγκυρας

Στη Δαμασκό, στο βάθος των σιωπηλών διαδρόμων της εξουσίας, αναζωπυρώνεται ένα από τα πιο ακανθώδη ζητήματα της μεταπολεμικής Συρίας: η σχέση ανάμεσα στην κυβέρνηση του Αχμάντ αλ-Σαράα και τις Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις (SDF). Οι πληροφορίες για επίτευξη συμφωνίας «ένταξης» των SDF στις δομές του συριακού στρατού, παρουσία του Αμερικανού απεσταλμένου Τομ Μπαράκ, άνοιξαν νέο κύκλο ερμηνειών και διαβουλεύσεων. Την ίδια στιγμή, η παρέμβαση του Τούρκου υπουργού Εξωτερικών Χακάν Φιντάν, με τη ρητή προειδοποίηση ότι «αν δεν υπάρξει αποχώρηση των κουρδικών μονάδων από τις αραβικές περιοχές, θα υπάρξουν συγκρούσεις», προσδίδει δραματικό βάρος στη συριακή εξίσωση.
Πίσω από τις φαινομενικά τεχνικές συζητήσεις για «μηχανισμούς ενοποίησης» και «διοικητικές ρυθμίσεις» κρύβεται μια στρατηγική αναδιάταξη δυνάμεων που αγγίζει ταυτόχρονα τη Δαμασκό, την Ουάσιγκτον, την Άγκυρα και τη Μόσχα. Το ερώτημα δεν είναι μόνο αν υπάρχει συμφωνία SDF–Δαμασκού, αλλά ποιος την ελέγχει, ποιος τη διαμεσολαβεί και ποιος την υπονομεύει.
Μια συνάντηση–σταθμός με πολλούς παρόντες
Σύμφωνα με πηγές που επικαλούνται αραβικά μέσα, η ηγεσία των SDF μετέβη στις αρχές Οκτωβρίου στη Δαμασκό, όπου συναντήθηκε με τον πρόεδρο Αχμάντ αλ-Σαράα και τον υπουργό Άμυνας Μάραφ Αμπού Κάσρα, παρουσία του Αμερικανού απεσταλμένου Τομ Μπαράκ. Οι συζητήσεις φέρεται να κατέληξαν σε κατ’ αρχήν συμφωνία για την ένταξη των SDF στις δομές του συριακού στρατού — ένα σενάριο που συζητείται εδώ και επτά μήνες, χωρίς όμως να έχει λάβει συγκεκριμένη μορφή.
Ο διοικητής των SDF, Μαζλούμ Aμπντί, δήλωσε ότι «η συμφωνία προβλέπει την ένταξη των δυνάμεών μας ως ενιαίου σώματος στις ένοπλες δυνάμεις της Συρίας», εξηγώντας πως πρόκειται για έναν στρατό δεκάδων χιλιάδων μαχητών που «δεν μπορούν να απορροφηθούν μεμονωμένα». Ωστόσο, η Δαμασκός απάντησε εμμέσως, διαψεύδοντας την εκδοχή αυτή: στρατιωτικές πηγές ανέφεραν ότι «το συριακό στράτευμα δεν είναι πεδίο πειραματισμού» και ότι το σχέδιο προβλέπει δημιουργία τριών ταξιαρχιών υπό την εποπτεία του υπουργείου Άμυνας, με κοινό καθορισμό διοικήσεων.
Η διαφορά ανάγνωσης είναι χαρακτηριστική: για τους Κούρδους, η «ένταξη» σημαίνει διατήρηση εσωτερικής συνοχής και διοικητικής αυτονομίας· για τη Δαμασκό, σημαίνει υποταγή στην κρατική ιεραρχία.
Από την ένταξη στο αδιέξοδο
Η αμφισημία αυτή έχει ήδη παράξει νέα ένταση στο πεδίο. Λίγο πριν τις συνομιλίες, σημειώθηκαν ανταλλαγές πυρών γύρω από το Χαλέπι, με επίκεντρο τη συνοικία Σέιχ Μακσούντ, όπου οι SDF διατηρούν ισχυρή παρουσία. Σύμφωνα με τη Δαμασκό, το κουρδικό πυροβολικό απάντησε σε νέες αστυνομικές θέσεις που είχαν δημιουργηθεί από τις δυνάμεις ασφαλείας στην είσοδο της περιοχής, μετά τον εντοπισμό σηράγγων και οπλισμού.
Κυβερνητικές πηγές εκτιμούν ότι η ένταση λειτούργησε ως μοχλός πίεσης των SDF: «επιχειρούν να αποσπάσουν παραχωρήσεις, να επιβάλουν τη δική τους μορφή ένταξης». Στον αντίποδα, στελέχη των SDF όπως ο Σιμπάν Χομού κατηγορούν τη συριακή κυβέρνηση ότι «προσπαθεί να εξαφανίσει την πολιτική και κοινωνική ταυτότητα» των δυνάμεών τους.
Η εικόνα αυτή ενισχύει την εντύπωση πως δεν υπάρχει ουσιαστική συμφωνία, αλλά μια εύθραυστη πολιτική ανακωχή υπό αμερικανική διαμεσολάβηση, με στόχο να περιοριστεί ο κίνδυνος γενικευμένων συγκρούσεων.
Ο Μπαράκ «επιστρέφει τη Συρία στο πλευρό μας»
Η πιο ενδιαφέρουσα, αλλά και πιο αινιγματική δήλωση, ήρθε από τον ίδιο τον Τομ Μπαράκ, ο οποίος σχολίασε δημόσια, μέσω του X, την κοινή επιχείρηση Δαμασκού – Διεθνούς Συνασπισμού στην περιοχή αλ-Ντουμέιρ κοντά στη συριακή πρωτεύουσα, κατά πυρήνα του Ισλαμικού Κράτους: «Η Συρία επέστρεψε στο πλευρό μας».
Η φράση αυτή θεωρήθηκε από πολλούς σημείο καμπής: για πρώτη φορά, εκπρόσωπος των ΗΠΑ αναγνωρίζει de facto στρατιωτική συνεργασία με τον συριακό στρατό, έστω περιορισμένη και στοχευμένη. Αν αυτό ισχύει, πρόκειται για τον πρώτο κρίκο σε μια πιθανή επαναπροσέγγιση μετά από πάνω από δέκα χρόνια απομόνωσης.
Παράλληλα, ο Μπαράκ φέρεται να πιέζει ώστε οι SDF να λειτουργήσουν ως γέφυρα συνεργασίας ανάμεσα στην Ουάσιγκτον και τη Δαμασκό, διατηρώντας πρόσβαση στο βόρειο ενεργειακό τόξο (Ντέιρ εζ-Ζορ – Χασάκα).
Ο Φιντάν αλλάζει το παιχνίδι
Ενώ οι Αμερικανοί μιλούν για «πρόοδο», η Άγκυρα κινείται στην αντίθετη κατεύθυνση. Ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών Χακάν Φιντάν, σε τηλεοπτική συνέντευξη το περασμένο Σάββατο, προειδοποίησε ότι «αν οι κουρδικές δυνάμεις δεν αποχωρήσουν από τις αραβικές περιοχές, θα υπάρξουν επικίνδυνες συγκρούσεις».
Ο Φιντάν αποκάλυψε επίσης ότι έχει ήδη πραγματοποιηθεί τηλεφωνική επικοινωνία με τον Σύρο ομόλογό του Άσαντ αλ-Σαϊμπανί, ενώ ετοιμάζεται τριμερής συνάντηση Τουρκίας – Συρίας – ΗΠΑ. Όπως είπε, οι πρόσφατες συναντήσεις μεταξύ Αχμάντ αλ-Σαράα και Μαζλούμ Αμπντί «δεν κατέληξαν σε συμφωνία» και «καμία χαρτογράφηση αποχώρησης δεν έχει υποβληθεί στην Τουρκία».
Η Άγκυρα εμφανίζεται έτοιμη να αξιοποιήσει το αναθεωρημένο Σύμφωνο των Αδάνων (1998), που πλέον της επιτρέπει —βάσει δημοσιευμάτων— στρατιωτικές επιχειρήσεις σε βάθος 30 χιλιομέτρων εντός της Συρίας. Ουσιαστικά, η Τουρκία νομιμοποιεί εκ των υστέρων την πολιτική των «ζωνών ασφαλείας» και αποκτά μοχλό πίεσης στη Δαμασκό, η οποία βλέπει πλέον την τουρκική παρουσία όχι μόνο ως απειλή, αλλά και ως διαπραγματευτικό εργαλείο απέναντι στους Κούρδους.
Δαμασκός – Άγκυρα: νέα «συμφωνία αλληλεξάρτησης»
Η πληροφορία ότι η Τουρκία θα παραδώσει στη Συρία εξοπλισμό, τεθωρακισμένα και μη επανδρωμένα αεροσκάφη, βάσει του τροποποιημένου συμφώνου, προκάλεσε απορίες σε περιφερειακούς δρώντες όπως η Βαγδάτη και η Τεχεράνη, που βλέπουν να διαμορφώνεται ένας άξονας συνεννόησης Δαμασκού – Άγκυρας με τη σιωπηρή αποδοχή της Μόσχας. Κατά παρατηρητές, στόχος είναι η αποδυνάμωση των SDF και η σταδιακή επαναφορά των βόρειων περιοχών στον κρατικό έλεγχο, έστω υπό καθεστώς μερικής αυτονομίας.
Η Δαμασκός, ενισχυμένη από τη ρωσική στήριξη και νέο κύμα εξοπλισμού, επιχειρεί να ανασυστήσει τον συριακό στρατό με τη βοήθεια Ρώσων συμβούλων. Παράλληλα, με τη συνεργασία της Τουρκίας σε επίπεδο επιτήρησης και εκπαίδευσης, η κυβέρνηση αλ-Σαράα φιλοδοξεί να αποκαταστήσει την κρατική παρουσία στις επαρχίες Χαλεπίου, Ράκκας και Ντέιρ εζ-Ζορ.
Ωστόσο, η εξάρτηση από Ρωσία, Τουρκία και ΗΠΑ καθιστά το συριακό πεδίο πολυεπίπεδο παίγνιο, όπου κάθε κίνηση απαιτεί συντονισμό πολλών πρωτευουσών.
Ένα νέο τρίγωνο πίεσης: Μόσχα – Άγκυρα – Ουάσιγκτον
Η Μόσχα επιδιώκει να σταθεροποιήσει τη Συρία και να διατηρήσει ανοιχτή την επαφή της με την Τουρκία μέσω των συμφωνιών Σότσι και Αστάνα. Η Ουάσιγκτον, αντίθετα, βλέπει στο ενδεχόμενο ένταξης των SDF στο συριακό στράτευμα μια ευκαιρία να συγκρατήσει την Τουρκία και να αποτρέψει νέες επιχειρήσεις κατά των Κούρδων.
Εν ολίγοις, η Ρωσία στηρίζει μια κεντρική Συρία υπό ρωσική επιρροή· η Τουρκία θέλει μια αποκεντρωμένη Συρία χωρίς κουρδική παρουσία· και οι ΗΠΑ προσπαθούν να διατηρήσουν συριακή σταθερότητα χωρίς πλήρη συριακή κυριαρχία. Ανάμεσα σε όλα αυτά, οι SDF και η Δαμασκός επιχειρούν να επιβιώσουν πολιτικά, ο καθένας με τους δικούς του όρους.
Μεταξύ ενσωμάτωσης και ελέγχου
Στο ερώτημα αν υπάρχει πραγματική συμφωνία μεταξύ Δαμασκού και SDF, η απάντηση είναι μάλλον όχι ακόμη — ή όχι όπως παρουσιάζεται. Οι δηλώσεις του Μαζλούμ Αμπντί δείχνουν επιθυμία πολιτικής ενσωμάτωσης, αλλά οι πράξεις της κυβέρνησης αλ-Σαράα δείχνουν διάθεση απορρόφησης χωρίς αυτονομία.
Η παρουσία του Τομ Μπαράκ προσφέρει στην Ουάσιγκτον πρόσχημα επαναδραστηριοποίησης στο πεδίο. Η ρητορική του Χακάν Φιντάν προσφέρει στην Άγκυρα μια αιτιολογία νέων στρατιωτικών κινήσεων. Και η Ρωσία, σιωπηλά, διασφαλίζει ότι καμία πλευρά δεν θα επικρατήσει πλήρως, ώστε να παραμείνει η τελική διαιτητής.
Η Συρία, μετά από δώδεκα χρόνια πολέμου, παραμένει ένα πεδίο όπου οι συμφωνίες σπάνια είναι αυτό που φαίνονται. Το αν οι SDF θα ενταχθούν πράγματι στο συριακό στράτευμα ή θα συνεχίσουν να λειτουργούν ως παράλληλος βραχίονας υπό αμερικανική προστασία, θα εξαρτηθεί όχι από τη Δαμασκό ή την Αλ-Χασάκα, αλλά από το πώς θα ισορροπήσουν Άγκυρα, Μόσχα και Ουάσιγκτον.