Ο Νετανιάχου ξανά στο εδώλιο για τρεις υποθέσεις διαφθοράς-Η παρέμβαση Τραμπ και οι θεσμικές εκτροπές

 Ο Νετανιάχου ξανά στο εδώλιο για τρεις υποθέσεις διαφθοράς-Η παρέμβαση Τραμπ και οι θεσμικές εκτροπές

Η επιστροφή του Μπενιαμίν Νετανιάχου στην αίθουσα του Κεντρικού Περιφερειακού Δικαστηρίου Ιερουσαλήμ την επόμενη εβδομάδα συμπίπτει με πολιτειακή αναστάτωση σπάνιας έντασης: ο Ντόναλντ Τραμπ, μιλώντας μέσα στην Κνεσέτ, κάλεσε δημοσίως τον πρόεδρο του Ισραήλ Ισαάκ Χέρτσογκ να απονείμει προεδρική χάρη στον ισραηλινό πρωθυπουργό. Το «γιατί δεν του δίνετε χάρη;» του Αμερικανού προέδρου —συνοδευμένο από το ειρωνικό «πούρα και σαμπάνιες, ποιος νοιάζεται;»— άναψε φωτιές σε μια χώρα ήδη πολωμένη από τη δικαστική μεταρρύθμιση, τις αρμοδιότητες του Ανωτάτου Δικαστηρίου και τη διελκυστίνδα εκτελεστικής–δικαστικής εξουσίας.

Ενώ η υπεράσπιση του Νετανιάχου ζητά προσαρμογές στο ημερολόγιο (λόγω διπλωματικών επαφών, αλλά και της έναρξης της χειμερινής συνόδου της Κνεσέτ), η εισαγγελία αντιπροτείνει εναλλακτικές ημερομηνίες· και το πολιτικό σύστημα κοχλάζει: ήταν το διά ζώσης αίτημα χάριτος του Τραμπ μια ακόμη παρέμβαση στα εσωτερικά ή μια «ειλικρινής» εκτίμηση ότι η υπόθεση έχει κουράσει τη χώρα; Σε κάθε περίπτωση, η δίκη Νετανιάχου μπαίνει σε νέα φάση, με νομικές και θεσμικές συνέπειες που υπερβαίνουν το πρόσωπο του κατηγορουμένου.

Τι δικάζεται – και σε ποιο στάδιο είμαστε

Ο Νετανιάχου δικάζεται εδώ και σχεδόν πέντε χρόνια σε τρεις υποθέσεις (γνωστές ως Υπόθεση 1000, 2000 και 4000):

  • Υπόθεση 1000: δώρα και παροχέςσαμπάνιες, πούρα και άλλα πολύτιμα αντικείμενα — από ισχυρούς επιχειρηματίες, με αντάλλαγμα διευκολύνσεις.
  • Υπόθεση 2000: συνομιλίες με τον εκδότη της «Γεντιότ Αχρονότ» για περιορισμό της δωρεάν «Ισραέλ Χαγιόμ» με αντάλλαγμα ευνοϊκή κάλυψη.
  • Υπόθεση 4000: κατηγορίες ότι ο επιχειρηματίας Σαούλ Ελόβιτς (Walla!) έλαβε ρυθμιστικά οφέλη με αντάλλαγμα θετική δημοσιότητα.

Η υπεράσπιση ζητά οι καταθέσεις του πρωθυπουργού να δοθούν Δευτέρα–Τρίτη της ερχόμενης εβδομάδας και να συντμηθεί η Δευτέρα έως τις 13:30, λόγω κοινοβουλευτικών υποχρεώσεων. Η εισαγγελία πρότεινε Πέμπτη πρωί αντί Τετάρτης. Η ουσία, πάντως, παραμένει: το δικαστήριο καλείται να αποσυνδέσει τη δικανική διαδικασία από την πολιτική κυριαρχία του κατηγορουμένου, σε ένα περιβάλλον όπου οι θεσμικές γραμμές αμφισβητούνται.

Το «παράθυρο χάριτος» και τα όριά του

Το ισραηλινό πλαίσιο δίνει στον Πρόεδρο τη δυνατότητα χάριτος — αλλά παραδοσιακά μετά από τελεσίδικη απόφαση. Αυτό το σημείο έγινε λέξη-κλειδί στη δημόσια συζήτηση: μπορεί ο Χέρτσογκ να «παγώσει» ή να ακυρώσει μια εν εξελίξει δίκη; Οι περισσότεροι νομικοί απαντούν όχι: η προεδρική χάρη δεν είναι εργαλείο ματαίωσης δίωξης, αλλά μεταγενέστερης επιείκειας (μετά την τελεσίδικη απόφαση της υπόθεσης). Ο ίδιος ο Χέρτσογκ έχει δηλώσει ότι «δεν είναι θέμα της στιγμής», κρατώντας ανοιχτό μόνο ένα θεωρητικό ενδεχόμενο μελλοντικής στάθμισης «βάσει κανόνων και συνείδησης».

Εδώ, η παρέμβαση του Τραμπ λειτουργεί ως πολιτικός επιταχυντής: φέρνει στο προσκήνιο το αιώνιο ερώτημα της ισορροπίας θεσμικής ευπρέπειας και πολιτικής σκοπιμότητας. Για τους επικριτές, πρόκειται για ωμή ανάμειξη· για τους υποστηρικτές, για ρεαλιστική παρατήρηση ότι μια δίκη-μαραθώνιος έχει βαρύ κόστος συνοχής.

«Παρέμβαση στα εσωτερικά» ή καθρέφτης της κρίσης;

Ο έμπειρος σχολιαστής Άβι Ασκενάζι στη «Μααρίβ» μίλησε για «φτηνό παρεμβατισμό» και για μια στιγμή που «η χώρα έχασε το δημοκρατικό της ήθος». Στόχος της κριτικής δεν ήταν μόνο ο Τραμπ, αλλά και ο Χέρτσογκ και ο αρχηγός της αντιπολίτευσης Γιαΐρ Λαπίντ, που κατηγορήθηκαν πως δεν περιφρούρησαν τον διαχωρισμό των εξουσιών.

Στο ίδιο κάδρο, η επιλογή του προέδρου της Κνεσέτ Αμίρ Οχανά να μην καλέσει στο ακροατήριο τον πρόεδρο του Ανώτατου Δικαστηρίου Ισαάκ Αμίτ και τη Γενική Εισαγγελέα Γκάλι Μπαχαράβ–Μιάρα θεωρήθηκε θεσμικό μήνυμα: εδραίωση μιας εκτελεστικής–νομοθετικής συμμαχίας έναντι της δικαστικής.

Ο πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Αμίτ Μπέχερ το είπε ωμά: αυτή η κίνηση «αποκλεισμού» δεν πλήττει μόνο τον θεσμικό ρόλο του προέδρου του Ανώτατου Δικαστηρίου, αλλά «τη δημοκρατία συνολικά». Εδώ, η αντιπαράθεση για τη δικαστική μεταρρύθμιση — τον περιορισμό δηλαδή της ακυρωτικής αρμοδιότητας των δικαστών και τη μετατόπιση ισχύος προς την κυβέρνηση — ξαναπαίρνει φωτιά.

Το επιχείρημα της κυβέρνησης – και το «σύννεφο» πάνω από τη δίκη

Η κυβέρνηση προβάλλει ένα διττό επιχείρημα:

  1. το δικαστικό σύστημα υπερέβη τα όριά του και εμποδίζει τη λαϊκή εντολή,
  2. ο Νετανιάχου διώκεται πολιτικά και η δίκη του έχει υποκινηθεί από ένα εχθρικό μιντιακό–δικαστικό σύμπλεγμα.

Η υπεράσπιση ενισχύει αυτό το αφήγημα ζητώντας ευέλικτες διαδικασίες (ώστε ο πρωθυπουργός να ασκεί τα καθήκοντά του) και αμφισβητώντας την αναλογικότητα των κατηγοριών. Από την άλλη, η εισαγγελία επιμένει ότι οι πράξεις — αν αποδειχθούν — συνιστούν συστημική διαφθορά στην καρδιά του κράτους, με ανταλλάγματα που διαστρεβλώνουν το δημόσιο συμφέρον.

Εδώ συμπυκνώνεται το μεγάλο πολιτικό διακύβευμα: αν η δίκη είναι θεσμική κάθαρση ή πολιτική εκδίκηση. Η λεκτική υπεραπλούστευση του τύπου «πούρα και σαμπάνιες» — όπως είπε ο Τραμπ — αδικεί τη βαρύτητα των ανταλλαγμάτων που περιγράφονται στον φάκελο, αλλά και τη δημόσια κόπωση από μια υπόθεση που μοιάζει ατέρμονη.

Γιατί τώρα «σκάει» τόσο δυνατά

Τρεις είναι οι μοχλοί έντασης της στιγμής:

  • Η επιστροφή του κατηγορουμένου στο βήμα του μάρτυρα, που δίνει νέα δραματουργία στη διαδικασία.
  • Η σκηνή Τραμπ στην Κνεσέτ, που μετατρέπει μια ποινική υπόθεση σε γεωπολιτικό επεισόδιο επικοινωνίας.
  • Η θεσμική τριβή για το ποιος καλείται και ποιος αποκλείεται από την κρατική τελετουργία — ένα σύμβολο ισχύος που μετράει.

Όλα αυτά διαδραματίζονται ενώ η χώρα παλεύει με ασφαλιστικές δικλείδες σε καιρό ασύμμετρων απειλών και περιφερειακής αστάθειας. Η νομιμοποίηση των θεσμών περνάει από τη λεπτή γραμμή: σεβασμός της δικαιοσύνης χωρίς παγίδευση της κυβερνησιμότητας.

Το πολιτικό ρίσκο για όλους

  • Για τον Νετανιάχου: κάθε βήμα στο δικαστήριο είναι και βήμα στην κοινή γνώμη. Η προσέλευση και η μαρτυρία του, ακόμη και με σφιχτό πρόγραμμα, θα αποτελέσουν τηλεοπτικό γεγονός και πολιτικό τεστ.
  • Για τον Χέρτσογκ: η ουδετερότητα του Προέδρου γίνεται πολιτειακό κεφάλαιο. Κάθε νύξη περί χάριτος πριν από τελεσίδικη απόφαση εκλαμβάνεται ως θεσμική εκτροπή.
  • Για τον Τραμπ: το μήνυμα προς το ισραηλινό κοινό μπορεί να ενισχύσει την εικόνα του ως φίλου του Ισραήλ, αλλά στην πράξη διχάζει και σπρώχνει την ισραηλινή συζήτηση σε μαύρο/άσπρο.
  • Για την αντιπολίτευση (Γιαΐρ Λαπίντ κ.ά.): το θεσμικό αφήγημα πρέπει να μείνει πειστικό και νηφάλιο — όχι ηθικολογία χωρίς πρόταση εξόδου από την κρίση.

Η επόμενη μέρα της διαδικασίας

Αν το δικαστήριο κρατήσει σφιχτά το τιμόνι, θα δούμε ένα χρονοδιάγραμμα καταθέσεων με προβλέψιμες παρεκκλίσεις (λόγω πρωθυπουργικών καθηκόντων), αλλά με καθαρή στόχευση σε ουσιώδη αποδεικτικά: συναλλαγές, επικοινωνίες, ρυθμιστικές αποφάσεις. Η υπεράσπιση θα επιδιώξει να μεταφράσει κάθε αμφιβολία σε εύλογο σκεπτικισμό περί σκοπιμοτήτων. Η κατηγορούσα αρχή θα προσπαθήσει να δέσει το παζλ ανταλλαγμάτων χωρίς «θεατρινισμούς» — για να μη φανεί ότι πολιτικοποιεί τη δικαιοσύνη.

Κρίσιμη θα είναι και η δημόσια νηφαλιότητα: αν η κοινοβουλευτική τελετουργία πάψει να γίνεται εργαλείο αποκλεισμών (ποιος καλείται, ποιος όχι), θα πέσει η θερμοκρασία. Διαφορετικά, η υπόθεση θα συνεχίσει να λειτουργεί ως επιταχυντής πόλωσης.