Μπενιαμίν Νετανιάχου: Η επόμενη μέρα- Ανάμεσα στη σωτηρία και την αυτοπαγίδευση

 Μπενιαμίν Νετανιάχου: Η επόμενη μέρα-  Ανάμεσα στη σωτηρία και την αυτοπαγίδευση

Η ισραηλινή πολιτική σκηνή εισέρχεται σε μία από τις πιο ασταθείς φάσεις της τελευταίας δεκαετίας. Μετά τον τερματισμό του πολέμου στη Γάζα και την ολοκλήρωση της συμφωνίας ανταλλαγής αιχμαλώτων με τη Χαμάς, ο Μπενιαμίν Νετανιάχου βρίσκεται μπροστά σε ένα πολιτικό και προσωπικό σταυροδρόμι που μπορεί να καθορίσει οριστικά την πορεία του. Παρότι η συμφωνία, που θεωρείται ότι επιβλήθηκε υπό την άμεση πίεση του Ντόναλντ Τραμπ, του προσέφερε μια προσωρινή ανάσα δημοτικότητας σύμφωνα με τις πρόσφατες δημοσκοπήσεις, ταυτόχρονα αποσταθεροποίησε τον ακροδεξιό του συνασπισμό. Η απουσία του από τη σύνοδο του Σαρμ ελ-Σέιχ, στην οποία συμμετείχαν ο Τραμπ και ο Μαχμούντ Αμπάς, έδειξε με σαφήνεια το μέγεθος του αδιεξόδου: η παρουσία του θα ισοδυναμούσε με έμμεση αποδοχή της επιστροφής της Παλαιστινιακής Αρχής στη Γάζα—κόκκινη γραμμή για τους βασικούς του εταίρους, το «Θρησκευτικό Σιωνισμό» του Μπεζάλελ Σμοτριτς και την «Εβραϊκή Δύναμη» (Otzma Yehudit) του Ιταμάρ Μπεν Γκβιρ.

Έτσι, ο Νετανιάχου επέλεξε το πολιτικό «μείνε-εκτός-κάδρου», κερδίζοντας χρόνο αλλά επιβεβαιώνοντας την εύθραυστη ισορροπία της κυβέρνησής του απέναντι τόσο στην αμερικανική πίεση όσο και στις εσωτερικές ιδεολογικές εμμονές.

Ο διχασμένος «νικητής»

Η ειρωνεία της συγκυρίας είναι εμφανής: ενώ ο Νετανιάχου εμφανίζεται προσωρινά ενισχυμένος στις δημοσκοπήσεις, είναι πλέον όμηρος των εταίρων που τον κρατούν στην εξουσία. Η παύση των εχθροπραξιών και η ανταλλαγή αιχμαλώτων παρουσιάζονται από τον ίδιο ως πράξη ρεαλισμού υπέρ της ασφάλειας· για τους ακροδεξιούς συμμάχους του, όμως, ισοδυναμούν με υπονόμευση της αποτροπής.

Η ομιλία του Τραμπ στην Κνεσέτ και οι δημόσιες παρεμβάσεις του υπέρ ενός νέου πολιτικού σχεδίου—με παρατεταμένη κατάπαυση του πυρός, μεταβατική διοίκηση στη μεταπολεμική Γάζα με αραβική συμμετοχή και επαναφορά της Παλαιστινιακής Αρχής στο προσκήνιο—τοποθέτησαν τον Νετανιάχου πάνω σε ένα δίπολο που δύσκολα διαχειρίζεται: αν απορρίψει το σχέδιο, ρισκάρει την αμερικανική στήριξη· αν το αποδεχθεί, απειλείται με ρήξη του συνασπισμού.

Εσωτερικό ρήγμα και ο πειρασμός της κάλπης

Στο παρασκήνιο, κυκλοφορεί το σενάριο για πρόωρες εκλογές την άνοιξη του 2026, ώστε ο Νετανιάχου να κεφαλαιοποιήσει την πρόσκαιρη άνοδο του Λικούντ. Είναι, όμως, ένα στοίχημα υψηλού ρίσκου.

Αν το κυβερνητικό σχήμα καταρρεύσει πριν παγιωθεί η νέα δημοσκοπική εικόνα, ο πρωθυπουργός ενδέχεται να βρεθεί αντιμέτωπος με εσωκομματικούς ανταγωνιστές στο ίδιο το Λικούντ—τον πρώην υπουργό Άμυνας Γιοάβ Γκαλάντ ή τον υπουργό Οικονομίας και Βιομηχανίας Νιρ Μπαρκάτ—που εδώ και καιρό ζυγίζουν την «επόμενη μέρα».

Ακόμη κι αν ο συνασπισμός αντέξει βραχυπρόθεσμα, ο Νετανιάχου θα πρέπει να αντιμετωπίσει μια κλιμακούμενη διεθνή πίεση για συγκεκριμένα βήματα στο «επόμενο στάδιο»: από τον μηχανισμό ασφάλειας στη Γάζα έως την ανασυγκρότηση της παλαιστινιακής διοίκησης και την επαναφορά—έστω ως ρητορική—της λύσης των δύο κρατών.

Η μάχη της αφήγησης

Η νέα αντιπαράθεση στο Ισραήλ δεν θα δοθεί μόνο στο επίπεδο των στρατιωτικών επιχειρήσεων, αλλά—ίσως κυρίως—στο πεδίο της πολιτικής. Ο Νετανιάχου επιχειρεί να πλαισιώσει την εκεχειρία ως αναγκαία τακτική παύση για την προστασία των πολιτών και την επιστροφή των ομήρων, ενώ οι επικριτές του μιλούν για αναγνώριση αδιεξόδου.

Η «μάχη της αφήγησης» αφορά και το εσωτερικό μέτωπο: οι οικογένειες των ομήρων ζητούν οριστική συμφωνία και όχι μερικές κινήσεις, την ώρα που το εθνικιστικό μπλοκ απαιτεί «επιστροφή στη δράση» και πλήρη ισραηλινό έλεγχο της Γάζας—έστω μέσω μιας έμμεσης διοίκησης.

Στο ίδιο πλαίσιο, ο ρόλος της Κνεσέτ αποδεικνύεται παραλυτικός: κάθε προσπάθεια για θεσμοθέτηση μεταπολεμικού σχεδίου σκοντάφτει στις απειλές αποχώρησης από τους Σμότριτς και Μπεν Γκβιρ. Το αποτέλεσμα είναι ένα κενό στρατηγικής που ενισχύει τους πραγματιστές στο στράτευμα και τις υπηρεσίες ασφαλείας, οι οποίοι προειδοποιούν ότι χωρίς μεταβατικό σχήμα με αραβική και διεθνή συνδρομή θα προκύψει κενό εξουσίας ικανό να φέρει τη Χαμάς—ή νέα θυλάκια—ξανά στο προσκήνιο.

Η εξίσωση Τραμπ και το ισραηλινό πολιτικό σύστημα

Ο Τραμπ παίζει πλέον ρόλο αρχιτέκτονα της παρούσας διπλωματικής τροχιάς. Για την Ουάσινγκτον, ο Νετανιάχου είναι χρήσιμος αλλά όχι αναντικατάστατος. Η αμερικανική ανοχή έχει σαφή όρια, ιδίως όταν η εσωτερική πολιτική επιβίωση του Ισραηλινού πρωθυπουργού προκρίνεται έναντι της περιφερειακής σταθερότητας.

Αυτό το μήνυμα έγινε σαφές και στη σύνοδο του Σαρμ ελ-Σέιχ—έστω και διά της απουσίας του Νετανιάχου. Η εικόνα ενός πρωθυπουργού που αποφεύγει το διεθνές κάδρο για να μην προκαλέσει ρήξη με τους εταίρους του είναι πολιτικά διαβρωτική στο εσωτερικό και ανησυχητική για τους συμμάχους.

Η δικαστική σκιά και το διεθνές περιβάλλον

Πέραν της πολιτικής σκακιέρας, παραμονεύει η δικαστική διάσταση: ο Νετανιάχου παραμένει στο κάδρο του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου για την εκστρατεία στη Γάζα. Όσο διαρκεί το «παράθυρο» διεθνούς συνεννόησης, η διπλωματική ομπρέλα λειτουργεί. Αν, όμως, η κυβέρνηση αποδυναμωθεί ή διολισθήσει σε σύγκρουση με τους βασικούς της συμμάχους, η δικαστική πίεση μπορεί να επανέλθει ενισχυμένη, με συνέπειες που θα υπερβαίνουν το εσωτερικό πολιτικό πεδίο.

Πολιτική ρευστότητα και μέσα στο Λικούντ

Στο Λικούντ, η συζήτηση για τη διαδοχή δεν είναι πια ταμπού. Ο Γιοάβ Γκαλάντ προβάλλει ως πρόσωπο ασφάλειας με στρατιωτικό κύρος, ενώ ο Νιρ Μπαρκάτ εκπέμπει το σήμα της τεχνοκρατικής επάρκειας με έμφαση στην οικονομία και τη διεθνή εικόνα. Και οι δύο τηρούν δημόσια πειθαρχία, γνωρίζουν όμως ότι ο χρόνος μπορεί να φθείρει περαιτέρω τον πρωθυπουργό—ιδίως αν η εκεχειρία παγιωθεί χωρίς σαφές πολιτικό σχέδιο για τη μεταπολεμική Γάζα.

Το ρολόι γυρίζει εις βάρος του. Η πρόσκαιρη άνοδος περίπου τεσσάρων μονάδων δεν κρύβει την κόπωση του εκλογικού σώματος και τη διαιρετική τομή που διαπερνά την ισραηλινή κοινωνία. Κάθε εβδομάδα χωρίς σαφές σχέδιο για το «η ημέρα-μετά» ενισχύει τους εσωτερικούς αμφισβητίες και διαβρώνει την αξιοπιστία του στο εξωτερικό.

Το δίλημμα είναι αμείλικτο: είτε ακολουθεί τη γραμμή Τραμπ προς μια πολιτική διευθέτηση, ρισκάροντας ρήξη με τους ακροδεξιούς εταίρους, είτε συνεχίζει να ισορροπεί πάνω σε ένα λεπτό νήμα, ελπίζοντας ότι οι δημοσκοπήσεις θα σταθεροποιηθούν μέχρι να φτάσει στην κάλπη με τους δικούς του όρους.

Η «ειρήνη του Τραμπ»—αν αποκρυσταλλωθεί θεσμικά—μπορεί να γίνει η μεγαλύτερη δοκιμασία για τον Νετανιάχου. Απαιτεί παραχωρήσεις, θεσμικές μεταρρυθμίσεις και νέα πρόσωπα στη διαχείριση της μεταπολεμικής Γάζας: όλα όσα ο ίδιος απέφευγε για χρόνια.

Ο «μάγος» της ισραηλινής πολιτικής μπορεί να επιβιώσει αν μετατρέψει την αναγκαστική εκεχειρία σε αφήγημα εθνικής αντοχής και ασφαλούς μετάβασης. Αν αποτύχει, η «επόμενη μέρα» ίσως να μην του ανήκει—αλλά σε εκείνους που ήδη προετοιμάζονται για το μετά-Νετανιάχου Ισραήλ.