Γιατί κυβέρνηση και αντιπολίτευση “διαβάζουν” λάθος τη γαλλική κρίση
Φωτό από ΑΠΕ-ΜΠΕ
Καθ’ ημάς, η γαλλική κρίση που κινείται μεταξύ ψυχοδράματος και φάρσας, εκλαμβάνεται με ποικίλους τρόπους, σχεδόν πάντοτε στη βάση κάποιας εσωτερικής κομματικής σκοπιμότητας. Οι περισσότεροι ανασύρουν και αναδεικνύουν μία από τις πτυχές της για να υπηρετήσουν το ένα ή το άλλο αφήγημα, ελάχιστοι την μελετούν διεξοδικά και συνολικά. Ίσως ο πιό εύστοχα περιεκτικός τίτλος είναι αυτός της κυριακάτικης “Καθημερινής” ότι “ο μακρονισμός κατέληξε σε πολιτειακή κρίση”.
Η κυβέρνηση, ως θα ανέμενε κανείς, επικαλείται το γεγονός ότι η 2η οικονομία της Ευρώπης βρίσκεται στο κατώφλι του ΔΝΤ, και μόνο το ότι πρόκειται για την Γαλλία εμποδίζει το επόμενο βήμα, που κατ΄ αναλογία θα μοιάζει με όσα υπέστη η Ελλάδα περίπου δέκα πέντε χρόνια πριν. Και το επικαλείται για να αναδείξει τους κινδύνους της πολιτικής αστάθειας που βιώνει το ιστορικό ευρωπαϊκό “πολιτικό εργαστήριο”, σε αντίθεση με την εξαιρετική θέση της Ελλάδας που αποτυπώνεται στους δείκτες των διεθνών οίκων. Μέχρις εκεί.
Για το κατά πόσο ο ίδιος ο Εμανουέλ Μακρόν προκάλεσε ο ίδιος αυτή την αστάθεια, καμία κουβέντα. Όπως και για το ότι το πολυδαίδαλο γαλλικό πολιτικό σύστημα κινδυνεύει κατά κύριο λόγο από την διόγκωση της ακροδεξιάς που ήρθε εξωραϊσμένη να καλύψει τα μεγάλα κοινωνικά ναρκοπέδια που άφησαν πίσω τους οι πολιτικές του Γάλλου προέδρου.
Για την επιμονή του Μακρόν να αρνείται την ελάχιστη αυτοκριτική για τα μεγάλα λάθη του, και την αναγκαία αναθεώρηση των πολιτικών σκληρού μνημονίου που εισηγείται, κυρίως, όμως, για τον αυτοκρατορικό αρνητισμό του να αποδεχτεί τη νέα πολιτική και κοινωνική γεωγραφία και να επιζητήσει συγκλίσεις και συνεργασίες, επίσης ούτε λέξη.
Αλλά και για μερίδα της κεντροαριστεράς, η Γαλλία γίνεται αντιληπτή μόνο λόγω της εκλογικά επιτυχημένης δοκιμής του (Νέου) Λάϊκού Μετώπου. Το γεγονός ότι, οι μάλλον ακραίες και εκτός ευρωπαϊκής και οικονομικής πραγματικότητας προτάσεις που εισηγείται το ισχυρότερο μέρος της (Ανυπότακτη Γαλλία) χαλαρώνουν τους δεσμούς μεταξύ των κομμάτων που το απαρτίζουν, σιωπή. Όπως και για το ότι το Μέτωπο είναι πολύ λιγότερο …μέτωπο, σε σύγκριση με τις προ διετίας εκλογές, ότι, δηλαδή, οι Σοσιαλιστές, για παράδειγμα, επιζητούν συγκλίσεις υπό προϋποθέσεις που ο Μελανσόν αρνείται να προσφέρει.
Η Ακροδεξιά της Λεπέν είναι, αναμφίβολα, δημιούργημα -σε μεγάλο βαθμό- των πολιτικών του Μακρόν, και είναι πράγματι παράδοξο ένας ηγέτης με ματιά στρατηγικού βάθους, ενίοτε, για τα ευρωπαϊκά, να αποδεικνύεται τόσο δέσμιος των Λουδοβίκειων συνδρόμων στο εσωτερικό πολιτικό σκηνικό. Ως εκ τούτου, το δίλημμα “ή εγώ, ή η Λεπέν” αποδυναμώθηκε, και τώρα ίσως εξαερωθεί, είτε γίνουν σύντομα πρόωρες εκλογές, είτε στις προεδρικές του 2027. Διότι, η μετωρική άνοδος της “Εθνικής Συσπείρωσης”, εν τέλει η “κανονικοποίηση” της Λεπέν, είναι το αποτέλεσμα των εμμονών και των λαθών του ίδιου του Γάλλου προέδρου.
Η γαλλική κρίση είναι οικονομική, πρωτίστως, όμως, είναι πολιτική. Και καλό θα ήταν να μην την επικαλείται κανείς ad hoc. Η εικόνα του γαλλικού “εργαστηρίου” πρέπει να κοιταχτεί συνολικά και από απόσταση, να αντιληφθεί κανείς την κύρια ευθύνη του Μακρόν, τον τρόπο που αντιδρούν οι κοινωνίες όταν βρεθούν με την πλάτη στον τοίχο, και όταν όλα αυτά συνδυάζονται με την αδυναμία μετριοπαθών πολιτικών δυνάμεων να συνεννοηθούν.
Εν τέλει ισχύουν αυτά που γράφει στην κατακλείδα άρθρου του (KREPORT), ο έμπειρος παρατηρητής και σχολιαστής των γαλλικών εξελίξεων Γ. Σεφερτζής: “…Εξελίξεις που κάνουν τους Γάλλους να ντρέπονται και την Μαρίν Λε Πεν να τρίβει τα χέρια της. Γιατί δεν είναι δύσκολο να καταλάβει ότι ο θυμός των συμπατριωτών της αυτή τη φορά δεν είναι ο θερμός θυμός που θέριεψε με το κίνημα των κίτρινων γιλέκων, αλλά ο ψυχρός θυμός της απόγνωσης που θα την φέρει στην εξουσία. Θα είναι το τελευταίο κατόρθωμα του Μακρόν. Ο τελευταίος διασώζεται προς το παρόν για τον απλούστατο λόγο ότι ο φόβος φυλάει τα έρμα και συμβουλεύει τα κόμματα του ενδιάμεσου χώρου να μη διακινδυνεύσουν διάλυση της Εθνοσυνέλευσης και νέες εκλογές τουλάχιστον μέχρις ότου ψηφιστεί ο νέος προϋπολογισμός. Γιατί διαφορετικά το πιθανότερο είναι, αν δεν εξαερωθεί, το μπλοκ των κεντρώων να διαλυθεί στα εξ ων συνετέθη”.
Και το γεγονός ότι καθ’ ημάς δεν διαφαίνεται κάποια προσωπικότητα σαν την Λεπέν δεν σημαίνει ότι ο “ψυχρός θυμός της απόγνωσης” δεν θα βρεί τρόπους εκτόνωσης. Είτε στον υφιστάμενο -αν και κατακερματισμένο- εγχώριο αντισυστημισμό, είτε σε όσα κυοφορούνται, είτε, κυρίως, στην ακόμα πιό έντονη και μαζική απομάκρυνση των πολιτών από το πολιτικό σύστημα και τις κάλπες. Το εύρημα της έρευνας World Survey- διαΝΕΟσις, σύμφωνα με το οποίο ένας στους πέντε ψηφοφόρους θα ήθελε έναν ανεξέλεγκτο ηγέτη τύπου Πούτιν, ή Ερντογάν, και το άλλο ότι το 15% θεωρεί “πολύ ή αρκετά καλό” μία …Χούντα, απαντά σε όσους νομίζουν ότι το γαλλικό πολιτικό Βατερλώ εξισορροπείται από τα δικά μας φαντασιακά Αούστερλιτς.