Guardian: Αυτός είναι ο πραγματικός λόγος πίσω από την επιστροφή του Jimmy Kimmel
Το αμερικανικό δίκτυο ABC ανακοίνωσε ότι το «Jimmy Kimmel Live!» θα επιστρέψει στις οθόνες την επόμενη Τρίτη, λιγότερο από μία εβδομάδα αφότου ο Brendan Carr, πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Επιτροπής Επικοινωνιών (FCC), δήλωσε σε podcast ότι τα σχόλια του Kimmel αποτελούσαν μέρος μιας «συντονισμένης προσπάθειας παραπληροφόρησης προς τον αμερικανικό λαό».
Ο Carr απείλησε πως η FCC θα μπορούσε να «το κάνει με τον εύκολο ή τον δύσκολο τρόπο», αφήνοντας να εννοηθεί ότι είτε το ABC και η μητρική του, Walt Disney, θα έπρεπε να απομακρύνουν τον Kimmel είτε η ρυθμιστική αρχή θα είχε «επιπλέον δουλειά» να κάνει.
Η αναδίπλωση της Disney και οι αντιδράσεις
Γιατί όμως αυτή η στροφή της Walt Disney Company; Όπως εξήγησε αμήχανα: «Την περασμένη Τετάρτη, αποφασίσαμε να αναστείλουμε την παραγωγή της εκπομπής ώστε να μην οξύνουμε περαιτέρω μια ήδη τεταμένη κατάσταση σε μια συναισθηματικά φορτισμένη στιγμή για τη χώρα μας. Πήραμε αυτή την απόφαση επειδή θεωρήσαμε πως κάποια σχόλια ήταν ατυχώς χρονισμένα και ως εκ τούτου, άστοχα».
Πλέον, ωστόσο, φαίνεται πως όλα βαίνουν καλώς. «Περάσαμε τις τελευταίες μέρες σε ουσιαστικές συζητήσεις με τον Jimmy και μετά από αυτές, αποφασίσαμε να επαναφέρουμε την εκπομπή την Τρίτη» ανέφερε η εταιρεία.
Η ανακοίνωση αυτή δόθηκε με τόνο συμφιλιωτικό, σαν όλα να επέστρεψαν στην κανονικότητα ύστερα από κάποιες «ουσιαστικές συζητήσεις με τον Jimmy». Ωστόσο, τα γεγονότα δείχνουν το αντίθετο.
Σφοδρές αντιδράσεις από εργαζόμενους και διασημότητες
Από τη στιγμή που το ABC πήρε την αρχική του απόφαση, η κατακραυγή κατά της Disney ήταν τεράστια. Τουλάχιστον πέντε συνδικάτα του χώρου του θεάματος, εκπροσωπώντας πάνω από 400.000 εργαζόμενους, πήραν θέση, με την ένωση σεναριογράφων να κατηγορεί τη Disney για «εταιρική δειλία».
Οι διάσημοι Tom Hanks και Meryl Streep κατήγγειλαν τις «κυβερνητικές απειλές κατά της ελευθερίας του λόγου», ενώ ο Kimmel βρήκε στήριξη από συναδέλφους του όπως οι Stephen Colbert, Jimmy Fallon, Seth Meyers και John Oliver, οι οποίοι σατίρισαν καυστικά τη Disney και το ABC.
Δημόσιες καταγγελίες και πολιτικές αντιδράσεις
Ο Jon Stewart αφιέρωσε ολόκληρη την εκπομπή του στην αποδόμηση της στάσης της Disney. Στελέχη της εταιρείας όπως ο Damon Lindelof, δημιουργός του Lost, απείλησαν ότι αν δεν επιστρέψει η εκπομπή του Kimmel δεν θα μπορούσαν πλέον «με καθαρή συνείδηση να εργαστούν για την εταιρεία». Ακόμα και ο πρώην CEO της Disney, Michael Eisner, προχώρησε σε σπάνια δημόσια επίκριση.
Αξιοσημείωτο είναι ότι ακόμη και ο συντηρητικός γερουσιαστής Ted Cruz, εξέφρασε ανησυχία λέγοντας πως ο Carr μιλούσε σαν μαφιόζος και χαρακτήρισε τις απειλές κατά των μέσων ενημέρωσης ως «εξαιρετικά επικίνδυνες». Ο Cruz τόνισε: «Δεν πρέπει να έχουμε τέτοιες πρακτικές. Οφείλουμε να τις καταδικάσουμε».
Η πίεση των καταναλωτών και το οικονομικό πλήγμα
Μέχρι τη Δευτέρα, ο ίδιος ο Carr προσπαθούσε να υποβαθμίσει τον ρόλο του στην υπόθεση – αρνήθηκε ότι απείλησε με ανάκληση αδειών σταθμών του ABC («δεν συνέβη σε καμία περίπτωση») – και μετέθετε την ευθύνη στη Disney για μια «επιχειρηματική απόφαση» ως απάντηση στις αρνητικές αντιδράσεις των τηλεθεατών.
Όπως είπε ο Carr: «Ο Jimmy Kimmel βρίσκεται σε αυτή τη θέση λόγω των τηλεθεάσεων του και όχι λόγω κάποιας παρέμβασης της ομοσπονδιακής κυβέρνησης».
Η μεγαλύτερη πίεση ήρθε όμως από τους ίδιους τους θεατές της Disney, που άρχισαν άμεσα να ακυρώνουν συνδρομές σε Disney+ και Hulu και απείλησαν με ευρύτερο μποϊκοτάζ προϊόντων.
Καταναλωτικό μποϊκοτάζ και πτώση μετοχής
Διασημότητες όπως η Tatiana Maslany, πρωταγωνίστρια στη σειρά She-Hulk: Attorney at Law της Marvel στο Disney+, καθώς και η Rosie O’Donnell προέτρεψαν δημόσια τους πολίτες να διακόψουν τις συνδρομές τους.
Το μποϊκοτάζ ξεκίνησε σχεδόν αμέσως μετά την αναστολή της εκπομπής Kimmel. Η μετοχή της Disney υποχώρησε περίπου 3,5% και συνέχισε πτωτικά τις επόμενες ημέρες. Η συνολική απώλεια κεφαλαιοποίησης υπολογίζεται στα $4 δισ..
Το συμπέρασμα: Η δύναμη στους καταναλωτές
Οι επενδυτές έλαβαν το μήνυμα. Η δυσαρέσκεια των καταναλωτών μεταφράζεται σε μειωμένες αγορές προϊόντων και υπηρεσιών – άρα χαμηλότερα κέρδη για τη Disney.
Αν και ποτέ δεν υπάρχει μόνο ένας λόγος για τις διακυμάνσεις στην αξία μιας εταιρείας στο χρηματιστήριο, εδώ η χρονική σύμπτωση ήταν σχεδόν απόλυτη.
Το βασικό συμπέρασμα είναι πως οι καταναλωτές διαθέτουν τεράστια δύναμη. Αποτελούν τη μεγάλη πλειοψηφία. Όπως κάθε μεγάλη εταιρεία – ειδικά όσες απευθύνονται άμεσα στους καταναλωτές – έτσι κι η Disney εξαρτάται από αυτούς.
Ακόμη κι αν δεν μπορούμε πάντα να βασιστούμε στους πολιτικούς μας για την προστασία των δικαιωμάτων μας στην ελευθερία λόγου, μπορούμε να βασιστούμε στη συλλογική μας δράση. Όταν η αγανάκτησή μας μετατρέπεται σε οικονομική πίεση, ακόμη και ένας κολοσσός όπως η Disney αναγκάζεται να ακούσει – και να ανταποκριθεί.
Την επόμενη φορά που θα αισθανθείτε ανίσχυροι, θυμηθείτε αυτό.
(Ο Robert Reich είναι πρώην υπουργός Εργασίας των ΗΠΑ, καθηγητής δημόσιας πολιτικής στο Πανεπιστήμιο Καλιφόρνια Μπέρκλεϊ (ομότιμος) και αρθρογράφος στη Guardian US.)
Πηγή: theguardian.com