Candida auris: Μια αόρατη απειλή πίσω από τις πόρτες των ΜΕΘ
Ο Candida auris, γνωστός και ως Candidozyma auris, δεν είναι ένας ακόμη κοινός μύκητας. Πρόκειται για έναν πολυανθεκτικό «υπερμύκητα», που εξαπλώνεται ραγδαία στα νοσοκομεία παγκοσμίως και προκαλεί έντονη ανησυχία στην ιατρική κοινότητα.
Σήμερα, η Ελλάδα συγκαταλέγεται μεταξύ των χωρών που πλήττονται περισσότερο στην Ευρώπη, καταλαμβάνοντας τη δεύτερη θέση μετά την Ισπανία, σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Κέντρο Πρόληψης και Ελέγχου Νοσημάτων (ECDC).
Το θετικό σε όλο αυτόν τον θόρυβο που ξέσπασε για τον Candidozyma auris είναι το Πανελλήνιο Πρόγραμμα για την Πρόληψη και τον Έλεγχο των Νοσοκομειακών Λοιμώξεων και της Μικροβιακής Αντοχής, που υλοποιείται στη χώρα μας και για το οποίο αξίζει να γνωρίζουμε κάποια στοιχεία.
Γιατί είναι τόσο επικίνδυνος είναι ο Candidozyma auris;
Σε αντίθεση με άλλους μύκητες, ο Candida auris διαθέτει τρία ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που τον καθιστούν απειλητικό:
· Επιβιώνει σε επιφάνειες και ιατρικό εξοπλισμό όπως κρεβάτια και συσκευές,
· Μεταδίδεται ταχύτατα από ασθενή σε ασθενή,
· Αντιστέκεται σε πολλές θεραπείες, καθιστώντας δύσκολη την αντιμετώπισή του.
Για τους ασθενείς που νοσηλεύονται σε Μονάδες Εντατικής Θεραπείας, μια λοίμωξη από Candida auris μπορεί να αποδειχθεί μοιραία.
Η κατάσταση στην Ελλάδα
Το 2019, στην Ελλάδα καταγράφηκαν λίγα μεμονωμένα περιστατικά. Ωστόσο, μέσα σε λίγα χρόνια η εικόνα άλλαξε δραματικά.
· Μέχρι το 2023, ο Candida auris είχε εξελιχθεί σε κύρια αιτία μυκηταιμίας σε ορισμένα ελληνικά νοσοκομεία.
· Το 2025, οι ειδικοί προειδοποιούν ότι ο μύκητας είναι πλέον ενδημικός: τα κρούσματα έχουν αυξηθεί τόσο ώστε δεν καταγράφονται πλέον μεμονωμένα.
· Πάνω από 850 επιβεβαιωμένα περιστατικά έχουν αναφερθεί, εδραιώνοντας την Ελλάδα ως τη δεύτερη πιο πληγείσα χώρα στην Ε.Ε.
Συγκεκριμένα:
· Στην Αττική, μεταξύ 2019–2021 καταγράφηκαν 20 λοιμώξεις μετά από χειρουργικές επεμβάσεις και 25 περιπτώσεις ασυμπτωματικής φορείας. Η θνησιμότητα στις μετεγχειρητικές λοιμώξεις έφτασε το 53%.
· Στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο «Αττικόν», την περίοδο 2021–2023 σημειώθηκαν 89 περιστατικά μυκηταιμίας, με τον Candida auris να ευθύνεται πλέον για το 34% όλων των περιπτώσεων καντινταιμίας.
Η πρόληψη ως μοναδικό «όπλο»
Ο μύκητας εξαπλώνεται σχεδόν αποκλειστικά εντός των νοσοκομείων. Αυτό σημαίνει πως ο μόνος αποτελεσματικός τρόπος περιορισμού του είναι η πρόληψη και ο έλεγχος των ενδονοσοκομειακών λοιμώξεων.
Τα βασικά μέτρα περιλαμβάνουν:
· Σχολαστική υγιεινή χεριών,
· Αυστηρή απομόνωση των περιστατικών και περιορισμό επαφών,
· Συστηματικό καθαρισμό και απολύμανση των χώρων,
· Έγκαιρη διάγνωση και επιτήρηση των κρουσμάτων,
· Ορθολογική χρήση αντιβιοτικών και αντιμυκητιασικών.
Η συμβολή των οργανωμένων προγραμμάτων
Σημαντικό παράδειγμα αποτελεί το Πανελλήνιο Πρόγραμμα για την Πρόληψη και τον Έλεγχο των Νοσοκομειακών Λοιμώξεων και της Μικροβιακής Αντοχής (GRIPP – SNF), που υλοποιείται από το Κέντρο Κλινικής Επιδημιολογίας και Έκβασης Νοσημάτων (CLEO), σε συνεργασία με τον ΕΟΔΥ και τον ΟΔΙΠΥ.
Στα δέκα δημόσια νοσοκομεία όπου εφαρμόστηκε, το πρόγραμμα:
· αύξησε τα ποσοστά συμμόρφωσης στην υγιεινή χεριών κατά 20%–50%,
· μείωσε τις μικροβιαιμίες έως και 50%–80%.
Αποτελέσματα δείχνουν πως η κρίση μπορεί να αναχαιτιστεί, εφόσον τα μέτρα επεκταθούν και υιοθετηθούν συστηματικά σε όλα τα νοσοκομεία της χώρας.
Το στοίχημα για τη δημόσια υγεία
Η εξάπλωση του Candida auris υπενθυμίζει ότι οι ενδονοσοκομειακές λοιμώξεις αποτελούν ένα από τα σοβαρότερα προβλήματα δημόσιας υγείας. Η συστηματική εφαρμογή μέτρων πρόληψης δεν προστατεύει μόνο από έναν «υπερμύκητα», αλλά διασφαλίζει μια πιο ασφαλή και βιώσιμη περίθαλψη για όλους.