“Μιλλιέτ”: Η “Τουρκο-φοβία” ξαναφουντώνει στην Αθήνα – Τα ελληνικά διπλωματικά και εσωτερικά αδιέξοδα
Συνάντηση του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας της Τουρκίας Recep Tayyip Erdogan, Πέμπτη 7 Δεκεμβρίου 2023. (ΤΑΤΙΑΝΑ ΜΠΟΛΑΡΗ/EUROKINISSI)
Από τις κρίσεις στις ΗΠΑ ως την εσωστρέφεια της ελληνικής πολιτικής, η σκιά της Τουρκίας διαμορφώνει τις εξελίξεις και το συλλογικό φρόνημα, γράφει ο Οζάϊ Σεντίρ στην “Μιλλιέτ”.
Το χθεσινό μου απόγευμα πέρασε απαντώντας σε τηλεφωνήματα από Αθήνα, όπου οι συνάδελφοι αναζητούσαν διευκρινίσεις για την ακύρωση της συνάντησης Ερντογάν-Μητσοτάκη – μια συνάντηση που δεν υπήρχε στο επίσημο πρόγραμμα της Τουρκίας, αλλά είχε ανακοινωθεί από την ελληνική πλευρά. Παρότι δεν υπάρχει κρίση, οι συνομιλίες ανέδειξαν ότι σε ένα κομμάτι της σχέσης Ελλάδας-Τουρκίας κάτι λειτουργεί προβληματικά.
Τη διάγνωση της «ασθένειας» (ως “τουρκοφοβία” αναφέρεται στον τίτλο του άρθρου) στην ελληνοτουρκική σχέση δεν τη βγάζω εγώ, αλλά πρώην υπουργοί Άμυνας και Εξωτερικών Δημήτρης Αβραμόπουλος. Ο ίδιος έγραψε: «Είμαστε παγιδευμένοι στην εμμονή να βλέπουμε την Τουρκία μόνο ως απειλή, κάτι που επηρεάζει αρνητικά όχι μόνο τη διεθνή θέση της χώρας μας, αλλά και την ψυχολογία των Ελλήνων πολιτών».
Από την περασμένη Παρασκευή, στην Ελλάδα κυκλοφορούν ειδήσεις του τύπου «Ο Ερντογάν πηγαίνει στον Λευκό Οίκο, ο Μητσοτάκης δεν έχει πρόσκληση». Στα social media διακινούνται βίντεο με τον πρωθυπουργό να προσπαθεί να τραβήξει την προσοχή του Τραμπ σε διεθνείς συναντήσεις. Βλέποντας όλα αυτά, διαπιστώνω ότι η «ασθένεια» επανεμφανίζεται και μάλιστα με ένταση.
Συγκρίσεις με το παρελθόν και εμμονές στη διπλωματία
Ερντογάν και Τραμπ συναντώνται αύριο στον Λευκό Οίκο. Αξίζει να θυμηθούμε ότι τον Μάιο 2022 ο Μητσοτάκης είχε φιλοξενηθεί εκεί και μάλιστα μίλησε στο Κογκρέσο. Τότε, ούτε τα τουρκικά ΜΜΕ ούτε η κοινή γνώμη παρασύρθηκαν από υστερία του τύπου «Γιατί προσκάλεσαν την Αθήνα κι όχι εμάς;». Η Τουρκία παρακολούθησε τη διπλωματία του Μητσοτάκη που συνοψιζόταν στο αίτημα «Δώστε μας F-35, μην πουλάτε F-16 στην Τουρκία».
Το να συζητείται η Τουρκία σε χώρους όπου δεν είναι παρούσα, αντί για τις αμερικανοελληνικές σχέσεις καθαυτές, είχε ως αποτέλεσμα δύο χρόνια διαλόγου χωρίς ουσία. Σήμερα, τα σημαντικότερα ζητήματα στη βαλίτσα του Ερντογάν για την Ουάσινγκτον δεν αφορούν την Αθήνα: είναι η Συρία, η Ισραηλινή επεκτατικότητα και οι περιφερειακοί κίνδυνοι.
Η ανησυχία για το ενδεχόμενο να αποκτήσει η Τουρκία F-35 είναι μάλλον παράδοξη – το εγχώριο μαχητικό KAAN θα ενταχθεί στη δύναμη πριν τα ελληνικά F-35. Η Τουρκία έχει ήδη κατασκευάσει το πρώτο drone-carrier πλοίο στον κόσμο και ετοιμάζεται για εγχώρια αεροπλανοφόρα και άρματα μάχης.
Διπλωματικός μονόλογος και ψυχολογία ήττας
Το πρόβλημα στην Ελλάδα είναι ότι σχεδόν κάθε διπλωματική συζήτηση περιστρέφεται γύρω από την Τουρκία, με το εθνικό αίσθημα νίκης ή ήττας να ταυτίζεται με ό,τι συμβαίνει στη γειτονική χώρα. Ο Αβραμόπουλος είχε δίκιο όταν έγραφε πως αυτό επιβαρύνει αρνητικά την ψυχολογία των πολιτών.
Η μη πρόσκληση του πρωθυπουργού στον Λευκό Οίκο έχει δύο βασικές αιτίες: Πρώτον, κατά τις αμερικανικές εκλογές η ελληνική κυβέρνηση και η διασπορά στήριξαν ανοιχτά τον Biden. Όμως αυτό θα μπορούσε να ξεπεραστεί με τον γνωστό αμερικανικό πραγματισμό. Το ουσιαστικότερο πρόβλημα είναι πως οι τότε υπεύθυνοι της ελληνικής διπλωματίας έδωσαν περισσότερα από όσα ζήτησε η Ουάσινγκτον – κι έτσι εξαντλήθηκαν τα περιθώρια ανταλλαγμάτων.
Ο τότε Υπουργός Εξωτερικών υποτίμησε τη στρατηγική θέση της Τουρκίας και έπεισε τον πρωθυπουργό ότι μπορεί να μετατρέψει τη γείτονα σε κράτος-παρία. Το να επιτρέψεις με μία υπογραφή –και μάλιστα επ’ αόριστον– να γίνει η Ελλάδα προκεχωρημένο φυλάκιο των ΗΠΑ και μετά να απορείς για τις συνέπειες είναι τουλάχιστον αφελές. Οι σημερινές εξελίξεις αποτελούν περισσότερο αποτέλεσμα επιλογών της προηγούμενης διπλωματικής ηγεσίας (σ.σ εννοεί αυτή του Νίκου Δένδια) παρά αποτυχία του νυν υπουργού Γεραπετρίτη.
Διμερείς σχέσεις υπό το πρίσμα της Τουρκίας – Παράδειγμα Γαλλίας
Ένα ακόμη σύμπτωμα αυτής της νοοτροπίας είναι οι αντιδράσεις για τις ελληνογαλλικές σχέσεις. Ο διευθυντής της Kathimerini, Παπαχελάς, σημείωσε εύστοχα πως ακόμη κι η Γαλλία ανοίγει διαύλους επικοινωνίας με την Άγκυρα. Ενδεικτικά: η γαλλική εταιρεία Nexans αναλαμβάνει έργα μεταξύ Ελλάδας και Κύπρου αλλά εδώ και 57 χρόνια δραστηριοποιείται στην Τουρκία, έχοντας Τούρκο περιφερειακό διευθυντή.
Αν υπήρχε ανάλογη ψυχολογία στην Τουρκία, θα έθεταν εμπόδια σε τέτοιες εταιρείες. Θυμίζουμε πως ο πρωθυπουργός περίμενε λεπτά στο αυτοκίνητό του πριν τη συνάντηση με τον Μακρόν επειδή ο Γάλλος πρέσβης αποδοκιμάστηκε για ενδεχόμενες πωλήσεις όπλων στην Άγκυρα.
Η εμμονή με την Τουρκία υπονομεύει πλέον και τις σχέσεις της Ελλάδας με τρίτες χώρες. Για παράδειγμα: όταν αγοράζονται (από την Ελλάδα) μεταχειρισμένες φρεγάτες από την Ιταλία, κανείς δεν ανησυχεί μήπως χαλάσουν οι σχέσεις Ρώμης-Άγκυρας. Αντίστοιχα, η Τουρκία δεν διακόπτει σχέσεις επειδή η Ιταλία πουλά φρεγάτες στην Ελλάδα.
Πολιτικές προτεραιότητες και κοινωνικές ανισορροπίες
Το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι πως η μονοθεματική εστίαση στην Τουρκία στερεί από την Ελλάδα ευκαιρίες ευημερίας αλλά και υγιούς κοινωνικού κλίματος. Τα στοιχεία δείχνουν ότι μόλις το 9,2% των πολιτών θεωρεί τις ελληνοτουρκικές σχέσεις βασικό πρόβλημα – πολύ χαμηλότερο ποσοστό απ’ όσα απασχολούν πραγματικά τους Έλληνες (οικονομία, δικαιοσύνη, διαφθορά).
Kι όμως η πολιτική τάξη ασχολείται σχεδόν αποκλειστικά με αυτό το θέμα. Η σοφή συμβουλή θα ήταν να επενδύσουμε στη βελτίωση των σχέσεων ώστε το όφελος να είναι μεγαλύτερο από οποιαδήποτε απώλεια – αλλά κανείς δεν φαίνεται διατεθειμένος να κάνει αυτή τη στροφή.
Ανάγκη για διάλογο – Η κίνηση που εκκρεμεί
Όσο οι δύο χώρες ξοδεύουν τεράστια ποσά σε εξοπλισμούς χωρίς ουσιαστικό αντίκρισμα – όπως δείχνουν τα άδεια ποσοστά εισαγωγής στη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων – τόσο περισσότερο ζημιώνεται το κοινωνικό σύνολο. Είναι ώρα ο πρωθυπουργός Μητσοτάκης, εκμεταλλευόμενος τη θετική δημοσκοπική δυναμική, να προγραμματίσει επιτέλους την επίσκεψή του στην Άγκυρα ώστε ο διάλογος να πάρει νέα ώθηση.