Νέα Υόρκη: Η μεγάλη επιστροφή της Συρίας με βασικό αίτημα την άρση των κυρώσεων
Ενώ τα φώτα της διεθνούς προσοχής παραμένουν καρφωμένα στη Γάζα και το Παλαιστινιακό, στη Νέα Υόρκη εκτυλίσσεται ένα παράλληλο διπλωματικό αφήγημα: ο πρόεδρος της Συρίας Αχμέντ αλ-Σαράα — πρόσωπο που έως πρόσφατα, σύμφωνα με αμερικανικές αναφορές, ήταν επικηρυγμένο με ποσό που έφθανε τα 10 εκατ. δολάρια — πραγματοποιεί επαφές υψηλού επιπέδου στο περιθώριο της 80ής Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ. Το ορόσημο δεν είναι μόνο η παρουσία του στη Νέα Υόρκη· είναι και η επιλογή πλατφόρμας: μια δημόσια συζήτηση στη Σύνοδο Concordia με συνομιλητή τον πρώην διευθυντή της CIA και στρατηγό ε.α. Ντέιβιντ Πετρέους. Με φρασεολογία που κινείται μεταξύ ρεαλισμού και αιχμηρής πρόκλησης προς τη Δύση, ο αλ-Σαράα ζητά άρση των κυρώσεων, υπόσχεται λογοδοσία «για όλους, ακόμη και για τους πιο κοντινούς μας» και διακηρύσσει ότι η «νέα Συρία» έχει μετακινηθεί «από τα πεδία των μαχών στα πεδία του διαλόγου».
Το μήνυμα, υπαινικτικό αλλά σαφές, είναι ότι η Δαμασκός διεκδικεί πολιτικό χώρο και διεθνή νομιμοποίηση· η Νέα Υόρκη λειτουργεί ως σκηνή όπου δοκιμάζεται μια νέα ισορροπία ανάμεσα σε ασφάλεια, οικονομική ανάκαμψη και γεωπολιτικές ευαισθησίες που αγγίζουν το Ισραήλ, τους Κούρδους της βόρειας Συρίας και το εσωτερικό κοινωνικό συμβόλαιο.
Στη συνέντευξή του στο πλαίσιο της Concordia, ο αλ-Σαράα διατύπωσε το βασικό του αίτημα: «Άρετε τις κυρώσεις και περιμένετε τα αποτελέσματα». Το επιχείρημά του εδράζεται σε μια διπλή υπόσχεση. Πρώτον, ότι η χώρα «κληρονόμησε χάος», όμως η σημερινή ηγεσία εργάζεται μεθοδικά, χωρίς «μαγικές λύσεις», με προτεραιότητα τη σταθερότητα, την ενότητα και τον αποκλειστικό έλεγχο των όπλων από το κράτος. Δεύτερον, ότι η κυβέρνηση «εκπροσωπεί όλα τα φάσματα της κοινωνίας» και απορρίπτει ένα σύστημα επιμερισμού της εξουσίας με ποσοστώσεις υπέρ μιας «συνεργατικής» αρχιτεκτονικής. Η αιχμή προς τη Δύση είναι εμφανής: αφήστε την οικονομία να αναπνεύσει και η αποκλιμάκωση θα έρθει ως πρακτικό αποτέλεσμα, όχι ως ρητορική υπόσχεση.
Η έμφαση στην οικονομία δεν είναι τυχαία. Ύστερα από χρόνια πολέμου, ελλείψεων και κατάρρευσης υποδομών, ο αλ-Σαράα αναγνωρίζει ότι η «νέα Συρία» χρειάζεται «πολλά εργαλεία» για να εισέλθει σε τροχιά πλήρους σταθεροποίησης. Εκεί εντάσσει την πρόσκλησή του προς το Κογκρέσο των ΗΠΑ να κινηθεί πρώτα στο πεδίο των κυρώσεων. Η επιχειρηματολογία του εισηγείται μια ανταλλαγή: πολιτικές εγγυήσεις σε ζητήματα ασφάλειας και συνταγματικότητας έναντι οικονομικής αποσυμπίεσης που θα επιτρέψει ανασυγκρότηση και επενδύσεις. Με άλλα λόγια, ο αλ-Σαράα προσπαθεί να μετατρέψει μια σχέση αμοιβαίας καχυποψίας σε ελεγχόμενη συναλλαγή συμφερόντων.
Στο εσωτερικό μέτωπο, ο πρόεδρος έκανε το βαρύτερο ίσως άνοιγμα: λογοδοσία για παραβιάσεις «ακόμη και από κρατικές δυνάμεις». Παραδέχθηκε ότι «όλοι έκαναν λάθη», περιγράφοντας επεισόδια μεταξύ Δρούζων και Βεδουίνων στη Σουέιντα αλλά και εντάσεις στην παράκτια ζώνη. Στην αφήγηση του αλ-Σαράα, το «προηγούμενο καθεστώς» τροφοδότησε σεχταριστικές γραμμές ρήξης, ενώ «εξωτερικοί παίκτες» αξιοποίησαν το συριακό έδαφος για «εξόφληση λογαριασμών». Η δέσμευσή του ότι «η Δικαιοσύνη θα αγγίξει τους πάντες» είναι πολιτικά φιλόδοξη: στοχεύει να διασκεδάσει την κριτική περί ατιμωρησίας, να προσεγγίσει μειονοτικές ομάδες που αμφισβητούν τη δυνατότητα του κράτους να τις προστατεύσει και να ανοίξει δίαυλο με δυτικές πρωτεύουσες που συνδέουν οποιαδήποτε εξομάλυνση με θεσμικές εγγυήσεις δικαίου.
Στο ίδιο πλαίσιο, ο αλ-Σαράα έστειλε μηνύματα προς τις Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις (SDF) και τον διοικητή τους Μαζλούμ Αμπντί. Μίλησε για «ιστορικό παράθυρο» που δεν πρέπει να χαθεί, παραδέχθηκε «καθυστερήσεις» στην εφαρμογή της συμφωνίας, αλλά επανέλαβε τη βασική γραμμή: τα δικαιώματα των Κούρδων «διασφαλίζονται» μέσα στη «νέα συριακή πολιτεία», αρκεί «όλα τα στρατιωτικά σώματα να υπαχθούν στην κεντρική διοίκηση» και «η λύση να είναι η ένταξη στον συριακό στρατό». Πρόκειται για την καρδιά ενός δύσκολου ομοσπονδιακού διαλόγου: αναγνώριση ταυτοτήτων και αποκέντρωση αρμοδιοτήτων, χωρίς ένοπλη αυτονομία που παράγει παράλληλες εξουσίες.
Η πιο ευαίσθητη πτυχή αφορά το Ισραήλ. Ο αλ-Σαράα υπογράμμισε ότι η Δαμασκός «δεν επιδιώκει σύγκρουση» και «δεν θα αποτελέσει απειλή για κανέναν», υπενθυμίζοντας όμως ότι τα Υψίπεδα του Γκολάν «παραμένουν υπό κατοχή». Στο πλαίσιο αυτό, μίλησε για δυνατότητα συνομιλιών με το Ισραήλ, υπό τον όρο ενός συμφώνου ασφάλειας που θα διερευνά πρακτικούς τρόπους «συνύπαρξης» και «μη απειλής». Αναφέρθηκε, μάλιστα, σε «προχωρημένα στάδια» με βάση το πλαίσιο του 1974 — αναφορά που παραπέμπει στη συμφωνία απεμπλοκής Συρίας–Ισραήλ εκείνης της περιόδου. Για να θωρακίσει το επιχείρημά του, έκανε λόγο για πάνω από «1.000 επιθέσεις» του Ισραήλ κατά συριακών στόχων το τελευταίο διάστημα, παρουσιάζοντάς τες ως υπόμνηση ότι και η Δαμασκός έχει «εύλογες ανησυχίες». Ανεξάρτητα από τη διασταύρωση των αριθμών, η ουσία του μηνύματος είναι διττή: αποκλιμάκωση μέσω θεσμοθετημένης ασφάλειας, χωρίς πολιτική ταπείνωση.
Αν η ρητορική του αλ-Σαράα συνιστά πρόσκληση στη Δύση, η σκηνοθεσία της παρουσίας του στη Νέα Υόρκη είναι η ουσία. Η Σύνοδος Concordia είναι ένα φόρουμ όπου η πολιτική συναντά την αγορά και την κοινωνία των πολιτών. Ο αλ-Σαράα επέλεξε να εμφανιστεί εκεί, πλάι σε έναν από τους εμβληματικότερους αξιωματούχους του αμερικανικού εθνικού συστήματος ασφαλείας των τελευταίων δεκαετιών. Το γεγονός ότι συνομιλεί δημοσίως με τον Πετρέους — και μάλιστα σε πόλη όπου κάποτε είχε ανακοινωθεί επικήρυξη για τον ίδιο — λειτουργεί ως συμβολική επανένταξη σε διεθνή κύκλο όπου η Συρία δεν ήταν μόνο πρόβλημα, αλλά και εταίρος σε δύσκολες ισορροπίες. Όπως σχολίασαν παρατηρητές, πρόκειται για διπλωματική πρωτοτυπία που «δεν έχει καταγραφεί εδώ και περίπου 58 χρόνια»: Σύρος αρχηγός κράτους να αναπτύσσει δημόσια συνομιλία σε αμερικανικό έδαφος με κορυφαίο εκπρόσωπο της πρώην αντίπερα όχθης.
Το ερώτημα, φυσικά, είναι τι αντάλλαγμα προσφέρει η Δαμασκός πέρα από την αφηγηματική μετατόπιση. Η υπόσχεση λογοδοσίας, αν και καίρια, απαιτεί μηχανισμούς: ανεξάρτητες διερευνήσεις, κανόνες εμπλοκής, εγγυήσεις για μειονότητες και πλαίσιο δικαιωμάτων που να πείθει και τους σκεπτικιστές. Στο Κουρδικό, το στοίχημα είναι αν η ένταξη στο εθνικό στράτευμα θα συνοδευθεί από επαρκή πολιτισμικά και διοικητικά αντίβαρα, ώστε να μην εκληφθεί ως απλή απορρόφηση. Στο μέτωπο του Ισραήλ, η θεωρία περί «ζώνης ασφαλείας» θα κριθεί όχι από τις δηλώσεις αλλά από τη συγκράτηση επιθετικών δυναμικών, την επιτήρηση συνόρων και την αποφυγή πληρεξούσιων συγκρούσεων.
Η οικονομία είναι ο τρίτος — ίσως καθοριστικός — άξονας. Άρση κυρώσεων μπορεί να σημαίνει επιστροφή τραπεζικών ροών, επανεκκίνηση ενεργειακών έργων και υποδομών, ανακούφιση σε διατροφικές εφοδιαστικές αλυσίδες. Όμως οι δυτικές πρωτεύουσες συνδέουν κάθε κίνηση με αξιοπιστία δεσμεύσεων, διαφάνεια και ικανότητα απορρόφησης χωρίς διαφθορά και πελατειακά φίλτρα. Εκεί ο αλ-Σαράα καλείται να επιδείξει τεχνική επάρκεια: ένα σχέδιο σταθεροποίησης με μετρήσιμους δείκτες, από τον πληθωρισμό και την ισοτιμία έως την ηλεκτροδότηση και την υγειονομική κάλυψη. Η αναφορά του στη «σύζευξη ασφάλειας και ανάπτυξης» δείχνει ότι αντιλαμβάνεται τη διαλεκτική τους. Το κρίσιμο είναι αν μπορεί να την υλοποιήσει.
Σε επίπεδο συμβολισμών, η Νέα Υόρκη προσφέρει στον αλ-Σαράα αυτό που χρειάζεται περισσότερο: ορατότητα. Ενώ ο πόλεμος στη Γάζα κυριαρχεί — και δικαίως — στο παγκόσμιο ειδησεογραφικό κάδρο, η συριακή ηγεσία επιχειρεί να ανακαταλάβει χώρο στο διπλωματικό και επενδυτικό ημερολόγιο. Η επιλογή «πρώτα η οικονομία» λειτουργεί ως γέφυρα προς μια Δύση που κουράστηκε από ηθικολογικές συζητήσεις χωρίς χειροπιαστό αποτέλεσμα. Ταυτόχρονα, η ρητορική περί «μη απειλής» προς το Ισραήλ είναι σήμα προς περιφερειακούς δρώντες ότι η Συρία δεν θέλει να εγκλωβιστεί σε νέο κύκλο κλιμάκωσης.
Το τελικό πρόσημο παραμένει ανοικτό. Η επίσκεψη του Αχμέντ αλ-Σαράα στις ΗΠΑ — από μόνη της ένα γεγονός με ιστορικό βάρος — δεν λύνει κανένα αίνιγμα· αλλάζει όμως το πεδίο. Επανακαθορίζει τη συζήτηση από το «εάν» στο «πόσο και με τι όρους». Αν η Δαμασκός καταφέρει να παράγει μετρήσιμα βήματα σε λογοδοσία, ένταξη των SDF σε ενιαίο αμυντικό πλαίσιο και αποκλιμάκωση στο μέτωπο του Ισραήλ, τότε το αίτημα για άρση κυρώσεων θα πάψει να είναι πολιτικά τοξικό στη Δύση. Αν όχι, η Νέα Υόρκη θα μείνει ως μια ακόμη στιγμή επικοινωνιακής υπερέκθεσης.
Σε κάθε περίπτωση, το «άρετε τις κυρώσεις – μετά δείτε τα αποτελέσματα» είναι ένα πλαίσιο δοκιμής που ο αλ-Σαράα έθεσε δημοσίως, σε αμερικανικό έδαφος, με αμερικανικό συνομιλητή και μπροστά σε ένα ακροατήριο πολιτικής και αγορών. Το αν η Συρία μπορεί να το υποστηρίξει με θεσμικά και οικονομικά έργα θα καθορίσει αν η σημερινή εικόνα της Νέας Υόρκης ήταν πρόλογος μιας πραγματικής επανένταξης ή επίλογος μιας βραχύβιας διπλωματικής ανάσας. Μέχρι τότε, πίσω από τον θόρυβο της Γάζας, διακρίνεται μια Συρία που επιχειρεί να ξαναγράψει το διεθνές της αφήγημα — με όρους ρεαλπολιτίκ, ασφάλειας και, κυρίως, χειροπιαστής οικονομικής ανασυγκρότησης.