Γλυπτά Παρθενώνα: Ποια επιστρέφουν, πώς θα μεταφερθούν και πού θα τοποθετηθούν στο Μουσείο Ακρόπολης
Τριανταένα χρόνια μετά τον θάνατο της αείμνηστης υπουργού Πολιτισμού, Μελίνας Μερκούρη και δεκαέξι χρόνια μετά τη δημιουργία του, το Μουσείο της Ακρόπολης, ετοιμάζεται να υποδεχτεί τα γλυπτά του Παρθενώνα, εφόσον οριστικοποιηθεί η συμφωνία επαναπατρισμού τους από το Βρετανικό Μουσείο.
Τα γλυπτά του Παρθενώνα αφαιρέθηκαν και κλάπηκαν από τον Τόμας Μπρους, 7ο κόμη του Έλγιν, πρέσβη στην Οθωμανική Αυτοκρατορία από το 1799 μέχρι το 1803. Ο Ελγιν άρπαξε τα Γλυπτά του Παρθενώνα το 1801, μετά από μήνες προσπαθειών και μεταφέρθηκαν στην Βρετανία το 1806.
Από τη δεκαετία του ’80 κι έπειτα όλοι ανεξαιρέτως οι υπουργοί Πολιτισμού, συμπεριλαμβανομένης της τωρινής Λίνας Μενδώνη, ανεξαρτήτως κομμάτων, προσπάθησαν με διαφορετικούς τρόπους για τον επαναπατρισμό τους από το Βρετανικό Μουσείο υιοθετώντας το όραμα της πρώτης Ελληνίδας υπουργού Πολιτισμού Μελίνας Μερκούρη.
Το Βρετανικό Μουσείο επέμενε αρχικά πως η Ελλάδα δεν έχει ούτε καν μέρος κατάλληλο για να τα φυλάξουν κι έτσι δημιουργήθηκε η ιδέα για το Μουσείο της Ακρόπολης με στόχο τον επαναπατρισμό τους. Στη συνέχεια μαθεύτηκε ότι λόγω της λανθασμένης συντήρησής τους τα γλυπτά είχαν ήδη υποστεί φθορές στο χρώμα στο Βρετανικό Μουσείο.
Έρευνα, η οποία διενεργήθηκε μεταξύ 28ης Αυγούστου και 1ης Σεπτεμβρίου από την εταιρεία δημοσκοπήσεων JL Partners, για λογαριασμό του οργανισμού «Parthenon Project» έδειξε πως σχεδόν τα δύο τρίτα των ερωτηθέντων Βρετανών (61%), στους οποίους επιδείχθηκαν φωτογραφίες των Γλυπτών στο Λονδίνο και στην Αθήνα, υποστηρίζουν την άνευ όρων επιστροφή τους στην Ελλάδα, έναντι 30% που επιθυμούν την παραμονή τους στο Βρετανικό Μουσείο κι όχι με τη μορφή του δανεισμού, όπως θα γίνει.
Τώρα το Μουσείο Ακρόπολης εξετάζει, σύμφωνα με δημοσιεύματα των Νέων και του Newsbomb.gr, αν θα τοποθετηθούν στα αυθεντικά ή σε «παράλληλη θέαση» με ψηφιακή υποστήριξη. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η μεταφορά της περίφημη ζωφόρου, μήκους 160 μέτρων, που απεικονίζει την πομπή της εορτής των Παναθήναιων.
Η ζωφόρος θεωρείται το πιθανότερο τμήμα του γλυπτού διακόσμου που θα επιστρέψει, αφενός γιατί διασώζεται σε πολύ καλύτερη κατάσταση σε σχέση με τα αετώματα και τις μετόπες, αφετέρου γιατί η ενιαία της αφήγηση προσφέρει μια ολοκληρωμένη καλλιτεχνική και αρχιτεκτονική εικόνα του μνημείου, ενισχύοντας το συμβολισμό της επιστροφής.
Στο Μουσείο Ακρόπολης τα αποσπασμένα τμήματα της ζωφόρου έχουν αντικατασταθεί με γύψινα εκμαγεία, περιμένοντας τη μέρα που θα δώσουν τη θέση τους στα αυθεντικά έργα του Φειδία. Ωστόσο, η τελική παρουσίαση των Γλυπτών απαιτεί τεχνικές λύσεις που να διασφαλίζουν τόσο τη σταθερότητα των έργων όσο και την αναστρεψιμότητα της διαδικασίας, σε περίπτωση που χρειαστεί να επιστραφούν εκ νέου στη Βρετανία.
Από τα αγάλματα αναμένεται ένα κομμάτι από την ανατολική ζωφόρο του Παρθενώνα, γνωστό ως «Πλάκα των Εργαστίνων», το οποίο εκτίθεται σήμερα στο Μουσείο του Λούβρου. Σύμφωνα με την εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ», στο τραπέζι βρίσκονται δύο κύρια σενάρια: Το πρώτο προβλέπει την αντικατάσταση των εκμαγείων με τα αυθεντικά γλυπτά, τα οποία θα στηριχθούν σε βάσεις τιτανίου. Η λύση αυτή εξασφαλίζει μια ενιαία εικόνα της πομπής, όμως εγκυμονεί κινδύνους μικρορωγμών λόγω διαφορών στη φυσική κατάσταση των μαρμάρων.
Το δεύτερο σενάριο που φαίνεται να κερδίζει έδαφος είναι η «παράλληλη θέαση». Σε αυτήν, τα θραύσματα που βρίσκονται ήδη στην Αθήνα και εκείνα που θα επιστρέψουν δεν θα ενωθούν φυσικά, αλλά θα τοποθετηθούν σε απόσταση και σε άμεση οπτική επαφή. Με τον τρόπο αυτόν διατηρείται η αίσθηση της ενότητας της αφήγησης, χωρίς να τίθεται σε κίνδυνο η υλική ακεραιότητα των έργων. Μάλιστα, εξετάζεται η χρήση τεχνολογίας εικονικής πραγματικότητας, ώστε οι επισκέπτες να μπορούν να δουν τη ζωφόρο στην πλήρη της διάσταση.
Ακόμη κι αν η συμφωνία κλείσει, η μεταφορά δεν θα είναι εύκολη υπόθεση. Θ’ απαιτηθούν μήνες προσεκτικής αποσυναρμολόγησης στο Λονδίνο, ειδικές μελέτες για την ασφαλή μεταφορά και κατασκευή κιβωτίων που να καλύπτουν τις εξαιρετικά ευαίσθητες ανάγκες των αναγλύφων. Το μέσο μεταφοράς οδικώς, αεροπορικώς ή δια θαλάσσης θα καθοριστεί με βάση την ασφάλεια. Η προοπτική επιστροφής των Γλυπτών δεν αποτελεί μόνο μια ιστορική πολιτιστική δικαίωση, αλλά και μια δοκιμασία για τις υποδομές, τις γνώσεις και τις τεχνικές δυνατότητες της Ελλάδας να υποδεχτεί με τον καλύτερο τρόπο τα υπέροχα γλυπτά του Παρθενώνα.