Ανάλυση: Το “θολό” σχέδιο των εγγυήσεων ασφαλείας και οι εμμονές Τραμπ
Η συνεδρίαση στο Παρίσι της λεγόμενης «συμμαχίας των προθύμων» επανέφερε στο προσκήνιο τα σύνθετα διλήμματα που αντιμετωπίζει η Ευρώπη, αλλά και ολόκληρη η Δύση, ως προς τη μεταπολεμική ασφάλεια της Ουκρανίας. Στο τραπέζι των συζητήσεων βρέθηκαν στρατιωτικές εγγυήσεις ασφαλείας, η προοπτική αποστολής ευρωπαϊκών στρατευμάτων σε ουκρανικό έδαφος, η ενίσχυση της αμυντικής βιομηχανίας της χώρας, αλλά και οι ρόλοι που προτίθενται να αναλάβουν οι Ηνωμένες Πολιτείες και προσωπικά ο Ντόναλντ Τραμπ. Η παρουσία του προέδρου Βολοντίμιρ Ζελένσκι, αλλά και η εμπλοκή του ειδικού απεσταλμένου του Τραμπ, υπογράμμισαν τη σημασία των διαβουλεύσεων.
Ωστόσο, το αποτέλεσμα έδειξε ότι η Ευρώπη προσπαθεί ακόμη να ισορροπήσει ανάμεσα στην επιθυμία για ενίσχυση της Ουκρανίας και την απροθυμία της Ουάσιγκτον να αναλάβει δεσμευτικές υποχρεώσεις.
Οι αποφάσεις στο Παρίσι
Την παραμονή της συνεδρίασης, ο πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν είχε δηλώσει ότι το Παρίσι φιλοδοξεί να ολοκληρώσει το σχέδιο εγγυήσεων για την Ουκρανία. Από την πλευρά της, η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν μίλησε για τρεις κομβικούς στόχους: να μετατραπεί η Ουκρανία σε «ατσάλινο σκατζόχοιρο», να δημιουργηθούν πολυεθνικές δυνάμεις με αμερικανική υποστήριξη στο έδαφός της και να ενισχυθεί συνολικά η αμυντική θέση της Ευρώπης.
Μετά τη συνεδρίαση, ακολούθησε τηλεδιάσκεψη των ευρωπαίων ηγετών με τον Τραμπ και τον Ζελένσκι. Ο Ουκρανός πρόεδρος δήλωσε ότι «η ισχυρή ουκρανική στρατιωτική δύναμη αποτελεί τον κύριο παράγοντα ασφάλειας», προαναγγέλλοντας παράλληλα νέα πακέτα στρατιωτικής βοήθειας και χρηματοδότησης της τοπικής παραγωγής όπλων. Παραδέχθηκε, ωστόσο, ότι η ευρωπαϊκή παραγωγή οπλισμού παραμένει ανεπαρκής.
Η συμμετοχή ξένων στρατευμάτων
Ένα από τα πλέον ευαίσθητα σημεία της συζήτησης αφορούσε την παρουσία ξένων στρατευμάτων στην Ουκρανία. Ο Ζελένσκι επιβεβαίωσε ότι «υπάρχει συμφωνία για παρουσία ξένων δυνάμεων σε διαφορετικές μορφές», χωρίς όμως να δώσει αριθμούς.
Ο Μακρόν αποκάλυψε ότι 26 χώρες δήλωσαν έτοιμες να συνεισφέρουν στρατεύματα ή πόρους, τονίζοντας ότι αυτά δεν θα σταλούν στην πρώτη γραμμή, αλλά θα αναπτυχθούν στα μετόπισθεν, μετά την επίτευξη εκεχειρίας ή ειρήνης.
Σύμφωνα με ευρωπαϊκές και αμερικανικές πηγές που επικαλούνται οι εφημερίδες Financial Times και Spiegel, εξετάζεται η αποστολή περίπου 30.000 στρατιωτών με κύριο στόχο την αποτροπή νέας ρωσικής εισβολής. Ωστόσο, η επιτυχία ενός τέτοιου σχεδίου εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την πολιτική βούληση των ΗΠΑ.
Η αμερικανική στάση
Ο Μακρόν άφησε σαφώς να εννοηθεί ότι δεν υπήρξε συγκεκριμένη δέσμευση εκ μέρους του Τραμπ. Όπως μετέφερε, η Ουάσιγκτον θα καθορίσει το μέγεθος της συμβολής της «τις επόμενες εβδομάδες». Ουσιαστικά, οι Ηνωμένες Πολιτείες απέφυγαν να δώσουν εγγυήσεις τύπου ΝΑΤΟ, αφήνοντας την Ευρώπη να αναλάβει τον κύριο ρόλο.
Αναλυτές στην Ουάσιγκτον υπενθυμίζουν ότι ο Τραμπ επιθυμεί να αντιμετωπίζει την υποστήριξη στην Ουκρανία περισσότερο ως εμπορική συμφωνία παρά ως γεωπολιτική δέσμευση. Δεν είναι τυχαίο ότι έχει μιλήσει για πωλήσεις όπλων «μόνο με οικονομικό αντάλλαγμα και με προσαύξηση».
Οι ΗΠΑ, σύμφωνα με δημοσιεύματα, ενδέχεται να προσφέρουν πληροφορίες, επιτήρηση και ενίσχυση της αεράμυνας, όχι όμως να αναλάβουν τον ρόλο «εγγυητή των εγγυητών».
Ο παράγοντας Ρωσία
Παράλληλα, η ρωσική ηγεσία έχει ξεκαθαρίσει ότι η παρουσία δυνάμεων του ΝΑΤΟ ή άλλων ξένων στρατευμάτων στην Ουκρανία είναι απαράδεκτη. Ο πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν έχει επανειλημμένα προειδοποιήσει ότι κάτι τέτοιο θα θεωρηθεί απειλή για τη ρωσική ασφάλεια. Σε αυτό το πλαίσιο, κάθε κίνηση της Ευρώπης ή του Κιέβου για αποστολή στρατευμάτων θεωρείται υψηλού ρίσκου.
Επιπλέον, φήμες θέλουν τον Τραμπ και τον Πούτιν να έχουν ήδη εξετάσει στην Αλάσκα ένα σενάριο τερματισμού του πολέμου με ρωσικές παραχωρήσεις. Αυτό το σενάριο προβλέπει την απόσυρση των ουκρανικών δυνάμεων από ολόκληρο το Ντονμπάς, με αντάλλαγμα την παύση του πυρός και κάποιου είδους «ασφαλιστικές δικλίδες» για την Ουκρανία.
Ωστόσο, ο Ζελένσκι έχει απορρίψει κατηγορηματικά μια τέτοια συμφωνία, δηλώνοντας ότι η εγκατάλειψη του Ντονμπάς θα άνοιγε τον δρόμο στη Μόσχα για νέες επιθέσεις προς το Χάρκοβο και το Ντνίπρο.
Η διάσταση των κυρώσεων
Σύμφωνα με το Bloomberg, η Ευρώπη προσπάθησε να πιέσει τον Τραμπ για αυστηρότερες κυρώσεις κατά της Ρωσίας, με το επιχείρημα ότι ο Πούτιν δεν δείχνει καμία διάθεση για συνάντηση με τον Ζελένσκι και προετοιμάζει νέα επίθεση. Ο Αμερικανός πρόεδρος, ωστόσο, απάντησε με μια διαφορετική απαίτηση: ζήτησε από τους Ευρωπαίους να σταματήσουν τις εισαγωγές ρωσικού πετρελαίου, στοχοποιώντας ιδίως τη Σλοβακία και την Ουγγαρία που συνεχίζουν τις αγορές.
Η απαίτηση αυτή εντάσσεται στη γενικότερη δυσαρέσκεια της Ουάσιγκτον για την αδυναμία της Ευρώπης να συντονίσει πλήρως τις κυρώσεις της με τις αμερικανικές. Στην πραγματικότητα, οι ΗΠΑ δεν δείχνουν πρόθυμες να επιβάλουν δευτερογενείς κυρώσεις που θα πλήξουν την παγκόσμια οικονομία, προτιμώντας να μεταθέσουν το βάρος στους Ευρωπαίους.
Διπλωματικές κινήσεις και ειρηνευτικό πλαίσιο
Η Μόσχα, σε κάθε περίπτωση, επιμένει ότι δεν πρόκειται να δεχθεί ξένες δυνάμεις στην Ουκρανία χωρίς τη συγκατάθεσή της. Αυτό σημαίνει ότι το σχέδιο της «συμμαχίας των προθύμων» μπορεί να λειτουργεί περισσότερο ως διαπραγματευτικό εργαλείο παρά ως ρεαλιστικό σχέδιο άμεσης εφαρμογής.
Η άρνηση του Ζελένσκι να παραχωρήσει το Ντονμπάς και η σταθερή θέση της Μόσχας συντηρούν το αδιέξοδο. Ο Ουκρανός πρόεδρος, μάλιστα, απέρριψε εκ νέου την πρόταση του Πούτιν για συνάντηση στη Μόσχα, τονίζοντας ότι «μόνο μια συνάντηση που θα καταλήξει σε ειρήνη έχει νόημα».
Ο υπουργός Εξωτερικών της Ουκρανίας Αντρέι Σιμπίχα υπογράμμισε ότι υπάρχουν σοβαρές διεθνείς πρωτοβουλίες για φιλοξενία συνάντησης, από το Βατικανό μέχρι την Ελβετία και την Τουρκία, αλλά η ρωσική πλευρά «συνεχίζει να κάνει προτάσεις που είναι εξαρχής απαράδεκτες».
Το αβέβαιο μέλλον
Η χτεσινή συνάντηση στο Παρίσι δεν παρείχε τις ξεκάθαρες απαντήσεις που ανέμεναν πολλοί. Η Ευρώπη φαίνεται αποφασισμένη να ενισχύσει την Ουκρανία, όμως χωρίς την καθοριστική αμερικανική συνδρομή οι φιλοδοξίες παραμένουν περιορισμένες.
Από την άλλη πλευρά, ο Τραμπ δείχνει να κινείται με γνώμονα μια λογική συναλλαγής με τη Μόσχα, παρά με στρατηγική πλήρους σύγκρουσης.
Η «συμμαχία των προθύμων» ίσως να αποτελεί περισσότερο μια προσπάθεια πολιτικής πίεσης στον Λευκό Οίκο και στο Κρεμλίνο, παρά ένα ολοκληρωμένο σχέδιο εφαρμογής. Η επόμενη περίοδος θα δείξει αν το ευρωπαϊκό στοίχημα για στρατιωτικές εγγυήσεις θα αποδώσει ή αν θα καταλήξει σε μια ακόμη άσκηση ισορροπίας ανάμεσα στις διαφορετικές στρατηγικές επιδιώξεις των μεγάλων παικτών.