Ο λιμός ως στρατηγική επιλογή: Η σκοτεινή επιστροφή μιας φρικτής πολεμικής πρακτικής

 Ο λιμός ως στρατηγική επιλογή: Η σκοτεινή επιστροφή μιας φρικτής πολεμικής πρακτικής

Στον 21ο αιώνα, εποχή τεχνολογικής προόδου και διεθνούς ανθρωπιστικής νομοθεσίας, ο λιμός επιστρέφει στον παγκόσμιο χάρτη όχι ως φυσική καταστροφή ή τυχαίο επακόλουθο συγκρούσεων, αλλά ως εσκεμμένη στρατηγική επιλογή σε ένοπλες συρράξεις. Η στέρηση τροφής δεν αποτελεί απλώς ανθρώπινη τραγωδία. Πρόκειται για πολεμική τακτική με βαθιές ιστορικές ρίζες και μεθοδικά σχεδιασμένες στοχεύσεις: την εξουθένωση πληθυσμών, την καταστολή αντιστάσεων ή ακόμη και την εθνοκάθαρση. Από το Λένινγκραντ του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου έως τον λιμό στη Σομαλία και τις σύγχρονες συγκρούσεις στην Αφρική και τη Μέση Ανατολή, η πείνα έχει χρησιμοποιηθεί ως εργαλείο ελέγχου, εκδίκησης ή εξαφάνισης.

Η σημερινή κατάσταση, όπου δεκάδες περιοχές βιώνουν επισιτιστική κατάρρευση, επιβεβαιώνει ότι η διεθνής κοινότητα δεν έχει θωρακιστεί επαρκώς απέναντι σε αυτή τη βραδεία αλλά αδιάκοπη μορφή βίας.

Ο λιμός ως πολιτικοστρατιωτικό μέσο επιβολής

Στο πλαίσιο των σύγχρονων συγκρούσεων, η εσκεμμένη αποστέρηση τροφίμων και βασικών αγαθών δεν είναι πάντοτε ευδιάκριτη ως όπλο. Συχνά συγκαλύπτεται ως αποτέλεσμα στρατιωτικών επιχειρήσεων ή διακοπών στην εφοδιαστική αλυσίδα.

Στην πράξη, όμως, η παρεμπόδιση ανθρωπιστικής βοήθειας, η καταστροφή γεωργικών υποδομών, η άρνηση πρόσβασης σε καθαρό νερό και η στοχοποίηση αγορών και αποθηκών συνιστούν μηχανισμούς κοινωνικής εξουθένωσης που οδηγούν σε λιμό.

Όπως σημειώνει ο Άλεξ ντε Βαλ, καθηγητής ανθρωπιστικών σπουδών και ειδικός στις πολεμικές λιμοκτονίες, η χρήση της πείνας δεν απαιτεί απαραίτητα μαζικούς θανάτους για να χαρακτηριστεί ως έγκλημα πολέμου. Αρκεί να αποδειχθεί ότι ο δράστης επέλεξε να στερήσει την τροφή με σκοπό να υποτάξει, να εκδιώξει ή να εξολοθρεύσει μέρος του πληθυσμού.

Ιστορικά προηγούμενα: Από τη Ναμίμπια στη Ρωσία

Η πρώτη τεκμηριωμένη περίπτωση λιμού με στόχο την εθνοτική εξόντωση εντοπίζεται στις αρχές του 20ού αιώνα, όταν οι γερμανικές αποικιακές δυνάμεις στη σημερινή Ναμίμπια απέκλεισαν τις φυλές των Χερέρο και Νάμα από τις πηγές νερού, οδηγώντας σε μαζικούς θανάτους από δίψα και πείνα στην έρημο Καλαχάρι.

Παρότι δεν είχε ακόμη διαμορφωθεί το νομικό πλαίσιο της γενοκτονίας, η πρόθεση και τα μέσα που χρησιμοποιήθηκαν δεν αφήνουν περιθώρια παρερμηνειών.

Το ίδιο μοντέλο εφαρμόστηκε αργότερα από τη ναζιστική Γερμανία στην πολιορκία του Λένινγκραντ (σημερινή Αγία Πετρούπολη), μεταξύ 1941 και 1944. Η πόλη βρέθηκε αποκλεισμένη για 872 ημέρες, χωρίς πρόσβαση σε τροφή, με αποτέλεσμα πάνω από ένα εκατομμύριο νεκρούς.

Ο λιμός χρησιμοποιήθηκε τότε όχι μόνο ως στρατιωτικό εργαλείο, αλλά ως μέθοδος εξόντωσης χωρίς την ανάγκη μαζικής εισβολής.

Η πολιτική διάσταση του λιμού

Πέρα από τις ένοπλες συγκρούσεις, ο λιμός έχει εργαλειοποιηθεί και σε εσωτερικές πολιτικές κρίσεις.

Το καθεστώς Στάλιν χρησιμοποίησε τη λεγόμενη “Ολοκαταστροφή” (Holodomor) στην Ουκρανία τη δεκαετία του 1930 για να καταπνίξει την αντίσταση των αγροτικών πληθυσμών.

Μέσω της καταστροφής σοδειών, της καταναγκαστικής κολεκτιβοποίησης και του ελέγχου της διανομής τροφίμων, χιλιάδες Ουκρανοί πέθαναν από την πείνα — όχι ως παράπλευρη απώλεια, αλλά ως πολιτική απόφαση.

Αφρική: Το επίμονο γεωπολιτικό τραύμα

Οι λιμοί στην Αφρική δεν αποτελούν μόνο φυσικές καταστροφές. Οι πιο φονικές εξ αυτών, όπως στη Σομαλία (2011) και στο Νότιο Σουδάν (2017, 2020), συνδέονται άμεσα με ένοπλες συγκρούσεις και πολιτική αστάθεια. Τοπικές πολιτοφυλακές ή κυβερνήσεις έχουν απαγορεύσει την είσοδο ανθρωπιστικών αποστολών, ενώ συχνά επιβάλλουν ιδεολογικούς ή πολιτικούς περιορισμούς στη διανομή τροφίμων.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η αλ Σαμπάμπ στη Σομαλία, η οποία το 2011 απαγόρευσε σε διεθνείς οργανισμούς να διανείμουν τρόφιμα σε περιοχές υπό τον έλεγχό της. Το αποτέλεσμα ήταν ένας πολιτικός λιμός που στοίχισε τη ζωή σε περισσότερους από 260.000 ανθρώπους, πολλοί εκ των οποίων παιδιά.

Στο Σουδάν, και ιδίως στο Νταρφούρ, η χρόνια σύγκρουση μεταξύ του στρατού και παραστρατιωτικών ομάδων έχει επιδεινώσει τις συνθήκες επισιτιστικής κρίσης, με πάνω από 1,7 εκατομμύρια εκτοπισμένους να βρίσκονται σε κατάσταση οξείας πείνας, σύμφωνα με τον ΟΗΕ.

Η απουσία βασικών υπηρεσιών υγείας και η καταστροφή γεωργικών εκτάσεων καθιστούν την κατάσταση μη αναστρέψιμη.

Το νομικό και ηθικό πλαίσιο: Από τη ρητορική στην εφαρμογή

Η Διεθνής Σύμβαση της Γενεύης απαγορεύει ρητά τη χρήση του λιμού ως μεθόδου πολέμου. Παρ’ όλα αυτά, η νομική απόδειξη πρόθεσης παραμένει σύνθετη. Ακόμη και όταν διαπιστώνονται μαζικοί θάνατοι από ασιτία, τα εμπλεκόμενα κράτη ή ένοπλες ομάδες συχνά επικαλούνται τεχνικά εμπόδια ή ανεπάρκεια στοιχείων ώστε να αποφύγουν τον χαρακτηρισμό της πράξης ως εγκλήματος πολέμου ή γενοκτονίας.

Το πρόβλημα εντείνεται από το γεγονός ότι για να αναγνωριστεί επισήμως μια κατάσταση ως λιμός, πρέπει να πληρούνται αυστηρά στατιστικά κριτήρια: τουλάχιστον το 20% του πληθυσμού να αντιμετωπίζει κρίσιμη έλλειψη τροφής, το 30% των παιδιών να εμφανίζει οξύ υποσιτισμό, και ο ημερήσιος δείκτης θνησιμότητας να υπερβαίνει τα όρια επιδημίας.

Αυτή η τεχνική προσέγγιση, όσο ακριβής και αν είναι, αφήνει κρίσιμα κενά ηθικής και πολιτικής ευθύνης: η αναμονή στατιστικών αποδείξεων συχνά σημαίνει ότι η διεθνής αντίδραση έρχεται πολύ αργά για χιλιάδες ανθρώπους.

Η ευθύνη της διεθνούς κοινότητας και τα όρια της ανθρωπιστικής δράσης

Σε παγκόσμιο επίπεδο, οι ανθρωπιστικές οργανώσεις βρίσκονται συχνά παγιδευμένες ανάμεσα στην ανάγκη ουδετερότητας και την υποχρέωση καταγγελίας. Η παρεμπόδιση πρόσβασης σε εμπόλεμες ζώνες ή η στοχοποίηση αποστολών του ΟΗΕ και του Ερυθρού Σταυρού είναι πλέον σύνηθες φαινόμενο. Σε αρκετές περιπτώσεις, ακόμα και χώρες που δεν συμμετέχουν ενεργά στη σύρραξη, επιλέγουν σιωπηλή ανοχή απέναντι σε πρακτικές λιμού, στο όνομα της γεωπολιτικής ισορροπίας.

Η πολιτικοποίηση της ανθρωπιστικής βοήθειας και η επιλεκτική καταγγελία εγκλημάτων έχουν υπονομεύσει τη διεθνή αξιοπιστία στη διαχείριση τέτοιων κρίσεων. Ενώ ο λιμός δεν είναι νέο φαινόμενο, η σιωπή που τον περιβάλλει σε ορισμένα σύγχρονα μέτωπα αποκαλύπτει μια ηθική κόπωση της παγκόσμιας συνείδησης.

O λιμός ως πολεμικό εργαλείο δεν ανήκει στο παρελθόν. Παραμένει ένα σιωπηλό αλλά αποτελεσματικό όπλο, με στόχο όχι μόνο την κάμψη των αντιπάλων, αλλά και την αλλοίωση του δημογραφικού και πολιτισμικού χάρτη ολόκληρων περιοχών.

Η τεκμηρίωση, η πρόληψη και η πολιτική λογοδοσία είναι σήμερα πιο αναγκαίες από ποτέ. Αν η διεθνής κοινότητα αδυνατεί να δράσει εγκαίρως, τότε τα “όρια της ανθρωπότητας”, που τίθενται μετά από κάθε πόλεμο, κάθε λιμό, κάθε προσφυγική κρίση, αποδεικνύονται εύθραυστα και συγκυριακά.

Ο λιμός δεν είναι φυσική αναπόφευκτη καταστροφή. Είναι πολιτική πράξη. Και ως τέτοια, απαιτεί συλλογική καταδίκη και ουσιαστική αντιμετώπιση.