Σημαντικές μειώσεις στην επιβατική κίνηση προς ελληνικά νησιά- Μείον 20% στη Σαντορίνη
Σημαντική κάμψη καταγράφει φέτος η επιβατική κίνηση προς τα ελληνικά νησιά, με τις μεγαλύτερες απώλειες να εντοπίζονται στους πλέον δημοφιλείς τουριστικούς προορισμούς. Συγκεκριμένα, η Σαντορίνη σημειώνει πτώση της τάξης του 20%, ενώ στη Μύκονο η μείωση φτάνει το 15% για τον μήνα Ιούλιο. Μικρότερες απώλειες εμφανίζονται στην Κρήτη, στα Δωδεκάνησα και σε άλλες περιοχές των Κυκλάδων.
Αντίθετα, θετική εικόνα παρουσιάζει ο Αργοσαρωνικός, όπου η επιβατική κίνηση έχει αυξηθεί κατά 20%, αποτελώντας την εξαίρεση στον γενικότερο αρνητικό κανόνα.
Πίσω από τη φετινή πτώση, αναδεικνύονται χρόνιες παθογένειες και δομικά προβλήματα στον κλάδο της ελληνικής ακτοπλοΐας, τα οποία απειλούν πλέον τη βιωσιμότητά του.
Η Ελλάδα εξακολουθεί να διατηρεί την υψηλότερη φορολογία στην Ευρώπη όσον αφορά τα ακτοπλοϊκά εισιτήρια, με ΦΠΑ 13% για επιβάτες και 24% για οχήματα. Την ίδια στιγμή, χώρες με αντίστοιχο νησιωτικό χαρακτήρα, όπως η Ιταλία (5%) και η Φινλανδία (10%), εφαρμόζουν χαμηλότερους συντελεστές, ενώ σε κράτη όπως η Δανία και η Μάλτα, οι θαλάσσιες μεταφορές απαλλάσσονται πλήρως από ΦΠΑ.
Αυτό το βαρύ φορολογικό καθεστώς οδηγεί σε αύξηση τιμών, γεγονός που μειώνει την ανταγωνιστικότητα του ακτοπλοϊκού ταξιδιού – ιδιαίτερα για οικογένειες και τουρίστες που ταξιδεύουν με όχημα.
Πέρα από τη φορολογία, πρόσθετο βάρος για τις ακτοπλοϊκές επιχειρήσεις αποτελούν οι υποχρεωτικές εκπτώσεις που προσφέρονται σε ευάλωτες κοινωνικές ομάδες, καλύπτοντας έως και 40% των εισιτηρίων. Αν και πρόκειται για πολιτική κοινωνικού χαρακτήρα, η κρατική επιδότηση κρίνεται ανεπαρκής, καθιστώντας το μέτρο οικονομικά ασύμφορο, ιδιαίτερα σε γραμμές χαμηλής ζήτησης.
Ταυτόχρονα, οι ακτοπλοϊκές υποχρεούνται να λειτουργούν για δέκα μήνες τον χρόνο, ακόμη και σε περιόδους χαμηλής επιβατικής κίνησης, όπως συμβαίνει σε πολλά νησιά εκτός τουριστικής περιόδου.
Τα λειτουργικά κόστη παραμένουν εξαιρετικά υψηλά. Για παράδειγμα, ένα δρομολόγιο Σύρος–Τήνος–Μύκονος απαιτεί περίπου 28.000 ευρώ μόνο για καύσιμα (40 τόνοι), ενώ το αντίστοιχο αεροπορικό δρομολόγιο κοστίζει περίπου 2.500 ευρώ (2 πιλότοι και 5 μέλη πληρώματος). Αντίστοιχα, η δαπάνη για δρομολόγιο προς τη Ρόδο ανέρχεται σε 78.000 ευρώ, με μέσο ετήσιο αριθμό επιβατών γύρω στους 400, παρότι το καλοκαίρι ο αριθμός αυξάνεται στους 1.000.
Αυτή η οικονομική δυσανάλογη επιβάρυνση εξηγεί γιατί αρκετές εταιρείες διστάζουν να επεκτείνουν τα δρομολόγια και επιλέγουν πιο αποδοτικές διαδρομές, με αποτέλεσμα πολλά νησιά να οδηγούνται σε ακτοπλοϊκή απομόνωση.