POLITICO: Η γαλλική “βόμβα” και το “φάντασμα” νέας οικονομικής κρίσης στην Ε.Ε
Η Γαλλία και άλλες μεγάλες ευρωπαϊκές οικονομίες αντιμετωπίζουν δημοσιονομικές πιέσεις εν μέσω γήρανσης πληθυσμού, αυξημένων αμυντικών δαπανών και ελλειμμάτων, επισημαίνει με ανάλυσή του το POLITICO. “Καθώς οι προκλήσεις αυξάνονται και το εργατικό δυναμικό μειώνεται, μεγάλο μέρος της Ευρώπης κινδυνεύει να χρεοκοπήσει — απλώς όχι τόσο γρήγορα όσο η Γαλλία.”, αναφέρει χαρακτηριστικά για το “φάντασμα” μιας νέας κρίσης στην ευρωζώνη.
Η ανακοίνωση-σοκ του προϋπολογισμού από τον Γάλλο Πρωθυπουργό Φρανσουά Μπαϊρού την Τρίτη δεν ήταν απλώς ένα καμπανάκι για τη Γαλλία.
Ήταν η πιο σαφής και επείγουσα ένδειξη μέχρι σήμερα ότι μια γηρασμένη και ολοένα πιο αδύναμη Ευρώπη οδεύει προς τη χρεοκοπία, αν δεν προχωρήσει σε μεγάλες αλλαγές: ψηφιοποίηση, απανθρακοποίηση και άμυνα πρέπει να χρηματοδοτηθούν, τη στιγμή που ο πληθυσμός μειώνεται. Ωστόσο, τα περιθώρια κινήσεων είναι ελάχιστα λόγω δύο ακόμη «Δ» — του χρέους και των ελλειμμάτων.
Παρότι η παρουσίαση του Μπαϊρού, με περικοπές δαπανών, αυξήσεις φόρων και κατάργηση δύο αργιών, ανέδειξε το αδιέξοδο της συνέχισης της ίδιας πολιτικής, οι αντιδράσεις έδειξαν πόσο δύσκολη θα είναι οποιαδήποτε αλλαγή πορείας.
«Αυτή η κυβέρνηση προτιμά να επιτίθεται στον γαλλικό λαό, στους εργαζόμενους και τους συνταξιούχους, αντί να κυνηγήσει τη σπατάλη», δήλωσε μέσω κοινωνικών δικτύων η ακροδεξιά ηγέτιδα Μαρίν Λεπέν, απειλώντας να ρίξει την κυβέρνηση μειοψηφίας του Μπαϊρού αν επιμείνει στα σχέδιά του.
Δημοσιονομικά αδιέξοδα σε όλη την Ευρώπη
Η Γαλλία δεν είναι μόνη στο αδιέξοδό της. Ο Μπαϊρού αποτελεί έναν από τους λίγους κεντρώους πρωθυπουργούς που βρίσκονται παγιδευμένοι ανάμεσα σε ακραίες φωνές δεξιάς και αριστεράς: μόλις την περασμένη εβδομάδα, στο Ηνωμένο Βασίλειο, ο πρωθυπουργός Κιρ Στάρμερ αναγκάστηκε από εσωκομματική ανταρσία να εγκαταλείψει περικοπές στην κοινωνική πρόνοια που θεωρούσε αναγκαίες. Παράλληλα, αν και αρκετές χώρες της ευρωζώνης έχουν μειώσει τα ελλείμματά τους μετά την πανδημία, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο εκτιμά ότι το συνολικό έλλειμμα της ευρωζώνης θα αυξηθεί στο 3,3% του ΑΕΠ ως το τέλος της δεκαετίας, ανεβάζοντας το δημόσιο χρέος στο 93% του ΑΕΠ.
Έχοντας αποφύγει τη δημοσιονομική πειθαρχία των μνημονίων πριν δέκα χρόνια, τα οικονομικά της Γαλλίας βρίσκονται πλέον σε χειρότερη κατάσταση από κάθε άλλη μεγάλη οικονομία της περιοχής. Οι οίκοι αξιολόγησης επισημαίνουν συχνά την επιδείνωση της πορείας του χρέους. Το έλλειμμα άγγιξε σχεδόν το 9% του ΑΕΠ το 2020 και δεν έχει πέσει κάτω από το όριο του 3% της ΕΕ από το 2019. Ακόμη και με τις προβλέψεις Μπαϊρού, δεν αναμένεται να επανέλθει πριν το 2029.
Το κόστος εξυπηρέτησης αυτού του χρέους θα αυξηθεί τα επόμενα χρόνια, καθώς οι κυβερνήσεις στην Ευρώπη αναγκάζονται να αναχρηματοδοτήσουν δάνεια με πολύ υψηλότερα επιτόκια σε σχέση με την περίοδο 2014-2022.
Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο εκτιμά ότι το συνολικό έλλειμμα της ευρωζώνης θα αυξηθεί στο 3,3% του ΑΕΠ ως το τέλος της δεκαετίας, ανεβάζοντας το δημόσιο χρέος στο 93% του ΑΕΠ.
Δημογραφική κρίση και συνταξιοδοτικά βάρη
Ωστόσο, και άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες αντιμετωπίζουν παρόμοιες πιέσεις με αυτές του Παρισιού, ειδικά όσον αφορά τη γήρανση του πληθυσμού και τη μείωση της αναλογίας εργαζομένων προς συνταξιούχους: η κεντρική τράπεζα της Γερμανίας εκτιμά ότι το εργατικό δυναμικό θα αρχίσει να συρρικνώνεται σε απόλυτους αριθμούς — την ίδια στιγμή που τα φιλόδοξα σχέδια δαπανών του καγκελάριου Φρίντριχ Μερτς, χρηματοδοτούμενα με νέο χρέος, τίθενται σε εφαρμογή.
Έκθεση νωρίτερα αυτόν τον μήνα από τον Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) διαπίστωσε ότι οι κοινωνικές δαπάνες που σχετίζονται με τη δημογραφία θα αυξήσουν τις δημόσιες δαπάνες κατά περίπου 3 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ μέσα σε 25 χρόνια.
«Αυτό θα αφήσει ολοένα λιγότερο δημοσιονομικό χώρο για παροχές που στοχεύουν στη μείωση της φτώχειας, την ασφάλιση έναντι απώλειας εισοδήματος και τη στήριξη μετακινήσεων στην αγορά εργασίας», προειδοποίησε ο ΟΟΣΑ.
Σε πολλές περιπτώσεις, το πιο πιεστικό ζήτημα είναι το κόστος των κρατικών συντάξεων: το Γραφείο Προϋπολογισμού του Ηνωμένου Βασιλείου ανέφερε αυτό τον μήνα ότι μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 2070 οι συντάξεις θα καταναλώνουν το 7,7% του ΑΕΠ — από 5% σήμερα (και μόλις 2% το 1950). Η τελευταία προσπάθεια της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να ποσοτικοποιήσει το πρόβλημα το 2021 εκτίμησε ότι το συνολικό κόστος γήρανσης — συμπεριλαμβανομένων συντάξεων, υγείας και φροντίδας — θα αυξηθεί από 24% του ΑΕΠ το 2019 σε 25,9% ως το 2070.
Aυξανόμενες αμυντικές ανάγκες και διεθνείς πιέσεις
Tην ίδια στιγμή που καλούνται να επιλύσουν αυτά τα προβλήματα, οι κυβερνήσεις πρέπει να χρηματοδοτήσουν μια τεράστια αναβάθμιση των ευρωπαϊκών ενόπλων δυνάμεων λόγω των νέων απειλών από την Ανατολή. Μέχρι στιγμής, η Γερμανία, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Γαλλία έχουν αποδεχθεί ότι θα χρειαστεί να ξοδέψουν σημαντικά ποσά για αυτό τον σκοπό, αλλά ο Ισπανός πρωθυπουργός Πέδρο Σάντσεθ έχει εκφράσει ενστάσεις.
Ο οίκος αξιολόγησης KBRA εκτιμά ότι η νέα δέσμευση των κρατών-μελών του ΝΑΤΟ για αύξηση των αμυντικών δαπανών θα διευρύνει τα δημοσιονομικά ελλείμματα στην ΕΕ κατά 1,3-2,8 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ — ανάλογα με τον ρυθμό και τη διάρθρωση των δαπανών.
“Πιστεύω πως η αγορά είναι πλέον πολύ πιο ευαίσθητη στη δημοσιονομική πολιτική και στην πορεία κρατικού χρέους κι ελλείμματος,” δήλωσε ο Κεν Ίγκαν, ανώτερος διευθυντής κρατικού χρέους στην KBRA.
Aυτό ισχύει ιδιαίτερα για το Ηνωμένο Βασίλειο, όπου ο συνδυασμός υψηλού πληθωρισμού και συγκέντρωσης χρέους στα χέρια ευμετάβλητων επενδυτών — όπως hedge funds — καθιστά τη χώρα πιο ευάλωτη σε αυξήσεις κόστους δανεισμού. Η απόδοση στο βρετανικό χρέος τριακονταετίας έχει ξεπεράσει αισθητά τα επίπεδα του 2022, όταν ο καταστροφικός “mini-budget” της τότε πρωθυπουργού Λιζ Τρας προκάλεσε αναταραχή στις αγορές. «Αυτό δείχνει πως οι επενδυτές εξακολουθούν να ανησυχούν για την αδυναμία περιορισμού ελλείμματος και χρέους», σημείωσε ο Γκιγιέρμο Φελίσες της PGIM Fixed Income.
Aμερικανικές εξελίξεις πυροδοτούν παγκόσμιες ανησυχίες
Aλλά οι επενδυτές σε βρετανικά και γαλλικά ομόλογα έχουν γίνει πιο ευαισθητοποιημένοι λόγω εξωτερικών παραγόντων που δεν μπορούν να ελέγξουν. Στις ΗΠΑ, ο πρώην πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ, με τον νόμο «Big Beautiful Bill», αναμένεται σύμφωνα με την Επιτροπή Υπεύθυνου Ομοσπονδιακού Προϋπολογισμού να προσθέσει πάνω από 4 τρισ. δολάρια στο κυβερνητικό χρέος μέσα στα επόμενα δέκα χρόνια. Αυξανόμενες ανησυχίες καταγράφονται επίσης για την Iαπωνία, όπου ο πληθωρισμός ανάγκασε την κεντρική τράπεζα να περιορίσει τις αγορές κρατικών ομολόγων.
Οι ΗΠΑ εξακολουθούν φέτος να διατηρούν έλλειμμα πάνω από 6% του ΑΕΠ παρά σχεδόν πλήρη απασχόληση. Δαπανούν πάνω από $1 τρισ. ετησίως μόνο για τόκους — περισσότερα απ’ όσα ξοδεύουν για άμυνα. Ενώ ο Τραμπ προκαλεί αστάθεια στις αγορές, οι επενδυτές ζητούν όλο και μεγαλύτερο ασφάλιστρο κινδύνου για μακροχρόνιο δημόσιο χρέος. Έτσι, παρά τη μικρή αποκλιμάκωση του πληθωρισμού και τις μειώσεις επιτοκίων από τη Fed, η απόδοση στα βασικά δεκαετή ομόλογα συνεχίζει να ανεβαίνει. O επικεφαλής της Blackrock Larry Fink, όπως κι o Jamie Dimon της JPMorgan έχουν προειδοποιήσει πρόσφατα ότι η κατάσταση πλησιάζει εκτός ελέγχου.
Η αγορά των αμερικανικών κρατικών ομολόγων — τα γνωστά Treasuries — παραμένει η μεγαλύτερη και πιο ρευστή στον κόσμο αποτελώντας σημείο αναφοράς για όλα τα κρατικά χρέη. Όταν ανεβαίνουν οι αποδόσεις στις ΗΠΑ, συμπαρασύρουν προς τα πάνω τα κόστη δανεισμού παγκοσμίως.
“Σίγουρα όταν τα Treasuries ‘αρρωσταίνουν’, η Ευρώπη ακόμα ‘ζητά χαρτομάντιλο’,” σχολιάζει ο Ίγκαν της KBRA.
Tο ερώτημα πλέον είναι αν πρόκειται για ένα ακόμη «κρυολόγημα» ή κάτι πολύ πιο σοβαρό αυτή τη φορά.