ΟΠΕΚΕΠΕ: Η κοινή πρόταση ΣΥΡΙΖΑ – Νέας Αριστεράς για προανακριτική επιτροπή
Από κοινού καταθέτουν πρόταση συγκρότησης Προκαταρκτικής Επιτροπής για το «γαλάζιο σκάνδαλο διαφθοράς» του ΟΠΕΚΕΠΕ οι κοινοβουλευτικές Ομάδες του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ και της Νέας Αριστεράς, υπογεγραμμένη από 37 βουλεύτριες και βουλευτές.
Αναλυτικά:
Σύστασης Ειδικής Κοινοβουλευτικής Επιτροπής για τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης, κατά το άρθρο 86 παρ. 3 του Συντάγματος, τα άρθρα 153 επ. του Κανονισμού της Βουλής (ΚτΒ) και το άρθρο 5 του Ν. 3126/2003 περί «Ποινικής Ευθύνης Υπουργών» για τη διερεύνηση τυχόν εγκλημάτων, που έχουν τελέσει, κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, οι κάτωθι:
1. Βορίδης Μαυρουδής (Μάκης)
2. Αυγενάκης Ελευθέριος
Ι. ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ
1. Η ελληνική κοινωνία τις τελευταίες εβδομάδες συγκλονίζεται από το σκάνδαλο του Οργανισμού Πληρωμών και Ελέγχου Κοινοτικών Ενισχύσεων Προσανατολισμού και Εγγυήσεων (ΟΠΕΚΕΠΕ), που καταβάλει κοντά στα τρία (3) δισεκατομμύρια ευρώ ενισχύσεις ετησίως, σε περίπου εξακόσιες/ους ογδόντα χιλιάδες (680.000) Ελληνίδες και Έλληνες γεωργούς και κτηνοτρόφους. Ένα σκάνδαλο, που αναδείχθηκε από ενδελεχή έρευνα της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας, που αφορά, μεταξύ άλλων, καταγγελίες σύμφωνα με τις οποίες, «κατά την περίοδο 2019-2022, σημαντικός αριθμός ατόμων παρουσιάστηκε ψευδώς ως νέοι ή νέες αγρότες, ιδιοκτήτες ή κυρίως ενοικιαστές μεγάλων εκτάσεων βοσκοτόπων, με σκοπό την απόκτηση Δικαιωμάτων Ενίσχυσης από το Εθνικό Απόθεμα».
Το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ δεν είναι απλώς ένα οικονομικό σκάνδαλο διαφθοράς. Μέσα από τον ογκώδη φάκελο των τριών χιλιάδων (3.000) σελίδων, με τις κρίσιμες μαρτυρίες και τις εκατοντάδες επίμαχες νόμιμες συνακροάσεις, αναδείχθηκε μια δυσώδης υπόθεση διασπάθισης ενωσιακού χρήματος, με σκοπό τον εκμαυλισμό συνειδήσεων και την εξαγορά ψήφων, προς όφελος της Νέας Δημοκρατίας. Αποκαλύπτεται η εμπλοκή υψηλόβαθμων κυβερνητικών στελεχών, βουλευτών, «γαλάζιων» παραγόντων σε παράνομες ενισχύσεις, με το μισό Υπουργικό Συμβούλιο να αναφέρεται σε αυτές. Ένα σύστημα διαπλοκής, που ξεκινούσε από την κορυφή της πολιτικής-κομματικής πυραμίδας της Ελλάδας, εκμαυλίζοντας τους πολίτες με αντάλλαγμα την κομματική τους προτίμηση, με κατάχρηση δεκάδων, πιθανά εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ, που έλειψαν από την ύπαιθρο, από τις αγρότισσες και τους αγρότες της πατρίδας, από την αγροτική ανάπτυξη και τον αγροτικό εκσυγχρονισμό, προκαλώντας παράλληλα αλλοίωση του εκλογικού αποτελέσματος το 2023.
Αυτό το σκάνδαλο όμως, αποτελεί την «κορυφή του παγόβουνου» στη συστηματική, ενσυνείδητη απαξίωση και κατάρρευση του ΟΠΕΚΕΠΕ, των έξι (6) Προέδρων και των πέντε (5) Υπουργών Αγροτικής Ανάπτυξης & Τροφίμων, κατά την εξαετή (6ετή) διακυβέρνηση της ΝΔ. Έναν ΟΠΕΚΕΠΕ, που πρόσφατα «επιβάρυνε» το ελληνικό κράτος, με δημοσιονομική διόρθωση (πρόστιμο) ύψους τετρακοσίων δεκαπέντε (415) εκατομμυρίων ευρώ από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, από το οποίο σχεδόν το ογδόντα τοις εκατό (80%) του συνολικού καταλογισθέντος προστίμου αναφέρεται στην περίοδο διακυβέρνησης της ΝΔ, με τα μεγαλύτερα ποσά προστίμων, εβδομήντα εννέα (79) εκατ. ευρώ και εβδομήντα έξι (76) εκατ. ευρώ, να αφορούν στρεμματικές ενισχύσεις για τα έτη 2021 και 2022 αντίστοιχα. Μάλιστα, το πρόστιμο αυτό συνιστά το εβδομήντα οκτώ τοις εκατό (78%) του συνολικού ποσού του προστίμου που επιβλήθηκε στα κράτη-μέλη, αναδεικνύοντας το ιδιαίτερο πρόβλημα παράβασης των ευρωπαϊκών κανόνων στη χώρα μας έναντι των άλλων ευρωπαϊκών χωρών. Σύμφωνα δε με δημοσιεύματα, αναμένονται και άλλα πρόστιμα, που θα πλήξουν, όχι μόνο τις πολύπαθες αγρότισσες και τους πολύπαθους αγρότες μας, αλλά συνολικά τις Ελληνίδες φορολογούμενες και τους Έλληνες φορολογούμενους.
2. Ο ΟΠΕΚΕΠΕ, εδώ και έξι (6) χρόνια, βιώνει απερίγραπτες καταστάσεις, οι οποίες τον έφεραν στο απόλυτο «ναδίρ», σε ό,τι αφορά την εγκυρότητα και τη διαφάνεια της καταβολής των ενωσιακών ενισχύσεων της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ) προς τις αγρότισσες και τους αγρότες μας και τελικά τον οδήγησαν το 2024, σε καθεστώς επιτήρησης από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, υπό τον «πέλεκυ» ενός action plan, προκειμένου να αποτραπεί η άρση της διαπίστευσής του, ως Οργανισμού καταβολής των ενωσιακών επιδοτήσεων. Με συνεχείς ελέγχους από τους ενωσιακούς θεσμούς, με τα ήδη επιβληθέντα και τα επαπειλούμενα πρόστιμα από αυτούς, με ματαιώσεις διαγωνισμών και επιλεκτικές απευθείας αναθέσεις για λειτουργίες που σχετίζονται με το Ολοκληρωμένο Σύστημα Διαχείρισης και Ελέγχου (ΟΣΔΕ), με ανεπαρκή και εκχωρημένα σε τρίτους πληροφοριακά συστήματα, με καθυστερήσεις στη διαδικασία της υποβολής των δηλώσεων του ΟΣΔΕ το 2024 και 2025 και με διαρκή υποστελέχωση. Τα ανωτέρω δε, συμβαίνουν σε έναν Οργανισμό που ενώ όφειλε να διαδραματίσει κομβικό ρόλο στην υλοποίηση της ΚΑΠ 2023-2027, τελικά έθεσε σε κίνδυνο όχι μόνο τις καταβολές των επιδοτήσεων, αλλά συνολικά τη βιωσιμότητα του αγροτικού τομέα. Το αντιπαραγωγικό Εθνικό Στρατηγικό Σχέδιο της Κυβέρνησης φάνηκε ακόμα μια φορά να γεννά, αντί να λύνει, προβλήματα.
Τα προλεχθέντα, είναι μόνο το προσκήνιο των τελευταίων δραματικών εξελίξεων για τον Οργανισμό. Το παρασκήνιο, όμως, είναι δυστυχώς, πιο ζοφερό και επίφοβο για την ίδια την πατρίδα μας. Και αυτό γιατί το πραγματικό διακύβευμα, εν τέλει, δεν είναι απλώς και μόνο, εάν ο ΟΠΕΚΕΠΕ απέτυχε στο να διασφαλίζει την έγκαιρη, έγκυρη και με διαφάνεια καταβολή των ενωσιακών επιδοτήσεων στους αγρότες μας, όσο σημαντικό κι αν είναι αυτό για την επιβίωση του πρωτογενή τομέα. Το πραγματικό διακύβευμα είναι αφενός ότι πρόκειται για ένα τεραστίων διαστάσεων σκάνδαλο διαφθοράς και διασπάθισης δημοσίου χρήματος, αφετέρου ότι και στον ΟΠΕΚΕΠΕ, αυτή την στιγμή, δοκιμάζονται και κρίνονται οι ίδιοι θεσμοί και βέβαια η ακεραιότητα και η διαφάνεια της Δημόσιας Διοίκησης, αφού εκεί συντελείται μια σταδιακή θεσμική αποδιάρθρωση και μια συστηματική απαξίωση της χρηστής διακυβέρνησης, της διαφάνειας και της λογοδοσίας, σε βάρος των αγροτισσών, των αγροτών μας και των εργαζόμενων του Οργανισμού. Συνεπώς, η Κυβέρνηση της ΝΔ, με αφορμή και το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ, μετατρέπει την Ελλάδα, σε κράτος παρία, που αποτελεί συστημικό κίνδυνο, στην Ευρωπαϊκή Ένωση, τη χρηστή διαχείριση των πόρων και κατ’ επέκταση των χρημάτων των Ευρωπαίων φορολογούμενων.
3. Αυτή η καταστροφική πορεία για την Ελλάδα, δεν μπορεί πλέον να κρυφτεί πίσω από το επικοινωνιακό αφήγημα των διαχρονικών παθογενειών. Η ελληνική κοινωνία απαιτεί, άμεσα, ειλικρινείς και ξεκάθαρες απαντήσεις, για το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ, που ταράζει συθέμελα το πολιτικό σύστημα. Η πολιτική ευθύνη συνολικά της κυβέρνησης της ΝΔ και του ίδιου του Πρωθυπουργού είναι αδιαμφισβήτητη, όπως αδιαμφισβήτητο είναι και το γεγονός ότι ο κ. Μητσοτάκης είναι ένας απονομιμοποιημένος Πρωθυπουργός και η Κυβέρνησή του αναξιόπιστη. Γι αυτό και είναι πιο αναγκαία από ποτέ η παραίτηση της Κυβέρνησης και η διενέργεια εθνικών εκλογών. Σε κάθε περίπτωση, οι απαντήσεις πρέπει οπωσδήποτε να δοθούν και να αποκαλύπτουν τους πραγματικούς υπαίτιους, είτε αυτοί είναι μη πολιτικά πρόσωπα, για τα οποία αρμόδια να επιληφθεί είναι η Δικαιοσύνη, με την άσκηση ποινικών διώξεων, είτε πολιτικά πρόσωπα, που είναι ή διετέλεσαν μέλη της Κυβέρνησης ή Υφυπουργοί, για τη διερεύνηση τυχόν ευθυνών, των οποίων, αρμόδια είναι – σε αρχικό στάδιο- η Βουλή, μέσω της σύστασης Ειδικής Κοινοβουλευτικής Επιτροπής προς διενέργεια Προκαταρκτικής εξέτασης, για συγκεκριμένα αδικήματα.
II. ΘΕΣΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΟΠΕΚΕΠΕ
1. Ο ΟΠΕΚΕΠΕ είναι ο διαπιστευμένος εθνικός οργανισμός πληρωμών και ελέγχου των αγροτικών επιδοτήσεων, της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ) της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τις διατάξεις των Ευρωπαϊκών Κανονισμών για την εκάστοτε προγραμματική περίοδο. Διαχειρίζεται ως εντολοδόχος του ελληνικού δημοσίου και για λογαριασμό της Ελλάδας τις ενισχύσεις των δύο κοινοτικών ταμείων για την χρηματοδότηση των γεωργικών δαπανών του ενωσιακού προϋπολογισμού, δηλαδή του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Εγγυήσεων (ΕΓΤΕ) και του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ).
Πρόκειται για Νομικό Πρόσωπο Ιδιωτικού Δικαίου, που συστήθηκε το 1998 με τον Νόμο 2637/1998 (ΦΕΚ Α΄/200), εποπτευόμενο και ελεγχόμενο από τον Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. Στόχος του ΟΠΕΚΕΠΕ ως Οργανισμού Πληρωμών είναι να καταβάλλει έγκαιρα, σωστά και με διαφάνεια τις αγροτικές ενισχύσεις που χορηγούνται από την Ευρωπαϊκή Ένωση στον γεωργικό τομέα, ύψους περίπου τριών (3) δισ. ευρώ ετησίως, προς εξακόσιες/ους ογδόντα χιλιάδες (680.000) αγρότισσες/αγρότες και κτηνοτρόφους της χώρας. Ο ΟΠΕΚΕΠΕ έχει διαχειριστεί πάνω από εβδομήντα (70) δισεκατομμύρια ευρώ σε κοινοτικές επιδοτήσεις από την ίδρυσή του. Πρέπει να σημειωθεί ότι ο ΟΠΕΚΕΠΕ δεν προσδιορίζει, ούτε επεμβαίνει στο περιεχόμενο της κοινοτικής πολιτικής για τη γεωργία, αλλά καθορίζει τις πρακτικές λεπτομέρειες που σχετίζονται με τη χορήγηση των κοινοτικών ενισχύσεων και φροντίζει ώστε να υλοποιηθούν όλα όσα προβλέπονται από τα θεσμικά κείμενα που αναφέρονται στην ΚΑΠ.
2.Για την επίμαχη περίοδο, σύμφωνα με το άρθρο 7 του Κανονισμού ΕΕ 1306/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 17ης Δεκεμβρίου 2013 (Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 347/549), οι οργανισμοί πληρωμών είναι υπηρεσίες ή φορείς των κρατών μελών, που είναι υπεύθυνοι για τη διαχείριση και τον έλεγχο των δαπανών που αναφέρονται στο άρθρο 4 παρ. 1 και το άρθρο 5. Τα κράτη μέλη διαπιστεύουν ως οργανισμούς πληρωμών υπηρεσίες ή φορείς που διαθέτουν διοικητική οργάνωση και σύστημα εσωτερικού ελέγχου τα οποία παρέχουν επαρκή εχέγγυα για τη νομιμότητα και την κανονικότητα των πληρωμών καθώς και για την κατάλληλη λογιστική καταχώρησή τους. Προς τον σκοπό αυτό, οι οργανισμοί πληρωμών πρέπει να πληρούν τους ελάχιστους όρους διαπίστευσης που θέτει η Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 8 παρ. 1 στοιχείο α) όσον αφορά το εσωτερικό περιβάλλον, τις δραστηριότητες ελέγχου, την ενημέρωση και επικοινωνία και την παρακολούθηση. Συναφώς, στην ΥΑ με αρ. 104/7056 (ΦΕΚ Β’ 147/22/01/2015) «Εθνικές επιλογές, διοικητικά μέτρα και διαδικασίες εφαρμογής των άμεσων ενισχύσεων κατ’ εκτέλεση του Καν.(ΕΕ) 1307/2013 και του Καν. (ΕΕ) 1306/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου», αρμόδιος φορέας, σύμφωνα με το άρθρο 7 του Κανονισμού, για τον υπολογισμό, τη χορήγηση και τη διαχείριση των δικαιωμάτων και εν γένει των άμεσων ενισχύσεων, ορίστηκε ο ΟΠΕΚΕΠΕ (άρθρο 8).
3. Ο ΟΠΕΚΕΠΕ, κατά το οριζόμενα στο άρθρο 13 του ν. 2637/1998 τελεί υπό την εποπτεία και τον έλεγχο του Υπουργού Γεωργίας ενώ σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 19 τα μέλη του ΔΣ με τους αναπληρωτές τους ορίζονται με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.
Σκοπός του ΟΠΕΚΕΠΕ, σύμφωνα με το άρθρο 14 του ν. 2637/1998 είναι α) η διαχείριση των πιστώσεων του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Εγγυήσεων (Ε.Γ.Τ.Ε.), του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Αγροτικής Ανάπτυξης (Ε.Γ.Τ.Α.Α.) και του Ευρωπαϊκού Αλιευτικού Ταμείου (Ε.Α.Τ.) δυνάμει των Κανονισμών (ΕΚ) 1290/2005 και 1698/2005 του Συμβουλίου, όπως αυτοί ισχύουν, σύμφωνα με τις εκάστοτε διατάξεις της εθνικής και κοινοτικής νομοθεσίας και β) Η πρόληψη και η πάταξη κάθε ατασθαλίας σε βάρος των παραπάνω πιστώσεων, όπως και η ανάκτηση τυχόν χρηματικών ποσών, τα οποία έχουν καταβληθεί παρανόμως ή αχρεωστήτως.
Οι αρμοδιότητες του ΟΠΕΚΕΠΕ, σύμφωνα με τα άρθρα 13-29 του Νόμου 2637/1998, είναι μεταξύ άλλων οι ακόλουθες:
α) Ο έλεγχος των δικαιολογητικών πληρωμής και η αναγνώριση και εκκαθάριση των δαπανών που βαρύνουν τον Ειδικό Λογαριασμό Εγγυήσεων Γεωργικών Προϊόντων (Ε.Λ.Ε.ΓΕ.Π.) του άρθρου 26 του Ν 992/1979 (ΦΕΚ 280/Α), η έγκριση της πληρωμής τους και η έκδοση εντολών πληρωμής σε βάρος του Ε.Λ.Ε.ΓΕ.Π. Η τήρηση στοιχείων και αρχείων των γενομένων πληρωμών.
β) Η διενέργεια κάθε είδους ελέγχου σχετικού με τη νομιμότητα των πληρωμών και την κίνηση των προβλεπόμενων διαδικασιών για την ανάκτηση των καταβληθέντων παρανόμως ή αχρεωστήτως, καθώς και για την επιβολή κάθε νόμιμης κύρωσης.
γ) Η συγκέντρωση των στοιχείων και η πρόταση για την κατάρτιση του προϋπολογισμού του Ειδικού Λογαριασμού Εγγυήσεων Γεωργικών Προϊόντων, όπως και η κατάρτιση των ισοζυγίων, ισολογισμού και απολογισμού αποτελεσμάτων χρήσης.
δ) Η εισήγηση για την έκδοση των αποφάσεων και η έκδοση εγκυκλίων και οδηγιών που καθορίζουν τις λεπτομέρειες εφαρμογής της κοινής αγροτικής πολιτικής στον τομέα των εγγυήσεων, τους ελέγχους και τα απαραίτητα κατά περίπτωση δικαιολογητικά και αφορούν μέτρα στην εσωτερική αγορά και τις εισαγωγές εξαγωγές, σε εκτέλεση Κανονισμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης καθώς και θέματα συνεργασίας με άλλα Υπουργεία και Υπηρεσίες και Οργανισμούς Πληρωμών.
ε) Η έκδοση και η χορήγηση πιστοποιητικών εισαγωγών και εξαγωγών, καθώς και πιστοποιητικών προκαθορισμού της εισφοράς στην εισαγωγή και της επιστροφής κατά την εξαγωγή, η έκδοση αποσπασμάτων αυτών και η εκχώρηση (μεταβίβαση) των πιστοποιητικών σε τρίτους σύμφωνα με τη νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
στ) Η άσκηση, ύστερα από απόφαση του Υπουργού Γεωργίας και του αρμόδιου κατά περίπτωση Υπουργού, από τον ΟΠΕΚΕΠΕ, ως εντολοδόχου του Ελληνικού Δημοσίου των αρμοδιοτήτων της αγοράς και εκποίησης προϊόντων της αγοραστικής παρέμβασης, ιδία δε της διενέργειας των διαγωνισμών, της σύναψης των σχετικών συμβάσεων, του ελέγχου των δικαιολογητικών, του προσδιορισμού της τελικής αξίας των εκποιούμενων προϊόντων, της εκκαθάρισης των ποσών για είσπραξη ή επιστροφή διαφορών, της παρακολούθησης των αποθεμάτων, της διαπίστωσης και βεβαίωσης ελλειμμάτων ή πλεονασμάτων, φθορών ή αλλοιώσεων και της εισήγησης στα αρμόδια όργανα για τον καταλογισμό κατά περίπτωση.
ζ) Η φύλαξη των εγγυητικών επιστολών και η είσπραξη των εγγυήσεων υπό μορφή μετρητών για την έκδοση των πιστοποιητικών εισαγωγής-εξαγωγής και προκαθορισμού, καθώς και η φύλαξη κάθε άλλης εγγύησης και η αποδέσμευση ή κατάπτωση αυτών.
η) Η συμμετοχή στην κατάρτιση των δανειακών συμβάσεων για τη χρηματοδότηση του Ειδικού Λογαριασμού Εγγυήσεων Γεωργικών Προϊόντων, καθώς και στην κατάρτιση των συμβάσεων καταβολής προμήθειας για τη διαχείριση του ανωτέρω λογαριασμού.
θ) Η κατάρτιση και η σύναψη διοικητικών συμβάσεων που προβλέπονται στα πλαίσια των εθνικών και κοινοτικών διατάξεων.
ι) Η αποστολή των μηνιαίων καταστάσεων με τα παραστατικά εσόδων – εξόδων για την άσκηση κατασταλτικού ελέγχου του άρθρου 27 του Νόμου 992/1979 στην αρμόδια υπηρεσία του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
ια) Η συμμετοχή στην εκπροσώπηση στα αρμόδια όργανα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για θέματα εφαρμογής του θεσμού των εγγυήσεων.
4. Η διάρθρωση της Κεντρικής Υπηρεσίας του ΟΠΕΚΕΠΕ περιλαμβάνει:
α) τη Διεύθυνση Εσωτερικού Ελέγχου (Τμήμα Προγραμματισμού, Σχεδιασμού και Αξιολόγησης και Τμήμα Επιθεωρήσεων και Δευτεροβάθμιων Ελέγχων),
β) τη Διεύθυνση Διοικητικής και Οικονομικής Υποστήριξης (Τμήμα Εκπαίδευσης και Ανάπτυξης Ανθρώπινου Δυναμικού, Τμήμα Διαχείρισης Προσωπικού, Τμήμα Προμηθειών και Τμήμα Λογιστηρίου και Προϋπολογισμού του Οργανισμού),
γ) τη Διεύθυνση Πληρωμών Αγροτικών Ενισχύσεων (Τμήμα Προϋπολογισμού και Εσόδων, Τμήμα Λογιστηρίου Πληρωμών Τρίτων, Τμήμα Παρακολούθησης Αχρεωστήτως Καταβληθέντων και Τμήμα Αρχείου Πληρωμών),
δ) τη Διεύθυνση Τεχνικών Ελέγχων (Τμήμα Σχεδιασμού, Οργάνωσης και Αξιολόγησης Ελέγχων, Τμήμα Πολλαπλής Συμμόρφωσης, Τμήμα Διαχείρισης και Συντήρησης Χαρτογραφικών Δεδομένων, Τμήμα Τηλεπισκόπησης και Γεωπληροφοριακών Συστημάτων και Τμήμα Εποπτείας Φορέων και Πιστοποίησης),
ε) τη Διεύθυνση Άμεσων Ενισχύσεων και Αγοράς (Τμήμα Ενισχύσεων και Καθεστώτων, Τμήμα Διαχείρισης Δικαιωμάτων Ενιαίας Ενίσχυσης, Τμήμα Λειτουργίας Αγοράς και Εφαρμογής Παρεμβάσεων, Τμήμα Προγραμμάτων Φορέων),
στ) τη Διεύθυνση Αγροτικής Ανάπτυξης και Αλιείας (Τμήμα Βελτίωσης της Ανταγωνιστικότητας, Τμήμα Βελτίωσης του Γεωργικού Περιβάλλοντος, Τμήμα Ανάπτυξης της Αγροτικής Οικονομίας και Τμήμα Αλιείας),
ζ) τη Διεύθυνση Πληροφορικής (Τμήμα Υποστήριξης Συστημάτων και Εφαρμογών, Τμήμα Ανάπτυξης Εφαρμογών και Ασφάλειας Συστημάτων και Τμήμα Διαχείρισης Δεδομένων και Μητρώων),
η) τις Μονάδες Υποστήριξης της Διοίκησης (Γραφείο Ευρωπαϊκών Θεμάτων, Επικοινωνίας και Δημοσίων Σχέσεων και Γραφείο Διοίκησης και Γραμματείας Διοικητικού Συμβουλίου),
θ) τη Μονάδα Ανάπτυξης και Εφαρμογής Συγχρηματοδοτούμενων Έργων,
ι) το Γραφείο Εξυπηρέτησης του Πολίτη και
ια) τη Νομική Υπηρεσία.
Η Περιφερειακή Διάρθρωση του ΟΠΕΚΕΠΕ περιλαμβάνει:
α) την Περιφερειακή Διεύθυνση Μακεδονίας – Θράκης,
β) την Περιφερειακή Διεύθυνση Πελοποννήσου – Δυτικής Ελλάδας – Ιονίου,
γ) την Περιφερειακή Διεύθυνση Ηπείρου – Δυτικής Μακεδονίας,
δ) την Περιφερειακή Διεύθυνση Θεσσαλίας – Στερεάς Ελλάδας ,
ε) την Περιφερειακή Διεύθυνση Κρήτης και
στ) την Περιφερειακή Διεύθυνση Αττικής & Αιγαίου.
Ο ΟΠΕΚΕΠΕ διοικείται από εννεαμελές (9μελές) Διοικητικό Συμβούλιο, αποτελούμενο από τον Πρόεδρο, τον Α’ Αντιπρόεδρο, τον Β’ Αντιπρόεδρο, τον Γενικό Διευθυντή, έναν εκπρόσωπο του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, δύο εκπροσώπους του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, έναν εκπρόσωπο του ΓΕΩΤΕΕ και έναν εκπρόσωπο των εργαζομένων του ΟΠΕΚΕΠΕ. Σημειώνεται ότι για πρώτη και τελευταία φορά, οι θέσεις του Προέδρου και του ενός Αντιπροέδρου του ΟΠΕΚΕΠΕ, καλύφθηκαν με τις διαδικασίες ΑΣΕΠ, με την τοποθέτηση αντίστοιχα των κ.κ. Σημανδράκου Ευάγγελου και Μπαμπασίδη Κυριάκου στις 22/7/2022. Ο κ. Σημανδράκος παραιτήθηκε στις 29/12/2023, οπότε τον διαδέχθηκε, με απευθείας τοποθέτηση, ο κ. Μπαμπασίδης, χωρίς να ακολουθηθεί, εκ νέου, η διαδικασία του ΑΣΕΠ.
III. ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΥΠΟΒΑΘΡΟ – ΝΟΜΙΚΟ ΕΡΕΙΣΜΑ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ
1. Με το υπ’ αριθμ. πρωτ. 36590/25-6-25 έγγραφο του Υπουργού Δικαιοσύνης Φλωρίδη Γεώργιου, διαβιβάστηκε, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 86 παρ. 1 και 2 και 83 του Συντάγματος, των άρθρων 1 και 4 του ν. 3126/2003 περί ποινικής ευθύνης Υπουργών και 153 παρ. 2 του Κανονισμού της Βουλής, το υπ’ αριθμ. πρωτ. 4739/24-6-25 έγγραφο της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου, καθώς και το με αριθμ. πρωτ. ΓΕΕΕ ΕΜΠ 367/25/19-6-25 έγγραφο του Ελληνικού Γραφείου των Ευρωπαίων Εντεταλμένων Εισαγγελέων με τη συνημμένη ΑΒΜ Ε.Ε.Ε 2024/98 (Reference Number 1299/2024) ποινική δικογραφία, σε αντίγραφο.
Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στο υπ’ αριθμ. πρωτ. 4739/24-6-25 έγγραφο της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου, υποβάλλονται, χωρίς αξιολόγηση, επικυρωμένα αντίγραφα της με ΑΒΜ Ε.Ε.Ε 2024/98 (Reference Number 1299/2024) ποινικής δικογραφίας, που υποβλήθηκε από τις Ευρωπαίες Εντεταλμένες Εισαγγελείς Ευγενία Κυβέλου και Ελένη Σίσκου, κατά των πρώην Υπουργών Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων 1) Μαυρουδή (Μάκη) Βορίδη και 2) Ελευθέριου Αυγενάκη.
Σύμφωνα με το υπ’ αριθμ. 367/25/19-6-25 έγγραφο του Ελληνικού Γραφείου των Ευρωπαίων Εντεταλμένων Εισαγγελέων στο πλαίσιο της αυτοπρόσωπης προκαταρκτικής εξέτασης, που διενεργείται για την διακρίβωση τυχόν τέλεσης των ακόλουθων πράξεων: α) Απιστία σε βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ε.Ε., από την οποία προκλήθηκε ζημία άνω των 120.000 ευρώ, κατά συναυτουργία, κατ’ εξακολούθηση, β)συνέργεια στην ως άνω πράξη, κατ εξακολούθηση και γ) εγκληματική οργάνωση (άρθρα 26α, 27,47,94,98,187 παρ.1 και 390 παρ. 1,2 ΠΚ και 24 παρ. 4, 26 παρ. 1 και 3 Ν. 4689/2020), προέκυψαν στοιχείατα οποία αυτά σχετίζονται με τους πρώην Υπουργούς Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων κ.κ. Βορίδη Μαυρουδή και Αυγενάκη Ελευθέριου. Τα στοιχεία αυτά αφορούν συγκεκριμένα για τα αδικήματα της συνέργειας και της ηθικής αυτουργίας σε απιστία σε βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ε.Ε., από την οποία προκλήθηκε ζημία άνω των 120.000 ευρώ – που σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο τυποποιείται ως έγκλημα κακουργηματικού χαρακτήρα. Τα ως άνω στοιχεία υποβάλλονται χωρίς οποιαδήποτε αξιολόγηση προκειμένου να διαβιβαστούν στη Βουλή πριν τη λήξη της τρέχουσας δεύτερης τακτικής βουλευτικής συνόδου, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 86 παρ. 1,2 του Συντάγματος και 4 παρ. 1,2,3,4 του Ν 3126/2003.
2. Ειδικότερα, σύμφωνα με τις Ευρωπαίες Εντεταλμένες Εισαγγελείς, η παρούσα υπόθεση προέρχεται από την υπόθεση I.001299/2024. Πρόκειται για δικογραφία που σχηματίστηκε κατόπιν καταγγελιών του Γρηγόριου Βάρρα, ο οποίος διετέλεσε πρόεδρος του ΟΠΕΚΕΠΕ, από τις 19/11/2019 μέχρι τις 10/11/2020 και την οποία αποφάσισαν οι ανωτέρω να διαχωρίσουν με αποκλειστικό σκοπό την άμεση αποστολή αποδεικτικών στοιχείων, που προέκυψαν κατά την πορεία της έρευνας, στο Ελληνικό Κοινοβούλιο, σύμφωνα με το Άρθρο 86 παρ. 1 και 2 του Συντάγματος. Τα στοιχεία αυτά αφορούν τους δύο ως άνω πρώην Υπουργούς Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και αδικήματα που φέρονται να τελέστηκαν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.
Όπως προκύπτει από το διαβιβαστικό της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας υπήρξαν “ισχυρές ενδείξεις ότι μέλη της Διοίκησης του ΟΠΕΚΕΠΕ προσπαθούν να παρακάμψουν διαδικασίες ελέγχου, και ακόμη να τιμωρήσουν υπαλλήλους, τους οποίους θεωρούν υπεύθυνους για τους ελέγχους που διεξάγονταν”. Όλα τα ανωτέρω δε, φέρεται να γίνονταν είτε κατ’ εντολή Υπουργού για εκλογική επιρροή, είτε με δική τους πρωτοβουλία, παρέχοντας ενισχύσεις σε αιτούντες που δεν πληρούσαν τα απαραίτητα κριτήρια.
Η έρευνα αφορά, μεταξύ άλλων, καταγγελίες σύμφωνα με τις οποίες, κατά την περίοδο 2019 έως 2022, σημαντικός αριθμός ατόμων παρουσιάστηκε ψευδώς ως νέοι ή νέες αγρότες, ιδιοκτήτες ή κυρίως ενοικιαστές μεγάλων εκτάσεων βοσκοτόπων, με σκοπό την απόκτηση δικαιωμάτων ενίσχυσης από το εθνικό απόθεμα. Οι βοσκότοποι αυτοί βρίσκονταν συχνά μακριά από τον τόπο κατοικίας των αιτούντων και ήταν ως επί το πλείστον δημόσια γη που είχε διατεθεί αποκλειστικά για χρήση από κτηνοτρόφους, χωρίς ιδιόκτητη γεωργική γη. Τα επόμενα έτη, έως το 2024, τα ίδια άτομα φέρονται να υπέβαλαν ψευδείς δηλώσεις ζωικού κεφαλαίου και να ζήτησαν τη διάθεση της αντίστοιχης δημόσιας γης για ενεργοποίηση και διατήρηση των δικαιωμάτων τους.
Η φερόμενη ως δόλια κατανομή δικαιωμάτων πληρωμής από το εθνικό απόθεμα οργανώθηκε με συστηματικό τρόπο και σε ιδιαίτερα μεγάλη κλίμακα από εγκληματικές ομάδες που περιελάμβαναν μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου και άλλα στελέχη του ΟΠΕΚΕΠΕ, στελέχη του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, υπαλλήλους του Τεχνικού Συμβούλου του ΟΠΕΚΕΠΕ, καθώς και ιδιοκτήτες Κέντρων Υποδοχής Δηλώσεων, μέσω των οποίων υποβάλλονται αιτήσεις για επιδοτήσεις.
3. Όσον αφορά στη νομική κατάταξη των παραπάνω ισχυρισμών, σύμφωνα με την Οδηγία (ΕΕ) 2017/1371 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Ιουλίου 2017, σχετικά με την καταπολέμηση, μέσω του ποινικού δικαίου, της απάτης εις βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ευρωπαϊκής Ένωσης εξετάζονται τα εξής αδικήματα:
α) Υπεξαίρεση σε βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Άρθρο 22(1) του Κανονισμού της EPPO, 4(3) στοιχ. β της Οδηγίας (ΕΕ) 2017/1371.
β) Συνδρομή σε υπεξαίρεση κατά των οικονομικών συμφερόντων της ΕΕ – Άρθρο 22(1) του Κανονισμού της EPPO, 5(1), 4(3) στοιχ. β της Οδηγίας (ΕΕ) 2017/1371.
γ) Υποκίνηση στη διάπραξη των παραπάνω αναφερόμενων αδικημάτων – Άρθρο 22(1) του Κανονισμού της EPPO, 5(1), 4(3) στοιχ. β της Οδηγίας (ΕΕ) 2017/1371.
δ) Συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση με στόχευση στα οικονομικά συμφέροντα της ΕΕ – Άρθρο 22(2) του Κανονισμού της EPPO, τα οποία στο εθνικό δίκαιο τυποποιούνται και τιμωρούνται ως:
α) Κακουργηματική Απιστία κατά των οικονομικών συμφερόντων της ΕΕ, τελούμενη από κοινού και κατ’ επανάληψη, με ζημία άνω των 120.000 ευρώ [Άρθρα 26α, 27, 94, 98, 390 παρ. 1 και 2 Ποινικού Κώδικα και 24 παρ. 4, 26 παρ. 1 και 3 του Νόμου 4689/2020].
β)Συνέργεια στην κακουργηματική απιστία κατά των οικονομικών συμφερόντων της ΕΕ, με τα ίδια χαρακτηριστικά.
γ)Υποκίνηση στην απιστία, με τα ίδια χαρακτηριστικά.
δ)Εγκληματική οργάνωση με σκοπό τη διάπραξη των παραπάνω αδικημάτων–Άρθρα 26α, 27, 187 παρ. 1 ΠΚ.
IV. ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΒΟΥΛΗΣ
1. Η σύσταση, δομή, οργάνωση και λειτουργία της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας (European Public Prosecutor’s Office-EPPO) ρυθμίζεται από τον Κανονισμό (ΕΕ) 2017/1939 («Κανονισμός της EPPO»), σχετικά με την εφαρμογή ενισχυμένης συνεργασίας για τη σύσταση της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας. Σύμφωνα με το άρθρο 34 παρ. 1 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/1939 ‘’Παραπομπή και διαβίβαση διαδικασιών στις εθνικές αρχές- 1. Όταν από έρευνα που διεξάγει η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία αποκαλύπτεται ότι τα υπό έρευνα πραγματικά περιστατικά δεν συνιστούν αξιόποινη πράξη για την οποία είναι αρμόδια η ίδια σύμφωνα με τα άρθρα 22 και 23, το αρμόδιο μόνιμο τμήμα αποφασίζει την παραπομπή της υπόθεσης χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση στις αρμόδιες εθνικές αρχές.’’
Εν προκειμένω, με την υπ’ αριθμ. 1757/2025 Απόφαση του 10ου Μόνιμου Τμήματος της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας εγκρίθηκε η πρόταση των Ευρωπαίων Αντιπροσώπων Εισαγγελέων Ευγενίας Κυβέλου και Ελένης Σίσκου, η οποία υποβλήθηκε στις 13 Ιουνίου 2024, για την παραπομπή της υπόθεσης 1757/2025 στις εθνικές αρχές. Ειδικότερα, έχοντας διαπιστώσει ότι κατά τη διάρκεια της έρευνας προέκυψαν σχετικά αποδεικτικά στοιχεία, η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία κατέληξε στα εξής:
α) Η ειδική διαδικασία που θεσπίζεται από το Σύνταγμα της Ελλάδας επηρεάζει στην πράξη και τη δυνατότητα της EPPO να διερευνά και να ασκεί δίωξη για αδικήματα που εμπίπτουν στην ουσιαστική της αρμοδιότητα και διαπράττονται από μέλη του Υπουργικού Συμβουλίου της Ελλάδας.
β) Σε μια τέτοια περίπτωση, η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία αποφασίζει να εφαρμόσει αναλογικά το Άρθρο 34 παρ. 1 του Κανονισμού της EPPO και να παραπέμψει την υπόθεση στο Ελληνικό Κοινοβούλιο, την εθνική αρχή που έχει την εξουσία να διερευνά και να ασκεί δίωξη στους υπόπτους της παρούσας υπόθεσης.
γ) Παραπέμπει την υπόθεση 1757/2024 στις αρμόδιες εθνικές αρχές.
2. Σύμφωνα με το άρθρο 86 του Συντάγματος (: Συντ.) «1. Μόνο η Βουλή έχει την αρμοδιότητα να ασκεί δίωξη κατά όσων διατελούν ή διετέλεσαν μέλη της Κυβέρνησης ή Υφυπουργοί για ποινικά αδικήματα που τέλεσαν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, όπως νόμος ορίζει. Απαγορεύεται η θέσπιση ιδιώνυμων υπουργικών αδικημάτων. 2. Δίωξη, ανάκριση, προανάκριση ή προκαταρκτική εξέταση κατά των προσώπων και για τα αδικήματα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 δεν επιτρέπεται χωρίς προηγούμενη απόφαση της Βουλής κατά την παράγραφο 3. Αν στο πλαίσιο άλλης ανάκρισης, προανάκρισης, προκαταρκτικής εξέτασης ή διοικητικής εξέτασης προκύψουν στοιχεία, τα οποία σχετίζονται με τα πρόσωπα και τα αδικήματα της προηγούμενης παραγράφου, αυτά διαβιβάζονται αμελλητί στη Βουλή από αυτόν που ενεργεί την ανάκριση, προανάκριση ή εξέταση. 3. Πρόταση άσκησης δίωξης υποβάλλεται από τριάντα τουλάχιστον βουλευτές. Η Βουλή, με απόφασή της που λαμβάνεται με την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών, συγκροτεί ειδική κοινοβουλευτική επιτροπή για τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης, διαφορετικά, η πρόταση απορρίπτεται ως προδήλως αβάσιμη. […]».
Πρέπει να σημειωθεί ότι η από 22/11/2018 πρόταση του Προέδρου και Βουλευτών της Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ για την αναθεώρηση διατάξεων του Συντάγματος, μεταξύ άλλων, αφορούσε και στην αναθεώρηση της παρ. 3 του άρθρου 86. Εν τέλει αναθεωρήθηκε με απόφαση της ΙΘ’ Αναθεωρητικής Βουλής στις 25 Νοεμβρίου 2019, δυνάμει της οποίας καταργήθηκε ο χρονικός περιορισμός της αρμοδιότητας της Βουλής να ασκεί δίωξη κατά Υπουργών για ποινικά αδικήματα κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.
Σύμφωνα με το άρθρο 1 – Πεδίο Εφαρμογής του Νόμου 3126/2003 Περί ποινικής ευθύνης Υπουργών, “1. Πλημμελήματα ή κακουργήματα, που τελούνται από Υπουργό, κατά την άσκηση των καθηκόντων του, εκδικάζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου αυτού από το κατ` άρθρο 86 του Συντάγματος Ειδικό Δικαστήριο, ακόμη και αν ο Υπουργός έχει παύσει να έχει την ιδιότητα αυτή. 2. Τυχόν Συμμέτοχοι συμπαραπέμπονται και δικάζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου αυτού. 3. Οι αξιόποινες πράξεις της παραγράφου 1, οι οποίες δεν τελέσθηκαν κατά την άσκηση των καθηκόντων του Υπουργού, δικάζονται από τα αρμόδια δικαστήρια σύμφωνα με τις διατάξεις του Ποινικού Κώδικα, των ειδικών ποινικών νόμων και του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.”
Σύμφωνα με το άρθρο 3 – «Παραγραφή – Προθεσμία», όπως ίσχυε μέχρι την 16η/5/2025 “1. Οι αξιόποινες πράξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 1 παραγράφονται σύμφωνα με όσα ορίζονται στις διατάξεις των άρθρων 111 και 112 του Ποινικού Κώδικα. Η προθεσμία της παραγραφής αναστέλλεται, εκτός από τις περιπτώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 113 παράγραφοι 1 έως 3 του Ποινικού Κώδικα, και στις ακόλουθες περιπτώσεις: α) όσο διαρκεί η βουλευτική περίοδος, κατά τη διάρκεια της οποίας τελέστηκε η πράξη και β) όσο ισχύει η Απόφαση της Ολομέλειας της Βουλής για την αναστολή της ποινικής δίωξης, της προδικασίας ή της κύριας διαδικασίας, σύμφωνα με όσα ορίζονται στην παράγραφο 5 του άρθρου 6. 2. Το αξιόποινο των πράξεων των Υπουργών, που αναφέρονται στο άρθρο 1 παρ. 1, εξαλείφεται με το πέρας της δεύτερης τακτικής συνόδου της βουλευτικής περιόδου που αρχίζει μετά την τέλεση της αξιόποινης πράξης, εάν ως τότε η Βουλή δεν έχει αποφασίσει να ασκήσει ποινική δίωξη κατά του Υπουργού, σύμφωνα με όσα ορίζονται στο νόμο αυτόν.’’
Παρά την Συνταγματική Αναθεώρηση του 2019, η οποία απάλειψε από το άρθρο 86 τον χρονικό περιορισμό για την άσκηση δίωξης κατά Υπουργών, ο Ν. 3126/2003 δεν είχε τροποποιηθεί, αντιστοίχως, μέχρι και πρόσφατα (16 Μαΐου 2025), με ευθύνη της Κυβερνητικής πλειοψηφίας, ενώ σχετική (ερμηνευτική) πρόταση-τροπολογία του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. είχε απορριφθεί από την Κυβέρνηση. Συνεπώς, συνέχιζε να προβλέπει στο άρθρο 3 παρ. 2 ότι: «Η ποινική ευθύνη των Υπουργών για πράξεις που αναφέρονται στο άρθρο 1 παρ. 1 παύει με τη λήξη της δεύτερης τακτικής συνόδου της Βουλής που άρχισε μετά τη διάπραξη του αδικήματος, εφόσον μέχρι τότε η Βουλή δεν έχει αποφασίσει την άσκηση δίωξης, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου».
Τελικά υπό την πίεση της αντιπολίτευσης και της κοινής γνώμης η κυβέρνηση κατήργησε ρητά τη διάταξη αυτή με το άρθρο 62 του Ν. 5197/2025(ΦΕΚ Α’ 76/16.05.2025), δυνάμει του οποίου προβλέπεται ότι: «Διαπιστώνεται η κατάργηση της παραγράφου 2 του άρθρου 3 του Νόμου 3126/2003 (Α΄66) από την έναρξη ισχύος του Ψηφίσματος της 25ης Νοεμβρίου 2019 της Θ’ Αναθεωρητικής Βουλής των Ελλήνων (Α΄ 187) σύμφωνα με την παράγραφο 5 του άρθρου 110 του Συντάγματος». Με τη διαπιστωτική αυτή διάταξη έγινε δεκτή από το νομοθετικό σώμα η ερμηνευτική εκδοχή κατά την οποία η αναθεώρηση του 2019 έχει καταργήσει (σιωπηρά) και τη διάταξη του άρθρ. 3 παρ. 2 Ν. 3126/2003, για την αποσβεστική προθεσμία της Βουλής για τη δίωξη εγκλημάτων των υπουργών και υφυπουργών.
Βάσει του Κανονισμού της Βουλής των Ελλήνων (Άρθρα 22–23), η σύγκληση της Ολομέλειας γίνεται με Προεδρικό Διάταγμα, εκτός από τις περιπτώσεις που, σύμφωνα με το Σύνταγμα, η Βουλή συνεδριάζει αυτοδικαίως. Χωρίς να θίγεται το άρθρο 181 του Κανονισμού της Βουλής και το άρθρο 40 του Συντάγματος, η Ολομέλεια της Βουλής συνέρχεται για τις ετήσιες εργασίες της αυτοδικαίως την πρώτη Δευτέρα του Οκτωβρίου. Οι εργασίες της τακτικής συνόδου τερματίζονται με προεδρικό διάταγμα το οποίο εκδίδεται μετά την ελάχιστη διάρκεια, όπως αυτή καθορίζεται από το Σύνταγμα. Κανονικά, δηλαδή, μια τακτική σύνοδος ξεκινά στις αρχές Οκτωβρίου και ολοκληρώνεται τον Ιούνιο του επόμενου έτους, όταν και η Βουλή λειτουργεί με θερινά τμήματα, στα οποία ασκείται μέρος της νομοθετικής λειτουργίας και κοινοβουλευτικού ελέγχου. Αυτή τη στιγμή, διανύουμε τη δεύτερη τακτική σύνοδο της παρούσας Κοινοβουλευτικής Περιόδου, η οποία ξεκίνησε μετά τις εθνικές εκλογές του Μαΐου 2023. Δεν έχει ακόμη ανακοινωθεί πότε θα λήξουν οι εργασίες αυτής της συνόδου.
Το ζήτημα εντοπίζεται και στην πρόταση των Ευρωπαίων Εντεταλμένων Εισαγγελέων.Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στο έγγραφο της ΕΡΡΟ ‘’η ποινική ευθύνη των πράξεων Υπουργών που αναφέρονται στο άρθρο 86 παρ. 1 του Συντάγματος, οι οποίες φέρεται να διαπράχθηκαν κατά την προηγούμενη κοινοβουλευτική περίοδο, θα μπορούσε να θεωρηθεί αποσβεσμένη, εάν η Βουλή αποφασίσει να ασκήσει ποινική δίωξη κατά Υπουργού μετά τη λήξη της δεύτερης τακτικής συνόδου.’’
Πάγια θέση του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. και της Νέας Αριστεράς είναι ότι το ζήτημα της ειδικής αποσβεστικής προθεσμίας αντιμετωπίστηκε πλήρως με την αναθεώρηση του 2019, δηλαδή με την απαλοιφή της σχετικής διάταξης από το άρθρο 86 του Συντάγματος. Με τον τρόπο αυτό καταργήθηκε σιωπηρά και η αντίστοιχη πρόβλεψη του άρθρου 3 παρ. 2 του ν. 3126/2003. Αυτή είναι και η κυρίαρχη άποψη μεταξύ των καθηγητών του συνταγματικού δικαίου – συνταγματολόγων. Ωστόσο, η διάταξη αυτή – με αποκλειστική ευθύνη της Κυβέρνησης της ΝΔ- δεν καταργήθηκε ρητά μέχρι και τον Μάιο του 2025. Η αβελτηρία της Κυβέρνησης, για πέντε και πλέον χρόνια, να φέρει στη Βουλή διάταξη για τη ρητή (νομοθετική) κατάργηση του άρθρου. 3 παρ. 2 του ν. 3126/2003 επιτρέπει τη διατύπωση νομικών προβληματισμών, όπως αυτών της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας και σε κάθε περίπτωση, προκαλεί ερωτηματικά για τις πολιτικές στοχεύσεις της.
3.Όπως προβλέπεται στο άρθρο 5 παρ. 1 του ν. 3126/2003 «Περί ποινικής ευθύνης Υπουργών», όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, «Η πρόταση για άσκηση της ποινικής δίωξης υποβάλλεται από τριάντα (30) τουλάχιστον βουλευτές, με συγκεκριμένη αναφορά στα στοιχεία της αξιόποινης πράξης και μνεία των διατάξεων που παραβιάστηκαν, διαφορετικά είναι απαράδεκτη». Στο άρθρο 154 του Κανονισμού της Βουλής (ΚτΒ) προβλέπεται ότι «1. Για την άσκηση δίωξης κατά το προηγούμενο άρθρο εναντίον προσώπου που είναι ή διατέλεσε μέλος της Κυβέρνησης ή Υφυπουργός απαιτείται πρόταση κατηγορίας και απόφαση της Βουλής που δέχεται την πρόταση αυτή.2. Η πρόταση για την άσκηση δίωξης κατά των προσώπων της παρ. 1 του άρθρου 153 υποβάλλεται γραπτώς και υπογράφεται τουλάχιστον από τριάντα (30) Βουλευτές, διαφορετικά, είναι απαράδεκτη. 3. Η πρόταση για άσκηση δίωξης πρέπει να προσδιορίζει με σαφήνεια τις πράξεις ή τις παραλείψεις που σύμφωνα με το νόμο για την ευθύνη των Υπουργών είναι αξιόποινες και να μνημονεύει τις διατάξεις που παραβιάστηκαν. [..]».
Σύμφωνα με το άρθρο 156 του Κανονισμού της Βουλής «1. Αν η Βουλή αποφασίσει προκαταρκτική εξέταση, ορίζει από τα μέλη της δωδεκαμελή επιτροπή για τη διενέργειά της. Συγχρόνως ορίζει και την προθεσμία μέσα στην οποία η επιτροπή οφείλει να υποβάλει το πόρισμά της και το σχετικό αποδεικτικό υλικό. 2. Ο αριθμός των μελών της Επιτροπής αυξάνεται έτσι ώστε να εκπροσωπούνται με ένα (1) τουλάχιστον μέλος και κατ’ αναλογία πάντοτε της δύναμής τους όλες οι κατά τον Κανονισμό της Βουλής αναγνωριζόμενες Κοινοβουλευτικές Ομάδες. 3. Η επιτροπή συγκροτείται και λειτουργεί κατά τις διατάξεις των διαρκών κοινοβουλευτικών επιτροπών, που εφαρμόζονται αναλόγως. Μετά τη συγκρότηση της ορίζει δύο εισηγητές από τα μέλη της. 4. Η Επιτροπή έχει όλες τις αρμοδιότητες του εισαγγελέα πρωτοδικών όταν αυτός ενεργεί προκαταρκτική εξέταση και μπορεί να αναθέτει σε εισαγγελέα πλημμελειοδικών ή εφετών την ενέργεια ειδικότερων πράξεων σχετικών με το αντικείμενο της προκαταρκτικής εξέτασης. Κατά την προκαταρκτική εξέταση, εκείνος κατά του οποίου στρέφεται η πρόταση δίωξης καλείται από την Επιτροπή να δώσει εξηγήσεις. Όταν η αξιόποινη πράξη για την οποία διενεργείται προκαταρκτική εξέταση συνεπάγεται για τον Υπουργό οικονομικά οφέλη, κατά την έννοια του άρθρου 68 παρ. 1 του Ποινικού Κώδικα, η Επιτροπή διατάσσει την κατάσχεσή τους. 5. Το πόρισμα της Επιτροπής πρέπει να είναι αιτιολογημένο και να περιέχει ιδίως τα πραγματικά περιστατικά και τα αποδεικτικά μέσα που οδηγούν σε αυτά, όπως προέκυψαν κατά την προκαταρκτική εξέταση, την υπαγωγή των πραγματικών περιστατικών στις εφαρμοζόμενες ποινικές διατάξεις και σαφή πρόταση για την άσκηση ή μη της ποινικής δίωξης. Αιτιολογημένη πρέπει να είναι και η πρόταση της τυχόν μειοψηφίας, η οποία καταχωρίζεται σε χωριστό κεφάλαιο του ίδιου πορίσματος. Το πόρισμα της επιτροπής και το σχετικό αποδεικτικό υλικό υποβάλλονται στον Πρόεδρο της Βουλής, ο οποίος ανακοινώνει στη Βουλή την κατάθεσή τους.».
Κατά το άρθρο 30 παρ. 1 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας (ΚΠΔ) «[ο] εισαγγελέας πλημμελειοδικών μπορεί να ενεργεί προκαταρκτική εξέταση για να κρίνει αν πρέπει να ασκήσει ποινική δίωξη. […].» Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 243 παρ. 1 του ίδιου Κώδικα (:ΚΠΔ) με την προκαταρκτική εξέταση «επιδιώκεται η συλλογή των αναγκαίων αποδεικτικών στοιχείων για να αποφασισθεί αν πρέπει να κινηθεί η ποινική δίωξη». Από τις διατάξεις αυτές συνάγεται ότι η διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης δεν συνεπάγεται ούτε υποδηλώνει την κίνηση ποινικής δίωξης κατά ορισμένου προσώπου. Δεν ενέχει δηλ. κρίση για την ουσιαστική και νομική βασιμότητα της «καταγγελίας», απλώς εκτίμηση ότι αυτή δεν είναι προφανώς αστήρικτη στο νόμο ή αβάσιμη στην ουσία της ή ανεπίδεκτη δικαστικής εκτίμησης (άρ. 43 παρ. 3 ΚΠΔ). Προφανώς αβάσιμη στην ουσία της είναι μια «καταγγελία» όταν δεν καταλείπεται η παραμικρή αμφιβολία για το ότι δεν τελέστηκε η καταγγελλόμενη πράξη. Μ’ αυτά τα δεδομένα, η διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης δεν απαιτεί την ύπαρξη αποδείξεων ή αποχρωσών – ισχυρών ενδείξεων ενοχής ορισμένου προσώπου σε σχέση με ορισμένη αξιόποινη πράξη. Αρκεί, αντίθετα, μια αναφορά σε πραγματικά περιστατικά τα οποία είναι «άξια δικαστικής διερεύνησης». Μάλιστα στο στάδιο αυτό δεν υπάρχει καν κατηγορούμενος αλλά μόνο «αναφερόμενο πρόσωπο», το οποίο βέβαια εξοπλίζεται με συγκεκριμένα δικαιώματα.
4. Από τον συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων, συνάγεται ότι η άσκηση της δίωξης κατά όσων είναι ή διετέλεσαν μέλη της Κυβέρνησης ή Υφυπουργοί, εκκινεί με την κατάθεση ενώπιον της Βουλής γραπτής πρότασης τουλάχιστον τριάντα (30) βουλευτών, η οποία αναφέρει αφενός τα στοιχεία της αξιόποινης πράξης, αφετέρου τις ποινικές διατάξεις στις οποίες τυποποιούνται οι αποδιδόμενες πράξεις. Η Ειδική Κοινοβουλευτική Επιτροπή, οφείλει ως οιονεί Εισαγγελέας να ενεργήσει σύμφωνα με τις προβλεπόμενες στο Σύνταγμα (άρθρο 86), τον Ν. 3126/2003 περί Ποινικής Ευθύνης Υπουργών (άρθρο 5), τον Κανονισμό της Βουλής (άρθρο 156 ΚτΒ) και τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας διατάξεις. Από την ως άνω νομοθεσία απορρέουν συγκεκριμένες υποχρεώσεις και αρμοδιότητές της Επιτροπής, προκειμένου αυτή να καταλήξει σε ασφαλή και δίκαιη κρίση, προτείνοντας στην Ολομέλεια της Βουλής την άσκηση ή μη δίωξης κατά προσώπων που είναι ή διετέλεσαν μέλη της Κυβέρνησης ή Υφυπουργοί. Αυτή η πρόταση της Επιτροπής θα πρέπει να είναι, σε κάθε περίπτωση, αιτιολογημένη, ουσιαστικά και νομικά, με βάση το αποδεικτικό υλικό που αυτή είχε στη διάθεσή της ή συνέλεξε κατά τις εργασίες της. Για το λόγο, αυτό είναι κρίσιμο να τηρηθεί απαρέγκλιτα η νομιμότητα, να ακολουθηθούν δηλαδή θεσμικά όλες οι διαδικασίες, και παράλληλα να συλλεγούν όλα τα αποδεικτικά στοιχεία, ώστε να υποβληθεί ένα πλήρως αιτιολογημένο πόρισμα στην Ολομέλεια, με αναφορά πραγματικών περιστατικών και μνεία συγκεκριμένων ποινικών διατάξεων.
Συνεπώς, η ειδική κοινοβουλευτική Επιτροπή, οφείλει να διενεργήσει μια αληθινή και δικονομικώς άρτια προκαταρκτική εξέταση και να καταλήξει, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 156 του Κανονισμού της Βουλής (ΚτΒ), σε ασφαλή κρίση για τα αναφερόμενα πολιτικά πρόσωπα. Η κρίση αυτή πρέπει να καταγράφει τις πιθανές ενδείξεις ενοχής, αν και εφόσον προκύπτουν, στους υπευθύνους, προτείνοντας την άσκηση ποινικής δίωξης ή να θεμελιώνει την ανυπαρξία (τέτοιων ενδείξεων) προτείνοντας την απαλλαγή τους.
V.ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΓΙΑ ΒΟΣΚΌΤΟΠΟΥΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΙΚΗ ΛΥΣΗ
1. Οι μόνιμοι βοσκότοποι στην Ελλάδα είναι κυρίως δημόσια γη και μέχρι το 2009, η διαχείρισή τους είχε ανατεθεί στις τοπικές αρχές, οι οποίες τους διέθεταν στους κτηνοτρόφους της περιοχής τους, ανάλογα με το ζωικό τους κεφάλαιο. Το 2009, ο ΟΠΕΚΕΠΕ εφάρμοσε το πρώτο σύστημα εντοπισμού αγροτεμαχίων (LPIS), δηλαδή μια χωρική βάση δεδομένων για την ταυτοποίηση και διαχείριση αγροτεμαχίων, στο πλαίσιο των Άμεσων Ενισχύσεων, του Πυλώνα Ι της ΚΑΠ, όπου η κατανομή των δημόσιων μόνιμων βοσκοτόπων στους κτηνοτρόφους έπρεπε να γίνεται μέσω του LPIS, με γεωχωρική απεικόνιση.
Η εφαρμογή της «Τεχνικής Λύσης» έχει τις καταβολές της, την περίοδο 2009-2012, όταν ύστερα από ελέγχους της, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εντόπισε ότι η Ελλάδα είχε δηλώσει ως επιλέξιμες εκτάσεις για ενίσχυση, βοσκοτόπους με ξυλώδη βλάστηση, ενώ με βάση τον τότε ισχύοντα ορισμό των βοσκοτόπων, ως βοσκότοποι θεωρούνταν οι χαμηλές χορτολιβαδικές εκτάσεις και όχι τα θαμνολίβαδα και τα δασολίβαδα, δηλαδή οι παραδοσιακά βοσκήσιμες εκτάσεις στη χώρα μας (Καν. (ΕΕ) 1307/2013). Συγκεκριμένα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διεξήγαγε τρεις έρευνες κατά την περίοδο 2009-2012 και επέβαλε στην Ελλάδα πρόστιμα ύψους τετρακόσιων εξήντα έξι (466) εκατομμυρίων Ευρώ, λόγω αδυναμιών στον προσδιορισμό των επιλέξιμων βοσκοτόπων. Μάλιστα, η επιμονή της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην εσφαλμένη αυτή ερμηνεία και η εφαρμογή της σχετικής ενωσιακής νομοθεσίας οδήγησε τις ελληνικές αρχές στην εκπόνηση Σχεδίου Δράσης (Action Plan), το διάστημα 2012-2014, που οδήγησε τελικά σε μείωση της έκτασης των βοσκοτόπων κατά δέκα (10) εκατ. στρέμματα περίπου, από τα εικοσιτέσσερα (24) εκατ. στρέμματα συνολικά, που αρχικά δηλώνονταν. Αυτό κυρίως επηρέασε τις ορεινές περιοχές, που εμφάνιζαν μεγαλύτερο έλλειμα επιλέξιμων βοσκοτόπων και δυσκολία διασφάλισης των ενισχύσεών τους.
Προκειμένου να διευθετηθεί το πρόβλημα των κτηνοτρόφων που έμειναν χωρίς ενίσχυση λόγω της μη αναγνώρισης των βοσκοτόπων τους ως επιλέξιμων, η Κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου, με τον Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης & Τροφίμων Γ. Καρασμάνη υιοθέτησε και εφάρμοσε την «Τεχνική Λύση», δηλαδή μία λύση που επέτρεπε στους κτηνοτρόφους να αιτούνται την κατανομή δημόσιων βοσκοτόπων σε περιοχές εκτός της περιοχής τους, ώστε να μπορέσουν να διασφαλίσουν τις ενισχύσεις τους. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είχε ενημερωθεί για την «Τεχνική Λύση» και δεν είχαν εκφραστεί αντιρρήσεις, κάτι που το αποδείκνυε και η αποδοχή αυτής κατά τους διενεργηθέντες ενωσιακούς ελέγχους από τη Γενική Διεύθυνση Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (DG AGRI).
Έτσι, μετά τις Ανακοινώσεις, που απέστειλε το ΥΠΑΑΤ προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, την 1η/8/2014, σχετικά με τις λεπτομέρειες εφαρμογής του καθεστώτος Βασικής Ενίσχυσης σε εθνικό επίπεδο, ο Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης & Τροφίμων Γ. Καρασμάνης, τον Δεκέμβριο του 2014 εξέδωσε Απόφαση (ΥΑ 22172/23-12-2014), στο πλαίσιο του Action Plan για τους βοσκότοπους σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και επομένως σε γνώση των υπηρεσιών της. Η Απόφαση αυτή είχε ως βάση το άρθρο 60 του ν. 4264/2014, με το οποίο ρυθμίζονταν θέματα διαχείρισης των βοσκοτόπων και ιδίως τα θέματα της κατανομής τους σε ευρύτερη διαδημοτική και περιφερειακή βάση αντί της σε επίπεδο κοινότητας ή δήμου που ίσχυε μέχρι πριν το 2014. Αυτή η απόφαση περιορίζονταν στο 2014 και περιλάμβανε, επίσης, την δυνατότητα κατανομής επιλέξιμων δημόσιων βοσκοτόπων μεταξύ των Περιφερειακών Ενοτήτων των δύο γεωγραφικών ζωνών που όριζε – μία για την ηπειρωτική Ελλάδα και μία για την Πελοπόννησο – χωρίς καμία πρόβλεψη όμως για την Κρήτη και τις άλλες νησιωτικές περιοχές.
Τρεις μέρες πριν την επικράτηση του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές του Ιανουαρίου του 2015, με την υπ’ αριθ. 104/7056/22-1-2015 Υπουργική Απόφαση («Εθνικές επιλογές, διοικητικά μέτρα και διαδικασίες εφαρμογής των άμεσων ενισχύσεων κατ’ εκτέλεση του Καν.(ΕΕ) 1307/2013 και του Καν.(ΕΕ) 1306/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου), καθορίστηκε (Άρθρο 2, παρ. 5, σημείο γ) ως «ελάχιστη δραστηριότητα» για τους βοσκοτόπους, η διατήρηση ζωικού κεφαλαίου μηδέν κόμμα επτά (0,7) ΜΜΖ/εκτάριο». Δηλαδή η απόφαση, συσχέτισε τις ενισχύσεις του ζωικού κεφαλαίου με εκτάσεις βοσκοτόπων, χωρίς μάλιστα να εξαιρεί από την συσχέτιση αυτή τη σταβλισμένη κτηνοτροφία. Αυτό πρακτικά, σήμαινε ότι προκειμένου να ενισχυθούν οι κτηνοτρόφοι θα έπρεπε να βρεθούν βοσκότοποι για το ζωικό τους κεφάλαιο.
Σχετικά με τον καθορισμό της «ελάχιστης δραστηριότητας» ο κ. Καρασμάνης φαίνεται να αγνόησε το έγγραφο DS_CDP−2015−04 της Ευρωπαϊκής Επιτροπής («Παρατηρήσεις σχετικά με τις κοινοποιήσεις που οφείλουν να υποβάλουν τα κράτη μέλη στις 31 Ιανουαρίου 2015», σύμφωνα με τον κατ’ εξουσιοδότηση Κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 639/2014 της Επιτροπής»), που έκανε παρατηρήσεις, υποδεικνύοντας να κοινοποιούνται στην Επιτροπή, το αργότερο έως τις 31 Ιανουαρίου 2015, οι αποφάσεις του κράτους-μέλους σχετικά με ορισμένες πτυχές της εφαρμογής του καθεστώτος της νέας Άμεσης Στήριξης, που θα εφαρμοζόταν από την 1η Ιανουαρίου 2015. Ειδικότερα στην περίπτωση της «ελάχιστης δραστηριότητας», οι παρατηρήσεις και οι κατευθύνσεις της Επιτροπής ήταν ότι τα κριτήρια που θα κοινοποιούσαν τα κράτη-μέλη για την τροποποίηση των διατάξεων περί των κριτηρίων επιλεξιμότητας των εκτάσεων και την εισαγωγή ελεγκτικών κριτηρίων, καθώς και για τη διατήρηση της γεωργικής έκτασης σε κατάσταση κατάλληλη για βοσκή ή καλλιέργεια, δεν θα έπρεπε να συνδέονται απαραίτητα με την παραγωγή (π.χ. οι απαιτήσεις βόσκησης/ελάχιστης πυκνότητας ζωικού κεφαλαίου δεν θα έπρεπε να αποτελούν μέρος της κοινοποίησης), προκειμένου για την ομοιόμορφη εφαρμογή των διατάξεων.
Στην συνέχεια, η Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, ανταποκρινόμενη στο έγγραφο DS_CDP−2015−04 της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, τροποποίησε την υπ’ αριθμ 104/7056 ΥΑ με την υπ’ αριθμ. 1584/66059 ΥΑ, στα σημεία που αφορούσαν τα κριτήρια επιλεξιμότητας των εκτάσεων, εισαγάγοντας αυστηρότερα ελεγκτικά κριτήρια για την ομοιόμορφη εφαρμογή τους σε όλη την Ελλάδα. Συγκεκριμένα, κατήργησε το σημείο (γ) της παραγράφου 4 του άρθρου 2 της <<ΥΑ Καρασμάνη>>, που αφορούσε στη διαζευκτική αναφορά του ορισμού της γεωργικής δραστηριότητας ως «ελάχιστη δραστηριότητα σε γεωργικές περιοχές εκ φύσεως κατάλληλες για βοσκή ή καλλιέργεια», καθώς και την παράγραφο 5, που διευκρίνιζε τι νοείται ως «ελάχιστη δραστηριότητα», αντικαθιστώντας τα, με την παράγραφο 6 στο άρθρο 40, όπου αναφερόταν, μεταξύ άλλων, αφενός ότι η επιλεξιμότητα των εκτάσεων ελέγχεται στο πλαίσιο των επιτόπιων ελέγχων του δείγματος και αφετέρου ότι για τους βοσκότοπους σε παραγωγή, σύμφωνα με την παρ. 4.α του άρθρου 2, η διατήρηση ζωικού κεφαλαίου θα έπρεπε να είναι τουλάχιστον μηδέν κόμμα επτά (0,7) ΜΜΖ/εκτάριο, ενώ για τους βοσκότοπους σε καλή γεωργική κατάσταση, σύμφωνα με την παρ. 4.β του άρθρου 2, απαιτείτο η κοπή και απομάκρυνση της βλάστησης, ώστε η ποώδης βλάστηση να μην υπερβαίνει το ύψος των εβδομήντα εκατοστών. Με άλλα λόγια, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ ανταποκρίθηκε στις απαιτήσεις του εγγράφου της Επιτροπής για την εναρμόνισή της στον Κανονισμό, κάτι που δεν έκανε η Κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου.
Η «Τεχνική Λύση», συνεχίστηκε και με την ΚΑΠ 2014-2022, που διαπραγματεύθηκε και αποδέχθηκε η Κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου, ως απότοκο της επιλογής της, να εφαρμόσει το σύστημα των τριών (3) Αγρονομικών Περιφερειών (αρόσιμες εκτάσεις, δενδρώδεις εκτάσεις, βοσκότοποι), στο πλαίσιο των Κανονισμών 1307/2013 και 1306/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, για τις επιδοτήσεις της ΚΑΠ 2014-2022. Σημειώνεται ότι για την επιλογή αυτή, η τότε Κυβέρνηση δεν έλαβε υπόψη της ότι:
1) οι προς ενίσχυση – επιλέξιμοι βοσκότοποι εξακολουθούσαν να είναι περιορισμένοι, εξαιτίας των περιορισμών του ορισμού των μόνιμων βοσκοτόπων που δεν συμπεριελάμβαν τα θαμνολίβαδα και τα δασολίβαδα,
2) μόνο το πέντε τοις εκατό (5%) των συνολικών βοσκοτοπικών εκτάσεων ήταν ιδιόκτητα βοσκοτόπια και
3) η χώρα δεν διέθετε Κτηματολόγιο, Δασικούς χάρτες και Διαχειριστικά Σχέδια Βόσκησης.
2. Με την ανάδειξη του ΣΥΡΙΖΑ στην Κυβέρνηση και προκειμένου να ξεκινήσει το πρώτο έτος εφαρμογής της ΚΑΠ 2014-2020, ως όφειλε πλέον, το ΥΠΑΑΤ εξέδωσε την υπ αριθμ ΥΑ 873/55993/20-5-2015 «Κατανομή βοσκοτόπων στους κτηνοτρόφους της χώρας», ενημερώνοντας σχετικά και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, με την οποία ΥΑ διευρυνόταν η «Τεχνική Λύση» Καρασμάνη και δινόταν η δυνατότητα στους κτηνοτρόφους να εξασφαλίζουν βοσκοτόπους μακριά από την περιοχή δραστηριότητάς τους, όταν δεν επαρκούσαν εκεί οι επιλέξιμες εκτάσεις, αντικαθιστώντας τις δύο (2) γεωγραφικές ζώνες με εννέα (9) χωρικές ενότητες-περιφέρειες, συμπεριλαμβάνοντας τόσο την Κρήτη όσο και την νησιωτική Ελλάδα.
Έκτοτε, η «Τεχνική Λύση» εξακολουθεί να υφίσταται και να υλοποιείται και στο πλαίσιο της ΚΑΠ 2023-2027, όπου διατηρήθηκε η Αγρονομική Περιφέρεια των Βοσκοτόπων, στο πλαίσιο του Εθνικού Στρατηγικού Σχεδίου της ΚΑΠ, που συνέταξε και υλοποιεί η Κυβέρνηση Μητσοτάκη. Υπενθυμίζονται οι πρόσφατες δηλώσεις του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης & Τροφίμων Κ. Τσιάρα, που ανέφερε ότι «η Τεχνική Λύση ήταν μια παραδοχή της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, για να μην χαθούν ευρωπαϊκοί πόροι».
Επιπλέον, πρέπει να σημειωθεί ότι κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης της Ελλάδας, από τη Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ προετοιμάστηκε και εκδόθηκε τον Δεκέμβριο του 2017 ο Ευρωπαϊκός Κανονισμός 2017/2393 (Κανονισμός OMNIBUS). Με τον Κανονισμό αυτό, μεταξύ άλλων, με το άρθρο 3, τροποποιήθηκε το Άρθρο 4(1)(η) του Κανονισμού 1307/2013 και έγινε μία σημαντικότατη για τη χώρα μας, όπως και για τις υπόλοιπες χώρες του Νότου της Ευρώπης, αναθεώρηση του ορισμού των βοσκοτόπων. Συγκεκριμένα, διευρύνθηκε ο ορισμός των βοσκοτόπων, δίνοντας τη δυνατότητα να γίνουν επιλέξιμα προς ενίσχυση τα θαμνολίβαδα και τα δασολίβαδα, με άλλα λόγια, «ο μεσογειακός τύπος βοσκοτόπου».
Με την απόφαση δε 1152/77796/1.6.2018 του Υπουργού ΥΠΑΑΤ και στο πλαίσιο των εθνικών επιλογών για την εφαρμογή των άμεσων ενισχύσεων κατ’ εκτέλεση του Καν.(ΕΕ) 1307/2013 και του Καν. (ΕΕ) 1306/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, ο ορισμός του μόνιμου βοσκότοπου όπως διαμορφώθηκε στον Κανονισμό Omnibus [άρθ.3 του Καν. (ΕΕ) 2017/2393], ενσωματώθηκε στην εθνική νομοθεσία.
Μάλιστα με βάση το νέο ορισμό, η Ελληνική Δημοκρατία προσέφυγε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για την αναίρεση των καταδικαστικών πρωτόδικων αποφάσεων. Οι αποφάσεις επί των αναιρέσεων εκδόθηκαν τον Φεβρουάριο και τον Μάιο του 2020 και δικαίωσαν την Ελλάδα, επιστρέφοντάς της συνολικά τετρακόσια εξήντα έξι (466) εκατ. ευρώ και κατοχυρώνοντας ουσιαστικά την επαναφορά των περίπου 10 εκατ. στρεμμάτων επιλέξιμων βοσκότοπων που είχαν αποκλειστεί με το «Σχέδιο Δράσης».
Ωστόσο, ενώ οι θετικές συνέπειες αυτής της προσπάθειας της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, που περιελάμβανε επιπλέον ελέγχους της επιλεξιμότητας των εκτάσεων, έπρεπε να είχαν αξιοποιηθεί προς όφελος της κτηνοτροφίας μας, η κυβέρνηση της Ν.Δ. φάνηκε ανίκανη να προχωρήσει στις απαραίτητες ενέργειες για την αποτελεσματική υλοποίηση των παραπάνω νομοθετικών πρωτοβουλιών της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ που θα κατέληγαν σε μία λειτουργική εκπόνηση και εφαρμογή των Διαχειριστικών Σχεδίων Βόσκησης. Συγκεκριμένα, η Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ αναγνωρίζοντας την άμεση και επιτακτική ανάγκη εκπόνησης και εφαρμογής των Διαχειριστικών Σχεδίων Βόσκησης, θεσμοθέτησε τον ν. 4351/2015 (ΦΕΚ 164 Α’) «Βοσκήσιμες γαίες Ελλάδας και άλλες διατάξεις» και ακολούθησε η Κοινή Υπουργική Απόφαση με αριθ. 1058/71977/03.07.2017 (ΦΕΚ 2331 Β’) με θέμα «Καθορισμός των Προδιαγραφών και του Περιεχομένου των Διαχειριστικών Σχεδίων Βόσκησης, στο πλαίσιο εφαρμογής των διατάξεων του ν. 4351/2015 (ΦΕΚ 164 Α’)». Σύμφωνα με την ανωτέρω νομοθεσία τα Διαχειριστικά Σχέδια Βόσκησης έπρεπε να εκπονηθούν και να εγκριθούν μέχρι τις 31/12/2019 με διάρκεια ισχύος επτά (7) ετών και τη δυνατότητα για αναθεώρηση και εκ νέου έγκρισή τους μετά το πέρας του διαστήματος αυτού.
3. Με την έλευση της ΝΔ στην Κυβέρνηση το 2019, ο πρώτος Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης & Τροφίμων Μ. Βορίδης, τροποποίησε την παραπάνω απόφαση δίνοντας παράταση δύο ετών (μέχρι 31.12.2021) για την υλοποίηση των Διαχειριστικών Σχεδίων Βόσκησης ενώ σε απάντηση της ερώτησης και ΑΚΕ με αρ. πρωτ. 140/43/6-10-2020 βουλευτών του ΠΑΣΟΚ στις 18-12-2020 αναφέρεται στην ΚΥΑ υπ’ αριθ. 1058/71977/03.07.2017 ΚΥΑ (Β’ 2331) με θέμα «Καθορισμός των Προδιαγραφών και του Περιεχομένου των Διαχειριστικών Σχεδίων Βόσκησης, στο πλαίσιο εφαρμογής των διατάξεων του ν. 4351/2015 (ΦΕΚ 164 Α’)» επισημαίνοντας ότι «καθορίζει τις προδιαγραφές, το περιεχόμενο και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εκπόνηση των Διαχειριστικών Σχεδίων Βόσκησης καθώς και τις διαδικασίες παρακολούθησης ορθής εφαρμογής τους» και ότι «τα Δ.Σ.Β. βρίσκονται στη φάση υπογραφής της προγραμματικής σύμβασης μεταξύ του ΥΠΑΑΤ και των 13 Περιφερειών της χώρας». Ωστόσο, τα Διαχειριστικά Σχέδια Βόσκησης μπήκαν βάση σχεδίου «στο ψυγείο» αφήνοντας έτσι ένα θεσμικό κενό και ασάφειες επί των οποίων αναπτύχθηκε το σκάνδαλο και η διαπλοκή. Έκτοτε, έξι (6) σχεδόν χρόνια μετά, τον Μάιο του 2025 ο νυν Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης & Τροφίμων Κ. Τσιάρας ανακοίνωσε ότι «εντός 18 μηνών αναμένεται να έχουν ολοκληρωθεί τα Διαχειριστικά Σχέδια Βόσκησης στη χώρα μας, αφού ολοκληρώνονται τα τεύχη δημοπράτησης και περνάμε πλέον στη φάση του διαγωνισμού, ώστε εντός 1,5 έτους η Ελλάδα να αποκτήσει πλήρη Διαχειριστικά Σχέδια Βόσκησης». Και αυτό παρότι ο προκάτοχός του Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης & Τροφίμων Λ. Αυγενάκης, τον Απρίλιο του 2024, σε τηλεδιάσκεψη με τους Περιφερειάρχες είχε θέσει ως στόχο «την ενεργοποίησή τους, έως το τέλος του 2024».
Τον Ιούνιο του 2025 και αφού συνεχιζόταν το «Βατερλό» των Διαχειριστικών Σχεδίων Βόσκησης, ο νυν Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης & Τροφίμων Κ. Τσιάρας, ενώ αρχικά είχε δώσει παράταση για την υλοποίησή τους, έως το τέλος του 2026, στην συνέχεια απέσυρε από τις Περιφέρειες την ανάθεση παίρνοντας πίσω από αυτές και τους σχετικούς, γι’ αυτό το έργο, παρακρατηθέντες πόρους. Μάλιστα, αποφάσισε να αναθέσει την εκπόνησή τους, στην «Κοινωνία της Πληροφορίας Μονοπρόσωπη Α.Ε.», μέσω Προγραμματικής Σύμβασης (Υπουργική Απόφαση 150215/2025 – ΦΕΚ 3018/Β/18-6-2025) ανάμεσα στο ΥπΑΑΤ και την «Κοινωνία της Πληροφορίας». Το έργο της εκπόνησης των Διαχειριστικών Σχεδίων Βόσκησης για όλες τις Περιφέρειες, θα χρηματοδοτηθεί από τα τέλη βόσκησης των Περιφερειών και από πόρους του Ταμείου Γεωργίας και Κτηνοτροφίας.
4. Σε κάθε περίπτωση, όπως προκύπτει από το διαβιβαστικό της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας της δικογραφίας για τον ΟΠΕΚΕΠΕ προς τη Βουλή, η έρευνα για την περίοδο 2019-2022, εστίασε στο γεγονός ότι «σε σημαντικό αριθμό ατόμων, που παρουσιάστηκε ψευδώς ως νέοι ή νέες αγρότες, ιδιοκτήτες ή κυρίως ενοικιαστές μεγάλων εκτάσεων βοσκοτόπων, με σκοπό την απόκτηση δικαιωμάτων ενίσχυσης από το Εθνικό Απόθεμα. Οι βοσκότοποι αυτοί βρίσκονταν συχνά μακριά από τον τόπο κατοικίας των αιτούντων και ήταν ως επί το πλείστον δημόσια γη, που είχε διατεθεί αποκλειστικά για χρήση από κτηνοτρόφους χωρίς ιδιόκτητη γεωργική γη. Τα επόμενα έτη, έως το 2024, τα ίδια άτομα φέρονται να υπέβαλαν ψευδείς δηλώσεις ζωικού κεφαλαίου και να ζήτησαν τη διάθεση της αντίστοιχης δημόσιας γης για ενεργοποίηση και διατήρηση των δικαιωμάτων τους». Στη βάση αυτή, το διαβιβαστικό της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας αναφέρεται σε «φερόμενη ως δόλια κατανομή δικαιωμάτων πληρωμής από το Εθνικό Απόθεμα, που οργανώθηκε με συστηματικό τρόπο και σε ιδιαίτερα μεγάλη κλίμακα από εγκληματικές ομάδες που περιλάμβαναν μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου και άλλα στελέχη του ΟΠΕΚΕΠΕ, στελέχη του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, υπαλλήλους του Τεχνικού Συμβούλου του ΟΠΕΚΕΠΕ, καθώς και ιδιοκτήτες Κέντρων Υποδοχής Δηλώσεων, μέσω των οποίων υποβάλλονται αιτήσεις για επιδοτήσεις».
VI.ΕΥΡΩΠΑΙΚΗ ΕΙΣΑΓΓΕΛΙΑ-ΕΡΕΥΝΏΜΕΝΑ ΠΡΌΣΩΠΑ-ΚΕΝΤΡΑ ΥΠΟΔΟΧΗΣ ΔΗΛΩΣΕΩΝ
1. Σύμφωνα με την έρευνα της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας , στελέχη της Διοίκησης και υπάλληλοι του ΟΠΕΚΕΠΕ –συμπεριλαμβανομένων Προϊσταμένων Διευθύνσεων τόσο της Κεντρικής Υπηρεσίας όσο και των Περιφερειακών Διευθύνσεων– καθώς και εκπρόσωποι από τα Κέντρα Υποδοχής Δηλώσεων, ενήργησαν οργανωμένα προκειμένου να δημιουργήσουν ένα σύστημα απουσίας ελέγχων και να εξασφαλίσουν την πληρωμή αιτήσεων που δεν πληρούσαν τις νομικές προϋποθέσεις. Ειδικότερα, “υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις ότι μέλη της Διοίκησης του ΟΠΕΚΕΠΕ προσπαθούν να παρακάμψουν τις διαδικασίες ελέγχου, και ακόμη να τιμωρήσουν υπαλλήλους που θεωρούν υπεύθυνους για τους ελέγχους αυτούς”. Φέρονται δε, να ενεργούν είτε κατόπιν εντολής του αρμόδιου Υπουργού, προκειμένου να αυξήσει την εκλογική του επιρροή, είτε με δική τους πρωτοβουλία για να διευκολύνουν αιτούντες αγροτικών ενισχύσεων που δεν πληρούν τα κριτήρια επιλεξιμότητας, ώστε να λαμβάνουν παράνομα επιδοτήσεις.
2. Ένα τυπικό παράδειγμα, είναι η περίπτωση του Γεώργιου Ξυλούρη, παραγωγού από την Κρήτη, όπου ο ίδιος όπως και μέλη της οικογένειάς του δήλωναν ψευδή αριθμό ζώων, καθώς και επιλέξιμες εκτάσεις εκτός Κρήτης, στα νησιά Χίο και Πάρο. Τόσο ο τότε Αντιπρόεδρος του ΟΠΕΚΕΠΕ Κυριάκος Μπαμπασίδης (διατελέσας αντιπρόεδρος την περίοδο 22/7/22-29/12/23), όσο και ο Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης (διατελέσας Γ.Γ την περίοδο Ιουνίου 2019-Ιουνίου 2025) Γεώργιος Στρατάκος, επέμεναν να πληρωθούν τα μέλη της οικογένειας Ξυλούρη. Ο Μπαμπασίδης Κυριάκος επιβεβαίωνε εγγράφως ότι «μετά από συστημικό έλεγχο 21 ΑΦΜ, διαπιστώθηκε ότι δεν έχουν γη εκτός Κρήτης, τους έχει αποδοθεί ποσοστό κοινοτικών βοσκοτόπων, επομένως ίσως δεν απαιτείται διοικητικός έλεγχος», ενώ ο Σημανδράκος Ευάγγελος ως Πρόεδρος του ΟΠΕΚΕΠΕ (διατελέσας Πρόεδρος την περίοδο 21/07/2022–Δεκεμβριος 2023), είχε διατάξει έλεγχο. Εν τέλει, τα μπλοκαρισμένα ΑΦΜ της οικογένειας Ξυλούρη δεν πληρώθηκαν το 2024, μετά από σχετικό ενημερωτικό σημείωμα της 30ης Νοεμβρίου 2023 από την Παρασκευή Τυχεροπούλου, τότε Προϊσταμένη της Διεύθυνσης Άμεσων Ενισχύσεων και Αγοράς, στο οποίο σημειωνόταν ότι τα απαιτούμενα δικαιολογητικά δεν είχαν υποβληθεί εγκαίρως.
Οι απομαγνητοφωνημένες συνομιλίες μεταξύ του Γεώργιου Ξυλούρη και του Γεώργιου Στρατάκου τον Νοέμβριο 2024, είναι χαρακτηριστικές της δράσης του συστήματος, εντός και εκτός ΟΠΕΚΕΠΕ. Συγκεκριμένα, ο Γεώργιος Ξυλούρης ρωτούσε τον Γιώργο Στρατάκο για την <<υπόθεση Τυχεροπούλου>>, υπονοώντας προφανώς ενέργειες για την απομάκρυνσή της από τον ΟΠΕΚΕΠΕ. Ο Γεώργιος Ξυλούρης επίσης φαίνεται να ενδιαφέρεται για την αντικατάσταση της Ευρωπαίας Εισαγγελέως Πόπης Παπανδρέου, από το γραφείο της EPPO στην Αθήνα, επειδή εκείνη είχε ορίσει την Παρασκευή Τυχεροπούλου ως εμπειρογνώμονα σε προκαταρκτική δικογραφία που χειριζόταν η ίδια. Κατά τη συνομιλία του, με τη Βασιλική Ζαφειρίου, την τότε Προϊσταμένη του Τμήματος Ελέγχου της Περιφερειακής Διεύθυνσης Κρήτης του ΟΠΕΚΕΠΕ, ο Γεώργιος Ξυλούρης την ενημερώνει λεπτομερώς για τις ενέργειες εναντίον της Τυχεροπούλου από τον Πρόεδρο του ΟΠΕΚΕΠΕ, Κυριάκο Μπαμπασίδη, για τις οποίες, όπως λέει, έχει άμεση πληροφόρηση. Επιπλέον, ενημερώνει την κα Ζαφειρίου για παρέμβαση που έκανε με δική του πρωτοβουλία σε μέλος της Κυβέρνησης, με σκοπό την απομάκρυνση της Παπανδρέου από τη θέση της. Ο Γεώργιος Ξυλούρης αναφέρεται επίσης σε αγωγή που έχει καταθέσει κατά της Παρασκευής Τυχεροπούλου και ισχυρίζεται σε συνομιλία του, ότι ο πρώην Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Ελευθέριος Αυγενάκης, με τον οποίο είχε εξαιρετική σχέση, του ζήτησε να υποβάλει την αγωγή.
Αξίζει εδώ να σημειωθεί ότι σύμφωνα με πρόσφατα δημοσιεύματα, επιβλήθηκε από τη διοίκηση του ΟΠΕΚΕΠΕ στην Παρασκευή Τυχεροπούλου, ειδική επιστημονική συνεργάτιδα της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας και μάρτυρα – κλειδί στο σκάνδαλο με τις αγροτικές επιδοτήσεις, πειθαρχική ποινή στέρησης μισθού και αυτό σε συνέχεια της πειθαρχικής διαδικασίας που είχε ασκήσει ο τέως πρόεδρος του ΟΠΕΚΕΠΕ, Κυριάκος Μπαμπασίδης, από τις 24 Σεπτεμβρίου 2024, εις βάρος της, για «παράβαση εχεμύθειας» και για «ανάξια για υπάλληλο συμπεριφορά».
3. Με την υπ’ αριθ. πρωτ. 32786/3-6-2024 εντολή του Προέδρου του ΟΠΕΚΕΠΕ Κυριάκου Μπαμπασίδη, η Περιφερειακή Διεύθυνση Κρήτης διατάχθηκε να διενεργήσει ειδικό διοικητικό έλεγχο σε 20 παραγωγούς/μέλη της οικογένειας Ξυλούρη για το έτος 2023. Όπως προκύπτει από το σχετικό έγγραφο, η εντολή αυτή δόθηκε έπειτα από αίτημα της Εισαγγελίας EPPO Αθηνών (29/4/2024) για πληροφορίες σχετικά με τους εν λόγω παραγωγούς. Ο έλεγχος ολοκληρώθηκε, και σύμφωνα με την έκθεση με αριθμ. πρωτ. 78309/10-12-2024 της Περιφερειακής Διεύθυνσης Κρήτης, διαπιστώθηκε εκτεταμένη απάτη στις αιτήσεις πληρωμών. Έντεκα από τους ελεγχθέντες είχαν ζητήσει πληρωμές για το 2023, ενεργοποιώντας δικαιώματα χωρίς να κατέχουν τα αντίστοιχα στρέμματα, καθώς είτε είχαν δηλώσει ενοικιαζόμενα αγροτεμάχια με εκμισθωτές άλλους συγγενείς τους (που και αυτοί τα είχαν δηλώσει ως ιδιόκτητα), είτε δεν είχαν τίτλους ιδιοκτησίας, είτε διέθεταν τίτλους για πολύ μικρότερες εκτάσεις. Αποτέλεσμα ήταν να απορριφθούν όλα τα δηλωμένα αγροτεμάχια, εκτός από τα δημόσια βοσκοτόπια που τους είχαν κατανεμηθεί στο πλαίσιο της «τεχνικής λύσης».
4. Σύμφωνα με το υπ’ αριθμ. πρωτ. 62124/10-10-2024 σημείωμα του Προϊσταμένου της Περιφερειακής Διεύθυνσης Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης, που εκδόθηκε έπειτα από εντολή ελέγχου, διενεργήθηκε έλεγχος σε 110 παραγωγούς. Για όσους δεν είχαν προηγουμένως ελεγχθεί, εξετάστηκαν από την υπηρεσία του. Μόνο για λίγα από τα δηλωμένα αγροτεμάχια βρέθηκε αποδεικτικό κυριότητας, με αποτέλεσμα να εγκριθεί μόλις το 5% των εκτάσεων που είχαν δηλωθεί.
5. Σε καταγεγραμμένες συνομιλίες, εμφανίζεται επίσης ο Ελευθέριος Ζερβός, ο οποίος ορίστηκε Αντιπρόεδρος του ΟΠΕΚΕΠΕ με απόφαση του υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων Ελευθερίου Αυγενάκη (ΦΕΚ 43/23-1-2024), ως στενός συνεργάτης και άνθρωπος απόλυτης εμπιστοσύνης του. Ο Ελευθέριος Ζέρβος συνομιλεί καθημερινά, κυρίως με Κρητικούς, για θέματα ενισχύσεων και ελέγχων ενώ εμφανίζεται συχνά μαζί με τον Ελευθέριο Αυγενάκη σε δημόσιες εκδηλώσεις, κυρίως στην Κρήτη. Σε συνομιλία του με τον κ. Νικόλαο Κεφαλογιάννη, στις 03/01/2025, ο Ελευθέριος Ζερβός που κατάγεται από την περιοχή Ζωνιανά της Κρήτης, ενημερώνει τον κ. Ν. Κεφαλογιάννη για ανώνυμη καταγγελία που αφορά εκατόν πενήντα (150) άτομα από δύο οικογένειες των Ζωνιανών, Παπαδάκη και Καββαλού, που φέρονται να έχουν δηλώσει υπερβολικό αριθμό ζώων. Η καταγγελία αυτή αναφέρθηκε επίσης ότι κοινοποιήθηκε στον Περιφερειακό Διευθυντή Κρήτης, Κωνσταντίνο Αλεξόπουλο.
Σε συνομιλία του με τον Ελευθέριο Ζερβο, που πραγματοποιήθηκε στις 11-12- 2024, ο Αλεξόπουλος Κωνσταντίνος ανέφερε ότι στις 29-07-2024 του ζητήθηκε ενημέρωση σχετικά με τις ενέργειες της υπηρεσίας του, στο πλαίσιο προκαταρκτικής εξέτασης από τον Εισαγγελέα Πρωτοδικών Ρεθύμνου. Κατέθεσε ότι γνώριζε για την καταγγελία και ότι είχε εντολή να προχωρήσει σε ελέγχους, αλλά λόγω φόρτου εργασίας θα εκτελούνταν αργότερα. Μάλιστα, στην ίδια συνομιλία, ανέφερε ότι είχε ενημερώσει, την ίδια ημέρα, για την κατάθεσή του την Σταυρούλα Κουρμεντζά, τότε Διευθύντρια Τεχνικών Ελέγχων του ΟΠΕΚΕΠΕ. Ο Κωνσταντίνος Αλεξόπουλος επίσης είχε ενημερώσει τον Κυριάκο Μπαμπασίδη για την κλήτευση του από τον Εισαγγελέα. Πέραν του Μπαμπασίδη Κυριάκου, ενημέρωσε και τον Ελευθέριο Ζέρβο, αφού προηγουμένως είχε ενημερώσει τον Γιάννη Τρουλλινό, χωρίς να είναι ξεκάθαρο γιατί ο τέως πλέον μετά τις αποκαλύψεις, διευθυντής του πολιτικού γραφείου του κ. Ιωάννη Κεφαλογιάννη, ενημερώθηκε πριν τον αρμόδιο Αντιπρόεδρο.
6. Σε άλλες καταγεγραμμένες συνομιλίες, ο Κυριάκος Μπαμπασίδης αποδίδει την πληρωμή των μπλοκαρισμένων ΑΦΜ (που βρίσκονται υπό έρευνα για ποινικά αδικήματα), στους Ελευθέριο Ζερβό, Γεώργιο Κέντρο (Διευθυντή Διευθύνσεων Άμεσων Ενισχύσεων και Αγοράς του ΟΠΕΚΕΠΕ), Ζωή Πολιτοπούλου (υπάλληλο της ίδιας Διεύθυνσης). Συγκεκριμένα, στις 14-11-2024, ο Μπαμπασίδης αναφέρει σε άγνωστο συνομιλητή ότι οι Κέντρος και Ζέρβος πλήρωσαν όλα τα ΑΦΜ που είχαν δεσμευτεί από την Εισαγγελία. Στις 13-11-2024 καταγράφεται συνομιλία μεταξύ του Μπαμπασίδη Κυριάκου και του Γιάννη Τρουλλινού, στενού συνεργάτη και τ. διευθυντή του πολιτικού γραφείου του κ. Ιωάννη Κεφαλογιάννη, όπου συζητείται η πληρωμή των δεσμευμένων ΑΦΜ. Σύμφωνα με τον Μπαμπασίδη, τα συγκεκριμένα ΑΦΜ πληρώθηκαν κατά την απουσία του στην Ουγγαρία, και αφού η Πολιτοπούλου, ο Γ. Κέντρος και ο Ελ. Ζέρβος “παραποίησαν τα αρχεία”. Αναφέρεται, επίσης, ότι μεταξύ των πληρωμένων ΑΦΜ υπήρχε και παραγωγός από τη Νίσυρο, ο οποίος είχε προκαλέσει επεισόδιο με υπάλληλο του ΟΠΕΚΕΠΕ, με τον Τρουλλινό να αναφέρει ότι αυτός ο παραγωγός διαδίδει πως ο Ελ. Αυγενάκης κανόνισε την πληρωμή του.
7. Αυτό το οποίο είναι ιδιαίτερα εμφανές στην περίπτωση των μελών της ομάδας που λειτουργούσε εντός και εκτός ΟΠΕΚΕΠΕ, είναι ότι προσαρμόζουν τις ενέργειές τους ανάλογα με την πορεία των εισαγγελικών ερευνών, προσπαθώντας να δώσουν την εντύπωση ότι τηρούνται οι νόμιμες διαδικασίες. Ωστόσο, ο πραγματικός τους στόχος δεν είναι η ουσιαστική εφαρμογή ελέγχων, αλλά η εξασφάλιση της εικόνας της νομιμότητας. Αυτό δημιουργεί κίνδυνο για την αποτελεσματικότητα των ερευνών, καθώς τα πορίσματα και τα αποτελέσματα των ελέγχων μπορεί να αλλοιώνονται σε συνάρτηση με διαρροές σχετικές με τις έρευνες της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας (EPPO).
8. Συμπερασματικά, απ΄όλα τα παραπάνω στοιχεία και ιδίως το έγγραφο της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας, προκύπτει ότι την περίοδο 2019–2024, μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου και στελέχη του ΟΠΕΚΕΠΕ ενήργησαν σε συντονισμό με αρμόδιους του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Εκπροσώπους των Κέντρων Υποδοχής Δηλώσεων (ΟΣΔΕ), και αιτούντες ενισχύσεων στο πλαίσιο του Καθεστώτος Βασικής Ενίσχυσης, προκειμένου: