Ανάλυση: Τι σημαίνει ο αφοπλισμός του PKK για Ιράκ, Συρία και κουρδικό ζήτημα

 Ανάλυση: Τι σημαίνει ο αφοπλισμός του PKK για Ιράκ, Συρία και κουρδικό ζήτημα

Η παράδοση των όπλων από το PKK (Εργατικό Κόμμα του Κουρδιστάν), με ηγέτη τον Αμπντουλάχ Οτσαλάν, σε μια συμβολική τελετή μεταξύ Σουλεϊμανίγιας και Ντοκάν στο βόρειο Ιράκ, δεν αποτελεί απλώς το τέλος μιας ένοπλης εποχής. Σηματοδοτεί μια ιστορική στιγμή για την Τουρκία, το Ιράκ και συνολικά τη Μέση Ανατολή, με αντίκτυπο στις κουρδικές περιοχές της Συρίας και στο διαρκές όραμα ενός ανεξάρτητου κουρδικού κράτους.

Η ανάλυση αυτού του γεγονότος, που συγκλονίζει γεωπολιτικά τις εξελίξεις, απαιτεί προσοχή σε τρία επίπεδα: τις τουρκο-ιρακινές σχέσεις, τις ισορροπίες στη Συρία και το κουρδικό ζήτημα συνολικά.

Το Ιράκ ανάμεσα στην ανακούφιση και τη στρατηγική

Η ιρακινή κυβέρνηση υποδέχτηκε με θέρμη την παράδοση των όπλων του PKK, θεωρώντας τη μια «ιστορική στιγμή» για τον επί δεκαετιών τερματισμό των συγκρούσεων που αιματοκύλησαν τις κουρδοκρατούμενες περιοχές των συνόρων Ιράκ–Τουρκίας, ειδικά στο δύσβατο όρος Καντίλ. Η Βαγδάτη βλέπει μια ευκαιρία για σταθεροποίηση των βορείων περιοχών, περιορισμό των τουρκικών στρατιωτικών επεμβάσεων και ενίσχυση των σχέσεων με την Άγκυρα.

Η τουρκική παρουσία στο ιρακινό έδαφος ήταν για χρόνια δικαιολογημένη με πρόσχημα την αντιμετώπιση του PKK. Μετά την παράδοση των όπλων, το Ιράκ —όπως επισημαίνουν πολιτικοί αναλυτές— έχει πλέον τη δυνατότητα να απαιτήσει την πλήρη αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων. Επιπλέον, αναδύεται η ανάγκη για συνεργασία στους τομείς της ασφάλειας, της οικονομίας (όπως το κρίσιμο ζήτημα του νερού) και της ενέργειας.

Ωστόσο, το τέλος της ένοπλης σύγκρουσης δεν σημαίνει αυτομάτως επίλυση όλων των προβλημάτων. Στις κουρδικές περιοχές του Ιράκ παραμένουν ένοπλα δίκτυα, φιλικά ή ανταγωνιστικά προς το PKK, ενώ η πολιτική σκηνή είναι βαθιά κατακερματισμένη ανάμεσα στο Δημοκρατικό Κόμμα του Κουρδιστάν (KDP) και την Πατριωτική Ένωση του Κουρδιστάν (PUK).

Στη Συρία: Η κουρδική αυτοδιοίκηση υπό πίεση

Το ενδιαφέρον στρέφεται αναπόφευκτα στη βορειοανατολική Συρία, όπου το κουρδικό στοιχείο συγκροτείται γύρω από την Αυτόνομη Διοίκηση και τις Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις (SDF), υπό την ηγεσία του Μαζλούμ Άμπντι. Το PKK είχε ανέκαθεν δεσμούς με τα κουρδικά κινήματα της Συρίας, αν και οι SDF απέφυγαν να ταυτιστούν πλήρως μαζί του για να διατηρήσουν την υποστήριξη των ΗΠΑ στον πόλεμο κατά του ISIS.

Οι τελευταίες εξελίξεις βρίσκουν το κουρδικό στοιχείο της Συρίας σε μια ευαίσθητη καμπή. Οι επαφές που έγιναν στη Δαμασκό μεταξύ του κουρδικού πολιτικού μπλοκ και της κυβέρνησης του Αχμάντ αλ Σαράα σηματοδοτούν μια προσπάθεια συμφιλίωσης, με στόχο τη μετάβαση σε ένα αποκεντρωμένο μοντέλο εξουσίας. Οι Κούρδοι ζητούν συνταγματικές εγγυήσεις για τα πολιτικά και πολιτιστικά τους δικαιώματα, ισότητα μεταξύ των φύλων, κοινωνική δικαιοσύνη και συμμετοχή σε ένα νέο πολιτικό πλαίσιο.

Η Δαμασκός, από την πλευρά της, απορρίπτει κάθε συζήτηση για ομοσπονδιοποίηση ή παραχώρηση διοικητικής αυτονομίας, τονίζοντας ότι «οι θεσμοί του κράτους πρέπει να επιστρέψουν πλήρως σε όλες τις περιοχές», συμπεριλαμβανομένων των πετρελαϊκών και ενεργειακών εγκαταστάσεων. Η κουρδική διοίκηση, ωστόσο, δεν δείχνει διατεθειμένη να υποχωρήσει εύκολα, θεωρώντας ότι έχει κερδίσει με το αίμα των μαχητών της το δικαίωμα να μιλά ως ισότιμος συνομιλητής.

Η φαντασίωση (ή ο εφιάλτης) του κουρδικού κράτους

Η παράδοση των όπλων από το PKK αναθερμαίνει διεθνώς το ερώτημα: Υπάρχει προοπτική για ένα ανεξάρτητο κουρδικό κράτος; Η απάντηση, προς το παρόν, παραμένει όχι —και μάλιστα όχι απλώς λόγω της άρνησης της Τουρκίας, του Ιράν, του Ιράκ και της Συρίας, αλλά και λόγω των εσωτερικών αντιφάσεων του ίδιου του κουρδικού κόσμου.

Η κουρδική υπόθεση παραμένει κατακερματισμένη. Στο Ιράκ, το ημιαυτόνομο Κουρδιστάν διατηρεί ισχυρές τοπικές δομές, αλλά εξαρτάται οικονομικά από τη Βαγδάτη και τις πετρελαϊκές συμφωνίες. Στη Συρία, οι Κούρδοι επιβιώνουν χάρη στη στρατιωτική ισχύ των SDF, αλλά βρίσκονται μεταξύ σφύρας (Σαράα) και άκμονος (Τουρκία). Στην Τουρκία, παρότι το PKK αφήνει τα όπλα, η πολιτική κουρδική εκπροσώπηση παραμένει υπονομευμένη, με το φιλοκουρδικό DEM Parti να αντιμετωπίζει περιορισμούς, συλλήψεις και απαγορεύσεις.

Η δημιουργία κουρδικού κράτους θα προϋπέθετε:

  • Συνοχή μεταξύ όλων των κουρδικών κοινοτήτων (Ιράκ, Συρία, Τουρκία, Ιράν),
  • Διεθνή στήριξη,
  • Αποδοχή από τις κεντρικές κυβερνήσεις,
  • Αποφυγή εσωτερικών διχασμών,
    όλα στοιχεία που σήμερα απουσιάζουν.

Επιπλέον, η Άγκυρα έχει ήδη δηλώσει μέσω του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ότι η στρατηγική της «μια Τουρκία χωρίς τρομοκρατία» περιλαμβάνει και τις απειλές εκτός συνόρων, δηλαδή στον κουρδικό θύλακα της Συρίας. Οποιαδήποτε προσπάθεια ενοποίησης κουρδικών περιοχών σε υπερεθνικό επίπεδο θεωρείται κόκκινη γραμμή για τις περιφερειακές δυνάμεις.

Η επόμενη μέρα: Πού οδηγεί η ειρήνη;

Η ειρήνη Τουρκίας–PKK αποτελεί βήμα προς την περιφερειακή σταθερότητα, αλλά η επόμενη μέρα θα κριθεί από το αν οι κυβερνήσεις Τουρκίας, Ιράκ και Συρίας θα κινηθούν σε κατεύθυνση πολιτικών λύσεων και όχι απλώς στρατιωτικών τακτικισμών. Η Βαγδάτη θα πρέπει να ελέγξει τις περιοχές του βορρά χωρίς να στραγγαλίσει τις κουρδικές φιλοδοξίες. Η Δαμασκός θα πρέπει να πειστεί για την ανάγκη συνταγματικού διαλόγου. Και η Άγκυρα θα πρέπει να αντιμετωπίσει τους Κούρδους πολίτες της όχι ως απειλή, αλλά ως κομμάτι ενός πλουραλιστικού μέλλοντος.

Το κουρδικό ζήτημα, για πρώτη φορά εδώ και δεκαετίες, περνά από το πεδίο της μάχης στο πεδίο της διαπραγμάτευσης. Και αυτή η μετατόπιση — όσο εύθραυστη κι αν είναι — ανοίγει ίσως το πιο δύσκολο κεφάλαιο: αυτό της συμβίωσης.

Αν το παρελθόν του PKK ήταν τα όπλα, το μέλλον των Κούρδων φαίνεται να γράφεται με το αν οι γείτονες και οι ίδιοι θα καταφέρουν να σχεδιάσουν μια ειρηνική, πολυεθνική, πολυγλωσσική Μέση Ανατολή. Μέχρι τότε, η ιδέα ενός κουρδικού κράτους παραμένει όνειρο για κάποιους, εφιάλτης για άλλους — και πάντως μακριά από το να γίνει πραγματικότητα.