Αποκαλυπτική έρευνα των NYT: Πώς οι επιλογές Νετανιάχου οδήγησαν στην παράταση του πολέμου στη Γάζα, με γνώμονα το προσωπικό του πολιτικό συμφέρον
Εκτενής έρευνα των New York Times, βασισμένη σε μαρτυρίες άνω των 110 αξιωματούχων και σε πλήθος επίσημων εγγράφων, αποκαλύπτει πώς οι επιλογές του Μπέντζαμιν Νετανιάχου οδήγησαν στην παράταση του πολέμου, συχνά με γνώμονα το προσωπικό του πολιτικό συμφέρον. Η περίπτωση Νετανιάχου αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα του πώς η πολιτική επιβίωση μπορεί να υπερισχύσει του εθνικού συμφέροντος, ακόμη και σε περιόδους εθνικής κρίσης. Οι αποφάσεις του, όπως καταγράφονται στην έρευνα των New York Times, διαμόρφωσαν καθοριστικά την πορεία και την παράταση του πολέμου στη Γάζα, με συνέπειες που θα βαραίνουν το Ισραήλ για πολλά χρόνια ακόμη.
Η ιστορία θα κρίνει αν η επιλογή του να προτάξει την προσωπική του επιβίωση έναντι της ειρήνης και της εθνικής συμφιλίωσης ήταν τελικά προς όφελος της χώρας ή ένα τραγικό λάθος με ανυπολόγιστο κόστος.
Πριν το ξέσπασμα του πολέμου, η στρατηγική του Νετανιάχου απέναντι στη Χαμάς χαρακτηριζόταν από μια ιδιότυπη ανοχή.
Ενθάρρυνε τη ροή οικονομικής βοήθειας στη Γάζα, επιτρέποντας στη Χαμάς να ενισχύεται και να προετοιμάζεται για μελλοντικές συγκρούσεις. Παράλληλα, η προσπάθειά του να αποδυναμώσει τη δικαστική εξουσία του Ισραήλ προκάλεσε βαθύ διχασμό στην κοινωνία και αποδυνάμωσε τον στρατό, γεγονός που ενθάρρυνε τελικά τη Χαμάς να προχωρήσει στην επίθεση της 7ης Οκτωβρίου 2023.
Παρά τις επανειλημμένες προειδοποιήσεις από τις υπηρεσίες πληροφοριών και την ηγεσία του στρατού για αυξημένο κίνδυνο επίθεσης, ο Νετανιάχου παρέμεινε αμετακίνητος, προτάσσοντας την πολιτική του ατζέντα. Ακόμη και όταν του παρουσιάστηκαν ανησυχητικές εκθέσεις, προτίμησε να δώσει προτεραιότητα στη διατήρηση του κυβερνητικού συνασπισμού του, ο οποίος στηριζόταν σε ακροδεξιά και υπερορθόδοξα κόμματα.
Η επίθεση της Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου βρήκε το Ισραήλ απροετοίμαστο. Από τις πρώτες στιγμές, ο Νετανιάχου φρόντισε να αποποιηθεί των ευθυνών, επισημαίνοντας ότι δεν υπήρχαν συγκεκριμένες πληροφορίες για επικείμενη εισβολή. Η πρώτη του ουσιαστική απόφαση ήταν να διατάξει μαζικούς βομβαρδισμούς στη Γάζα, απαιτώντας από τον στρατό να εντείνει τις επιθέσεις.
Καθώς η σύγκρουση βάθαινε, ο Νετανιάχου βρέθηκε μπροστά σε ένα κρίσιμο δίλημμα: να επιδιώξει την εθνική ενότητα ή να διασφαλίσει την πολιτική του επιβίωση. Όταν του προσφέρθηκε η δυνατότητα σχηματισμού κυβέρνησης εθνικής ενότητας με τον βασικό του αντίπαλο, Γιαΐρ Λαπίντ, αρνήθηκε να απομακρύνει τους ακροδεξιούς συμμάχους του, γνωρίζοντας ότι αυτοί ήταν το «κλειδί» για τη διατήρησή του στην εξουσία.
Καθ’ όλη τη διάρκεια του πολέμου, οι αποφάσεις του Νετανιάχου χαρακτηρίστηκαν από καθυστερήσεις στις διαπραγματεύσεις για κατάπαυση του πυρός, αποφυγή σχεδιασμού για τη μεταπολεμική διακυβέρνηση της Γάζας και επέκταση των επιχειρήσεων, συχνά πέρα από τις εισηγήσεις της στρατιωτικής ηγεσίας. Η εξάρτησή του από τους ακροδεξιούς συμμάχους τον οδήγησε να απορρίψει ή να καθυστερήσει συμφωνίες που θα μπορούσαν να τερματίσουν τη σύγκρουση νωρίτερα, καθώς φοβόταν την κατάρρευση του συνασπισμού και την απώλεια της εξουσίας.
Το κόστος αυτών των επιλογών ήταν βαρύ: κάθε εβδομάδα που περνούσε, εκατοντάδες Παλαιστίνιοι σκοτώνονταν, ενώ ο αριθμός των ομήρων αυξανόταν. Η ισραηλινή κοινωνία διχάστηκε βαθύτερα, ανάμεσα σε όσους απαιτούσαν την απελευθέρωση των ομήρων και σε εκείνους που επέμεναν στη συνέχιση του πολέμου μέχρι την ολοκληρωτική ήττα της Χαμάς.
Παράλληλα, ο Νετανιάχου κατάφερε να ενισχύσει τον έλεγχό του στο κράτος, να αποτρέψει έρευνες για τις ευθύνες του και να διατηρήσει τη θέση του, ακόμη και ενόψει σοβαρών κατηγοριών διαφθοράς. Η συνέχιση του πολέμου του έδωσε χρόνο να ανασυντάξει τον συνασπισμό του και να σχεδιάσει επιθέσεις κατά του Ιράν, διατηρώντας το προφίλ του ισχυρού ηγέτη.