Ανάλυση/Ιράν-Σιίτες: Η σιωπή αποκαλύπτει κρίση ηγεσίας

Οι εξελίξεις στη Μέση Ανατολή μετά τις επιθέσεις της 7ης Οκτωβρίου και τη συνακόλουθη στρατιωτική κλιμάκωση Ισραήλ–ΗΠΑ κατά του Ιράν και των σιιτών συμμάχων του, αποκάλυψαν όχι μόνο τη στρατιωτική έκταση της σύγκρουσης, αλλά και μια βαθύτερη γεωπολιτική μετατόπιση: τη σιωπή των Σιιτών του Κόλπου. Εκεί όπου άλλοτε η Τεχεράνη μπορούσε να υπολογίζει στη στήριξη σιιτικών πληθυσμών για κινητοποιήσεις, διαδηλώσεις ή ακόμη και πολιτική πίεση προς τις τοπικές ηγεσίες, πλέον διαπιστώνεται σταθερή αποστασιοποίηση. Η σταδιακή απώλεια του «ήπιου» ή ιδεολογικού ελέγχου του Ιράν επί αυτών των κοινοτήτων, σε συνδυασμό με την αδυναμία αντίδρασης του σιιτικού άξονα σε επίπεδο δρόμου, προμηνύει βαθιά κρίση περιφερειακής ηγεσίας για την Τεχεράνη.
Η εικόνα αυτή διαμορφώνεται σε μια συγκυρία όπου η Τεχεράνη υφίσταται άμεσες επιθέσεις στα εδάφη της, βλέπει το δίκτυο των συμμάχων της στη Μέση Ανατολή να φθείρεται και ταυτόχρονα αδυνατεί να προβεί σε συγκροτημένη αντίδραση.
Η παρακαταθήκη της επανάστασης και η μετατόπιση του παρόντος
Από το 1979, το Ιράν επεδίωξε συστηματικά να μετατρέψει το σιιτικό θρησκευτικό συναίσθημα σε πολιτικό εργαλείο περιφερειακής στρατηγικής. Σε χώρες όπως η Σαουδική Αραβία, το Μπαχρέιν και το Ιράκ, σιιτικές κοινότητες υπήρξαν για δεκαετίες αντικείμενο ιδεολογικής επιρροής και μέσο για έμμεση παρέμβαση στις εσωτερικές υποθέσεις των αντίπαλων καθεστώτων.
Ωστόσο, παρά το παρελθόν αυτό, η τρέχουσα γεωπολιτική συνθήκη καταδεικνύει ότι οι ίδιες αυτές κοινότητες δεν κινητοποιούνται πλέον υπέρ της Τεχεράνης, ακόμη και όταν η τελευταία βάλλεται ευθέως από ισραηλινές και αμερικανικές επιθέσεις στο Λίβανο, τη Συρία, την Υεμένη αλλά και εντός των ιρανικών συνόρων.
Η αποτυχία αυτή δεν είναι απλώς επιχειρησιακή· συνιστά στρατηγική ήττα στην καρδιά του σιιτικού δόγματος εξωτερικής πολιτικής του Ιράν.
Αποστασιοποίηση των Σιιτών: Πολιτικό φαινόμενο ή στρατηγική επιλογή;
Οι Σιίτες του Κόλπου, που παραδοσιακά βρίσκονταν στο περιθώριο των πολιτικών συστημάτων και λειτουργούσαν ως δυνάμει εσωτερική αντιπολίτευση, ήταν για το Ιράν προνομιακό πεδίο επιρροής. Ωστόσο, μετά τις επιθέσεις του Ισραήλ και των ΗΠΑ τον Οκτώβριο, η Τεχεράνη δεν κατάφερε να αναζωπυρώσει τις παραδοσιακές μηχανές κινητοποίησης.
Ούτε μαζικές διαδηλώσεις, ούτε ρητορικές στηρίξεις, ούτε έκδηλες πολιτικές πιέσεις παρατηρήθηκαν σε χώρες με έντονη σιιτική παρουσία. Ακόμη και ο Μουκτάντα αλ-Σαντρ στο Ιράκ, ισχυρή και χαρισματική φιγούρα του σιιτικού κόσμου, προέτρεψε τη σιιτική κοινότητα να μην εμπλακεί, στέλνοντας ξεκάθαρο μήνυμα αποστασιοποίησης από την Τεχεράνη.
Η αιφνίδια στροφή: Τρεις καθοριστικοί λόγοι
Η αδρανοποίηση των σιιτικών πληθυσμών δεν είναι τυχαία. Στην παρούσα συγκυρία, διακρίνονται τρεις βασικές αιτίες για την απώλεια της «ήπιας ισχύος» του Ιράν:
- Η συμφωνία Ιράν–Σαουδικής Αραβίας με διαμεσολάβηση της Κίνας (Μάρτιος 2022): Το άνοιγμα διαλόγου ανάμεσα στα δύο μεγάλα περιφερειακά αντίπαλα, σε συνδυασμό με την επιθυμία αποφυγής ανάφλεξης, περιόρισε τη νομιμοποίηση παρέμβασης του Ιράν στις εσωτερικές υποθέσεις των γειτόνων του. Η ρητορική σύγκρουσης αντικαταστάθηκε από διπλωματική εγκράτεια, αποδυναμώνοντας τη δυνατότητα ενεργοποίησης των σιιτικών κοινοτήτων.
- Η στρατιωτική φθορά της Χεζμπολάχ και των ιρανικών δυνάμεων: Μετά τις επιθέσεις του Ισραήλ, ακόμη και η Χεζμπολάχ, το «αιχμηρό δόρυ» του Ιράν, υπέστη σοβαρές απώλειες, με αποτέλεσμα την πτώση του ηθικού και την αμφισβήτηση της αξιοπιστίας της Τεχεράνης. Η δυστοκία του Ιράν να υπερασπιστεί τα ερείσματά του στη Συρία και να εμπλακεί ενεργά, επιδείνωσε το αίσθημα αδυναμίας και απογοήτευσης μεταξύ των συμμάχων του.
- Η καταστολή και ο φόβος στις ίδιες τις σιιτικές κοινότητες: Οι αυστηρές πολιτικές ασφαλείας των μοναρχιών του Κόλπου, σε συνδυασμό με την απογοήτευση από την αραβική άνοιξη, ενίσχυσαν τον φόβο για τις συνέπειες πιθανής κινητοποίησης. Οι σιιτικές μειονότητες, αντί να αναζητήσουν ρήξη, επέλεξαν την ουδετερότητα και την αυτοπροστασία, κρατώντας αποστάσεις από τα κελεύσματα της Τεχεράνης.
Η θρυμματισμένη εικόνα της «σιιτικής ηγεσίας»
Η κρίση αυτή δεν πλήττει μόνο την στρατηγική αξιοπιστία του Ιράν, αλλά και τη συμβολική του πρωτοκαθεδρία στον σιιτικό κόσμο. Η αποτυχία του να εμπνεύσει, να κινητοποιήσει και να συσπειρώσει ενόψει υπαρξιακών απειλών, αποκαλύπτει τη θεσμική και ηγετική κόπωση του σιιτικού εγχειρήματος της Ισλαμικής Δημοκρατίας.
Το αφήγημα του «άξονα της αντίστασης», που για δεκαετίες έδινε ταυτότητα και ιδεολογική συνοχή στους συμμάχους του Ιράν, σήμερα ακούγεται κενό. Η σιωπή των δρόμων δεν είναι αποτέλεσμα μόνο καταστολής, αλλά κυρίως απώλειας εμπιστοσύνης και προσδοκίας.
Στρατηγικές συνέπειες για την Τεχεράνη
Το Ιράν, πλέον, αντιμετωπίζει ένα διπλό πρόβλημα:
- Στρατιωτικό, καθώς τα ερείσματά του στη Συρία, στο Λίβανο και στην Υεμένη αποδυναμώνονται χωρίς να μπορεί να παρέμβει καταλυτικά.
- Ιδεολογικό–πολιτικό, καθώς η βασική του δύναμη – η ικανότητα να διαμορφώνει κοινότητες, αφηγήματα και συμπεριφορές μέσω της θρησκευτικής ταυτότητας – υποχωρεί δραματικά.
Η απώλεια αυτής της πολιτικής μαγνητικής δύναμης δεν σημαίνει αναγκαστικά κατάρρευση του ιρανικού καθεστώτος, αλλά αλλαγή φάσης: από ηγετική περιφερειακή δύναμη, σε αμυντικό και περικυκλωμένο κράτος, που παλεύει να διατηρήσει τα ελάχιστα κεκτημένα του.
Το τέλος μιας εποχής επιρροής;
Η μετά τις 7 Οκτωβρίου εποχή φέρνει για το Ιράν μια άνευ προηγουμένου αμφισβήτηση της θέσης του στον σιιτικό κόσμο. Η σιωπή των σιιτικών πληθυσμών, η απροθυμία εμπλοκής των συμμάχων, η απώλεια ηγεμονικού ερείσματος και η στρατιωτική φθορά, συγκλίνουν σε ένα ιστορικό σημείο καμπής.
Μένει να φανεί αν η Τεχεράνη θα μπορέσει να ανασυγκροτήσει την επιρροή της, προσαρμοζόμενη στη νέα πραγματικότητα, ή αν βρισκόμαστε μπροστά στην αρχή του τέλους μιας στρατηγικής που στηρίχθηκε επί δεκαετίες στην ταυτότητα, την πίστη και τη σύγκρουση.