Ισραήλ-Ιράν: Μήνυμα από τις χώρες του Κόλπου για ανεξέλεγκτη κλιμάκωση-Αναλυτές του GCC εκπέμπουν σήμα κινδύνου

 Ισραήλ-Ιράν: Μήνυμα από τις χώρες του Κόλπου για ανεξέλεγκτη κλιμάκωση-Αναλυτές του GCC εκπέμπουν σήμα κινδύνου

Η νέα φάση σύγκρουσης ανάμεσα στο Ιράν και το Ισραήλ, με εκατέρωθεν πυραυλικές επιθέσεις και στοχευμένα πλήγματα υψηλού συμβολισμού, έχει θέσει σε κατάσταση συναγερμού τις χώρες του Αραβικού Κόλπου, οι οποίες βλέπουν τη σύγκρουση να πλησιάζει επικίνδυνα τα γεωγραφικά τους σύνορα. Με φόντο τις πυραυλικές ανταλλαγές και τις αεροπορικές επιθέσεις που απειλούν την περιφερειακή σταθερότητα, οι κυβερνήσεις του Gulf Cooperation Council (GCC) εκφράζουν ανοιχτά την ανησυχία τους για σοβαρούς κινδύνους ασφαλείας και οικονομικής αποσταθεροποίησης, υπογραμμίζοντας την ανάγκη για ενεργοποίηση των διαύλων διαμεσολάβησης και ενίσχυση της διπλωματίας.

Παρά τη διαχρονική τους θέση υπέρ της καταδίκης κάθε πράξης επιθετικότητας, οι χώρες του Κόλπου διατηρούν σαφείς επιφυλάξεις για τη δυνατότητα του Ιράν και του Ισραήλ να ελέγξουν την κλιμάκωση, ιδίως υπό το βάρος γεωστρατηγικών εντάσεων. Η διέλευση πετρελαιοφόρων μέσω του Στενού του Χορμούζ, απειλείται από πιθανές στρατιωτικές συγκρούσεις, ενώ δεν αποκλείονται άμεσες απειλές υπό τη μορφή πυραυλικών επιθέσεων ή δράσης ένοπλων οργανώσεων προσκείμενων στην Τεχεράνη.

Η πρόσφατη ισραηλινή αεροπορική επιχείρηση είχε ως αποτέλεσμα την εξόντωση ανώτερων στρατιωτικών και επιστημονικών στελεχών στο Ιράν και συνοδεύτηκε από χτυπήματα σε πυρηνικές εγκαταστάσεις, με στόχο, όπως ειπώθηκε, να παρεμποδιστεί η ιρανική πορεία προς την κατασκευή πυρηνικού όπλου. Η επίθεση αυτή, σύμφωνα με αναλυτές, εγκυμονεί ακόμη μεγαλύτερους κινδύνους, ειδικά σε περίπτωση πλήγματος στον πυρηνικό σταθμό του Bushehr, όπου πιθανή διαρροή ραδιενέργειας θα μπορούσε να μολύνει τα ύδατα του Περσικού Κόλπου, θέτοντας σε κίνδυνο τις μονάδες αφαλάτωσης από τις οποίες εξαρτώνται άμεσα οι πληθυσμοί των κρατών του Κόλπου.

Το Gulf Cooperation Council διαβεβαίωσε πως μέχρι στιγμής δεν έχουν καταγραφεί ενδείξεις ραδιενεργών διαρροών, ούτε περιβαλλοντικές αποκλίσεις από τα επιτρεπτά επίπεδα, ωστόσο η ψυχολογική πίεση και η προετοιμασία σεναρίων έκτακτης ανάγκης παραμένουν ενεργές.

Σύμφωνα με τον Δρ. Αμπντουλαζίζ μπιν Σάκερ, επικεφαλής του Gulf Research Center, το γεωγραφικό και στρατηγικό πλέγμα αλληλεξάρτησης των κρατών του Κόλπου με το Ιράν καθιστά τη θέση τους εξαιρετικά ευάλωτη. Ο ίδιος τόνισε πως το υπ’ αριθμόν ένα ζητούμενο για τις χώρες του Κόλπου είναι να μην εμπλακούν ενεργά στη στρατιωτική σύγκρουση, καθώς κάτι τέτοιο θα εξέθετε την κυριαρχία, την κοινωνική συνοχή και την εσωτερική τους ασφάλεια σε σοβαρές απειλές.

Ο μπιν Σάκερ προειδοποιεί για πολλαπλές επιπτώσεις από μια παρατεταμένη στρατιωτική κλιμάκωση: πέραν των προφανών κινδύνων ασφάλειας, θα υπάρξουν αρνητικές συνέπειες για τις οικονομίες των χωρών του Κόλπου, ενδεχομένως και μαζική αύξηση της παράτυπης μετανάστευσης από το Ιράν, εάν το εσωτερικό καθεστώς του αποσταθεροποιηθεί.

Ο Dr. Hisham Al Ghanem, αναλυτής στο Malcolm H. Kerr Carnegie Middle East Center, σημειώνει πως ο γεωγραφικός παράγοντας είναι κρίσιμος: η εγγύτητα με τα πεδία της σύγκρουσης και η φιλοξενία αμερικανικών στρατιωτικών βάσεων ενδέχεται να καταστήσουν κάποιες χώρες του Κόλπου πιθανούς στόχους ιρανικής αντεπίθεσης σε περίπτωση έντασης.

Ο Al Ghanem υπογραμμίζει επίσης ότι η οικονομική ευθραυστότητα του Κόλπου επηρεάζεται από ενδεχόμενες διακοπές στις εξαγωγές ενέργειας μέσω του Στενού του Χορμούζ, καθώς και από άμεσες επιθέσεις με πυραύλους ή μέσω πληρεξούσιων ενόπλων ομάδων.

Ως συμπληρωματικό κίνδυνο, ο ίδιος περιγράφει τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις που θα είχε ένα χτύπημα στο Bushehr, ενώ προειδοποιεί ότι κάτι τέτοιο θα επιδείνωνε περαιτέρω το πολιτικό και διπλωματικό κλίμα στην περιοχή.

Ο στρατηγικός αναλυτής Δρ. Ζάφερ αλ-Αζμί συμφωνεί ότι η κλιμάκωση αποτελεί άμεση απειλή για την ασφάλεια του Κόλπου. Εκτιμά ότι το Ιράν θα μπορούσε να επιλέξει ως στρατηγικό στόχο τις ενεργειακές και βιομηχανικές υποδομές των γειτονικών του κρατών, πυροδοτώντας άνοδο των τιμών πετρελαίου και αποσταθεροποίηση της παγκόσμιας αγοράς ενέργειας. Δεν αποκλείει επίσης την ενεργοποίηση ιρανικών συμμάχων στο εσωτερικό ορισμένων κρατών του Κόλπου, προκειμένου να υπονομεύσουν την εσωτερική ασφάλεια.

Ουδετερότητα, διπλωματία και διαχείριση κρίσεων

Σε επίπεδο πολιτικής στρατηγικής, ο Δρ. Αμπντουλαζίζ μπιν Σάκερ επιμένει πως ο κορμός της κοινής πολιτικής των χωρών του GCC βασίζεται σε αρχές νομιμότητας, αποστασιοποίησης και μη παρέμβασης. Καταδικάζουν κάθε μορφή επιθετικότητας, ανεξαρτήτως προέλευσης, και εμμένουν στη τήρηση του διεθνούς δικαίου και των συνθηκών μη διάδοσης όπλων μαζικής καταστροφής.

Κατά τον ίδιο, οι χώρες του Κόλπου έχουν απορρίψει τόσο τις πρακτικές του Ιράν για περιφερειακή ηγεμονία, όσο και τις παράνομες χρήσεις βίας από πλευράς Ισραήλ, με στόχο την επιβολή γεωπολιτικού ελέγχου. Αντιστοίχως, ο bin Sager θεωρεί ότι η πολιτική των ΗΠΑ έχει συχνά αποκλίνει από τις αρχές του διεθνούς δικαίου, και πλέον αντιμετωπίζεται κριτικά από τις αραβικές πρωτεύουσες.

Ο Δρ. Ζάφερ αλ-Αζμί υποστηρίζει ότι οι χώρες του GCC πρέπει να τηρήσουν γραμμή “θετικής ουδετερότητας”, ενισχύοντας παράλληλα τις προσπάθειες διαμεσολάβησης, ενδυναμώνοντας διεθνείς συμμαχίες και αναβαθμίζοντας τις αμυντικές τους υποδομές σε συνεργασία με εταίρους όπως οι ΗΠΑ, η Ε.Ε. και η Κίνα.

Ο Δρ. Χισάμ αλ-Γκανάμ προσθέτει ότι προτεραιότητα πρέπει να δοθεί στην επιτάχυνση των ενεργειακών εναλλακτικών διαδρομών, προκειμένου να μειωθεί η εξάρτηση από το Στενό του Χορμούζ. Επίσης, προκρίνει μια δημόσια στάση ουδετερότητας, με υπόγειες ενέργειες στήριξης πρωτοβουλιών αποκλιμάκωσης, προκειμένου να επιτευχθεί ισορροπία μεταξύ εσωτερικών και διεθνών πιέσεων.

Το τελικό μήνυμα των αναλυτών είναι σαφές: οι χώρες του Κόλπου οφείλουν να παραμείνουν σε τροχιά ειρηνικής διπλωματίας, χωρίς να μετατραπούν σε πιόνια ενός μετωπικού πολέμου.

Οι εξελίξεις των επόμενων ημερών θα κρίνουν εάν η μετριοπάθεια και η γεωστρατηγική ουδετερότητα θα αποδειχθούν αρκετές για να προστατεύσουν τον Κόλπο από έναν νέο κύκλο βίαιης αποσταθεροποίησης.