Ανάλυση: Μπορεί η στροφή Χάφταρ προς την Άγκυρα να φθάσει έως την αναγνώριση του τουρκολιβυκού μνημονίου;

 Ανάλυση: Μπορεί η στροφή Χάφταρ προς την Άγκυρα να φθάσει έως την αναγνώριση του τουρκολιβυκού μνημονίου;

Σε μια περιοχή όπου η γεωπολιτική εναλλάσσεται με τη βία και η διπλωματία με την ισχύ, η περίπτωση της Λιβύης αποτελεί ένα διαχρονικό πεδίο αντιπαραθέσεων αλλά και ευκαιριών. Από το 2019, όταν η Τουρκία υπέγραψε την επίμαχη θαλάσσια συμφωνία με την Κυβέρνηση Εθνικής Συμφωνίας (GNA) της Τρίπολης, έως τις πρόσφατες επαφές της με την αντίπαλη πλευρά της Ανατολικής Λιβύης, με επικεφαλής τον στρατάρχη Χαλίφα Χάφταρ, έχει μεσολαβήσει μια ριζική αναδιάταξη συμφερόντων. Το νέο σκηνικό περιγράφεται από την ίδια τη στροφή του Χάφταρ προς την Άγκυρα: μια κίνηση που, από πολλούς αναλυτές, ερμηνεύεται ως μια σιωπηλή αναγνώριση της επιρροής της Τουρκίας στη βορειοαφρικανική γεωοικονομία και στην ισορροπία ισχύος στη Μεσόγειο.

Η Τουρκία, παρά τις αρχικές αντιπαραθέσεις με τον Χάφταρ, φαίνεται να επιχειρεί μια διπλωματική αναδίπλωση, αναζητώντας πρόσβαση και επιρροή και στα ανατολικά της Λιβύης.

Η νέα αυτή πραγματικότητα διαμορφώνεται στη σκιά των ευρύτερων ενεργειακών ανταγωνισμών στην Ανατολική Μεσόγειο, όπου η οριοθέτηση ΑΟΖ, η πρόσβαση στους υδρογονάνθρακες και η κατασκευή αγωγών διαμορφώνουν το στρατηγικό παιχνίδι.

Η συμφωνία Τουρκίας-Τρίπολης και η αντίδραση του Χάφταρ

Η αρχική επαφή της Τουρκίας με τη Λιβύη έγινε μέσω της συμφωνίας θαλάσσιας οριοθέτησης που υπέγραψε με την τότε αναγνωρισμένη κυβέρνηση του Φαγιέζ αλ-Σαράτζ το 2019.

Η συμφωνία αυτή προκάλεσε έντονη αντίδραση τόσο από την Ελλάδα όσο και από την Αίγυπτο, οι οποίες τη θεώρησαν παραβίαση των κυριαρχικών τους δικαιωμάτων.

Ο Χάφταρ, ως στρατιωτικός ηγέτης της Ανατολικής Λιβύης, ευθυγραμμίστηκε πλήρως με τη γραμμή των αντιτιθέμενων χωρών και χαρακτήρισε τη συμφωνία παράνομη, αρνούμενος κάθε της νομιμότητα.

Ο ίδιος ο Χάφταρ είχε προχωρήσει το 2020 σε επίσημη δήλωση κατά της συμφωνίας, κατηγορώντας την Τουρκία ότι επεμβαίνει στα εσωτερικά της Λιβύης και ότι επιδιώκει την εγκαθίδρυση νεο-οθωμανικής επιρροής.

Οι δυνάμεις του είχαν απειλήσει με στοχοποίηση κάθε τουρκικής παρουσίας στα λιβυκά εδάφη. Σε εκείνη τη φάση, η Τουρκία υποστήριζε στρατιωτικά την Τρίπολη, συμβάλλοντας στην ανατροπή της πολιορκίας της πρωτεύουσας από τις δυνάμεις του Χάφταρ.

Από τη σύγκρουση στην επαναπροσέγγιση

Η εικόνα, όμως, άρχισε να αλλάζει ριζικά το 2023–2024. Ο γιος του Χάφταρ, Σαντάμ Χάφταρ, πραγματοποίησε επίσκεψη στην Άγκυρα, συνοδευόμενος από ομάδα επιχειρηματιών και συμβούλων. Παράλληλα, ο ανιψιός του, Μπελκάσεμ Χάφταρ, υπέγραψε συμφωνίες συνεργασίας με τουρκικές εταιρείες για έργα υποδομής στην Ανατολική Λιβύη.

Αυτή η μετατόπιση δεν ήρθε τυχαία. Μετά από μια περίοδο σχετικής ακινησίας στο πολιτικό μέτωπο της Λιβύης και τη διεθνή πίεση για τη δημιουργία ενιαίας κυβέρνησης, η Άγκυρα φαίνεται πως προσαρμόζει την πολιτική της ώστε να μην περιορίζεται μόνο στη Δυτική Λιβύη.

Η παρουσία της στην Τρίπολη, όπου διατηρεί ισχυρό στρατιωτικό και πολιτικό αποτύπωμα, συνδυάζεται πλέον με επαφές και σχέσεις στην Κυρηναϊκή, σε μια προσπάθεια διεύρυνσης της επιρροής της σε όλη τη χώρα.

Γεωοικονομική διπλωματία και επενδύσεις

Ο κύριος μοχλός αυτής της νέας προσέγγισης είναι η οικονομία. Η Τουρκία, αντιμετωπίζοντας εσωτερική οικονομική πίεση, αναζητεί στρατηγικές αγορές για τις κατασκευαστικές της εταιρείες, καθώς και για τη στρατιωτική και ενεργειακή της τεχνολογία.

Η Λιβύη προσφέρει όλα αυτά: υποδομές προς ανοικοδόμηση, κοιτάσματα πετρελαίου και φυσικού αερίου, αλλά και μια στρατηγική γεωγραφική θέση.

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, οι εταιρείες TAV, ENKA, αλλά και αμυντικές βιομηχανίες όπως η Baykar, έχουν ήδη εκδηλώσει ενδιαφέρον για δραστηριότητα στην ανατολική Λιβύη.

Η συμφωνία ΧάφταρΤουρκίας περιλαμβάνει, σύμφωνα με αραβικές πηγές, έργα οδικών δικτύων, ανασυγκρότησης αεροδρομίων και ενεργειακών υποδομών.

Παράλληλα, έχει προταθεί η ανανέωση της τεχνικής συνεργασίας σε τομείς ασφάλειας και εκπαίδευσης.

Η στάση της Αιγύπτου και οι περιφερειακές ισορροπίες

Η Αίγυπτος, που παραδοσιακά στηρίζει τον Χάφταρ, παρακολουθεί με προσοχή τις εξελίξεις. Αν και δεν έχει διατυπώσει ανοικτή αντίδραση, αναλυτές εκτιμούν ότι η ενίσχυση της σχέσης Χάφταρ–Τουρκίας μπορεί να διαταράξει τη στρατηγική συνεργασία Καΐρου–Βεγγάζης.

Εν τω μεταξύ η προσέγγισή Αιγύπτου-Τουρκίας, ιδίως μετά τις διμερείς επισκέψεις και τις συνομιλίες Ερντογάν–Σίσι από το 2022 και μετά, οδηγεί σε μείωση της επιθετικής ρητορικής και πιθανή συνεννόηση για τον λιβυκό μεταβατικό χάρτη.

Σύμφωνα με αναλυτές, η σταδιακή προσέγγιση ενδέχεται να οδηγήσει σε συντονισμένη πίεση προς τις λιβυκές παρατάξεις ώστε να προχωρήσουν σε εκλογές και θεσμική σταθερότητα. Αν Αίγυπτος και Τουρκία συμφωνήσουν σε ελάχιστες κοινές γραμμές, τότε οι τοπικές λιβυκές ελίτ ενδέχεται να αναγκαστούν να υπακούσουν σε μια διεθνή λύση συμβιβασμού.

Αμφότερες οι χώρες βλέπουν τη Λιβύη ως αγορά έργων υποδομής. Ο τερματισμός της αντιπαλότητας μπορεί να επιτρέψει τουρκικές και αιγυπτιακές εταιρείες να συνυπάρξουν στην ανοικοδόμηση της χώρας, ιδιαίτερα στους τομείς ενέργειας, κατασκευών και μεταφορών.

Η εξομάλυνση μπορεί να επηρεάσει και την προσέγγιση της Αιγύπτου προς τις τουρκολιβυκές θαλάσσιες συμφωνίες. Αν και η Αίγυπτος έχει υπογράψει ΑΟΖ με Ελλάδα και Κύπρο, σε ένα νέο πλαίσιο εξομάλυνσης θα μπορούσε να επιλέξει διπλωματική σιγή αντί για αντιπαράθεση, διατηρώντας ισορροπία ανάμεσα σε Ελλάδα και Τουρκία.

Πάντως σύμφωνα με Άραβες αναλυτέςη αιγυπτιο-τουρκική προσέγγιση λειτουργεί εκτονωτικά στο λιβυκό ζήτημα και ενδέχεται να επιταχύνει τις διεθνείς πιέσεις για πολιτική λύση. Η Τουρκία προσαρμόζεται σε πιο «ήπιο» ρόλο και η Αίγυπτος διατηρεί τη στρατηγική επιρροή της χωρίς ανοιχτή σύγκρουση. Η Λιβύη ενδέχεται να ωφεληθεί – εφόσον η συνεργασία μεταφραστεί σε κοινή στήριξη σταθερότητας και όχι απλώς σε συμφωνίες επιρροής.

Από την άλλη πλευρά, η Αθήνα διατηρεί επιφυλακτική στάση. Αν και η Ελλάδα έχει επιχειρήσει να αναπτύξει σχέσεις με την ανατολική Λιβύη, οι νέες επαφές της με την Τουρκία επαναφέρουν στο προσκήνιο τη διαμάχη για την ΑΟΖ στην Ανατολική Μεσόγειο. Η αποδοχή της τουρκικής επιρροής από τον Χάφταρ θα μπορούσε να δυσχεράνει τη διατήρηση μιας ενιαίας αντι-τουρκικής διπλωματικής γραμμής.

Πάντως, δεν είναι λίγοι εκείνοι, που συνδέουν το ζήτημα που προέκυψε με τη Μονή της Αγίας Αικατερίνης στο Σινά, με την αναδιάταξη που παρατηρείται στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, τόσο με τη Συρία, όσο και με τη Λιβύη.

Η ρευστότητα της λιβυκής πολιτικής

Το πολιτικό σκηνικό της Λιβύης παραμένει βαθιά διαιρεμένο. Η προσωρινή κυβέρνηση εθνικής ενότητας δεν έχει επιτύχει να οδηγήσει τη χώρα σε εκλογές, ενώ το κοινοβούλιο της Βεγγάζης συνεχίζει να λειτουργεί παράλληλα. Ο Χάφταρ, αν και αμφιλεγόμενος, εξακολουθεί να είναι ο ισχυρότερος στρατιωτικός παράγοντας στην ανατολική Λιβύη, ενώ η Τουρκία φαίνεται να επενδύει σε ένα πολυεπίπεδο σενάριο επιρροής – όχι μόνο μέσω της κυβέρνησης της Τρίπολης αλλά και μέσω τοπικών ελίτ στην ανατολική περιοχή.

Συμπεράσματα – Προς μια τουρκική στρατηγική διπλής όψης

Η νέα προσέγγιση της Άγκυρας έναντι του Χάφταρ δεν αποτελεί αντιστροφή της προηγούμενης πολιτικής, αλλά εξέλιξή της. Η Τουρκία επιδιώκει να μετατρέψει το στρατιωτικό και πολιτικό της κεφάλαιο στη Λιβύη σε οικονομική επιρροή, επεκτείνοντας τη στρατηγική της και πέραν των παραδοσιακών της συμμάχων.

Για τον Χάφταρ, η συνεργασία με την Τουρκία μπορεί να αποτελεί πραγματιστική κίνηση, ώστε να εξασφαλίσει επενδύσεις, τεχνογνωσία και πιθανόν διπλωματική αναγνώριση ενός ρόλου του στο μέλλον της Λιβύης.

Το σκηνικό παραμένει ρευστό, αλλά η τάση δείχνει ότι η Άγκυρα καταφέρνει να λειτουργεί ταυτόχρονα ως παίκτης, μεσολαβητής και επενδυτής. Σε μια περιοχή όπου οι συμμαχίες είναι ευμετάβλητες, η στρατηγική ευελιξία μπορεί να αποδειχθεί το πιο αποτελεσματικό εργαλείο.