Μητσοτάκης: Αναθεώρηση άρθρων… 16, 24, 103-Μεταρρυθμιστική ατζέντα για το 2027 με πίεση στο ΠΑΣΟΚ

 Μητσοτάκης: Αναθεώρηση άρθρων… 16, 24, 103-Μεταρρυθμιστική ατζέντα για το 2027 με πίεση στο ΠΑΣΟΚ

(ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΑΠΑΜΗΤΣΟΣ/ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΥ/EUROKINISSI)

Ως μεταρρυθμιστική “σημαία” στην πορεία προς τις εκλογές του 2027 προτίθεται να χρησιμοποιήσει την πρόταση της ΝΔ για τη Συνταγματική Αναθεώρηση  ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, ο οποίος θέτει ήδη ένα πλαίσιο “μεγάλων αλλαγών” που θεωρεί ότι αφουγκράζονται το κλίμα που επικρατεί στην κοινωνία, ενισχύουν την εικόνα της ΝΔ σε κεντρώους ψηφοφόρους και δυσκολεύουν πολιτικά το ΠΑΣΟΚ, η ηγεσία του οποίου δέχεται ήδη την πίεση του Μεγάρου Μαξίμου να τοποθετηθεί ξεκάθαρα επί των προτάσεων της ΝΔ.

Όλοι ανέμεναν φυσικά ότι στο επίκεντρο της συνταγματικής πρότασης της ΝΔ θα βρισκόταν η αναθεώρηση του εν πολλοίς εμβληματικού για τη ΝΔ άρθρου 16 για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια, το οποίο αποτελεί διαχρονική θέση του νυν κυβερνώντος κόμματος. 

Αλλά και η αναθεώρηση του άρθρου 24 που αφορά στην προστασία του περιβάλλοντος δεν αιφνιδίασε, καθώς είχε επίσης συμπεριληφθεί  και στην προηγούμενη αναθεωρητική πρόταση της ΝΔ, η οποία σύμφωνα με όσα δήλωνε το 2019 ο κ. Μητσοτάκης, “απαντώντας στις μεγάλες προκλήσεις του 21ου αιώνα, προέβλεπε την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων αλλά και την οριζόντια περιβαλλοντική προστασία που θα ενέτασσε την ιδιωτική οικονομική πρωτοβουλία και την ανάπτυξη της χώρας σε ένα σύγχρονο περιβαλλοντικό ισοζύγιο”.

Η νέα μειζονα αλλαγή με την οποία προσέρχεται το κυβερνών κόμμα στην συζήτηση που θα ανοίξει από το φθινόπωρο και θα κορυφωθεί μέσα στο (προεκλογικό) 2026, αφορά στην αναθεώρηση του άρθρου 103 σε μία κατεύθυνση κατεύθυνση άρσης της μονιμότητας στο Δημόσιο, συνδεδεμένη με την αξιολόγηση.

Η συνταγματική κατοχύρωση της αξιολόγησης δεν είναι καινούργια καθώς είχε συμπεριληφθεί από τη ΝΔ στις προτάσεις της και στην προηγούμενη αναθεώρηση, προσδιοριζόμενη “με βάση τις αρχές της αμεροληψίας, της ουδετερότητας, της επαγγελματικής ικανότητας και της αποδοτικότητας”.

Ζήτημα άρσης της μονιμότητας τίθεται ωστόσο για πρώτη φορά με ξεκάθαρο τρόπο, αν και ο ίδιος ο κ. Μητσοτάκης είχε υποστηρίξει πως οι συνθήκες ήταν ώριμες για να ανοίξει μία τέτοια συζήτηση ήδη από το 2014, ως υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης. Τότε δήλωνε πως το εάν θα αφορά του νέους ή τους παλιούς υπαλλήλους είναι ένα ζήτημα που θα συζητήσουμε καθώς υπάρχουν διαφορετικές απόψεις, ενώ χθες κατέστησε σαφές ότι η πρόταση της ΝΔ θα αφορά όλους τους δημόσιους υπαλλήλους, υφιστάμενους και νεοεισερχόμενους.

Σε συνέχεια όσων είπε χθες ο πρωθυπουργός στο ραδιόφωνο του Σκάι, κυβερνητικά στελέχη σημειώνουν ότι “εκλείπουν οι λόγοι που θεσπίστηκε η μονιμότητα, δεν είμαστε πια στην εποχή της πλατείας Κλαυθμώνος, ούτε στις περιόδους που αλλαγή κυβέρνησης σήμαινε και απόλυση των μη αρεστών υπαλλήλων” και προσθέτουν ότι “η μονιμότητα δεν μπορεί να λειτουργεί ως δύναμη αδράνειας, όταν ένας υπάλληλος είναι δομικά και συστηματικά ανεπαρκής”.

  • Πέραν των γενικών θέσεων , το πώς θα εφαρμόζεται στην πράξη μία τέτοια ρύθμιση, είναι ζήτημα που προφανώς θα αποσαφηνιστεί μόνο όταν δημοσιοποιηθεί η αναλυτική πρόταση του κυβερνώντος κόμματος.

Το στίγμα πάντως που δόθηκε από τον ίδιο τον  πρωθυπουργό είναι πως η δυνατότητα απομάκρυνσης υπαλλήλου δεν θα συνδέεται μόνο με πειθαρχικούς λόγους,  κάτι που και σήμερα μπορεί να γίνει, αλλά και με συστηματική ανεπάρκεια, ως προς την απόδοση, “αν η ανεπάρκεια είναι δομική, είναι επίμονη, είναι μόνιμη”, όπως είπε χαρακτηριστικά ο πρωθυπουργός.

“Δεν λέμε να έχεις μια αρνητική αξιολόγηση, αλλά εδώ έχουμε κάποιους δημοσίους υπαλλήλους οι οποίοι συστηματικά αρνούνται να δουλέψουν, πρακτικά”, τόνισε ο κ. Μητσοτάκης.

Είναι σαφές ότι η συγκεκριμένη κυβερνητική θέση θα βρεθεί στο επίκεντρο σκληρής κριτικής ότι συνδέεται με λογική “κοινωνικού αυτοματισμού”, ενώ είναι επίσης βέβαιο ότι εκείνο που έχει αλλάξει σε σχέση με το παρελθόν δεν είναι μόνο το γεγονός ότι  έχουμε ξεπεράσει πια την εποχή που αισθάνονται οι δημόσιοι υπάλληλοι ότι μπορεί να απειλούνται από την αλλαγή μιας κυβέρνησης, όπως δήλωσε ο πρωθυπουργός, αλλά έχει αλλάξει και το πώς προλαμβάνεται κανείς στο δημόσιο. Εδώ και πολλά χρόνια με την εγγύηση  αξιοκρατίας του ΑΣΕΠ, μέσω Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης κ.ο.κ.

Μείζον είναι επίσης το ερώτημα εάν θα μπορούσε πραγματικά να σταθεί μια άρση της μονιμότητας- η  οποία είναι σαφές ότι θα στηρίζεται στην αξιολόγηση– αν δεν βασίζεται και σε ένα σταθερό και ευρύτερα αποδεκτό σύστημα αξιολόγησης, που θα είναι αποτέλεσμα ευρύτερων πολιτικών αλλά και κοινωνικών συναινέσεων. Χωρίς το φαινόμενο που έχουμε δει, κάθε κυβέρνηση να υιοθετεί επί της ουσίας, ως αποτελεσματικότερο κατά την άποψή της, το δικό της σύστημα αξιολόγησης.

Βασικός αποδέκτης της πολιτικής πίεσης της κυβέρνησης είναι ήδη το ΠΑΣΟΚ, από το οποίο προσδοκά η κυβέρνηση να στηρίξει για να υπάρξει πλειοψηφία 180 βουλευτών σε άρθρα όπως το 16 για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια, το 24 για το περιβάλλον και την χωροταξία, το 86 για την ευθύνη υπουργών και το 103 για άρση μονιμότητας στο Δημόσιο. Όπως τονίζουν κυβερνητικά στελέχη “ο πρωθυπουργός κάλεσε το ΠΑΣΟΚ να τοποθετηθεί πάνω στην ξεκάθαρη πρότασή του για άρση της μονιμότητας στο δημόσιο, όχι με μισόλογα αλλά με καθαρές απαντήσεις, καθώς το Σύνταγμα επιτάσει ευρύτερες πλειοψηφίες και συναινέσεις”.