POLITICO/ Το σχέδιο για την ευρωπαϊκή “πολεμική οικονομία”- Πού θα κατευθυνθούν οι επενδύσεις εκατοντάδων δισ.

 POLITICO/ Το σχέδιο για την ευρωπαϊκή “πολεμική οικονομία”- Πού θα κατευθυνθούν οι επενδύσεις εκατοντάδων δισ.

Νέα επενδυτικά κύματα στον αμυντικό τομέα φέρνουν ελπίδες για τεχνολογική αναγέννηση και οικονομική ώθηση στην Ευρώπη, σύμφωνα με ανάλυση του POLITICO.

Από τις μικροκυματικές συσκευές και το GPS μέχρι τα drones και τον προσωπικό υπολογιστή, πολλά καθημερινά αγαθά οφείλουν την ύπαρξή τους σε στρατιωτικά ερευνητικά εργαστήρια. Η λεγόμενη «στρατιωτικο-πολιτική σύντηξη» έχει μεταμορφώσει τομείς πέραν της άμυνας. Τώρα, με την Ευρώπη να ετοιμάζεται για μαζικές επενδύσεις στην άμυνα, μετά από δεκαετίες υποχρηματοδότησης, οι προσδοκίες είναι υψηλές: μήπως η ανάγκη για ασφάλεια φέρει κύμα καινοτομίας και ενισχύσει την παραγωγικότητα της ηπείρου;

Τα υπό εξέλιξη ευρωπαϊκά έργα αρχίζουν ήδη να ανταγωνίζονται εκείνα των ΗΠΑ ως προς τη φιλοδοξία: από πανευρωπαϊκές αντιπυραυλικές ασπίδες έως δορυφορικά συστήματα χαμηλής τροχιάς που θα μπορούσαν να αποτελέσουν εναλλακτικές λύσεις στο ολοένα και πιο αβέβαιο Starlink του Elon Musk. Η ελπίδα είναι ότι η τεράστια αυτή επένδυση θα οδηγήσει σε τεχνολογικές καινοτομίες με πολλαπλά οφέλη για την πολιτική οικονομία, αυξάνοντας την παραγωγικότητα και αυτοχρηματοδοτούμενη μακροπρόθεσμα. Αλλά πόσο ρεαλιστικό είναι αυτό το σενάριο;

Βραχυπρόθεσμα, το οικονομικό κόστος είναι αναπόφευκτο και θα απαιτήσει περικοπές σε άλλους τομείς. «Πρόκειται για περισσότερες δαπάνες, αλλά και καλύτερες δαπάνες», δήλωσε ο Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ Μαρκ Ρούτε στην αρχή του έτους, παραδεχόμενος τα διαχρονικά παράπονα της Ουάσιγκτον για την ευρωπαϊκή συμβολή στην ασφάλεια. Αν και πλέον τα δύο τρίτα των μελών του ΝΑΤΟ καλύπτουν τον στόχο του 2% του ΑΕΠ για την άμυνα, αυτό «δεν αρκεί», σύμφωνα με τον Ρούτε.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει ανοίξει τον δρόμο για στρατιωτικές δαπάνες ύψους 800 δισ. ευρώ. Παράλληλα, η Γερμανία, η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης, ανακοίνωσε σχέδιο επενδύσεων ενός τρισεκατομμυρίου ευρώ για τον εκσυγχρονισμό του στρατού της και την αναβάθμιση των υποδομών.

Νέα πρόσωπα στην αμυντική βιομηχανία

Όπου ρέει δημόσιο χρήμα, ακολουθεί ο ιδιωτικός τομέας. Ένας νέος κύκλος εταιρειών άμυνας αναδύεται για να καλύψει τις ανάγκες της Ευρώπης. Ο Loïc Mougeolle, διευθύνων σύμβουλος της παρισινής Comand AI, έχει βαθιές οικογενειακές ρίζες στη στρατιωτική τεχνολογία. Μετά από εννέα χρόνια σε εταιρεία άμυνας, ίδρυσε τη δική του επιχείρηση το 2022, αμέσως μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία.

«Δεν μπορούμε ποτέ να παράγουμε περισσότερο από έναν στρατηγικό αντίπαλο όπως η Κίνα. Αυτό που χρειάζεται είναι να επιχειρούμε 10 ή 100 φορές πιο αποτελεσματικά», δηλώνει ο Mougeolle. Η πλατφόρμα τεχνητής νοημοσύνης που ανέπτυξε επιταχύνει τη λήψη αποφάσεων στον στρατό: ένας αξιωματικός μπορεί να εκτελεί έργο τεσσάρων.

Προς το παρόν, η Comand AI επικεντρώνεται αποκλειστικά στην άμυνα, όμως ο Mougeolle θεωρεί ότι η τεχνολογία έχει και πολιτικές εφαρμογές—όπως στη διαχείριση στόλων αυτόνομων ρομπότ διανομής ή στην αντιμετώπιση συντονισμένων κυβερνοεπιθέσεων σε ιδιωτικές επιχειρήσεις.

Στρατιωτική έρευνα ως κινητήρας ανάπτυξης

Το στοίχημα πως οι νέες εφευρέσεις θα ωφελήσουν τους πολίτες δεν είναι χωρίς ρίσκο—αν και υπάρχουν ιστορικά παραδείγματα επιτυχίας. Όπως σημειώνει ο καθηγητής του Tufts University Chris Miller, συγγραφέας του “Chip War”, το Υπουργείο Άμυνας των ΗΠΑ χρηματοδότησε βασική έρευνα που οδήγησε σε τεχνολογίες όπως τα μικροτσίπ και οι οθόνες.

Έρευνα του Kiel Institute, που δημοσιεύθηκε πριν τη Διάσκεψη Ασφαλείας του Μονάχου τον Φεβρουάριο, εκτίμησε ότι η μακροπρόθεσμη ευρωπαϊκή παραγωγικότητα μπορεί να αυξηθεί κατά 0,25% για κάθε επιπλέον 1% του ΑΕΠ που επενδύεται σε στρατιωτική έρευνα.

«Οι μεγαλύτερες τεχνολογικές ανακαλύψεις—ειδικά στους υπολογιστές—συνδέονται με έρευνα κατά τη διάρκεια της Διαστημικής Κούρσας», εξηγεί ο καθηγητής του LSE Ethan Ilzetzki. Ο ανταγωνισμός πολέμου ενισχύει την αποδοτικότητα και την καινοτομία. Παρόλο που κανείς δεν επιθυμεί επανάληψη συγκρούσεων τύπου Τριακονταετούς Πολέμου, οι ιστορικές αντιπαλότητες συνέβαλαν στην τεχνολογική υπεροχή της Ευρώπης στους προηγούμενους αιώνες.

Αμφιλεγόμενες προτεραιότητες και κοινωνικές αντιδράσεις

Τα σχέδια ενίσχυσης της άμυνας ήδη προκαλούν αντιδράσεις—κυρίως από αριστερούς κύκλους που ανησυχούν για το μέλλον του κοινωνικού κράτους. Οι οικονομολόγοι Tom Krebs και Isabella Weber, μέσω άρθρου στο Project Syndicate, επισημαίνουν ότι ενώ οι στρατιωτικές δαπάνες αυξάνονται χωρίς όρια, τα κοινωνικά επιδόματα περικόπτονται, εντείνοντας τη δυσαρέσκεια.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η νέα κυβέρνηση των Εργατικών στο Ηνωμένο Βασίλειο: ανακοίνωσε περικοπές ύψους 4,8 δισ. λιρών στην πρόνοια ενώ αύξησε τις αμυντικές δαπάνες κατά 2,2 δισ. λίρες.

Ωστόσο, η αύξηση στις αμυντικές παραγγελίες θα προσφέρει βραχυπρόθεσμα ώθηση στην οικονομία: μεγαλύτερος κύκλος εργασιών εργολάβων άμυνας, αύξηση θέσεων εργασίας στη βιομηχανία και ενίσχυση των μισθών.

Ο επικεφαλής οικονομολόγος της Oxford Economics, Daniel Kral, εκτιμά ότι το εύρος των σχεδίων μπορεί να βοηθήσει την Ευρώπη να ξεπεράσει τη στασιμότητα μέσω ανάπτυξης που βασίζεται στην εσωτερική ζήτηση.

“Ευρωπαϊκή” άμυνα ή εξαρτήσεις;

Παράλληλα όμως με τα θετικά στοιχεία, τίθενται ζητήματα βιωσιμότητας: ενώ όπλα και πυρομαχικά συνυπολογίζονται στο ΑΕΠ, δεν προσφέρουν διαρκή παραγωγικότητα αν παραμένουν αδρανή. Η χρηματοδότηση αυτών των σχεδίων μέσω χρέους αποτελεί σοβαρό κίνδυνο για την οικονομική σταθερότητα της Ευρώπης μακροπρόθεσμα.

Μία λύση είναι οι “έξυπνες” επενδύσεις: η παραγωγή όσο το δυνατόν περισσότερης αξίας εντός Ευρώπης—χωρίς όμως να προκαλείται ένταση με τις ΗΠΑ. Σήμερα πάνω από το μισό των ευρωπαϊκών εξοπλιστικών κονδυλίων καταλήγει σε αμερικανικές εταιρείες.

Ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν, καλεί τις κυβερνήσεις να αντικαταστήσουν τα Patriot και F-35 με ευρωπαϊκά συστήματα όπως τα SAMP/T ή τα Rafale. Η Επιτροπή στηρίζει ενεργά την εγχώρια βιομηχανία στο πλαίσιο των εξοπλιστικών προγραμμάτων.

Ωστόσο χώρες πρώτης γραμμής όπως η Πολωνία ή η Φινλανδία προτάσσουν τις άμεσες ανάγκες τους—έστω κι αν αυτό σημαίνει αγορές από ΗΠΑ, Νότια Κορέα ή Ισραήλ.

“Νέα αίμα” ή βραδύτητα;

“Οι Βαλτικές βλέπουν φωτιά, η Κεντρική Ευρώπη βλέπει καπνό κι όλοι οι υπόλοιποι δεν βλέπουν τίποτα”, σχολιάζει ανώνυμα Ευρωπαίος διπλωμάτης. Πολλά κονδύλια καταλήγουν ακόμη σε παραδοσιακούς κολοσσούς με βραδύτερη προσαρμογή.

Aντίθετα, όπως δείχνει η ανάλυση Ilzetzki, το Υπουργείο Άμυνας των ΗΠΑ προωθεί τον ανταγωνισμό μέσω παράλληλων προμηθειών από πολλές εταιρείες ταυτόχρονα—κι έτσι ενθαρρύνει μικρότερες ή νεότερες επιχειρήσεις να συμμετέχουν με πρωτότυπα προϊόντα.

Περίπου 16% των αμερικανικών αμυντικών δαπανών κατευθύνονται στην Έρευνα & Ανάπτυξη (R&D), έναντι μόλις 4,5% στην Ευρώπη.

Aυτό διατηρεί το τεχνολογικό προβάδισμα των ΗΠΑ κι αυξάνει τις πιθανότητες εξαγωγής καινοτομιών προς την πολιτική ζωή. Για μια πετυχημένη ευρωπαϊκή ανασύνταξη απαιτείται μεγαλύτερο άνοιγμα σε νέους παίκτες—ευέλικτους κι εστιασμένους στα σύγχρονα τεχνολογικά δεδομένα—όπως επισημαίνει ο καθηγητής Dan Breznitz του Πανεπιστημίου Τορόντο: «Χρειάζεται διάθεση ανατροπής του συστήματος· κάποιοι νέοι παίκτες θα γίνουν οι νέοι γίγαντες—κάτι που δεν είμαι σίγουρος ότι κάνει καλά η ΕΕ».

Διαβάστε το αρχικό άρθρο εδώ.