Κωνσταντινούπολη-Ουκρανικό: Ιστορική συμφιλίωση ή παγκόσμια κλιμάκωση… Οργιώδες παρασκήνιο, εύθραυστη Διάσκεψη Κορυφής

 Κωνσταντινούπολη-Ουκρανικό: Ιστορική συμφιλίωση ή παγκόσμια κλιμάκωση… Οργιώδες παρασκήνιο, εύθραυστη Διάσκεψη Κορυφής

Στην παρούσα γεωπολιτική συγκυρία, όπου ο πόλεμος στην Ουκρανία διαμορφώνει το νέο παγκόσμιο τοπίο, η προοπτική για συνομιλίες μεταξύ Βλαντίμιρ Πούτιν και Βολοντίμιρ Ζελένσκι στην Κωνσταντινούπολη αναδύεται ως πιθανή καμπή. Πίσω από την ενδεχόμενη συνάντηση, όμως, κρύβεται ένα πολυεπίπεδο παιχνίδι στρατηγικής ισχύος, στο οποίο εμπλέκονται άμεσα οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Ρωσία, η Ευρωπαϊκή Ένωση και οι νέοι γεωπολιτικοί παράγοντες που αναδύονται από τη Μέση Ανατολή ως την Ασία. Το καθοριστικό σημείο της εξέλιξης ήταν η παρέμβαση του Ντόναλντ Τραμπ, η οποία αποδόμησε το σχέδιο των Ευρωπαίων και του Κιέβου για ένα τελεσίγραφο προς τον Πούτιν.

Ο Αμερικανός πρόεδρος, αντί να πιέσει για κατάπαυση του πυρός, προέτρεψε τον Ζελένσκι να ξεκινήσει άμεσες διαπραγματεύσεις με το Κρεμλίνο, θέτοντας την Κωνσταντινούπολη ως τόπο διεξαγωγής.

Ο Ζελένσκι αποδέχθηκε, θέλοντας να δείξει καλή πίστη και να εκθέσει τον Πούτιν ως τον μοναδικό υπεύθυνο για την αποτυχία των συνομιλιών. Όμως, το αν θα προσέλθει ο Ρώσος πρόεδρος εξαρτάται από πολλά περισσότερα.

Οι λόγοι πίσω από τη στροφή Τραμπ

Ο Ντόναλντ Τραμπ, με τη στάση του, θέλησε να ανακτήσει την πρωτοβουλία των κινήσεων στη διεθνή σκηνή και να διατηρήσει τα ηνία του ειρηνευτικού διαλόγου. Παρουσίασε τον εαυτό του ως διαιτητή ανάμεσα στους εμπολέμους, παρακάμπτοντας Μακρόν, Στάρμερ και Μέρτς, οι οποίοι είχαν πρωταγωνιστικό ρόλο στην ευρωπαϊκή πίεση για άμεση παύση των εχθροπραξιών.

Ενθαρρύνοντας συνομιλίες χωρίς αυστηρά προσχήματα, προσέφερε στον Πούτιν διπλωματική διέξοδο, ενώ παγίδευσε τον Ζελένσκι σε έναν αγώνα εντυπώσεων.

Η πρόταση για διαπραγματεύσεις στην Κωνσταντινούπολη εμφανίζεται ως ουδέτερη επιλογή, σε έναν γνώριμο διπλωματικό χώρο για τη Ρωσία, υπό την αιγίδα της Τουρκίας.

Εξάλλου, από τις 15 Μαΐου, ο Τραμπ αναμένεται να επισκεφθεί τη Μέση Ανατολή, με ενδιάμεση στάση κοντά στην Κωνσταντινούπολη, ενώ ο Υπουργός Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο θα βρίσκεται ήδη στην Τουρκία για τη συνάντηση των ΥΠΕΞ του ΝΑΤΟ.

Θα πάει τελικά ο Πούτιν;

Η απάντηση στο ερώτημα “Θα πάει ο Πούτιν στην Κωνσταντινούπολη;” εξαρτάται πρωτίστως από το αν έχει εξασφαλιστεί συμφωνία επί των βασικών παραμέτρων.

Δηλαδή, είτε:

  1. Έχει υπάρξει προκαταρκτική συμφωνία ανάμεσα σε Ουκρανία, ΗΠΑ και Ρωσία σχετικά με τους όρους τερματισμού των εχθροπραξιών, και η Κωνσταντινούπολη χρησιμεύει μόνο για την επίσημη επικύρωση.
  2. Ή, έχει ήδη διαμορφωθεί διμερής συμφωνία ΗΠΑ-Ρωσίας, με την Ουάσινγκτον να προσφέρει ανταλλάγματα (π.χ. αναστολή κυρώσεων, εγγυήσεις ασφαλείας) και τη Μόσχα να αποδέχεται κατάπαυση πυρός κατά μήκος της υφιστάμενης γραμμής του μετώπου.

Σε αυτά τα δύο σενάρια, ο Πούτιν ενδέχεται να προσέλθει, εμφανιζόμενος ως ο ηγέτης που επιβάλλει τους όρους του, χωρίς να έχει δεχτεί το τελεσίγραφο. Παράλληλα, θα ενισχύσει το αφήγημα της ρωσικής ανθεκτικότητας και θα απομονώσει τη δυτική αφήγηση περί ήττας του Κρεμλίνου.

Οι κίνδυνοι αποτυχίας

Αντίθετα, αν δεν υπάρχει καμία πραγματική σύγκλιση μέχρι τις 15 Μαΐου, τότε οι πιθανότητες επιτυχίας εξανεμίζονται. Οι συνομιλίες θα καταλήξουν σε μια παράσταση επίρριψης ευθυνών, όπου κάθε πλευρά θα προσπαθεί να παρουσιάσει τον αντίπαλο ως τον υπεύθυνο για την κατάρρευση της διαδικασίας.

Σε αυτή την περίπτωση, η συνάντηση πιθανόν να ακυρωθεί, και το πολεμικό μέτωπο θα επανέλθει στο προσκήνιο.

Το ερώτημα μετατοπίζεται τότε στον Ντόναλντ Τραμπ.

Θα κινηθεί:

  • Για νέες κυρώσεις κατά της Ρωσίας και ενίσχυση των ουκρανικών εξοπλισμών;
  • Θα επιχειρήσει επαναδιαπραγμάτευση, ζητώντας από τον Ζελένσκι υποχωρήσεις;
  • Ή θα επιλέξει ουδετερότητα, διακόπτοντας τον ρόλο του ως διαμεσολαβητής;

Κάθε ένα από αυτά τα σενάρια εμπεριέχει σοβαρούς κινδύνους. Μια πλήρης ρήξη ΗΠΑ-Ρωσίας θα οδηγήσει σε κλιμάκωση του πολέμου. Από την άλλη, η αποστασιοποίηση των ΗΠΑ θα αποδυναμώσει το Κίεβο και πιθανώς να ενθαρρύνει το Κρεμλίνο να εντείνει τις στρατιωτικές του επιχειρήσεις.

Η στάση της Ευρώπης

Η Ευρωπαϊκή Ένωση παραμένει εγκλωβισμένη. Από τη μία, η πίεση για απομόνωση της Ρωσίας μέσω νέων κυρώσεων και παραδόσεων πυραύλων στην Ουκρανία.

Από την άλλη, ο φόβος για άμεση σύγκρουση με τη Μόσχα χωρίς σαφείς αμερικανικές εγγυήσεις. Η Ευρώπη έχει σχεδόν εξαντλήσει τα όπλα της απέναντι στη Ρωσία, και η ενεργειακή της εξάρτηση παραμένει αν και μειωμένη, σημαντική.

Χωρίς την κάλυψη του Τραμπ, κανένα κράτος-μέλος δεν πρόκειται να προχωρήσει σε ενέργειες υψηλής έντασης απέναντι στη Ρωσία. Η στρατηγική εξισορρόπηση παραμένει ευαίσθητη και ασταθής.

Ο ρόλος της Τουρκίας

Η Κωνσταντινούπολη, πέρα από το συμβολικό της βάρος, αποτελεί για την Τουρκία ένα διπλωματικό όπλο προβολής ισχύος. Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν φιλοδοξεί να καταγράψει ιστορική συμβολή ως ειρηνοποιός, προσφέροντας έδαφος και ασφάλεια για υψηλού επιπέδου συνομιλίες.

Σε περίπτωση παρουσίας του Πούτιν, ο Ερντογάν ενισχύει το διεθνές του προφίλ και αποσπά πιθανώς ανταλλάγματα και από τις δύο πλευρές.

Αλλά αν οι συνομιλίες αποτύχουν ή δεν λάβουν χώρα, η τουρκική διπλωματία θα καταγράψει μια αποτυχία, ειδικά ενόψει της συνόδου του ΝΑΤΟ και των εξελίξεων στην Ανατολική Μεσόγειο.

Στην ερώτηση “τι θα κάνει τον Πούτιν να πάει στην Κωνσταντινούπολη;” συνοψίζεται σε μία λέξη: συμφωνία. Αν το Κρεμλίνο δει ότι μπορεί να διασφαλίσει εθνικά και στρατηγικά οφέλη μέσα από μια διαδικασία η οποία παρουσιάζεται όχι ως υποχώρηση αλλά ως επιβολή των όρων του, τότε ναι, ο Πούτιν θα παραστεί. Σε διαφορετική περίπτωση, θα μείνει μακριά, θα αφήσει τις ευθύνες να πέσουν στους άλλους και θα συνεχίσει την πολεμική του στρατηγική με μεγαλύτερη ένταση.

Οι επόμενες ημέρες θα είναι καθοριστικές. Η ιστορία δεν γράφεται στις φωτογραφίες των διασκέψεων αλλά στις πραγματικές υποχωρήσεις και εγγυήσεις πίσω από αυτές. Και γι’ αυτό, η Κωνσταντινούπολη ίσως εξελιχθεί σε πεδίο ιστορικής συμφιλίωσης ή νέας παγκόσμιας κλιμάκωσης.