Μέση Ανατολή: Η ορατή συμφωνία ΗΠΑ-Ιράν προκαλεί αναταραχή στο Ισραήλ και προβληματισμό στον IAEA
Σε μια περίοδο που η διπλωματική αστάθεια στη Μέση Ανατολή φτάνει σε οριακό σημείο, η επανέναρξη των έμμεσων διαπραγματεύσεων μεταξύ Ηνωμένων Πολιτειών και Ιράν για το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης έχει θέσει σε επιφυλακή περιφερειακούς και διεθνείς παράγοντες. Οι διαβουλεύσεις, με τη μεσολάβηση του Ομάν, αποτελούν την πρώτη σοβαρή απόπειρα εξομάλυνσης των σχέσεων των δύο χωρών από την επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ. Την ίδια στιγμή, το Ισραήλ εκφράζει βαθιά ανησυχία για το ενδεχόμενο μιας επικείμενης συμφωνίας που θεωρεί ότι ενδέχεται να νομιμοποιήσει τις πυρηνικές φιλοδοξίες του Ιράν. Παράλληλα, ο Διεθνής Οργανισμός Ατομικής Ενέργειας (IAEA) και ο γενικός διευθυντής του Ραφαέλ Γκρόσι επισημαίνουν ότι οποιαδήποτε συμφωνία χωρίς τη συμμετοχή του Οργανισμού θα στερείται νομιμότητας και μηχανισμών επαλήθευσης.
Το ευρύτερο γεωπολιτικό πλαίσιο γίνεται ακόμη πιο περίπλοκο καθώς η Ευρώπη, αν και απούσα από τις διαπραγματεύσεις, παραμένει ενεργός παρατηρητής, θέτοντας σαφή όρια ως προς τις κυρώσεις και την πυρηνική απειλή. Όλα αυτά συμβαίνουν υπό τη βαριά σκιά των αποτυχημένων προσπαθειών αναβίωσης του Κοινού Ολοκληρωμένου Σχεδίου Δράσης (JCPOA) και της κλιμακούμενης έντασης στις σχέσεις Ιράν-Ισραήλ, με το φάσμα στρατιωτικής αναμέτρησης να πλανάται στην περιοχή.
Στο Τελ Αβίβ, οι πληροφορίες που μετέδωσε η Ισραηλινή Ραδιοφωνία (IBC) περί υψηλής πιθανότητας επίτευξης συμφωνίας ΗΠΑ-Ιράν προκάλεσαν συναγερμό. Το κατεστημένο ασφαλείας της χώρας ενημέρωσε ανώτερους υπουργούς για το νέο αυτό σενάριο, σηματοδοτώντας μια ξεκάθαρη μεταβολή στην εκτίμηση του Ισραήλ για την τροχιά των συνομιλιών. Μέχρι πρότινος, η κυρίαρχη άποψη ήταν πως η επίτευξη συμφωνίας ήταν εξαιρετικά δύσκολη, ωστόσο τώρα η εικόνα δείχνει να αλλάζει δραματικά. Ενδεικτικό της σοβαρότητας της κατάστασης είναι η έκτακτη συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου για την πολιτική και την ασφάλεια, η οποία έχει προγραμματιστεί για την ερχόμενη Κυριακή, με μοναδικό αντικείμενο την αξιολόγηση των εξελίξεων.
Παρά τις ενδείξεις για πρόοδο, το Ισραήλ εμμένει στη σκληρή γραμμή του. Ο πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου, ανανεώνοντας τις πάγιες θέσεις του, ζήτησε τη διάλυση της ιρανικής πυρηνικής υποδομής, θεωρώντας την οποιαδήποτε διπλωματική συμφωνία ανεπαρκή χωρίς πλήρη εξάρθρωση του πυρηνικού προγράμματος της Τεχεράνης. Ο ίδιος και κορυφαίοι αξιωματούχοι της ισραηλινής κυβέρνησης έχουν επανειλημμένα διακηρύξει την αποφασιστικότητά τους να εμποδίσουν το Ιράν από το να αποκτήσει πυρηνικά όπλα, ακόμη και μονομερώς εάν χρειαστεί.
Την ίδια ώρα, από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού, ο Ντόναλντ Τραμπ επιβεβαίωσε ότι οι συνομιλίες με την Τεχεράνη προχωρούν καλά, εκτιμώντας πως είναι «σίγουρα δυνατή» μια νέα συμφωνία. Οι Ηνωμένες Πολιτείες και το Ιράν έχουν ήδη ολοκληρώσει τρεις γύρους έμμεσων συνομιλιών μέσω της διπλωματικής διόδου του Ομάν. Κύριος στόχος είναι ο περιορισμός του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν με αντάλλαγμα την άρση οικονομικών κυρώσεων. Στον τρίτο γύρο, που έλαβε χώρα το περασμένο Σάββατο, και οι δύο πλευρές εξέφρασαν συγκρατημένη αισιοδοξία για τη μείωση των διαφορών τους.
Η νέα αυτή δυναμική ανησυχεί ιδιαίτερα τον Ραφαέλ Γκρόσι, επικεφαλής του Διεθνούς Οργανισμού Ατομικής Ενέργειας, ο οποίος προειδοποίησε ότι οποιαδήποτε συμφωνία χωρίς την εμπλοκή του ΙΑΕΑ δεν μπορεί να είναι αξιόπιστη. Κατά τη διάρκεια κοινής συνέντευξης Τύπου με τον Γάλλο υπουργό Εξωτερικών Ζαν-Νοέλ Μπαρό, ο Γκρόσι τόνισε ότι «βρισκόμαστε σε κρίσιμες στιγμές» και ότι πρέπει να υπάρξει πρόοδος τις επόμενες εβδομάδες. Παράλληλα, ανέφερε πως βρίσκεται σε συνεχή επαφή με τον Ιρανό ΥΠΕΞ Αμπάς Αρακτσί και τον Αμερικανό απεσταλμένο Στιβ Γουίτκοφ, υπογραμμίζοντας πως ο ΙΑΕΑ προσφέρει τεχνική υποστήριξη και μηχανισμούς παρακολούθησης για να διασφαλιστεί η συμμόρφωση.
Ο Γκρόσι αποκάλυψε επίσης ότι, παρόλο που οι επιθεωρήσεις στις ιρανικές πυρηνικές εγκαταστάσεις συνεχίζονται, το επίπεδο διαφάνειας έχει υποχωρήσει σημαντικά. Τόνισε ότι παρουσίασε στην Τεχεράνη ένα σύνολο μέτρων για την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης, ωστόσο δεν έκρυψε την ανησυχία του ότι η διμερής διαδικασία ΗΠΑ-Ιράν και η συνεργασία ΙΑΕΑ-Ιράν είναι αλληλένδετες, κάτι που σημαίνει ότι η αποτυχία στη μία μπορεί να επηρεάσει αρνητικά και την άλλη.
Η ευρωπαϊκή στάση απέναντι στις εξελίξεις παραμένει σύνθετη. Ο Γάλλος ΥΠΕΞ εξέφρασε την υποστήριξη του Παρισιού στον διάλογο μεταξύ Ουάσινγκτον και Τεχεράνης, αν και παραδέχθηκε την απουσία της Ευρώπης από τις συνομιλίες. «Είναι προς το συμφέρον της Ευρώπης να μην αποκτήσει το Ιράν πυρηνικά όπλα», ανέφερε, προσθέτοντας πως οι κυρώσεις που είχαν αρθεί πριν από 10 χρόνια μπορούν να επανέλθουν εάν η Τεχεράνη δεν τηρήσει τις δεσμεύσεις της. Επισήμανε ακόμη ότι η ήπειρος πλησιάζει σε μια σημαντική απόφαση για το μέλλον του JCPOA το ερχόμενο καλοκαίρι.
Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε και στο ζήτημα των κυρώσεων. Η Γαλλία κατηγορεί ανοιχτά το Ιράν για παραβίαση των δεσμεύσεων εμπλουτισμού ουρανίου και διατηρεί επιφυλάξεις για την αξιοπιστία των ιρανικών διαβεβαιώσεων. Ωστόσο, αναγνώρισε ότι και οι δύο πλευρές επιδιώκουν μια βιώσιμη και επαληθεύσιμη συμφωνία, εκφράζοντας την ελπίδα πως οι επόμενοι γύροι συνομιλιών θα οδηγήσουν σε απτά αποτελέσματα.
Οι δηλώσεις αυτές έγιναν λίγο μετά από μια κεκλεισμένων των θυρών συνεδρίαση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ για τη μη διάδοση πυρηνικών όπλων, υπό την προεδρία του Μπαρό και με τη συμμετοχή του Γκρόσι. Το γεγονός αυτό ενισχύει την αίσθηση ότι η διεθνής κοινότητα βρίσκεται σε συναγερμό, αναγνωρίζοντας ότι η αποτυχία των συνομιλιών θα μπορούσε να οδηγήσει όχι μόνο σε διπλωματική αποσταθεροποίηση, αλλά και σε στρατιωτική κλιμάκωση στην περιοχή.
Από την πλευρά του, ο Ντόναλντ Τραμπ εξακολουθεί να εφαρμόζει την πολιτική της «μέγιστης πίεσης», με αυστηροποίηση κυρώσεων και ρητορική απειλών. Τον Μάρτιο, έστειλε επιστολή στον Αλί Χαμενεΐ, προτείνοντας απευθείας διαπραγματεύσεις, αλλά και απειλώντας με στρατιωτική δράση εάν η διπλωματική οδός αποτύχει. Το δίπολο αυτό –πρόσκληση για διάλογο και ταυτόχρονη στρατιωτική απειλή– προσδίδει στη διαδικασία μια εύθραυστη ισορροπία, που μπορεί ανά πάσα στιγμή να καταρρεύσει.
Καθώς πλησιάζει ο τέταρτος γύρος συνομιλιών, το ερώτημα που πλανάται είναι αν η διεθνής κοινότητα, υπό την πίεση των γεωπολιτικών συμφερόντων και των πυρηνικών εντάσεων, θα καταφέρει να θέσει ένα σταθερό πλαίσιο ασφάλειας και εμπιστοσύνης ή αν θα οδηγηθεί ξανά σε μια παρατεταμένη κρίση, με άγνωστες συνέπειες για τη Μέση Ανατολή και τον κόσμο.