Άρθρο Κ. Κωτσιόπουλου με αφορμή τον θάνατο του Πάπα Φραγκίσκου: H ορθοδοξία ενώπιον των σύγχρονων προκλήσεων

 Άρθρο Κ. Κωτσιόπουλου με αφορμή τον θάνατο του Πάπα Φραγκίσκου: H ορθοδοξία ενώπιον των σύγχρονων προκλήσεων

Με αφορμή τον πρόσφατο θάνατο του Πάπα Φραγκίσκου και τις επακόλουθες εσωτερικές ζυμώσεις που αναπτύσσονται εντός του κόλπου της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, καθίσταται επίκαιρη η ανάλυση της συμβολής της Ορθόδοξης Θεολογίας και Εκκλησίας στο πολιτισμικό και κοινωνικό γίγνεσθαι του 21ου αιώνα.

Toυ Κωνσταντίνου Κωτσιόπουλου*

Ζούμε στην εποχή της «επιστροφής του Θεού» και της δυναμικής επανόδου της Θρησκείας στον δημόσιο χώρο με πνεύμα εξωστρέφειας και διαλόγου. Ειδικότερα, η αποστολή της Ορθόδοξης Εκκλησίας και Θεολογίας στις νέες γεωπολιτικές, κοινωνικές και πολιτισμικές συνθήκες θέτει την Ανθρωπότητα ενώπιον των ευθυνών της. Η πολιτισμική και θρησκευτική στροφή που παρατηρείται στον χώρο των κοινωνικών και πολιτικών επιστημών είναι ορατή πλέον και στο θεσμικό επίπεδο των υπερεθνικών Οργανισμών, όπως της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Συγκεκριμένα στο άρθρο Ι-52 του Ευρωπαϊκού Συντάγματος, όσο και στο άρθρο 17 της Συνθήκης της Λισαβώνας, τονίζεται ότι η Ευρώπη διατηρεί έναν τακτικό, ισότιμο και ουσιαστικό διάλογο με τις Εκκλησίες, προφανώς γιατί διαπιστώνει την μεγάλη τους συμβολή στην κοινωνική συνοχή, ενότητα και αλληλεγγύη προς τις ευάλωτες κοινωνικές ομάδες, ενώ ο ειρηνοποιητικός χριστιανικός τους λόγος θεμελιώνει την καταλλαγή και την υπέρβαση των αντιθέσεων.

Στις Ευρωπαϊκές χώρες αναπτύσσεται ήδη έντονο ενδιαφέρον για την θρησκευτική διπλωματία. Στην Αγγλία, Γαλλία, Γερμανία, Κύπρο, Ελλάδα και αλλού θεσμοθετούνται κρατικές δομές με σκοπό την παρακολούθηση θεμάτων Θρησκείας και Διπλωματίας, εστιάζοντας στα θέματα Θρησκείας και ειρηνικής συνύπαρξης σε διακρατικό και ενδοκρατικό επίπεδο, θρησκευτικής ελευθερίας και εκπαίδευσης, θρησκευτικής ελευθερίας και προστασίας των Χριστιανικών μειονοτικών πληθυσμών στη Μέση Ανατολή. Επιπλέον, αναδεικνύουν την αξία των διαχριστιανικών και διαθρησκειακών διαλόγων για την ειρηνική συνύπαρξη, τον αμοιβαίο σεβασμό και την αλληλοκατανόηση των Λαών.

Στην ίδια συνάφεια, αποτελεί πλέον κοινό τόπο η διαπίστωση της θεμελίωσης της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων (όχι δικαιωματισμών) και της δημοκρατίας στη Χριστιανική κοινωνική διδασκαλία και ανθρωπολογία. Η παραδοχή αυτή, ακόμη και από αγνωστικιστές φιλοσόφους (J. Habermas), αποδεικνύει την κοινωνική δυναμική της Χριστιανικής πίστης και ιδιαίτερα της Ορθόδοξης, η οποία δεν βαρύνεται από το πνεύμα της «ιεράς εξέτασης», των «σταυροφοριών» και των «πολιτισμικών ιμπεριαλισμών» μέσω αποικιοκρατικών ιεραποστολών.

Στο παγκόσμιο και Ευρωπαϊκό γίγνεσθαι παρατηρούνται ισχυρές τάσεις από-εκκοσμίκευσης ή μετά-εκκοσμίκευσης. Ισχυρές τάσεις, δηλαδή, ενάντια στη θρησκευτική αδιαφορία, τον ατομικισμό, τον χωρίς πίστη ορθολογισμό και τον άκρατο τεχνοκρατικό εκσυγχρονισμό που υποτάσσει τους πάντες στο κατά  Max Weber «σιδερένιο κλουβί της γραφειοκρατίας»,  η οποία απαξιώνει την πνευματικότητα, υπερβατικότητα και το μυστήριο της ζωής.

Στην εποχή της εκκοσμίκευσης αλλά και της απο-εκκοσμίκευσης είναι επιτακτική η ανάγκη καλλιέργειας της Χριστιανικής πνευματικότητάς που θα δώσει νόημα ζωής, ηθικό και αξιολογικό προσανατολισμό. Μέσω του Χριστιανικού πολιτισμού της άσκησης και της εγκράτειας, αλλά και της μέθεξης στο Θεανθρώπινο μυστήριο, οι πιστοί και πολίτες θα αποκτήσουν ψυχική ενδυνάμωση και ανθεκτικότητα στις προκλήσεις και στερήσεις της ζωής, αλλά ταυτόχρονα υπαρξιακό νόημα, πληρότητα και βάθος.

Με τις προϋπόθεσες αυτές σε κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο θα οικοδομηθεί συνείδηση χριστιανικής ταυτότητας, εφόσον ο Χριστιανισμός είναι ο βασικός πυλώνας της Ευρώπης. Στον πυλώνα αυτό ενσωματώνονται άλλωστε το Ρωμαϊκό δίκαιο και η αρχαιοελληνική παράδοση και κληρονομιά. Οι Χριστιανικές ρίζες της Ευρώπης με όλο το πολιτισμικό και πολιτικό φορτίο που μεταφέρουν μπορούν να σταθούν ως ανάχωμα και εμπόδιο απέναντι στους αμφίπλευρους φανατισμούς, θρησκευτικούς και κοσμικούς.

Ειδικότερα, απέναντι στον Θρησκευτικό Φονταμενταλισμό, ο οποίος γκετοποιεί τους μουσουλμανικούς πληθυσμούς στην Ευρώπη και αντιστρατεύεται την ένταξη και ενσωμάτωση αυτών στις χώρες υποδοχής. Το Ισλάμ ως θεοκρατικό σύστημα αρνείται την θρησκευτική ελευθερία, τα ανθρώπινα δικαιώματα και τους διακριτούς ρόλους Θρησκείας-Πολιτείας του Ευρωπαϊκού Χριστιανικού τρόπου ζωής. Από την άλλη πλευρά ο Χριστιανισμός μπορεί να ορθοτομήσει τον λόγο της Αληθείας απέναντι στους μεταμοντέρνους φανατισμούς της πολιτικής ορθότητας, της woke κουλτούρας, της θεοποίησης της τεχνητής νοημοσύνης που καταργεί τον άνθρωπο και τις θέσεις εργασίας και τον μετανθρωπιστικών πειραμάτων που μετατρέπουν το άτομο σε υβριδικό μείγμα ανθρώπου-μηχανής.

Οι καιροί είναι κρίσιμοι. Τώρα, όσο ποτέ άλλοτε, χρειάζεται η κοινή Χριστιανική προσπάθεια με σεβασμό στις ομολογιακές ιδιαιτερότητες που θα αποτρέπει την ομογενοποίηση της Παγκοσμιοποίησης, την λογική του αχαλίνωτου Καπιταλισμού των Τραπεζών και των Χρηματιστηρίων της ελεύθερης αγοράς και την απομάκρυνση των Ελίτ από την κοινωνία και τις ανάγκες της.

Σε εκκλησιαστικό επίπεδο θεμελιώδης προτεραιότητα για την Ορθοδοξία στον 21ο αιώνα είναι η ενίσχυση της Ενότητας και της Συνοδικότητάς της, παγκόσμια και οικουμενικά. Τόσο σε τοπικό, όσο και σε οικουμενικό επίπεδο, συνεχίζει να λειτουργεί κοινοτικά, συνοδικά και ιεραρχικά, χωρίς πρωτεία εξουσίας, αλλά με πρωτεία τιμής και διακονίας εν θεσμώ και προσώπω.

*Καθηγητής Κοινωνιολογίας του Χριστιανισμού ΑΠΘ