Κίνδυνος να διακοπούν δεκάδες έργα- Επιστολή του Συνδέσμου Τεχνικών Εταιρειών σε 4 υπουργούς για την παύση πληρωμών του Δημοσίου

Τον κίνδυνο να διακοπούν οριστικά μικρά και μέσα δημόσια έργα επισημαίνουν εργοληπτικές ενώσεις με επιστολές τους προς τα αρμόδια υπουργεία, καθώς έχουν πάει να γίνουν πληρωμές από πέρυσι μέχρι και σήμερα. Τα αρμόδια υπουργεία άλλα μας λένε κι άλλα κάνουν, σημειώνουν και καταλήγουν: «Ο κίνδυνος τα έργα να διακοπούν οριστικά είναι πλέον υπαρκτός, όχι θεωρητικός»
Η επιστολή του Πανελλήνιου Συνδέσμου Τεχνικών Εταιρειών απευθύνεται στους συναρμόδιους υπουργούς Κ. Πιερρακάκη, Ν. Παπαθανάση, Θ. Λιβάνιο και Χρ. Δήμα και αναφέρεται στο θέμα της ελλιπούς χρηματοδότησης που θέτει σε κίνδυνο την ολοκλήρωση δεκάδων μεγάλων και μικρότερων έργων.
Ολόκληρη η επιστολή του ΠΣΤΕ:
Απλήρωτοι λογαριασμοί έργων πολλών χρηματοδοτικών προγραμμάτων.
Αξιότιμοι κύριοι Υπουργοί,
Σύμφωνα με πολυάριθμες και έντονες διαμαρτυρίες από εργοληπτικές επιχειρήσεις –
μέλη μας, διαπιστώνουμε ότι κατά το χρονικό διάστημα των πρόσφατων τεσσάρων μηνών
πολλοί λογαριασμοί έργων, από διάφορα χρηματοδοτικά προγράμματα, παραμένουν
απλήρωτοι, ειδικά στην περίπτωση έργων μικρού και μεσαίου προϋπολογισμού.
Μοναδική εξαίρεση αποτελούν τα έργα που χρηματοδοτούνται από το Ταμείο Ανάκαμψης και
Ανθεκτικότητας.
Δυσχερέστερη είναι η κατάσταση στα έργα που χρηματοδοτούνται από το Εθνικό
Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων – ΠΔΕ και από το Πρόγραμμα ΥΜΕΠΕΡΑΑ – κυρίως για
τα έργα Phasing αυτού – καθώς το πρόβλημα μη πληρωμής εγκεκριμένων και
υπογεγραμμένων λογαριασμών διαρκεί από την προηγούμενη χρονιά!
Επίσης, διαπιστώσαμε ότι τα έργα Phasing, ενώ εντάχθηκαν στο ως άνω πρόγραμμα,
αυτό έγινε με αρχική πρόβλεψη μηδενικής χρηματοδότησής τους, συνθήκη που δεν έχει
επικαιροποιηθεί, παρότι ήδη περάσαμε στο 2ο δεκαήμερο του Απριλίου 2025. Επιπλέον, για
τα πιο πάνω έργα, δεν δόθηκε καν η δυνατότητα συνεχιζόμενης χρηματοδότησής τους με το
προβλεπόμενο 10% για τους μήνες Ιανουάριο και Φεβρουάριο 2025.
Για ακόμη μία φορά οι εργοληπτικές επιχειρήσεις καλούνται να αντιμετωπίσουν
πολύμηνη καθυστέρηση στην πληρωμή των λογαριασμών και μάλιστα αντιδρούν σφόδρα
όταν διαπιστώνουν αναντιστοιχία δημόσιων τοποθετήσεων της πολιτικής ηγεσίας των
Υπουργείων σας και της πραγματικότητας που υφίστανται σχετικά με τις πληρωμές
εργασιών από προηγούμενα έτη.
Με δεδομένο ότι οι εργοληπτικές επιχειρήσεις:
✓ ήδη βρίσκονται σε δεινότατη οικονομική θέση λόγω της υπέρογκης αύξησης
των τιμών των δομικών υλικών, της εργασίας και της ενέργειας, που
παρατηρούνται συνεχώς τα τελευταία έτη,
✓ ακόμη δεν έχουν πληρωθεί τη νόμιμη αναθεώρηση από το 1ο
τρίμηνο 2022 και
εντεύθεν, που θα αποζημίωνε για αυτές τις πολύ μεγάλες αυξήσεις στο κόστος
κατασκευής των έργων,
✓ στην πλειοψηφία τους βρίσκονται – χωρίς δική τους ευθύνη – μπροστά στο
ενδεχόμενο να μην μπορούν να εκπληρώσουν τις οικονομικές τους
υποχρεώσεις όπως : αδυναμία καταβολής ΦΠΑ που ενώ έχει τιμολογηθεί δεν
έχει εισπραχθεί, αδυναμία πληρωμής των ασφαλιστικών εισφορών των
εργαζομένων και συνεργατών τους καθώς και των αμοιβών των προμηθευτών
τους κ.ο.κ. διακινδυνεύοντας τόσο την ομαλή ροή κατασκευής των έργων όσο
και τη βιωσιμότητα των εταιρειών τους.
✓ η τραπεζική χρηματοδότηση των εταιρειών αυτής της κλίμακας είναι
ουσιαστικά κλειστή – παρά τις περί του αντιθέτου διαβεβαιώσεις σε διάφορα
forum και ομιλίες τόσο των εκπροσώπων του τραπεζικού κλάδου όσο και της
πολιτικής ηγεσίας του Υπουργείου σας
ο κίνδυνος τα έργα να διακοπούν οριστικά είναι υπαρκτός και όχι θεωρητικός.
Σημειώνουμε ιδιαιτέρως ότι τα μέλη μας ουδέποτε ενημερώθηκαν ότι δεν θα πληρωθούν
σύμφωνα με τα εγκεκριμένα χρονοδιαγράμματα των έργων και κατά συνέπεια
αδυνατούν εκ των υστέρων να ενσωματώσουν στον επιχειρηματικό τους σχεδιασμό ένα
τέτοιο ενδεχόμενο, με αποτέλεσμα μόλις λίγες ημέρες πριν την Μεγάλη Εβδομάδα του
Πάσχα οι εργοληπτικές επιχειρήσεις μέλη μας να μην μπορούν να ανταπεξέλθουν σε
στοιχειώδεις υποχρεώσεις τους.
Η επιλογή της κάκιστης ροής χρηματοδότησης της συντριπτικής πλειοψηφίας των
δημοσίων συμβάσεων έργων οδηγούν στην καθυστέρηση ολοκλήρωσης σημαντικών
έργων υποδομής, εξανεμίζουν την ρευστότητα των μικρομεσαίων κατασκευαστικών
επιχειρήσεων και αυξάνουν δυσανάλογα την έκθεσή τους σε κινδύνους οικονομικής
φύσεως.