Η σήψη του συνδικαλισμού και οι ανυπεράσπιστοι εργαζόμενοι
Λίγο πριν από τη γενική απεργία της 20ης Νοεμβρίου, δύσκολα μπορεί να ανιχνεύσει κανείς στην κοινωνία πρόθεση ισχυρής συμμετοχής σ’ αυτή.Δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός βέβαια. Αν εξαιρέσει κανείς τις κινητοποιήσεις που έγιναν στα χρόνια των μνημονίων (ιδιαίτερα στο διάστημα από το 2010 έως το 2014), τόσο πριν όσο μετά η συμμετοχή των εργαζόμενων (κυρίως του ιδιωτικού τομέα) ήταν από περιορισμένη έως αναιμική.
Ακόμα όμως και τώρα, που η οικονομική αβεβαιότητα αυξάνεται, ο πληθωρισμός ανεβαίνει, οι μισθοί παραμένουν ουσιαστικά καθηλωμένοι και η ακρίβεια καλπάζει φαίνεται ότι δεν υπάρχει αυτή η συνδικαλιστική οργάνωση η οποία θα εμπνεύσει τους εργαζόμενους και θα τους “παρασύρει” σε κλιμάκωση της ταξικής μάχης στο δρόμο.
Αν ρωτήσουμε γύρω μας εργαζόμενους για το αν γνωρίζουν ότι η ΓΣΕΕ έχει προγραμματίσει για τις 20 Νοεμβρίου πανελλαδική απεργία, οι θετικές απαντήσεις που θα πάρουμε θα είναι πολύ λίγες, ελάχιστες.
Η απαξίωση του συνδικαλιστικού κινήματος είναι στις μέρες μας μεγαλύτερη παρά ποτέ. Στις προηγούμενες γενικές απεργίες τα ποσοστά συμμετοχής ανά κλάδο πλησίασαν σε μονοψήφιους αριθμούς. Ο κόσμος δεν κινητοποιείται πλέον, προτιμά την ιδιώτευση, το κυνήγι των ατομικών λύσεων, τον “εγκλεισμό” στον οικογενειακό του περίγυρο και μόνο. Δεν διεκδικεί συλλογικά παρά μόνο ατομικά. Και αυτό υπό προϋποθέσεις.
Ο κόσμος επίσης φοβάται. Η ανασφάλεια είναι έκδηλη παντού, σχεδόν σε όλους τους χώρους δουλειάς, ακόμα και στο δημόσιο. Φαντάζει αδιανόητο στις ημέρες υπάλληλος μεγάλου σούπερ μάρκετ (παράδειγμα δίνουμε) να απεργήσει. Σε ημέρες γενικής απεργίας τα καταστήματα μένουν ανοιχτά ακόμα και στο κέντρο της Αθήνας. Ακόμα και 20 χρόνια πριν κάτι τέτοιο θα φάνταζε αδιανόητο.
Σε συνέντευξη του στο Flash ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ Γιάννης Παναγόπουλος τόνισε μεταξύ άλλων: “Από την αρχή του έτους ξεκινήσαμε μια μεγάλη καμπάνια κατά της ακρίβειας, η οποία κορυφώθηκε στις 17 Απριλίου με την απεργιακή κινητοποίηση. Και τώρα κάνουμε το ίδιο. Γυρίζουμε όλη την Ελλάδα. Σήμερα ξεκινούν οι δράσεις μας σε Θεσσαλονίκη και Αθήνα”.
Εντόπισε κανείς δράσεις αυτής της καμπάνιας; Εγινε σημείο αναφοράς; “Επαιξε” στα ΜΜΕ; Καταλάβε, τέλος πάντων, κανείς ότι η ΓΣΣΕ κάνει τέτοιου είδους καμπάνια;
Ας είμαστε ειλικρινείς μεταξύ μας, η απάντηση είναι όχι. Οι μεγάλες “κορυφές” του έτσι και αλλιώς απαξιωμένου ελληνικού συνδικαλισμού βρίσκονται πια πολύ μακριά από τις εργαζόμενες μάζες. Το χειρότερο; Φαίνεται ότι δεν ενδιαφέρονται ώστε να τις προσεγγίσουν ουσιαστικά, χρησιμοποιώντας, μεταξύ άλλων, και τη νέα τεχνολογία. Η απάθεια, θα έλεγε κανείς, ότι διαχέεται από πάνω προς το κάτω.
Ορθώς φυσικά η ΓΣΕΕ ζητά την επιστροφή των συλλογικών διαπραγματεύσεων. Οταν όμως αυτές υπήρχαν πριν από τα μνημόνια, η διαπραγματευτική μετριότητα των Ελλήνων συνδικαλιστών (το διατυπώνουμε όσο πιο κομψά γίνεται) καθήλωνε τους μισθούς ακόμα και σε συνθήκες απίστευτης κερδοφορίας των επιχειρήσεων, ιδιαίτερα των μεγάλων.
Πολλά, σχεδόν τα πάντα, πρέπει να αλλάξουν. Αλλά, τέλος πάντων, το να μαθαίνουν εγκαίρως οι εργαζόμενοι ότι απεργούν (αυτή τη φορά στις 20 Νοεμβρίου) δεν είναι πολυτέλεια. Το να ενημερώνονται για τα αιτήματα, τον τρόπο διεκδίκησης, τις εναλλακτικές που μπορεί να υπάρχουν επίσης δεν είναι πολυτέλεια. Η εκπροσώπηση δεν είναι πολυτέλεια. Το νοιάξιμο, σε τελική ανάλυση, για τον εργαζόμενο, δεν είναι πολυτέλεια.
Ας το ξαναγράψουμε λοιπόν: Στις 20 Νοεμβρίου οι εργαζόμενοι στην Ελλάδα απεργούν και διεκδικούν καλύτερους μισθούς, βελτίωση συνθηκών εργασίας και αντιμετώπιση της θηριώδους ακρίβειας.