Ιδιωτικά εκπαιδευτήρια: Γιατί αυξάνεται ο τζίρος σε καιρούς κρίσης και πώς οι γονείς “φεύγουν” από τη δημόσια εκπαίδευση

 Ιδιωτικά εκπαιδευτήρια: Γιατί αυξάνεται ο τζίρος σε καιρούς κρίσης και πώς οι γονείς  “φεύγουν” από τη δημόσια εκπαίδευση

Την ώρα που η οικονομική κρίση μαστίζει ολόκληρη την κοινωνία και το ελληνικό νοικοκυριό αδυνατεί να τα βγάλει πέρα, παρουσιάζεται το οξύμωρο φαινόμενο, τα ιδιωτικά εκπαιδευτήρια να αυξάνουν τον τζίρο τους, αύξηση που φτάνει το 20%. Ο πρόεδρος της ΟΙΕΛΕ μιλά στο libre για το πώς η κυβέρνηση σπρώχνει αναγκαστικά «πελατεία» στα ιδιωτικά σχολεία, μέσω της υποχρηματοδότησης της δημόσιας παιδείας.

Και ενώ είναι άκρως ανησυχητικά τα μηνύματα από την πορεία του τζίρου του κλάδου μεταποίησης , καθώς η πτώση 13,9% του β’ τριμήνου, επιταχύνθηκε στο 14,5% το γ’ τρίμηνο (ο τζίρος των επιχειρήσεων στο σύνολο της οικονομίας μειώθηκε 8,7%) εξαίρεση της γενικής τάσης αποτελεί η αύξηση του τζίρου στα ιδιωτικά εκπαιδευτήρια κατά 20%.

Μελετώντας τα πιο πρόσφατα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, για το έτος 2020/21, παρατηρούμε ότι οι εγγεγραμμένοι μαθητές στα ιδιωτικά αυξάνονται, συγκριτικά με το 2019/20. Αυτό εξηγεί και την αύξηση του τζίρου.

ΓΥΜΝΑΣΙΟ

ΛΥΚΕΙΟ

ΝΗΠΙΑΓΩΓΕΙΑ

ΔΗΜΟΤΙΚΑ

Τα δίδακτρα είναι στα ύψη, ακολουθώντας την ανοδική πορεία όλων των αγαθών και υπηρεσιών. Ενδεικτικά:

American Academy School

Ένα από τα παλαιότερα ιδιωτικά εκπαιδευτήρια της Αθήνας είναι η Σχολή Μωραΐτη -μάλιστα είναι από τα πρώτα σχολεία της χώρας που έδωσε τη δυνατότητα για διεθνές απολυτήριο λυκείου – βασικού κριτήριο για γονείς που επιλέγουν ένα ιδιωτικό σχολείο. Τα ετήσια δίδακτρα ξεκινούν από €9.100 για το Δημοτικό και φτάνουν στα €10.250 για το Λύκειο και στα €13.795 για τις δύο τελευταίες τάξεις του προγράμματος IB, συν το κόστος του σχολικού λεωφορείου από €910 έως και €1.900.

Αντίστοιχα ποσά συναντάμε και σε ακόμα ένα γνωστό εκπαιδευτήριο των Β. Προαστίων, τη Σχολή Ι. Μ. Παναγιωτόπουλου, με ετήσιο κόστος από €5.980 έως €7.980, συμπεριλαμβανομένης της μεταφοράς των μαθητών με σχολικό λεωφορείο, αλλά και στη Σχολή Χιλ στην Πλάκα ή το δημοφιλές Anatolia College της Θεσσαλονίκης.

Για τα Αρσάκεια-Τοσίτσεια Σχολεία στην Αθήνα τα δίδακτρα ενδεικτικά ξεκινούν από €5.090 έως και €6.920, με προκαταβολή περίπου το ¼ του συνόλου και το υπόλοιπο ποσό να καταβάλλεται σε 8 σχεδόν ισόποσες δόσεις σε συγκεκριμένα χρονικά διαστήματα.

Να σημειωθεί πως οι τιμές αφορούν μόνο τη φοίτηση. Τα κόστη όπως η Συνδρομή Σχολικού Ταμείου, τα κόμιστρα του σχολικού λεωφορείου, η αγορά βιβλίων, σχολικών στολών είναι έξτρα χρήματα.

Γιατί , όμως, τα ιδιωτικά σχολεία ανθούν; Γεγονός οξύμωρο για τις μέρες μας, δεδομένης της οικονομικής κρίσης που βουλιάζει τη χώρα.

Ο πρόεδρος της ΟΙΕΛΕ (Ομοσπονδία ιδιωτικών Εκπαιδευτικών Λειτουργών Ελλάδος) και διευθύνων σύμβουλος της ΚΑΝΕΠ ΓΣΕΕ (Κέντρο Ανάπτυξης Εκπαιδευτικής Πολιτικής της Γενικής Συνομοσπονδίας Εργατών Ελλάδας), Γιώργος Χριστόπουλος, εξηγεί, μιλώντας στο libre, πως αυτή η άνθηση των ιδιωτικών «σχετίζεται με την υποχρηματοδότηση της δημόσιας εκπαίδευσης», επισημαίνοντας το οξύμωρο πως «ενώ είμαστε η χώρα με τη μεγαλύτερη υποχρηματοδότηση στη δημόσια εκπαίδευση στην Ευρώπη, είμαστε η τέταρτη χώρα στην ΕΕ για δαπάνες στην ιδιωτική παιδεία –απαιτούνται τον χρόνο 3,1 δις».

Στους λόγους που κάνουν έναν γονιό να στραφεί στα ιδιωτικά εκπαιδευτήρια προσθέτει και το γερασμένο εκπαιδευτικό προσωπικό των δημοσίων, αναφέροντας χαρακτηριστικά πως ο Μ.Ο. ηλικίας στη δευτεροβάθμια είναι τα 51 έτη και στην πρωτοβάθμια τα 46. Επίσης, «η περίοδος της πανδημίας έπαιξε ρόλο στη στροφή στα ιδιωτικά. Το πανελλήνιο δίκτυο δε λειτούργησε σωστά, τα παιδιά έχασαν πολλά και πολλοί στράφηκαν στην ιδιωτική παιδεία». «Η ιδιωτική εκπαίδευση τρέφεται από την υποβάθμιση της δημόσιας, γι’ αυτό τώρα τα ιδιωτικά θριαμβεύουν» σχολιάζει.

Πολλοί εύλογα θα αναρωτηθούν «μα ποιος στέλνει το παιδί του σε ιδιωτικό, με τέτοια οικονομική κρίση;».

  • «Το ποσοστό των εγγεγραμμένων μαθητών στα ιδιωτικά είναι γύρω στο 7%. Η οικονομική ελίτ στη χώρα είναι το 5% του πληθυσμού. Αλλά, ακόμα και μία οικογένεια με δύο υπαλλήλους που μπορεί να μπαίνουν τον μήνα 4.000 ευρώ στο σπίτι, μπορεί να δώσει για ιδιωτικό» απαντά ο κ. Χριστόπουλος. «Ένα καλό ιδιωτικό της γειτονιάς στην Αθήνα έχει βασικό πρόγραμμα 5.000-6.000 ευρώ και στη δευτεροβάθμια πηγαίνει στα 7.000-8.000 τον χρόνο. Στην επαρχία και τη Θεσσαλονίκη είναι λιγότερα».

«Ο εξευτελισμός της δημόσιας παιδείας δεν είναι τυχαίος. Θέλουν να φτάσουν την πίτα των ιδιωτικών στο 20% περίπου» σχολιάζει.

Ζητήσαμε, τέλος, κι ένα σχόλιο για τα αποτελέσματα των περίφημων και πολυσυζητημένων εξετάσεων της PISA. Ένα χαρτί «απόδειξη» στα χέρια της κυβέρνησης για το αφήγημά υπέρ των ιδιωτικών εκπαιδευτηρίων. Οι επιδόσεις των μαθητών των ιδιωτικών σχολείων, στον διαγωνισμό, ήταν πολύ καλύτερες σε σύγκριση με τους μαθητές των δημοσίων. Ο κ. Χριστόπουλος βρίσκει μάλλον υποκριτικό και ανούσιο όλο αυτό, εξηγώντας πως «σε πολλά ιδιωτικά προετοιμάζουν εντατικά τα παιδιά να γράψουν για την PISA».

Έρχονται ιδιωτικοποιήσεις;

«Ετοιμάζουμε μεγάλη μεταρρύθμιση για τα σχολεία το 2024» έχει πει ο υπουργός Παιδείας, αφού προηγηθούν οι μεταρρυθμίσεις για την επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση και για τα μη Κρατικά Πανεπιστήμια.

Τα ιδιωτικά σχολεία, με τις πλάτες της κυβέρνησης ανθούν, και ο φόβος των εκπαιδευτικών είναι πόσο θα επεκταθεί αυτή η κατάσταση. Το κερασάκι στην τούρτα και το τελειωτικό χτύπημα στα δημόσια σχολεία, κατά την ΟΙΕΛΕ, είναι η ελεύθερη γονεική επιλογή, που θα φέρει το υπουργείο, όπως έχει προαναγγείλει.

 Τι είναι η ελεύθερη γονεϊκή επιλογή και τα vouchers

Σήμερα οι μαθητές εγγράφονται στο σχολείο αναλόγως της κατοικίας ή της εργασίας των γονέων τους. Η καθιέρωση της ελεύθερης γονεϊκής επιλογής με την παροχή ενός κουπονιού εκπαίδευσης (voucher) δίνει – πάντοτε θεωρητικά – τη δυνατότητα εγγραφής σε όποιο σχολείο θέλει ο γονέας. Είναι όμως έτσι; Ποια είναι η αποτίμηση του θεσμού αυτού, βάσει της βιβλιογραφίας;

  • Η παγκοσμιοποιημένη οικονομική ατζέντα προωθεί ιδεολογικά φορτισμένες πολιτικές που προϋποθέτουν αγορές χωρίς περιορισμούς, «φιλελεύθερη» επιχειρηματικότητα και ελάχιστες κρατικές παρεμβάσεις (Γούλας-Καλογεράκης 2020). Αυτή η πολιτική μεταφέρεται πλέον και στο χώρο της εκπαίδευσης κυρίως μέσω της καθιέρωσης της γονεϊκής επιλογής και των vouchers που έχουν ως στόχο τη δημιουργία μιας εκπαιδευτικής «αγοράς».

Αυτό που θα συμβεί πρακτικά είναι τα σχολεία της γειτονιάς, που δεν έχουν τις μεγάλες πλάτες, να ερημώσουν, αφού οι γονείς δε θα τα επιλέγουν, ενώ τα μεγάλα σχολεία να γεμίσουν. Να γεμίσουν τόσο που θα πρέπει να κάνουν διαλογή μαθητών, η οποία θα έρθει είτε με χρηματικό ποσό είτε με εξετάσεις στις οποίες θα υποβάλλονται οι μαθητές. Ακριβώς όπως στα ιδιωτικά, δηλαδή.

Γράφει η ΟΙΕΛΕ:

Μπορεί θεωρητικά η «ανοικτή εγγραφή» να προτάσσει το δικαίωμα της ελευθερίας των γονιών να επιλέγουν την εκπαίδευση των παιδιών τους ελεύθερα και ανεμπόδιστα, όμως στη μεγάλη πλειονότητα των  περιπτώσεων αποδείχθηκε πως δεν είναι οι γονείς τελικά που διαλέγουν σχολεία αλλά τα σχολεία που διαλέγουν μαθητές και γονείς επιζητώντας ουσιαστικά το κουπόνι τους προκειμένου έτσι να διασφαλίζουν την χρηματοδότηση άρα και την επιβίωσή τους. Είναι σαφές πως με το πρόσχημα του ανταγωνισμού, της ποιότητας και της παροχής ακόμα καλύτερης εκπαίδευσης, η αύξηση των διδάκτρων (στα ιδιωτικά σχολεία) αλλά και το κυνήγι των vouchers θα ενταθεί με συνέπεια την επέκταση της κερδοσκοπίας, του νοσηρού ανταγωνισμού, την εδραίωση μιας αγοραίας κουλτούρας που συμπιέζει συνειδήσεις αντιμετωπίζοντας μαθητές και γονείς ως «πελάτες».

Φυσικά, το επιχείρημα της δημιουργίας «ποιοτικότερης εκπαίδευσης» λόγω του ανταγωνισμού, δεν ισχύει. Έννοιες όπως η ποιότητα, η αποτελεσματικότητα και η αποδοτικότητα των εκπαιδευτικών υπηρεσιών εκλαμβάνονται πολλές φορές – από τους παρόχους – ως έννοιες ασύμβατες, ειδικά όταν η διασφάλιση της κερδοφορίας αποτελεί προτεραιότητα. Μάλιστα, στην προσπάθειά τους να προσελκύσουν εκπαιδευομένους, οι πάροχοι διαφοροποιούν τα κίνητρα και τις στοχεύσεις τους και μετέρχονται πρακτικές που περιλαμβάνουν «διευκολύνσεις», «χαλάρωση εκπαιδευτικών προδιαγραφών», «αρνητική διαφήμιση» και «πελατειακές σχέσεις», και δεν συνδέονται με την ίδια την εκπαιδευτική διαδικασία (Φωτόπουλος, 2015). Οι Ball and Youdell σε μια πρόσφατη εργασία τους συνόψισαν τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές σε μια σειρά από χώρες αναφέροντας πως κοινό αποτέλεσμα αυτών των πολιτικών δεν ήταν η βελτίωση της εκπαίδευσης μέσω του ανταγωνισμού των σχολείων. Ήταν η απορρύθμιση της εκπαίδευσης ως δημόσιου αγαθού και η τραγική αύξηση των κοινωνικών ανισοτήτων στην εκπαίδευση.

Η σύνδεση της ελεύθερης γονεϊκής επιλογής με την επενδυτική επέλαση στην Παιδεία

«Η κυβέρνηση ξεκάθαρα κλείνει το μάτι στους ιδιώτες και τα funds» σχολιάζει ο πρόεδρος της ΟΙΕΛΕ, διευκρινίζοντας πως ουσιαστική η κυβέρνηση τους στέλνει «πελατεία». Το είδαμε ήδη από τα πανεπιστήμια. «Στην πρώτη τετραετία η κυβέρνηση και η ηγεσία του ΥΠΑΙΘ ικανοποίησαν πλήρως τις ορέξεις των ΙΕΚαρχών και Κολλεγιαρχών, κυρίως μέσω της καθιέρωσης της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής (Ε.Β.Ε.) που έκοψε περίπου 25.000 παιδιά από το Πανεπιστήμιο. Σύμφωνα με στοιχεία που δόθηκαν στη δημοσιότητα, το 70% περίπου των «κομμένων» κατευθύνθηκαν στα ιδιωτικά ΙΕΚ (περίπου 13.000 σπουδαστές την διετία 2021-23)» γράφει η ΟΙΕΛΕ. Είναι χαρακτηριστικό ότι ένας και μόνο Όμιλος που πρόσφατα εξαγοράστηκε από μεγάλο fund είχε  έσοδα 57 εκατομμυρίων ευρώ και κέρδη προ φόρων 16 εκατομμυρίων ευρώ (τετραπλασιασμός κερδών μέσα σε ένα χρόνο.

Ρεπορτάζ της σελίδας Freedom of Press:

Αυτή η σύνδεση έρχεται πλέον και τα σχολεία, μέσω της ελεύθερης γονεϊκής επιλογής. Για την πρωτοβάθμια-δευτεροβάθμια, οι επιχειρηματίες θεωρούν ότι το περίπου 7% των μαθητών που φοιτούν στα ιδιωτικά σχολεία είναι ένα εξαιρετικά χαμηλό ποσοστό.

Ο Πρόεδρος του Συνδέσμου των ιδιοκτητών σε ανύποπτη στιγμή (το Σεπτέμβριο του 2021) είχε δηλώσει στα ΜΜΕ:

«Μετά από 10 χρόνια η οικονομία πηγαίνει όλο και καλύτερα, η εμπιστοσύνη και η ψυχολογία της αγοράς λειτουργεί και είδαν ότι από το ποσοστό απορρόφησης μαθητικού δυναμικού στην Ελλάδα, που αντιστοιχεί σε 1.000.000, οι 70.000 περίπου εξ αυτών, σύμφωνα με τα προπέρσινα στοιχεία, δηλαδή το 6%-7% πηγαίνει σε ιδιωτικό σχολείο, που σημαίνει ότι απομένει ένα μεγάλο ποσοστό, υπάρχει χώρος, για να δημιουργηθούν ιδιωτικά σχολεία στην Ελλάδα. Την ίδια ώρα ο μέσος όρος των μαθητών ιδιωτικών σχολείων στην Ευρώπη βρίσκεται πάνω από το 20%» (σσ: το νούμερο που ανέφερε ο Πρόεδρος των ιδιοκτητών είναι απολύτως ανακριβές. Όπως προκύπτει από τα επίσημα στοιχεία της Eurostat, το ποσοστό είναι πολύ μικρότερο, ειδικά αν συνυπολογιστεί ότι στο περίπου 10% είναι μεγάλη πλειονότητα οι μαθητές που φοιτούν στα λεγόμενα «εξαρτώμενα ιδιωτικά σχολεία – Private dependent schools» που τελούν υπό τον απόλυτο έλεγχο της πολιτείας και δεν έχουν καμιά σχέση με τα απολύτως αρρύθμιστα και ανεξέλεγκτα πλέον ελληνικά ιδιωτικά σχολεία).

  • Στην ίδια συνέντευξη είχε μιλήσει για «την ωρίμανση της τάσης για το φυσικό δικαίωμα επιλογής του Έλληνα γονιού, να επιλέξει σε ποιο σχολείο θα φοιτήσει το παιδί του».

Είναι προφανές ότι αυτό που οι πολίτες μαθαίνουν σήμερα, οι επιχειρηματίες της εκπαίδευσης το γνωρίζουν εδώ και πολύ καιρό. «Η κυβέρνηση ενημέρωσε έγκαιρα» και οι επενδυτές έχουν ήδη ξεκινήσει την προετοιμασία «υποδοχής των κατόχων των vouchers» γράφει σε σχετική ανακοίνωση η ΟΙΕΛΕ.

Καταληκτικά, ο κ. Χριστόπουλος σημειώνει πως «το μεγάλο εκπαιδευτήριο Πουκαμισάς ήδη έχει αγοράσει μια μεγάλη έκταση στην Παλλήνη και χτίζει ιδιωτικό σχολείο, το οποίο θα το λειτουργήσει από το 2026-27».

Σχετικά Άρθρα