2024/Κλιματική κρίση: Τι περιμένουμε, τι φοβόμαστε, τι ελπίζουμε

 2024/Κλιματική κρίση: Τι περιμένουμε, τι φοβόμαστε, τι ελπίζουμε

Η επίσημη διεθνής πιστοποίηση του φαινομένου της κλιματικής αλλαγής θα καταγραφεί για πρώτη φορά μέσα από τις εργασίες της σημαντικότερης για την περιβαλλοντική προστασία διεθνή συνδιάσκεψη υπό την αιγίδα του Οργανισμού των Ηνωμένων Εθνών το 1992 στο Ρίο. «Η συνάντηση για τη Γη», όπως χαρακτηρίστηκε επίσης η εν λόγω συνδιάσκεψη, αντικατοπτρίζει την ωριμότητα του παγκόσμιου οργανισμού αφού κατάφερε θεσμικά να συμφιλιώσει τις δύο αντιμαχόμενες από το παρελθόν έννοιες: του περιβάλλοντος και της ανάπτυξης. Έκτοτε, όλες οι αντίστοιχες προσπάθειες οργάνωσης διεθνών συναντήσεων με στόχο τη διεθνή περιβαλλοντική προστασία θα φέρουν ως τίτλο τη βιώσιμη ανάπτυξη, βασικό συστατικό πυλώνα της οποίας αποτελεί η περιβαλλοντική προστασία σε απόλυτη, ίση και παράλληλη σχέση με την οικονομική αύξηση και την κοινωνική πρόοδο.

Του Γρηγόρη Ι. Τσάλτα, Ομότιμος καθηγητής Παντείου Πανεπιστημίου, πρώην πρύτανης    

Η ίδια πάντα αυτή συνδιάσκεψη στο Ρίο θα οδηγήσει εκτός των άλλων και στην υιοθέτηση επίσης δύο πολύ σημαντικών υποχρεωτικού χαρακτήρα κειμένων. Πρόκειται για τη Σύμβαση για την Κλιματική Αλλαγή και τη Σύμβαση για τη Βιοποικιλότητα. Με τον τρόπο αυτό το φαινόμενο της κλιματικής αλλαγής αναγορεύτηκε στο κυρίαρχο περιβαλλοντικό πρόβλημα για τον Πλανήτη, ενεργοποιώντας έτσι μια διαρκή ενασχόληση της διεθνούς κοινότητας με τακτικές συναντήσεις όλων των κρατών μελών της και με στόχο την αντιμετώπιση των επιπτώσεών του.

Η ενασχόληση αυτή στοχεύει από την αρχή στην παράλληλη προώθηση δύο σημαντικών διεθνών στρατηγικών: εκείνην της μείωσης του εκπομπών αερίων που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου, κύριου αιτίου της κλιματικής αλλαγής, καθώς και της διεθνούς στρατηγικής της προσαρμογής με σκοπό την αντιμετώπιση των επιπτώσεων του φαινομένου.

Το 2024 είναι πιθανή η ολική καταστροφή ευαίσθητων καλλιεργειών, με παρεπόμενο περιορισμό σε βασικά είδη διατροφής είτε του φυτικού,  είτε του ζωικού βασιλείου, λόγω και του φαινομένου της διάβρωσης του εδάφους

Μέχρι σήμερα έχουν οργανωθεί 28 παρόμοιες ειδικού σκοπού συνδιασκέψεις των μελών της Σύμβασης Πλαίσιο για την Κλιματική Αλλαγή, με πενιχρά, όπως αποδείχτηκε διαχρονικώς αλλά και σε σχέση και με την τελευταία συνάντηση στο Ντουμπάϊ, αποτελέσματα. Και τούτο γιατί η στρατηγική μείωσης των εκπομπών αερίων που οφείλεται κυρίως στην καύση του πετρελαίου και του άνθρακα, βασικών πηγών ενέργειας, εξακολουθεί να προσκρούει στη διατήρηση των ξέφρενων ρυθμών οικονομικής αύξησης. Έτσι, τα δειλά με αριθμητικούς ρυθμούς σχετικά βήματα των τελευταίων ετών, προσπαθούν να αντιπαρατεθούν με τους γεωμετρικούς, έως και εκρηκτικούς ρυθμούς της φυσικής εξέλιξης του φαινομένου της κλιματικής αλλαγής. Οι ρυθμοί αυτοί έχουν μετεξελίξει το φαινόμενο της κλιματικής αλλαγής σε επιπτώσεις για τον πλανήτη με τη μορφή της κλιματικής κρίσης.

Κάτι τέτοιο πιστοποιείται μέσα από τις διαρκείς εκρήξεις πλημμυρικών φαινομένων, σε συνδυασμό με την υπερθέρμανση του Πλανήτη που οδηγεί παράλληλα στην ξηρασία και παρεπόμενα στην ερημοποίηση, αλλά και την διάβρωση των εδαφών και τα φαινόμενα πυρκαγιών, καθώς και στο λιώσιμο των πάγων, κυρίως στις περιοχές των δύο πόλων. Επίσης, η οξίνιση των θαλασσών και των ωκεανών σε συνδυασμό και με την αλλαγή των μεγάλων θαλασσίων ρευμάτων αποτελούν κίνδυνο για το μεγαλύτερο μέρος (70%) της επιφάνειας του Πλανήτη. Οι επιπτώσεις αυτές αναγορεύονται σε ανυπολόγιστες, όταν συνεκτιμηθούν οι δραματικές πλέον ελλείψεις σε επίπεδο διαθέσιμων αποθεμάτων γλυκού νερού, αλλά και τα τεράστια οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα που τις ακολουθούν.

  • Έτσι, το 2023 χαρακτηρίστηκε ως το έτος με τη μεγαλύτερη αύξηση της θερμοκρασίας σπάζοντας όλα τα σχετικά ρεκόρ, με τραγικά αποτελέσματα τόσο σε επίπεδο πόλεων και γενικότερα αστικού περιβάλλοντος, όσο όμως και της υπαίθρου με εξίσου ανυπολόγιστες επιπτώσεις στη χλωρίδα και την πανίδα, με  έμφαση στη γεωργική αλλά και την κτηνοτροφική παραγωγή.

Τι θα πρέπει να περιμένουμε για το 2024;

Οι προβλέψεις δεν είναι ευοίωνες. Και τούτο γιατί το φαινόμενο της κλιματικής αλλαγής δεν φαίνεται να βρίσκεται σε πορεία αναστροφής ή έστω περιορισμού του. Απεναντίας, ίσως να βρισκόμαστε μπροστά σε περίοδο μετεξέλιξής του σε μείζονα περιβαλλοντική κρίση.  Ενδέχεται, λοιπόν, να γίνουμε μάρτυρες και μεγαλύτερης αύξησης της θερμοκρασίας, ενώ οι πλημμύρες φαίνεται ότι θα κυριαρχήσουν, με έμφαση κυρίως στο νότιο και ανατολικό ημισφαίριο.

Τι φοβόμαστε;

Ραγδαία επιδείνωση των αρνητικών επιπτώσεων του φαινομένου με τη μορφή ντόμινο. Με άλλα λόγια, είναι πιθανή η ολική καταστροφή ευαίσθητων καλλιεργειών, με παρεπόμενο περιορισμό σε βασικά είδη διατροφής είτε του φυτικού,  είτε του ζωικού βασιλείου, λόγω και του φαινομένου της διάβρωσης του εδάφους. Αποτέλεσμα, η μεγάλη ανατροπή στον τομέα της βιοποικιλότητας με την εξαφάνιση πολλών σπάνιων ειδών. Παράλληλα, οι κρατικές υποδομές κρίνονται πλέον ως άκρως επισφαλείς, ενώ ο ανθρώπινος παράγοντας βρίσκεται σε καθημερινό κίνδυνο, με έμφαση ειδικότερα στην εγκατάλειψη μεγάλων περιοχών και στην αναγκαστική μετανάστευση μεγάλων μαζών με τη μορφή των περιβαλλοντικών προσφύγων. Έτσι, η ανθρώπινη υγεία θα υποβαθμιστεί έτι περαιτέρω, λόγω και των αρνητικών επιπτώσεων στον τομέα του πόσιμου νερού. Ενώ, όλο και πλησιάζει η απευκταία εποχή όπου η άνοδος της στάθμης της θάλασσας θα πλήξει αρχικά τις ευαίσθητες περιοχές των νησιωτικών κρατών με χαμηλή ρηχία κυρίως της περιοχής του Ειρηνικού, με αποτελέσματα  που μπορεί να οδηγήσουν ακόμη και στην εξαφάνισή τους από τον χάρτη (Τουβαλού, Βανουάτου, Φίτζι, Τόγκα κλπ.). Το ίδιο πάντα αυτό φαινόμενο θα πλήξει εξίσου και τις παράκτιες περιοχές των ηπειρωτικών εδαφών με μοιραία αρχικά μετακίνηση πληθυσμού προς το εσωτερικό της χώρας και ανυπολόγιστες οικονομικές κυρίως επιπτώσεις.      

Το 2023 χαρακτηρίστηκε ως έτος με τη μεγαλύτερη αύξηση της θερμοκρασίας σπάζοντας όλα τα σχετικά ρεκόρ, με τραγικά αποτελέσματα τόσο σε επίπεδο πόλεων και γενικότερα αστικού περιβάλλοντος, όσο όμως και της υπαίθρου

Τι ελπίζουμε;

Σε πρώτη φάση, την τάχιστη όσο και σημαντική εντατικοποίηση των προσπαθειών όλων των κρατών στον τομέα της γενναίας μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, με στόχο τη μελλοντική τιθάσευση του φαινομένου και της αντικατάστασης των ρυπογόνων μορφών ενέργειας με εκείνες της ήπιας και εναλλακτικής μορφής. Σε δεύτερη φάση ελπίζουμε στην τάχιστη αποδοχή και εφαρμογή σύγχρονων πολιτικών διαχείρισης πλέον του περιβάλλοντος σε σχέση με εκείνην του παρελθόντος που αφορούσε στην  απλή προστασία του, αποκομμένης από τις παραμέτρους της οικονομίας και της κοινωνίας που συναποτελούν το φαινόμενο της βιώσιμης ανάπτυξης. Στο πλαίσιο λοιπόν της αλληλεξάρτησης και αλληλοσυμπλήρωσης των τριών αυτών βασικών πυλώνων, χωρίς καμία ιεράρχηση μεταξύ τους, η πολιτική των κρατών και επομένως και της Ελλάδας θα πρέπει να εστιάζεται σε έναν εθνικό, περιφερειακό και υποπεριφερειακό σχεδιασμό αντιμετώπισης των ζητημάτων που προκύπτουν με τη ραγδαία επιδείνωση του φαινομένου της κλιματικής αλλαγής.

  • Με άλλα λόγια πρόκειται κυρίως για πολιτικές που αφορούν στη στρατηγική της προσαρμογής στη βάση άμεσης υιοθέτησης αποτελεσματικών μέτρων αποδοχής, υιοθέτησης  και εφαρμογής των τριών βασικών αρχών του δικαίου του περιβάλλοντος που αφορούν: α) στην ενημέρωση και πληροφόρηση (με ανταλλαγή πληροφοριών και συντονισμό δράσεων) με στόχο την ευαισθητοποίηση β) στην αρχή της πρόληψης με τη λήψη μακροχρόνιων όσο και γενναίων αποτελεσματικών μέτρων και γ) κυρίως στην αρχή της προστασίας και προφύλαξης όλων των αγαθών τόσο του φυσικού όσο και του ανθρωπογενούς περιβάλλοντος.

Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να επιτευχθεί με την αναγόρευση της πολιτικής προστασίας σε κύρια υπηρεσία αντιμετώπισης των σχετικών προβλημάτων και παρεπόμενων προβλημάτων με ταυτόχρονη ενεργοποίηση όλων των ενδιαφερόμενων φυσικών και θεσμικών παραγόντων του κράτους: δημόσιων υπηρεσιών αλλά και επιχειρηματιών Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων, αλλά και κυρίως των ατόμων στο πνεύμα πάντα της 10ης αρχής της Διακήρυξης του Ρίο όπου γίνεται σαφέστατα μνεία για τη βέλτιστη αντιμετώπιση των περιβαλλοντικών προβλημάτων με τη συμμετοχή όλων των ενδιαφερόμενων πολιτών στο κατάλληλο επίπεδο.

  Τέλος, είναι γεγονός ότι με άλλα λόγια μια παρόμοια πολιτική απαιτεί τη συμμετοχή όλων σε ένα πνεύμα συνεργασίας και κάτω από έναν κατάλληλο συντονισμό δράσεων και παράλληλη εξασφάλιση της μέγιστης δυνατής συναίνεσης

Σχετικά Άρθρα