Εγώ και η υπέρταση: Μπορώ να την προλάβω; Μπορώ να την ρυθμίσω;

 Εγώ και η υπέρταση: Μπορώ να την προλάβω; Μπορώ να την ρυθμίσω;

Στο πλαίσιο που ο Μάιος είναι μήνας ενημέρωσης του κοινού αλλά και των επαγγελματιών υγείας για την υπέρταση, καθώς και μέτρησης της αρτηριακής πίεσης (πρόγραμμα ΜΜΜ), τα παραπάνω ερωτήματα είναι τα κυριότερα που προκύπτουν όταν κανείς συνειδητοποιήσει πόσες αρνητικές επιπτώσεις υπάρχουν για την υγεία μας αν έχουμε υψηλή αρτηριακή πίεση και μάλιστα αρρύθμιστη.

Δικαίως χαρακτηρίζεται η υπέρταση«σιωπηλή νόσος», καθώς πολλοί άνθρωποι δεν γνωρίζουν ότι πάσχουν. Η υψηλή αρτηριακή πίεση συνήθως είναι ασυμπτωματική και μη αντιληπτή. Οι ασθενείς δεν γνωρίζουν ότι έχουν υψηλή ΑΠ μέχρι να επισκεφτούν τον ιατρό τους για κάποιο άλλο λόγο.

Αυτό που πρέπει να μας προβληματίζει όλους, όμως, είναι ότι παραμένει ο ισχυρότερος τροποποιήσιμος παράγοντας κινδύνου για την καρδιαγγειακή νοσηρότητα και θνητότητα παγκοσμίως. Και όχι μόνο: ευθύνεται σε μεγάλο βαθμό για το αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο, τη στεφανιαία νόσο, και την καρδιακή ανεπάρκεια. Αποτελεί επίσης ισχυρό παράγοντα κινδύνου για τη χρόνια νεφρική νόσο, τις αρρυθμίες, την υπερτασική αμφιβληστροειδοπάθεια και την άνοια.

Πώς καταγράφεται η αρτηριακή πίεση

Η αρτηριακή πίεση καταγράφεται με δύο αριθμούς και μετριέται σε χιλιοστά στήλης υδραργύρου. Ο μεγαλύτερος αριθμός αποτελεί την «συστολική» πίεση, η οποία είναι γνωστή ως «μεγάλη» πίεση και ο μικρότερος καταγράφει τη «διαστολική» πίεση, γνωστή ως «μικρή» πίεση.
Αρτηριακή υπέρταση εμφανίζουν τα άτομα στα οποία είτε η συστολική τους πίεση καταγράφεται ≥ 140 χιλιοστά της στήλης υδραργύρου, είτε η διαστολική τους είναι ≥ 90 χιλιοστά.

Σύμφωνα με ερευνητικά δεδομένα, στην Ελλάδα, όπου τα καρδιαγγειακά νοσήματα αποτελούν την κύρια αιτία θνησιμότητας:

  • πάνω από το 1/3 του πληθυσμού πάσχουν από υπέρταση (περίπου 3.300.000 άτομα)
  • ένα στα δύο ηλικιωμένα άτομα είναι υπερτασικό
  • περίπου 30% των υπερτασικών είναι αδιάγνωστοι
  • λιγότερο από 1/3 των υπερτασικών έχουν επιτύχει καλή ρύθμιση με φαρμακευτική αγωγή.

Η διαχείριση της υπέρτασης είναι «στο χέρι μας»;

Είναι αυτονόητο ότι πρέπει να μας προβληματίζει, λοιπόν, η υπέρταση για δύο λόγους: αφενός επειδή αποτελεί σοβαρό παράγοντα κινδύνου για την υγεία και αφετέρου επειδή αποτελεί τροποποιήσιμο παράγοντα κινδύνου! Δηλαδή, είναι «στο χέρι μας» να βελτιώσουμε την πρόβλεψη και την εξέλιξη σε περίπτωση εκδήλωσης υψηλής αρτηριακής πίεσης.

Παράγοντες κινδύνου

Όπως εξηγεί ο Καθηγητής Καρδιολογίας ΕΚΠΑ, Κωνσταντίνος Τσιούφης, Διευθυντής Α’ Πανεπιστημιακής Καρδιολογικής Κλινικής, ΓΝΑ «Ιπποκράτειο»:

«Η υπέρταση είναι πολυπαραγοντικής αιτιολογίας: υπάρχουν γενετικοί και κληρονομικοί παράγοντες που συμβάλλουν στην εκδήλωσή της, τους οποίους δεν μπορούμε να τροποποιήσουμε, αλλά και παράγοντες τροποποιήσιμοι, όπως ο τρόπος ζωής μας, που εξαρτάται σε πολύ μεγάλο βαθμό από εμάς. Με τον κατάλληλο τρόπο ζωής, κυρίως με έλεγχο του σωματικού βάρους, την τακτική σωματική άσκηση, τη μεσογειακή διατροφή με περιορισμό στη χρήση αλατιού, μπορεί να καθυστερήσουμε πολύ την έναρξη της υπέρτασης αλλά, ακόμα κι αν εκδηλωθεί υπέρταση, αυτή να είναι πολύ μικρότερης βαρύτητας. Επίσης, η συχνή μέτρηση της πίεσης βοηθά ώστε, μόλις διαπιστωθεί υπέρταση, να αντιμετωπιστεί άμεσα για να προλάβουμε τις δυσάρεστες συνέπειες».

Αναλυτικότερα, οι τροποποιήσιμοι παράγοντες κινδύνου περιλαμβάνουν:

  • την ανθυγιεινή διατροφή (υπερβολική κατανάλωση αλατιού, δίαιτα υψηλή σε κορεσμένα και τρανς λιπαρά, χαμηλή κατανάλωση φρούτων και λαχανικών),
  • την έλλειψη σωματικής άσκησης,
  • την κατανάλωση καπνού και αλκοόλ και
  • την παχυσαρκία.

Στους μη τροποποιήσιμους παράγοντες περιλαμβάνεται:

  • το οικογενειακό ιστορικό,
  • η ηλικία άνω των 65 ετών και
  • η ταυτόχρονη νόσηση με διαβήτη και παθήσεις των νεφρών.

Ναι, η υπέρταση μπορεί να ρυθμιστεί!

«Στην Ελλάδα, είναι ρυθμισμένο το 30% των υπερτασικών ατόμων, ενώ στοιχεία από άλλες χώρες (Αμερική, Καναδάς) δείχνουν ότι μπορεί να ρυθμιστεί μέχρι και το 90% των ατόμων με υπέρταση. Στη χώρα μας, υπάρχουν όλα τα διεθνή εργαλεία μέτρησης και αντιμετώπισης της υπέρτασης, η οποία πρέπει να γίνει κατανοητό ότι μπορεί να ρυθμιστεί! Έχουμε πολλή δουλειά να κάνουμε ακόμα στο θέμα αυτό», τόνισε ο κ ο καθηγητής της Ιατρικής Σχολής ΕΚΠΑ, Γεώργιος Στεργίου, στο Κέντρο Υπέρτασης STRIDE-7 της Γ’ Παθολογικής Κλινικής του Πανεπιστημίου Αθηνών στο Νοσοκομείο «Σωτηρία».

Ασφαλείς τρόποι μέτρησης της πίεσης

Κλασικά, η μέτρηση της πίεσης γίνεται είτε με αυτόματο ηλεκτρονικό πιεσόμετρο, είτε με αναλογικό. «Τα αυτόματα πιεσόμετρα είναι τα πιο αξιόπιστα εργαλεία μέτρησης της πίεσής μας», εξηγεί στο libreο καθηγητής της Ιατρικής Σχολής, Γ. Στεργίου. Για την παρακολούθηση της πίεσης στο σπίτι, η χρησιμοποίηση αυτόματου ηλεκτρονικού πιεσόμετρου είναι προτιμότερη, επειδή χρειάζεται ελάχιστη εκπαίδευση και οι μετρήσεις είναι συνήθως αξιόπιστες. Τα πιεσόμετρα καρπού θεωρούνται λιγότερο αξιόπιστα και συνήθως δεν συνιστώνται από τους ιατρούς. Σχετικά πιο αξιόπιστα είναι τα πιεσόμετρα καρπού με περιχειρίδα.

«Τα μοντέρνα gadgets που μετρούν την πίεση (ρολόγια, δαχτυλίδια, γυαλιά κλπ) αλλά και εφαρμογές στο κινητό τηλέφωνο, δεν είναι ακόμα αξιόπιστα, καθώς βρίσκονται σε στάδιο ανάπτυξης αλλά σίγουρα θα αποτελέσουν πολύ καλό και εύχρηστο εργαλείο μέτρησης, όταν και εάν θα τελειοποιηθούν», τονίζει ο κ. Στεργίου.

Τα ηλεκτρονικά πιεσόμετρα που κυκλοφορούν στην αγορά για μετρήσεις στο σπίτι, δεν έχουν όλα τεκμηριωμένη αξιοπιστία (χρειάζεται σχετική έρευνα πριν την αγορά). Στην αγορά κυκλοφορούν επίσης αυτόματα ηλεκτρονικά πιεσόμετρα με θύρα usb ή bluetooth όπου με καλώδιο ή ασύρματα μπορεί ο χρήστης να μεταφέρει τις μετρήσεις του σε μια ηλεκτρονική συσκευή (π.χ. κινητό – υπολογιστή). Αυτό το χαρακτηριστικό είναι ωφέλιμο για ηλεκτρονική καταγραφή και για ηλεκτρονική αποστολή των δεδομένων. Η ηλεκτρονική συλλογή δεδομένων υπερτερεί, αφού μπορεί να εξασφαλίσει ότι οι καταχωρήσεις θα είναι πλήρεις και τα δεδομένα μετά μπορούν να επεξεργαστούν πολύ πιο εύκολα.

Ρύθμιση της ΑΠ: Συχνή μέτρηση και προσήλωση στη φαρμακευτική αγωγή

«Η ρύθμιση της πίεσης -σε τιμές συστολικής πίεσης κάτω των 140 και κάτω των 90 για τη διαστολική πίεση- θα οδηγούσε σε μείωση 50% του αριθμού των αγγειακών εγκεφαλικών επεισοδίων και σε 20% λιγότερα εμφράγματα του μυοκαρδίου», επισημαίνει στο libre, ο Καθηγητής Καρδιολογίας ΕΚΠΑ, Κων/νος Τσιούφης, και προσθέτει: «Η συχνή μέτρηση της ΑΠ δεν σημαίνει ότι ο ασθενής θα αποφασίζει εάν θα πάρει ή δεν θα πάρει το φάρμακο του! Για να έχει μία εικόνα του πού κυμαίνεται η αρτηριακή του πίεση, μετριέται ο υπερτασικός. Το φάρμακο ο ασθενής πρέπει να το λαμβάνει καθημερινά, εκτός κάποιων ειδικών περιπτώσεων (εμπύρετες καταστάσεις, γαστρεντερίτιδες και λοιπά). Ο θεράπων ιατρός έχει την ευθύνη να εξηγεί στον ασθενή σε ποιες περιπτώσεις και μόνο μπορεί να παραλείψει μία ή παραπάνω δόσεις της αντιυπερτασικής του αγωγής. Ο γενικός κανόνας είναι ότι ο ασθενής λαμβάνει κάθε μέρα την αγωγή του σύμφωνα με τη σύσταση του θεράποντα ιατρού. Σε ειδικές περιπτώσεις, αν δεν αισθάνεται καλά ή  μετρήσει την πίεση του και τη βρει πολύ χαμηλή, μπορεί εκείνη τη στιγμή την ημέρα να παραλείψει μία δόση φαρμάκου, αφού επικοινωνήσει με τον γιατρό του. Η υπέρταση είναι μία δυναμική κατάσταση με μεγάλη διακύμανση. Μία πιθανή τροποποίηση στη δοσολογία της αγωγής θα κριθεί από τον γιατρό και μόνο.

«Τα υπερτασικά άτομα πρέπει να μετρούν τακτικά την αρτηριακή τους πίεση, στο σπίτι, με αυτόματα πιεσόμετρα, σε στιγμές ηρεμίας. Να ακολουθούν τις οδηγίες του θεράποντα γιατρού τους, με καθημερινή λήψη της χορηγούμενης φαρμακευτικής αγωγής, χωρίς παράλειψη δόσης.
Για την καλύτερη ρύθμιση της πίεσης, οι κατευθυντήριες οδηγίες συνιστούν συνδυασμένη θεραπεία για τους περισσότερους ασθενείς από την πρώτη επίσκεψη.

Μάλιστα, με τη χρήση ενός διπλού συνδυασμού φαρμάκων στο ίδιο χάπι στη μέγιστη ανεκτή δόση τους, το 60% των υπερτασικών θα πετύχουν πίεση <140/90mmHg ενώ με τον τριπλό συνδυασμό (3 διαφορετικές ουσίες στο ίδιο χάπι) το ποσοστό των ρυθμισμένων ασθενών θα αυξηθεί στο 80-90%.
Καθώς αυξάνεται το προσδόκιμο ζωής, είναι σημαντικό κάθε άνθρωπος να απολαμβάνει περισσότερα χρόνια ζωής χωρίς αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια, χωρίς εμφράγματα του μυοκαρδίου, χωρίς νεφρική ανεπάρκεια!».

Σχετικά Άρθρα