WSJ: Στο στόχαστρο ξένων αρχών η συμμετοχή Ελλήνων εφοπλιστών στη μεταφορά ρωσικού πετρελαίου – Το “κακό παιδί” της ελληνικής ναυτιλίας

 WSJ: Στο στόχαστρο ξένων αρχών η συμμετοχή Ελλήνων εφοπλιστών στη μεταφορά ρωσικού πετρελαίου – Το “κακό παιδί” της ελληνικής ναυτιλίας

Έπειτα από την επιβολή κυρώσεων από τις ΗΠΑ και τους Συμμάχους τους στις ρωσικές εξαγωγές, οι περισσότερες δυτικές ναυτιλιακές εταιρείες σταμάτησαν να διακινούν ρωσικό πετρέλαιο. Στο ρεπορτάζ της εφημερίδας Wall Street Journal (κείμενο Joe Wallace και Costas Paris) με τον τίτλο “The ‘Bad Boy’ of Shipping Cashes In on Russian Oil” αναφέρεται εκτενώς στην ζωή και τις επιχειρηματικές κινήσεις του Έλληνα εφοπλιστή Γιώργου Οικονόμου, αλλά και στην συμμετοχή και άλλων Ελλήνων εφοπλιστών στις μεταφορές ρωσικού πετρελαίου μετά τις κυρώσεις

Στην Ελλάδα, από όπου προέρχεται ένας από τους μεγαλύτερους εμπορικούς στόλους στον κόσμο, υποστηρίζεται ότι οι ιδιοκτήτες δεξαμενόπλοιων διπλασιάζονται και στην κορυφή βρίσκεται ο Γιώργος Οικονόμου, ένας μεγιστάνας της ναυτιλίας, με μινιμαλιστικά σούπερ γιοτ και επιχειρήσεις.

Η τελευταία του επιχειρηματική κίνηση αφορά στην διεκδίκηση μιας στενής επιχειρηματικής δραστηριότητας που εξυπηρετεί τα οικονομικά συμφέροντα τόσο της Ρωσίας όσο και των ΗΠΑ, αλλά αυτή θεωρείται πολύ ύπουλη για πολλούς ανταγωνιστές του.

Σύμφωνα με ναυτιλιακά δεδομένα που αναλύθηκαν από την ομάδα κατά της διαφθοράς Global Witness, μια εταιρεία του κ. Οικονόμου, η TMS Tankers, έχει μεταφέρει δεκάδες εκατομμύρια βαρέλια αργού και καυσίμων της Ρωσίας έπειτα από την εισβολή της Μόσχας στην Ουκρανία.

Αυτό καθιστά την TMS Tankers τον δεύτερο μεγαλύτερο παίκτη στο εμπόριο της μεταφοράς ρωσικού πετρελαίου, πίσω από τη ρωσική κρατική εταιρεία Sovcomflot.

Παράγοντες που γνωρίζουν τις δραστηριότητες της TMS, ασφαλιστές και αντίπαλοι πλοιοκτήτες, επιβεβαιώνουν αυτά τα ευρήματα. Επτά ελληνικοί όμιλοι, συμπεριλαμβανομένης της TMS, κατατάσσονται στους 10 κορυφαίους μεταφορείς ρωσικού πετρελαίου μετά την εισβολή στην Ουκρανία, οι οποία μετέφεραν συνολικά 50% περισσότερη ποσότητα πετρελαίου από την κρατική εταιρεία της Μόσχας.

Η Εθνική Υπηρεσία για την Πρόληψη της Διαφθοράς της Ουκρανίας έγραψε στον κ. Οικονόμου και την TMS τον περασμένο Ιούλιο, ζητώντας από την εταιρεία να εγκαταλείψει αυτό το εμπόριο. Δεν έλαβε απάντηση, είπε η εκπρόσωπος της και έτσι στην συνέχεια, η υπηρεσία τοποθέτησε την TMS στην κορυφή μιας λίστας με τίτλο «διεθνείς χορηγοί του πολέμου».

Αξιωματούχοι της Ελληνικής Κυβέρνησης έχουν πει ότι η χώρα τηρεί μεν τις κυρώσεις, αλλά δεν μπορεί να κάνει και πολλά για να σταματήσει το εμπόριο πετρελαίου στα διεθνή ύδατα.

«Μπορεί να βγάλει κάποιος πολλά χρήματα», δήλωσε η Michelle Wiese Bockmann, αναλύτρια στο Lloyd‘s List Intelligence, έναν πάροχο πληροφοριών για τη ναυτιλία. Η Bockmann μάλιστα πρόσθεσε ότι τα ελληνικά τάνκερ πραγματοποίησαν το 42% των ταξιδιών σε πέντε ρωσικά λιμάνια στη Βαλτική και τη Μαύρη Θάλασσα τον Μάρτιο. Πριν από τον πόλεμο, το μερίδιό τους ήταν περίπου στο ένα τρίτο.

H εταιρία TMS του κ. Οικονόμου, με έδρα την Αθήνα, δεν χρειάζεται να κοιτάξει πολύ για να εντοπίσει τον ανταγωνισμό. Στη ρωσική αγορά δραστηριοποιούνται και πλοία που ελέγχονται από τη Minerva Marine, η οποία ανήκει σε έναν άλλο μεγιστάνα, τον Ανδρέα Μαρτίνο, και την οικογένειά του.

Το ίδιο και τα πλοία που ελέγχονται από την Eastern Mediterranean Maritime – ιδιοκτησίας ενός αδελφού του κ. Μαρτίνου – και πλοία της Dynacom Tankers Management του Γιώργου Προκοπίου. Οι εκπρόσωποι της Eastern Mediterranean και της Dynacom δεν απάντησαν στα αιτήματα για σχολιασμό. Εκπρόσωπος της Minerva είπε ότι η εταιρεία τηρεί όλες τις ισχύουσες κυρώσεις.

Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία έφερε σε δύσκολη θέση την Ελλάδα -η οποία μοιράζεται αιώνες ιστορίας τόσο με τη Ρωσία όσο και με την Ουκρανία, που σφυρηλατήθηκε εν μέρει μέσω της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Οποιοσδήποτε περιορισμός στις ρωσικές ενεργειακές ροές απείλησε να βλάψει την ναυτιλιακή της βιομηχανία που έχει πολιτική επιρροή.

Οι Έλληνες ιδιοκτήτες – αναφέρεται μεταξύ άλλων – ανταγωνίζονται σκληρά μεταξύ τους για τις ρωσικές επιχειρήσεις. Έχουν λάβει μέτρα για τη σύναψη μακροπρόθεσμων συμφωνιών με προμηθευτές και εμπόρους, με τους οποίους προηγουμένως διαπραγματεύτηκαν κατά περίπτωση, σύμφωνα με έγκυρες πηγές.

Σχετικά Άρθρα