Νίκος Παππάς: Η απόφαση του Ειδικού Δικαστηρίου – Το σκεπτικό των δικαστών

 Νίκος Παππάς: Η απόφαση του Ειδικού Δικαστηρίου – Το σκεπτικό των δικαστών

Δημοσιεύτηκε η απόφαση του ειδικού δικαστηρίου και το σκεπτικό των δικαστών, οι οποίοι καταδίκασαν τον Νίκο Παππά για τους χειρισμούς του στην υπόθεση των τηλεοπτικών αδειών. Η απόφαση μετρά περίπου 2.500 σελίδες, ενώ σε περίπου 400 αναλύεται το σκεπτικό των δικαστών που καταδίκασαν τον βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ σε δυο χρόνια φυλάκιση με αναστολή για παράβαση καθήκοντος.

Όπως φαίνεται, οι ανώτατοι δικαστές αποδέχθηκαν ως αποδεικτικό υλικό τα sms που εισέφερε στη διαδικασία η πλευρά του εργολάβου και συγκατηγορουμένου του Νίκου Παππά, Χρήστου Καλογρίτσα, στα οποία υπάρχει συνομιλία μεταξύ των δυο ανδρών για ποσοστά στο υπό σύσταση κανάλι.

«Ο Νίκος Παππάς, με εξακολουθητικές ενέργειες (πράξεις ή παραλείψεις), επεδίωξε να υλοποιήσει το σχεδιασμό που είχε καταστρωθεί από τον ίδιο, αλλά και από άλλα ηγετικά στελέχη του τότε κυβερνώντος κόμματος (ΣΥΡΙΖΑ), τα στοιχεία των οποίων δεν έχουν εξακριβωθεί, με σκοπό την απόκτηση Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης, τα οποία να τελούν υπό τον έλεγχο τους και να προωθούν τις πολιτικές θέσεις και ενέργειες της τότε κυβέρνησης, του ΣΥΡΙΖΑ και του ίδιου του κατηγορούμενου», αναφέρεσαι χαρακτηριστικά στο σκεπτικό των δικαστών.

Μάλιστα, οι δικαστές εντοπίζουν παραβίαση των υπηρεσιακών καθηκόντων του Νίκου Παππά, που «ανέλαβε να υλοποιήσει τον σχεδιασμό του ίδιου και της κυβερνητικής ηγεσίας για την απόκτηση τηλεοπτικού σταθμού και εφημερίδας, πείθοντας τον Χρήστο Καλογρίτσα να υπακούσει στις εντολές τους ως “πειθήνιο όργανο του”, ως “παρένθετος” τούτου, που θα εξασφάλιζε την νομιμοφάνεια στις παράνομες και εξωθεσμικές ενέργειές του ενώ ο ίδιος θα παρέμενε στο απυρόβλητο».

Στην απόφαση γίνεται λόγος για «αδιαφανείς διαδικασίες που είχαν το μανδύα νομιμότητας» με τους δικαστές να κρίνουν πως ο Νίκος Παππάς ως κορυφαίος υπουργός και σε συνεννόηση με την κυβέρνηση επιχείρησε να δημιουργήσει κανάλι για να επηρεάσει την κοινή γνώμη, βλάπτοντας άλλους επιχειρηματίες. «Ως κορυφαίος υπουργός, ο οποίος αναφερόταν απευθείας στον τότε πρωθυπουργό της χώρας και συνεννοείτο με την ηγεσία της κυβέρνησης, υπό το κράτος της ισχύος, της επιρροής και των διασυνδέσεων που διέθετε, ενεργώντας εξακολουθητικά με πράξεις και παραλείψεις, με πρόθεση παρέβη τα υπηρεσιακά απολύτως συνυφασμένα με την υπουργική του ιδιότητα καθήκοντα, σχεδιάζοντας και υλοποιώντας με αδιαφανείς διαδικασίες και αδιαφανές ιδιοκτησιακό καθεστώς την απόκτηση μέσω της δημοπρασίας και υπό το μανδύα της νομιμότητας την απόκτηση τηλεοπτικού σταθμού», αναφέρεται στην απόφαση.

Όπως εξηγούν οι δικαστές, αν και τυπικά ο σταθμός θα ανήκε στον συγκατηγορούμενο του Χρήστο Καλογρίτσα, «στην πραγματικότητα όμως και κατ’ ουσίαν θα τελούσε υπό τις εντολές του, την καθοδήγηση και τον έλεγχο αυτού και του κόμματός του, με σκοπό να περιποιήσει στον ίδιο ως κυβερνητικό στέλεχος παράνομη και θίγουσα την υπηρεσιακή χρηστότητα και καθαρότητα δύναμη επιρροής στη διαμόρφωση της κοινής γνώμης ώστε να αποκτήσει αυτός και το κόμμα του με αυτόν τον τρόπο υπεροχή στον τομέα της επικοινωνίας και της ενημέρωσης του κοινού, βλάπτοντας τρίτους επιχειρηματίες που διεκδικούσαν άδεια για τηλεοπτικό σταθμό αλλά και το κράτος ως εγγυητή της διαφάνειας της νομιμότητας του άνωθεν των σχετικών διαδικασιών και της πολυφωνίας».

«Απόλυτος κυρίαρχος, υπερόπτης και αμετανόητος»

Περιγράφοντας με μελανά χρήματα το Νίκο Παππά, οι δικαστές τον χαρακτηρίζουν «απόλυτο κυρίαρχο» που διακατεχόταν από «αίσθηση υπεροψίας» και απευθύνθηκε στον Χρήστο Καλογρίτσα επειδή διατηρούσαν οικογενειακές σχέσεις.

«Διακατεχόμενος από αίσθημα υπεροχής και κυριαρχίας, χωρίς επίγνωση των σοβαρών επιπτώσεων των ενεργειών του στο δημόσιο συμφέρον, το οποίο υποτίθεται ότι εξυπηρετούσε ως κρατικός λειτουργός, υπό την επίφαση της επιβολής νομιμότητας στον τηλεοπτικό χώρο, ενεργούσε με μοναδικό σκοπό την απόκτηση, μέσω του Χρήστου Καλογρίτσα, τον οποίον αυτός καθοδηγούσε σε κάθε ενέργεια του, τηλεοπτικού σταθμού φερέφωνου των πολιτικών ιδεών και δράσεων της τότε κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ και του ίδιου» σημειώνουν οι δικαστές που καταδίκασαν τον πρώην υπουργό με την υψηλότερη ποινή που προβλέπεται από το νόμο για το αδίκημα της παράβασης καθήκοντος.

«Ο Νίκος Παππάς όχι μόνο δεν συνειδητοποίησε την απαξία των παράνομων ενεργειών του ως υπουργού αλλά αντιθέτως, προκειμένου να αποσείσει τις σε βάρος του ποινικές ευθύνες, απέδωσε τα πάντα, σε ενέργειες και πρωτοβουλίες του συγκατηγορουμένου του Χρήστου Καλογρίτσα, στις οποίες αυτός δεν είχε οποιαδήποτε ανάμειξη, ισχυρισμός όμως που διαψεύδεται πανηγυρικά από το σύνολο του αποδεικτικού υλικού από το οποίο αναδεικνύεται ότι ο Νίκος Παππάς διαδραμάτισε ιθύνοντα ρόλο στις πράξεις αυτές» αναφέρουν και συμπληρώνουν ότι η επιβαλλόμενη ποινή των δυο ετών αποτελεί «την ανάλογη και δίκαιη τιμωρία του αφού ελήφθησαν υπόψιν η βλάβη που προξένησαν οι αξιόποινες πράξεις, η φύση, το είδος τους, τα αίτια που τον ώθησαν στην εκτέλεσή τους, ο τρόπος και οι μεθοδεύσεις που χρησιμοποιήθηκε, σε συνδυασμό με την όλη στάση και διαγωγή του κατά τη διάρκεια και μετά από αυτές».

Αξίζει να σημειωθεί ότι κατά τους δικαστές, ο Νίκος Παππάς ενεργούσε για τον εαυτό του αλλά και για λογαριασμό της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ αφού στις προσπάθειες του να στηθεί το κανάλι ήταν «συνεπικουρούμενος από ομάδα στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ». Μάλιστα γίνεται ειδική μνεία στον σχεδιασμό του Νίκου Παππά, που σύμφωνα με την απόφαση τελούσε υπό την έγκριση του κομματικού μηχανισμού, και επεδίωξε τη δημιουργία καναλιού και πολιτικής εφημερίδας πανελλήνιας κυκλοφορίας που θα ελεγχόταν από τον Νίκο Παππά και τον κομματικό μηχανισμό του ΣΥΡΙΖΑ.

«Κατά το πρώτο εξάμηνο του 2016 ο Νίκος Παππάς ενεργώντας για τον εαυτό του αλλά και για λογαριασμό της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ, εκμεταλλευόμενος τις ιδιαίτερα στενές σχέσεις που διατηρούσε με τον συγκατηγορούμενο του, (…)έχοντας πλήρη γνώση της αφοσίωσης του Χρήστου Καλογρίτσα στην Αριστερά (…) του ζήτησε να βοηθήσει στη δημιουργία τηλεοπτικού σταθμού και την έκδοση πολιτικής εφημερίδας. Συγκεκριμένα ο Ν.Παππάς ζήτησε από τον Χρ.Καλογρίτσα να «δανείσει» το όνομα του και να υποβάλει ο ίδιος αίτηση συμμετοχής στη δημοπρασία για την απόκτηση μιας εκ των τεσσάρων τηλεοπτικών αδειών, ενεργώντας όμως εν τοις πράγμασι για λογαριασμό του πρώτου κατηγορουμένου Νίκου Παππά ως δικό του παρένθετο πρόσωπο σύμφωνα με τις οδηγίες και τις εντολές του» επισημαίνεται στο σκεπτικό της απόφασης.

Μάλιστα, σύμφωνα με όσα εξιστορούνται στην απόφαση, ο τότε υπουργός ζήτησε από τον επιχειρηματία να χρηματοδοτήσει αρχικά το εγχείρημα με τη ρητή υπόσχεση όμως ότι θα του επιστρέφονταν τα χρήματα και έπειτα από αρκετές συναντήσεις στις αρχές του 2016 στα γραφεία της επιχείρησης Καλογρίτσα αλλά και στο Μέγαρο Μαξίμου, παρουσία και άλλων κομματικών στελεχών ο Χρήστος Καλογρίτσας αποδέχθηκε να ενεργήσει ως «καθοδηγούμενος» από τον συγκατηγορούμενό του για να βοηθήσει στην υλοποίηση του συγκεκριμένου εγχειρήματος. Σημειώνεται ότι ο επιχειρηματίας αντιμετώπιζε οικονομικά προβλήματα και δέχθηκε να στηρίξει την πρόταση Παππά έχοντας πλήρη εμπιστοσύνη, όπως εξηγούν οι δικαστές, στην υπόσχεση του τελευταίου ότι «χρήματα υπάρχουν και θα βρεθούν».

Με τη λέξη «μεθόδευση» περιγράφεται στη στη συνέχεια η απόφαση να αντί του Χρήστου Καλογρίτσα να μετάσχει στην επικείμενη δημοπρασία για τις τηλεοπτικές άδειες αλλά και στην έκδοση της εφημερίδας τυπικά ο γιος του Ιωάννης Βλαδίμηρος Καλογρίτσας, που είχε μικρότερες οφειλές προς το Δημόσιο και έτσι θα ήταν εφικτό να καλυφθεί έξωθεν η υπό του νόμου προϋπόθεση της οικονομικής επάρκειας του υποψηφίου για τη χορήγηση της τηλεοπτικής αδείας. «Στο πλαίσιο της υλοποίησης του εγχειρήματος εγκαταστάθηκαν στα γραφεία των επιχειρήσεων του Χρ.Καλογρίτσα δεκάδες άτομα επιλεγέντα από τον πρώτο κατηγορούμενο και συγκεκριμένα δημοσιογράφοι τεχνικοί αλλά και δικηγόροι οι οποίοι είχαν αναλάβει κάτ’ εντολή αυτού να προετοιμάσουν τη σύσταση και λειτουργία του τηλεοπτικού σταθμού –ωσάν να ήσαν εκ των προτέρων σίγουροι ότι θα τους χορηγείτο η σχετική άδεια – καθώς και την υλοποίηση της υποβολής της σχετικής αίτησης συμμετοχής στη διαγωνιστική διαδικασία».

Επειδή ο Νίκος Παππάς είχε επωμιστεί την υπηρεσιακή αρμοδιότητα της όλης διαγωνιστικής διαδικασίας που θα κατέληγε στη χορήγηση τηλεοπτικών αδειών, «όφειλε επομένως ως όργανο του κράτους που η εξουσία του απέρρεε από τον λαό και προς όφελος του οποίου έπρεπε να την ασκεί, να τηρεί κατά γράμμα τις συνταγματικές επιταγές και να απέχει από οποιαδήποτε ενέργεια η οποία θα ήταν αντίθετη στις υπηρεσιακές του υποχρεώσεις». Κατά συνέπεια, όπως αναφέρεται στην απόφαση, έκανε ελλιπή έλεγχο στα οικονομικά Καλογρίτσα καθώς «παρότι είχε πλήρη επίγνωση του ότι δεν είχε την οικονομική επάρκεια και δεν διέθετε εξαρχής τα οικονομικά για να ανταπεξέλθει στις δαπάνες που απαιτούνται για την επίτευξη του εγχειρήματος της λήψης άδειας και λειτουργίας τηλεοπτικού σταθμού σκοπίμως παρέλειψε να ασκήσει τον οφειλόμενο δέοντα έλεγχο και την εποπτεία επί των υπηρεσιών των μελών της Επιτροπής, υποδεικνύοντας τους ότι όφειλαν να προβούν σε ενδελεχή έλεγχο των δικαιολογητικών που είχε υποβάλει η εταιρεία του γιου του δεύτερου κατηγορουμένου σχετικά με την επάρκεια των οικονομικών μέσων προκειμένου έτσι με την ως άνω παράλειψη των εν λόγω υπουργικών του καθηκόντων να διαλάθει της προσοχής τους η ανεπάρκεια των σχετικών δικαιολογητικών που η εταιρεία προσκόμισε».

Διαφωνία για την αθώωση Κρέτσου

Με τη διατύπωση αυτή, φαίνεται πως οι ανώτατοι δικαστές διαφωνούν με την πρόσφατη αθώωση από το Πρωτοδικείο Αθηνών του γενικού γραμματέα Ενημέρωσης Λευτέρη Κρέτσου και της Επιτροπής Ελέγχου. «Από τα δικαιολογητικά έγγραφα ουδόλως προέκυπτε ότι η εταιρεία είχε στη διάθεσή της χρήματα ή περιουσιακά στοιχεία τα οποία θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν για τη χρηματοδότηση της ώστε να μπορέσει να καταβάλει ακόμη και την πρώτη δόση του τιμήματος της άδειας. Αυτά ευκαίρως θα μπορούσε να διαπιστώσει η πενταμελής επιτροπή αν προέβαινε σε στοιχειώδη έλεγχο των εγγράφων» σημειώνουν και συμπληρώνουν πως «καταδεικνύεται πέραν πάσης αμφιβολίας η ότι η πενταμελής ειδική επιτροπή διενέργειας του διαγωνισμού επέδειξε πρωτοφανή επιπολαιότητα και προχειρότητα ως προς τον έλεγχο των επαρκών διαθέσιμων κεφαλαίων της εταιρείας (…).Η απαλλαγή των μελών της πενταμελούς επιτροπής διενέργειας διαγωνισμού και του επικεφαλής γραμματέα Ενημέρωσης και επικοινωνίας από την κατηγορία της ψευδούς βεβαίωσης περί του ότι η εταιρεία Καλογρίτσα πληρούσε τις νόμιμες προϋποθέσεις ως προς την οικονομική επάρκεια της για τη συμμετοχή της στην δημοπρασία, δεν αποκλείει τη διαπίστωση στην οποία άγεται το δικαστήριο τούτο ότι τα πρόσωπα αυτά υπέδειξαν σοβαρού βαθμού αμέλεια και πλήρη ανευθυνότητα ως προς την εκτέλεση των τεθέντων σοβαρών καθηκόντων».

Πάντως, σύμφωνα με την απόφαση ο κ. Παππάς όφειλε να εξασφαλίσει τον επαρκή έλεγχο, καθώς μπορεί να «είχε μεταβιβάσει όλες τις επιμέρους αρμοδιότητες της διαγωνιστικής διαδικασίας στη γενική γραμματεία Ενημέρωσης και επικοινωνίας, είχε όμως επιφυλάξει για τον εαυτό του την παράλληλη άσκηση των ως άνω αρμοδιοτήτων. Συνεπώς όφειλε να μεριμνήσει και ο ίδιος προσωπικά για την τήρηση των προϋποθέσεων του νόμου. (…) Με τη στάση του ο Νίκος Παππάς επιχειρούσε σκοπίμως να συγκαλύψει την πραγματική οικονομική κατάσταση του συγκατηγορουμένου του και πάση θυσία την εμπλοκή του στη συμφωνία με την εταιρεία ccc σχετικά με τη χρηματοδότηση του συγκατηγορουμένου του».

Για την εικονική σύμβαση

Οι δικαστές κάνουν λόγο για «εργώδη προσπάθεια» του Νίκου Παππά για το σχεδιασμό και την υλοποίηση μιας νομιμοφανούς λύσης σε συνεργασία με τον Σάμερ Χούρι, η οποία να καλύπτει τα ίχνη της πραγματικής τους συνεργασίας και μέσω αυτής να καταστεί εφικτή η χρηματοδότηση του Καλογρίτσα με το ποσό των τριών εκατομμυρίων ευρώ. «Είναι αυτονόητο ότι η συνάντηση του Νίκου Παππά με έναν επιχειρηματία της οικονομικής εμβέλειας του Σάμερ Χούρι και η συζήτηση πραγματοποιήθηκε στο υπουργικό γραφείο εντός του Μεγάρου Μαξίμου. Το γεγονός ότι αυτή την ημερομηνία και ο Χρ.Καλογρίτσας πήγε στο Μέγαρο Μαξίμου επιβεβαιώνεται ανεπιφύλακτα από την γραμματέα του Ευθαλία Διαμαντή η οποία είχε κρατήσει σχετικές σημειώσεις στο ημερολόγιο που τηρούσε με τις καθημερινές συναντήσεις του εργοδότη της. Από τα e-mail αποδεικνύεται πέραν πάσης αμφιβολίας, η απόφαση της άμεσης κατάρτισης εικονικής συμβάσεως υπεργολαβίας η οποία θα καθιστούσε δυνατή την καταβολή του ποσού των τριών εκατομμυρίων ευρώ στον Καλογρίτσα για την έκδοση της επίμαχης εγγυητικής επιστολής».

Οι δικαστές καταλήγουν πως «όλα τα περιστατικά ισχύουν κατά τρόπο που δεν επιδέχεται καμία αμφιβολία ότι εικονικά και μόνον καταρτίστηκε η συγκεκριμένη συμφωνία υπεργολαβίας», ενώ συμπληρώνουν πως όταν τελικά υπαναχώρησε η CCC, ο τότε υπουργός «επιστρατεύοντας εκ νέου τις διασυνδέσεις και τις επαφές που διατηρούσε λόγω του υπουργικού του αξιώματος ήρθε σε επαφή με επιχειρηματίες διαμηνύοντας ότι ενεργεί σύμφωνα με τη βούληση του τότε πρωθυπουργού, επιδιώκοντας τη χρηματοδότηση του συγκατηγορουμένου του για την καταβολή της πρώτης δόσης του τιμήματος. Στις ενέργειες αυτές προέβη όχι βεβαίως με σκοπό να βοηθήσει ένα φιλικό του πρόσωπο, δίκην “ρουσφετιού” , αλλά για να διασφαλίσει με κάθε τρόπο την επιτυχία του δικού του εγχειρήματος δηλαδή την απόκτηση του εν λόγω τηλεοπτικού σταθμού».

Ωστόσο, οι προσπάθειες έπεσαν στο «κενό» αφού τόσο πρόσωπα που διέθεταν τα οικονομικά μέσα όπως οι κ.κ. Μαρινάκης και Αρτεμίου, όσο και πρόσωπα που θα μπορούσαν να ενδώσουν στις πιέσεις του υπουργού λόγω της δυσχερούς κατάστασης στην οποία βρίσκονταν τη δεδομένη χρονική στιγμή όπως ο Δ. Κοντομηνάς αφού ο τηλεοπτικός του σταθμός βρισκόταν εκτός της διαγωνιστικής διαδικασίας απέρριψαν το ενδεχόμενο συνέργειας με τον Καλογρίτσα.

«Αθεμίτως και κατά κατάχρηση της ισχύος που διέθετε ως υπουργός, απέτυχε εν τέλει να εξεύρει χρηματοδότηση ώστε να καταβληθεί η πρώτη δόση του» αναφέρεται με τους δικαστές να συμπληρώνουν ότι «ο Νίκος Παππάς παρενέβη στην τράπεζα Αττικής προκειμένου όλως εσπευσμένα να ολοκληρωθεί η διεκπεραίωση των τραπεζικών διαδικασιών εντός ελάχιστων ωρών με ταχύτητα η οποία υπερβαίνει τις δυνατότητες και του πλέον επιμελούς τραπεζικού υπαλλήλου και να εκδοθεί η επίμαχη εγγυητική επιστολή ώστε να κατατεθεί εντός της προκαθορισμένης προθεσμίας».

Συμπερασματικά, όλα τα περιστατικά που αποδέχτηκε το δικαστήριο ως πραγματικά,
«ενισχύουν κατά τρόπο μη επιδέχονται οποιασδήποτε αμφιβολίας την κρίση ότι εικονικώς και μόνον καταρτίστηκε η συγκεκριμένη συμφωνία υπεργολαβίας και από το περιεχόμενο της σύμβασης μόλις δύο σελίδες το οποίο δεν συνάδει έστω και με έργο μικρής αξίας, πολλώ μάλλον όταν αφορά σε δήθεν εκτέλεση ηλεκτρομηχανολογικών εργασιών σε Εμπορικό κέντρο στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα αξίας 45 εκατομμυρίων δολαρίων».

Σχετικά Άρθρα