Ακέφαλο πτώμα στη Θεσσαλονίκη: Τα δύο σενάρια για το κίνητρο της δολοφονίας

 Ακέφαλο πτώμα στη Θεσσαλονίκη: Τα δύο σενάρια για το κίνητρο της δολοφονίας

Νέα στοιχεία έρχονται στο φως σχετικά με την υπόθεση δολοφονίας του 33χρονου Ιρακινού, ο οποίος εντοπίστηκε νεκρός το πρωί της 7ης Σεπτεμβρίου 2020 στο Σχολάρι Θεσσαλονίκης, δίπλα στον παράδρομο της εθνικής οδού Θεσσαλονίκης-Νέων Μουδανιών. Το πτώμα είχε βρεθεί σε προχωρημένη σήψη, χωρίς κεφάλι και χωρίς τα άνω άκρα.

Όπως ανακοίνωσε η ΕΛ.ΑΣ., δράστες του εγκλήματος είναι δύο Ιρακινοί, ηλικίας 39 και 53 ετών, ο πρώτος εκ των οποίων είναι ήδη έγκλειστος στις φυλακές Κορυδαλλού για εμπλοκή του σε υπόθεση παράνομης διακίνησης μεταναστών. Ο δεύτερος έχει διαφύγει από τη χώρα και αναζητείται.

Συγκεκριμένα, όπως προέκυψε από την αστυνομική έρευνα, το απόγευμα της 15-08-2020, ο 33χρονος είχε μεταβεί μαζί με τους φερόμενους ως δράστες, με τους οποίους διατηρούσε φιλικές σχέσεις, στο χωριό Καλύβες, στο δεύτερο πόδι της Χαλκιδικής και έκτοτε δεν είχε δώσει σημεία ζωής στους οικείους του. Αφού έφαγαν σε ταβέρνα, το ίδιο βράδυ επέστρεψαν στη Θεσσαλονίκη.

Κατά τη διάρκεια της διαδρομής, οι δράστες πυροβόλησαν και σκότωσαν τον άτυχο 33χρονο. Μετά το έγκλημα, έκλεψαν τα κινητά του θύματος και επέστρεψαν στη Λητή Θεσσαλονίκης.

Όταν εντοπίστηκε το ακέφαλο πτώμα, οι αρχικές υποψίες στράφηκαν στο ενδεχόμενο παράσυρσης του θύματος από διερχόμενο όχημα και στη συνέχεια κάποια ζώα να κατασπάραξαν το πτώμα. Ωστόσο, μετά την νεκροψία αποκλείστηκε η εκδοχή του τροχαίου, ελλείψει συναφών ευρημάτων. Στον τόπο του εγκλήματος βρέθηκαν, εξάλλου, δύο κάλυκες πυροβόλου όπλου. Στο κρανίο που εντοπίστηκε σε άλλο σημείο, διαπιστώθηκε ότι υπήρχε τραύμα από βολίδα.

Από την αστυνομική έρευνα προέκυψε ότι οι δύο δράστες είχαν ενεργοποιήσει ταυτόχρονα τα κινητά τους τηλέφωνα στον τόπο της δολοφονίας. Διαπιστώθηκε, επίσης, ότι δράστες και θύμα εμπλέκονταν με υποθέσεις παράνομης διακίνησης μεταναστών, πράξη για την οποία συνελήφθη ο πρώτος δράστης δύο μήνες μετά την δολοφονία και καταδικάστηκε.

Ενδεικτικό της προσπάθειας συγκάλυψης της δολοφονίας ήταν η συμπεριφορά που επέδειξαν οι δύο δράστες μετά το έγκλημα. Ο πρώτος, από την επόμενη ημέρα, έπαψε να χρησιμοποιεί την τηλεφωνική του σύνδεση, ενώ κάθε φορά που σύντροφοι του θύματος επικοινωνούσαν μαζί του για να μάθουν σχετικά με την τύχη του 33χρονου, οι εξηγήσεις που έδινε ήταν ασαφείς και αόριστες, ισχυριζόμενος ότι οι σχέσεις τους ήταν μόνον επαγγελματικές. Ο δεύτερος, την επόμενη ημέρα επέστρεψε στην Αθήνα, όπου και διέμενε μόνιμα με την οικογένειά του, αγόρασε ένα εισιτήριο και λίγες ημέρες μετά αναχώρησε για το Ιράκ.

Η δικογραφία υποβλήθηκε στον αρμόδιο Εισαγγελέα και ο 39χρονος κρίθηκε προσωρινά κρατούμενος, ενώ για τον 53χρονο, ο οποίος είχε ήδη διαφύγει στη χώρα καταγωγής του, εκδόθηκε ένταλμα σύλληψης και αναζητείται.

Το θύμα διέμενε στην χώρα μας με την εν διαστάσει σύζυγό του και τα δύο παιδιά τους, περίπου τρία χρόνια. Παράλληλα διατηρούσε ερωτική σχέση με γυναίκα κουρδικής καταγωγής, η οποία διέμενε μόνιμα στο Βέλγιο. Οι συγγενείς της ερωμένης του είχαν εκφράσει τις αντιρρήσεις τους γι’ αυτή την σχέση, ενώ δεν είχαν διστάσει να διατυπώσουν απειλές για την ζωή του.

Ως προς το κίνητρο της δολοφονίας, εξετάζονται δύο σενάρια. Είτε σχετίζεται με τις παράνομες δραστηριότητες των δραστών και του θύματος στον χώρο της διακίνησης μεταναστών, είτε συνδέεται με την ερωτική σχέση που διατηρούσε ο 33χρονος την γυναίκα κουρδικής καταγωγής. Στην δεύτερη περίπτωση, εξετάζεται το ενδεχόμενο οι αδελφοί της συντρόφου του, που διαμένουν στο εξωτερικό, να διέταξαν την δολοφονία του λόγω της παράνομης αυτής σχέσης. Μέχρι στιγμής, πάντως, δεν έχει προκύψει εμπλοκή τους στην υπόθεση.

Πηγή: enikos.gr

Σχετικά Άρθρα