Προσχέδιο προϋπολογισμού υπό καθεστώς πλήρους αβεβαιότητας – Τι προβλέπεται για ανάπτυξη, έλλειμμα, πληθωρισμό και μέτρα στήριξης

 Προσχέδιο προϋπολογισμού υπό καθεστώς πλήρους αβεβαιότητας – Τι προβλέπεται  για ανάπτυξη, έλλειμμα, πληθωρισμό και μέτρα στήριξης

Το Προσχέδιο του Προϋπολογισμού που κατατίθεται στη Βουλή ουσιαστικά αποτυπώνει τη “φωτογραφία” της στιγμής, αφού όπως παραδέχονται στελέχη του οικονομικού επιτελείου, δεδομένων των συνθηκών δεν μπορεί να γίνει ασφαλής πρόβλεψη σε ορίζοντα 12μήνου. Το ενεργειακό παραμένει ο ρυθμιστής των εξελίξεων οι εκτιμήσεις θα συνοδεύονται από αστερίσκους.  

Το Σαββατοκύριακο η χονδρική τιμή του ρεύματος “βούτηξε” από τα 387 ευρώ στα 182 ευρώ ανά MWh, αλλά σήμερα κάνει ένα άλμα 103%, στα 370 ευρώ, κυρίως λόγω της μεγάλης συμμετοχής του φυσικού αερίου στο ενεργειακό μίγμα της ημέρας. Κάθε 10 ευρώ πάνω από το σενάριο βάσης για το φυσικό αέριο, επιβαρύνουν τον Προϋπολογισμό με περίπου 500 εκ ευρώ σε ετήσια βάση.  

Για φέτος ο πήχης της ανάπτυξης τοποθετείται επισήμως στο 5,3%, αλλά υπάρχουν πρόδρομοι δείκτες που φανερώνουν ανοδικές τάσεις στα επίπεδα του 6%, άρα και επιπλέον φορολογικά έσοδα. Είναι ενδεικτικό ότι το πρωτογενές έλλειμμα για φέτος υπολογίζεται ότι θα είναι χαμηλότερο από το 2% του ΑΕΠ. Το αν αυτός ο διαφαινόμενος δημοσιονομικός χώρος θα αξιοποιηθεί με νέα μέτρα στήριξης πριν “κλείσει” η χρονιά, είναι κάτι που θα αποφασιστεί την τελευταία στιγμή. Επί του παρόντος, τα νέα μέτρα στήριξης (αυξημένο επίδομα θέρμανσης, “επιταγή ακρίβειας”, συμμετοχή στην επιδότηση ρεύματος, ενισχύσεις αγροτών), που χρηματοδοτούνται αμιγώς από τον Προϋπολογισμό ως το τέλος του έτους, υπολογίζονται σε 1,2 δισ ευρώ.  

Για το 2023, τα έως τώρα δεδομένα επιτρέπουν πρόβλεψη για ρυθμούς ανάπτυξης γύρω στο 2%, την ώρα που η υπόλοιπη Ευρωζώνη θα φλερτάρει με την ύφεση, ενώ το Προσχέδιο θα περιλαμβάνει και την επιστροφή σε πρωτογενή πλεονάσματα (λίγο χαμηλότερα από 1%), που χαρακτηρίζεται ως “κλειδί” για την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας μέσα στο δεύτερο εξάμηνο της νέας χρονιάς.  

Η μεγάλη μάχη θα δοθεί φυσικά για την αντιμετώπιση του πληθωρισμού. Επισήμως φέτος στο 9% μεσοσταθμικά και με υψηλό βαθμό επισφάλειας γύρω στο 3% για το 2023, μπορεί να ωφελεί στη “βύθιση” του Χρέους έναντι του ονομαστικού ΑΕΠ, αλλά από την άλλη “ροκανίζει” το διαθέσιμο εισόδημα και λόγω των ανατιμήσεων αλλά και λόγω της αύξησης επιτοκίων, δηλαδή του κόστους χρήματος.  

Στο Προσχέδιο συμπεριλαμβάνονται μέτρα 3,2 δισ ευρώ, που στοχεύουν στην ενίσχυση των εισοδημάτων εργαζομένων, επαγγελματιών, συνταξιούχων: 

  • Μονιμοποίηση της μείωσης κατά 3 ποσοστιαίες μονάδες των ασφαλιστικών εισφορών, η οποία αφορά σε 2,2 εκατ. Εργαζόμενους και τις επιχειρήσεις που τους απασχολούν. Το κόστος ανέρχεται στα 871 εκατ. ευρώ.  
  • Μόνιμη κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης στον ιδιωτικό τομέα. Μέτρο που αυξάνει το διαθέσιμο εισόδημα 1,2 εκατ. Εργαζομένων. Το κόστος ανέρχεται στα 765 εκατ. Ευρώ.  
  • Μόνιμη κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης στους δημοσίους υπαλλήλους. Το μέτρο αυτό καλύπτει 500.000 εργαζόμενους. Το κόστος ανέρχεται στα 202 εκατ. Ευρώ.  
  • Μόνιμη κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης σε 1 εκατ. Συνταξιούχους. Το κόστος ανέρχεται στα 274 εκατ. ευρώ.  
  • Αύξηση κύριων συντάξεων για 1,5 εκατ. συνταξιούχους με χαμηλή ή μηδενική προσωπική διαφορά. Το ύψος της αύξησης υπολογίζεται σε περίπου 7% και το κόστος θα ξεπεράσει τα 800 εκ ευρώ  
  • Επέκταση επιδόματος μητρότητας στον ιδιωτικό τομέα, για 32.000 γυναίκες, από τους 6 στους 9 μήνες. Το κόστος ανέρχεται στα 64 εκατ. Ευρώ. 
  • Κατάργηση της ειδικής εισφοράς 1% υπέρ του Ταμείου Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων. Το μέτρο αυτό καλύπτει 600.000 υπαλλήλους. Το κόστος ανέρχεται στα 50 εκατ. ευρώ.  
  • Διευθέτηση παγίων μισθολογικών αιτημάτων των Ενόπλων Δυνάμεων (επέκταση μάχιμης 5ετίας, μισθολογική εξέλιξη εθελοντών μακράς διάρκειας, αποζημίωση για νυχτερινά κλπ.). Το κόστος ανέρχεται στα 50 εκατ. Ευρώ.  
  • Αναμόρφωση του ειδικού μισθολογίου των 20.000 γιατρών του Ε.Σ.Υ., με αύξηση του βασικού μισθού, του επιδόματος νοσοκομειακής απασχόλησης και του επιδόματος θέσης ευθύνης. Η μεσοσταθμική αύξηση εκτιμάται στο 10% και το κόστος ανέρχεται στα 53 εκατ. ευρώ. 

Σχετικά Άρθρα