Τα (εκλογικά) σενάρια που μελετούν Μητσοτάκης και Τσίπρας για το Φθινόπωρο- Οι δημοσκοπήσεις, οι προβλέψεις ποσοστών, η αυτοδυναμία, η ακρίβεια και ο …Ερντογάν

 Τα (εκλογικά) σενάρια που μελετούν Μητσοτάκης και Τσίπρας για το Φθινόπωρο- Οι δημοσκοπήσεις, οι προβλέψεις ποσοστών, η αυτοδυναμία, η ακρίβεια και ο …Ερντογάν

Ο φόβος της αναμέτρησης με απλή αναλογική κυριεύει ολοένα και περισσότερο, πλέον, το επιτελείο του Μεγάρου Μαξίμου, καθώς, όπως προκύπτει από όλες τις δημοσκοπήσεις (κρυφές και φανερές) προκύπτει πώς διαμορφώνεται μεγάλο κύμα δυσαρέσκειας για τις συνέπειες της ενεργειακής κρίσης και της ακρίβειας, το οποίο σε αρκετά μεγάλο βαθμό διαταράσσει την “ευφορία” για την διαφορά έως και οκτώ μονάδες από τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ.

Ρεπορτάζ και ανάλυση του ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΚΟΤΡΩΤΣΟΥ

Η αναφορά του πρωθυπουργού στη συνέντευξη που παραχώρησε στην ΕΡΤ (Γ. Κουβαράς) είναι ενδεικτική και επισημαίνεται για πρώτη φορά με ευθύτητα: “αντιμετωπίζουμε την πρώτη κάλπη ως τελική”, είπε χαρακτηριστικά. Η ανησυχία στο κυβερνητικό επιτελείο εστιάζεται σε δύο κινδύνους: πρώτον, ότι ένας μεγάλος αριθμός ψηφοφόρων της Ν.Δ θέλει να στείλει μήνυμα στην κυβέρνηση και θα επιδιώξει να το κάνει στο πιο “χαλαρό” περιβάλλον της πρώτης κάλπης, έχοντας κατά νου ότι μπορεί να “διορθώσει” την επιλογή του στη δεύτερη, και, δεύτερον, ότι ένα χαμηλό ποσοστό στην πρώτη αναμέτρηση καθιστά δυσχερή την επιδίωξη της αυτοδυναμίας στη δεύτερη με τον εκλογικό νόμο που έχει ψηφίσει η σημερινή κυβέρνηση.

Όπως πληροφορείται το Libre, στα επιτελεία των δύο μεγάλων κομμάτων φθάνουν στοιχεία μετρήσεων που δείχνουν τα εξής:

Οι επόμενες εκλογές θα είναι μάχη για δύο. Οι προθέσεις και οι προβλέψεις ότι το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ θα αποδειχθεί δυναμικός ρυθμιστής που θα σπάσει την “παγωμένη λίμνη” του διπολισμού (Ν.Δ-ΣΥΡΙΖΑ.ΠΣ) διαψεύδονται.

Σε εκλογικό χρόνο, η διαφορά μεταξύ του κυβερνώντος κόμματος και της αξιωματικής αντιπολίτευσης θα είναι σημαντικά μικρότερη από τις οκτώ μονάδες της “Πρόθεσης Ψήφου” που αποτυπώνεται σήμερα στις περισσότερες μετρήσεις. Φαίνεται, δηλαδή, πως στις δημοσκοπήσεις αυτή την ώρα υποεκτιμούνται τα ποσοστά τόσο του ΣΥΡΙΖΑ.ΠΣ, όσο και των κομμάτων στα δεξιά της Ν.Δ (Ελληνική Λύση, Εθνική Δημιουργία των Θ.Τζήμερου, Φ. Κρανιδιώτη, Κων.Μπογδάνου), όπως και το “μακιγιαρισμένο” νεοναζιστικό μόρφωμα του Ηλία Κασιδιάρη. Ειδικότερα, για την Ελληνική Λύση φαίνεται πως στη Βόρεια Ελλάδα καταγράφει πολύ υψηλά ποσοστά (διψήφια σε κάποιους νομούς) και πως μάλλον εύκολα θα ξεπεράσει κατά πολύ το 3,7% που έλαβε πανελλαδικά στις εκλογές του 2019. Η “δεξιά της Δεξιάς” μπορεί να συγκεντρώσει αθροιστικά ένα πολύ μεγάλο ποσοστό στην κάλπη της απλής αναλογικής και να στερήσει πολλές ψήφους από τη Ν.Δ, ενώ, ταυτόχρονα, είναι πιθανό πολλοί πολίτες που ψήφισαν το κυβερνών κόμμα το 2019, να προτιμήσουν να απέχουν για να δηλώσουν τη δυσαρέσκειά τους.

Έχει, πάντως, ενδιαφέρον πως ερωτηθείς (στην συνέντευξη του στην ΕΡΤ) ο πρωθυπουργός απέφυγε να αποκλείσει κατηγορηματικά το σενάριο συνεργασίας με την Ελληνική Λύση. Ίσως το έκανε για να στείλει μήνυμα σε νεοδημοκράτες ψηφοφόρους που μετακινούνται δυσφορούντες προς το κόμμα του Κυριάκου Βελόπουλου. Ή ίσως επειδή θέλει να κρατήσει και αυτή την πόρτα ανοικτή, παρά τις κατηγορηματικές διαψεύσεις του αρχηγού της Ελληνικής Λύσης.

Στα επιτελεία του Μεγάρου Μαξίμου και της Κουμουνδούρου θεωρούν πως, η μεν Ν.Δ δύσκολα θα αγγίξει ποσοστό πάνω από το 30-32%, ο δε ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ θα κινηθεί μεταξύ 26- 28%, αν και στην αξιωματική αντιπολίτευση εκτιμούν πως με προβολή των σημερινών κοινωνικών και οικονομικών δεδομένων ίσως κατορθώσουν να αγγίξουν και το 30%.

Τούτων δοθέντων, η μάχη της απλής αναλογικής αποκτά, όντως, χαρακτηριστικά “τελικής μάχης”, όπως είπε ο πρωθυπουργός, καθώς θα καθορίσει το αποτέλεσμα και τις διαφορές στην δεύτερη κάλπη.

Γίνεται παραδεκτό από πολλούς αναλυτές πως εφόσον Ν.Δ και ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ συγκρουστούν σε συνθήκες ακραίας πόλωσης ( το κλίμα Ειδικών Δικαστηρίων για Ν.Παππά και Δημ. Παπαγγελόπουλο θα επιδράσει έτι περαιτέρω) στις δεύτερες εκλογές, με σχετικά μικρή διαφορά στις πρώτες (περίπου 4 μονάδες), το άγχος μεταφέρεται στο κυβερνών κόμμα. Όμως επισημαίνεται, ακόμα, πως στις δεύτερες κάλπες η Ν.Δ διαθέτει μεγαλύτερο πολιτικό απόθεμα να προσελκύσει ψήφους, μέσω της μετακίνησης ψηφοφόρων που θα έχουν στηρίξει τα (υπερ)δεξιά κόμματα και εκείνων που θα έχουν προτιμήσει την αποχή. Το δίλημμα της ακυβερνησίας και τα αντι-ΣΥΡΙΖΑ αντανακλαστικά αυτής της δεξαμενής ψηφοφόρων θα παίξουν σημαντικό ρόλο, ενώ η αξιωματική αντιπολίτευση έχει πιο περιορισμένο ακροατήριο, σε ένα τμήμα του ΠΑΣΟΚ (το οποίο θα συρρικνωθεί σημαντικά μεταξύ των δύο αναμετρήσεων), σε ψηφοφόρους του Μερα25 και σε μικρά κόμματα εκτός Βουλής.

Ακόμα κι έτσι, όμως, η Ν.Δ είναι εξαιρετικά δύσκολο (πάντοτε κάνοντας προβολή των σημερινών οικονομικών και κοινωνικών συνθηκών που σχεδόν όλοι λένε πως θα καταστούν δυσκολότερες μετά το φθινόπωρο) να φθάσει σε ποσοστό έστω και οριακής αυτοδυναμίας, ήτοι στο 38%. Θα ήταν πράγματι πολιτικός άθλος να κατορθώσει να επιτύχει ποσοστό που να υπολλείπεται ελάχιστα από το 39,5% του 2019 σε αυτές τις περιστάσεις.

Η παράμετρος Ανδρουλάκης

Στην ίδια συνέντευξη ο Κυριάκος Μητσοτάκης είπε πως δεν θα αλλάξει ξανά τον εκλογικό νόμο, καθώς ο λαός θα αποφασίσει εάν θα δώσει αυτοδυναμία στη Νέα Δημοκρατία, ή το αποτέλεσμα θα είναι τέτοιο που θα αποτελεί εντολή συγκυβέρνησης“, αφήνοντας εκ νέου ανοικτό το ενδεχόμενο συνεργασίας με το ΠΑΣΟΚ του Νίκου Ανδρουλάκη, παρότι είχε κλείσει αυτό το θέμα πριν λίγο καιρό, επιμένοντας στην αυτοδυναμία.

Όμως, απαντώντας στην δήλωση του τελευταίου “ούτε Μητσοτάκης, ούτε Τσίπρας, για πρωθυπουργός”, ο πρωθυπουργός έστειλε σαφές μήνυμα: “Πρωθυπουργός σε μία κυβέρνηση συνεργασίας πρέπει να είναι ο αρχηγός του πρώτου κόμματος. Πρωθυπουργό διαλέγει ο λαός, δεν διαλέγει ο κ. Ανδρουλάκης”.

Η εκτίμηση στα επιτελεία των δύο μεγάλων κομμάτων, ως προς αυτό, είναι κοινή. Θεωρούν, δηλαδή, πως εάν πρώτο κόμμα στις δεύτερες κάλπες αναδειχθεί η Ν.Δ χωρίς αυτοδυναμία, ο κ. Ανδρουλάκης θα αναγκαστεί να συνταχθεί σε ένα σενάριο συγκυβέρνησης. Όταν κορυφαία στελέχη της κυβέρνησης και της αξιωματικής αντιπολίτευσης ρωτώνται πόθεν προκύπτει μία τέτοια πρόβλεψη, δεδομένων των διαψεύσεων της Χαριλάου Τρικούπη, απαντούν, με νόημα, πως ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ “δεν θα έχει πολλά περιθώρια κινήσεων”.

Προσώρας, πάντως, στελέχη κοντά στον κ. Ανδρουλάκη διαρρηγνύουν τα ιμάτιά τους πως δεν πρόκειται να συμβεί κάτι τέτοιο, ενώ αναφέρεται ως ένα πιθανό ενδεχόμενο να υποβάλει ο τελευταίος πρόταση τρικομματικής κυβέρνησης (Ν.Δ-ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ- ΠΑΣΟΚ) για να αποφύγει την πίεση υπό τον φόβο πολιτικής αστάθειας. Ο Αλέξης Τσίπρας είναι δεδομένο πως δεν πρόκειται να προσχωρήσει σε ένα τέτοιο σενάριο και, είτε η χώρα θα οδηγηθεί σε τρίτη κάλπη, είτε ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ θα αναγκαστεί να συγκυβερνήσει με τη Ν.Δ, ακόμα και με πρωθυπουργό τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Πάντως, και στις δύο υποθετικές περιπτώσεις συγκυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ, είτε με τη Ν.Δ, είτε με τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, θεωρείται πολύ πιθανό πως θα ενεργοποιηθούν οι φυγόκεντρες τάσεις και το κόμμα ίσως υποστεί διάσπαση.

Ο χρόνος των εκλογών και οι παράμετροι

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης διέψευσε για ακόμα μία φορά το ενδεχόμενων πρόωρων εκλογών και ως προς τούτο φαίνεται πως είναι ειλικρινής. Κατά βάση, δεν επιθυμεί να πάει σε εκλογές το φθινόπωρο. Υπάρχουν αρκετοί λόγοι που έχουν να κάνουν με την εικόνα υπευθυνότητας και αξιοπιστίας (στο εσωτερικό και το εξωτερικό) που καλλιεργεί, αλλά και κάποια προσωπικά “ορόσημα”, που τον καθοδηγούν πολιτικά και συναισθηματικά προς την εξάντληση της θητείας.

Δεν είναι όμως κάτι εύκολο και, σε κάθε περίπτωση, δεν υπάρχει πολιτικός που να ιεραρχεί πρώτα όλα τα παραπάνω από την πολιτική του επιβίωση και μία ακόμα εκλογική νίκη. Υπό την έννοια αυτή, και ο πρωθυπουργός θα προσφύγει στις κάλπες όταν θεωρήσει πως μπορεί να νικήσει. Έτσι, οι τελικές αποφάσεις θα ληφθούν περί τα τέλη Αυγούστου, όταν θα είναι αρκετά πιο καθαρό το πεδίο:

  • Κάλπες το φθινόπωρο πρέπει να αποκλειστούν εάν το -κατά τον υπουργό Πολιτικής Προστασίας- “σκληρό καλοκαίρι” (το επιβεβαιώνουν πλήρως οι μετεωρολόγοι και άλλοι ειδικοί) προκαλέσει επανάληψη των μεγάλων δασικών πυρκαγιών του 2021. Ακόμα και πιό ήπιες πυρκαγιές θα προκαλέσουν σωρρευτικά μεγάλη πολιτική δυσαρέσκεια που θα εκδηλωθεί στις κάλπες.
  • Η κυβέρνηση ευνοείται από την “συσπείρωση γύρω από τη σημαία” που προκαλεί ο επιθετικός παροξυσμός του Ταγίπ Ερντογάν. Εάν τα πράγματα εξελιχθούν γραμμικά και η ρητορική προκλήσεων της Τουρκίας δεν περάσει στο πεδίο (“εργαλιοποιείται”, δηλαδή, κυρίως για τους εσωτερικούς πολιτικούς λόγους που εξυπηρετούν τον Τούρκο πρόεδρο), ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει κάθε λόγο να αξιοποιήσει το ανάμεικτο κλίμα φόβου και “πατριωτισμού”, εάν αποφασίσει να προσφύγει στις κάλπες. Εάν η Άγκυρα μεταφέρει την όξυνση στο πεδίο, τα πράγματα αλλάζουν.
  • Στα τέλη Αυγούστου, το Μέγαρο Μαξίμου θα μπορεί να γνωρίζει καλύτερα τα εξής: εάν θα έχει περάσει στους καταναλωτές η δέσμη μέτρων για το ηλεκτρικό ρεύμα (ρήτρα αναπροσαρμογής), ώστε να προδιαγράφεται ένας ηπιότερος χειμώνας, εάν αντιμετωπιστεί, έστω και πρόσκαιρα, το φαινόμενο των εκρηκτικών αυξήσεων στη βενζίνη και τα φαινόμενα αισχροκέρδειας, και εάν η ακρίβεια στην αγορά μπορεί να αντιμετωπιστεί με παρεμβάσεις που θα επιτρέπει ο δημοσιονομικός χώρος, μετά και την πρόβλεψη εσόδων από τον τουρισμό. Έχει, πάντως, καταστεί σαφές από τις Βρυξέλλες (το επισήμανε και ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ που βρέθηκε στην Αθήνα) πως ευρωπαϊκή στήριξη δεν πρόκειται να υπάρξει και οι όποιες παρεμβατικές πολιτικές ανήκουν στα κράτη. Η πρόβλεψη, πάντως, δεν είναι ευοίωνη. Το φθινόπωρο και, κυρίως, ο χειμώνας θα είναι μία εφιαλτική περίοδος για τα νοικοκυριά, τα έως τώρα μέτρα στήριξης, δε, δεν φαίνεται να μεταβάλλουν εντυπωσιακά τα δεδομένα για τους πολίτες.

Λαμβάνοντας υπόψιν όλα τα παραπάνω, ακόμα κι αν θέλει να εξαντλήσει την τετραετία, ο κ. Μητσοτάκης είναι πολύ πιθανό να αναγκαστεί να οδηγηθεί στις κάλπες, θεωρώντας πως έχει περισσότερες πιθανότητες να κερδίσει. Είναι χαρακτηριστικό πως πιέζεται ποικιλοτρόπως προς μία τέτοια κατεύθυνση. Το δημοσιογραφικό συγκρότημα του Βαγγέλη Μαρινάκη προεξοφλεί με πηχιαίους τίτλους τις εκλογές τον Οκτώβριο, σχεδόν όλοι οι υπουργοί και βουλευτές, από την άλλη, έχουν σχεδόν εγκαταλλείψει τις αρμοδιότητές τους και περνούν το περισσότερο χρόνο τους στις εκλογικές τους περιφέρειες.

Σχετικά Άρθρα