Ο Γιάννος Παπαντωνίου “παρεμβαίνει”: Τι εξοπλισμούς πρέπει να αγοράσουμε- Προτάσεις και για τα ελληνοτουρκικά…

 Ο Γιάννος Παπαντωνίου “παρεμβαίνει”: Τι εξοπλισμούς πρέπει να αγοράσουμε- Προτάσεις και για τα ελληνοτουρκικά…

Ο Γιάννος Παπαντωνίου, σε μια από τις ελάχιστες παρεμβάσεις του μετά την αποφυλάκισή του για την γνωστή υπόθεση που αφορά σε κατηγορία για ξέπλυμα χρήματος (με απόφαση του Συμβουλίου Πλημμελιοδικών), αρθρογραφεί σχετικά με τα ελληνοτουρκικά αλλά, παράλληλα, καταθέτει …τις δικές του προτάσεις για τα εξοπλιστικά συστήματα που πρέπει να προμηθευτεί η Ελλάδα. Κάνοντας, προφανώς, χρήση της ιδιότητας του ως πρώην υπουργός Άμυνας της κυβέρνησης Σημίτη και την …γνώση του σχετικά με την υλοποίηση του μεγάλου εξοπλιστικού προγράμματος εκείνη την περίοδο.

Είναι εντυπωσιακό, πάντως, το γεγονός πως η “παρέμβαση” Παπαντωνίου εστιάζεται στα εξοπλιστικά, ένα θέμα που αποτελεί λόγο της εμπλοκής του με την Δικαιοσύνη και το οποίο αποτελεί μείζον σκάνδαλο εκείνης της περιόδου.

Απόσπασμα από το άρθρο:

Η σημερινή κυβέρνηση κινείται σε σωστή κατεύθυνση για την αντιμετώπιση της κρίσης. Στηρίζεται στην αναβάθμιση της αμυντικής μας ισχύος και σε διπλωματικές πρωτοβουλίες για την κατοχύρωση των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων και τη διεθνή απομόνωση της Τουρκίας. Οι συμφωνίες για τον καθορισμό των Αυτόνομων Οικονομικών Ζωνών (ΑΟΖ) με την Ιταλία και την Αίγυπτο καθώς και η ενεργοποίηση των διεθνών οργανισμών -κυρίως της ΕΕ και του ΝΑΤΟ- για την καταδίκη της παραβατικής συμπεριφοράς της Τουρκίας αποσκοπούν στην αποτροπή ενεργειών που θα έθεταν σε κίνδυνο τη σταθερότητα στην Ανατολική Μεσόγειο.

Σε θέματα εξοπλιστικής πολιτικής επιβάλλεται σαφής διάκριση ανάμεσα στις βραχυχρόνιες και τις μακροχρόνιες ανάγκες των Ενόπλων Δυνάμεων. Τα μακροχρόνια εξοπλιστικά προγράμματα απαιτούνεπιμελή σχεδιασμό που θα λαμβάνει υπόψη τις δυναμικές τάσεις της τεχνολογίας και τις δυνατότητες της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας, καθώς και χρόνο για να ολοκληρωθούν. Η συνολική διάρκεια σχεδιασμού, παραγωγής και παράδοσης οπλικών συστημάτων όπως μαχητικά αεροσκάφη, υποβρύχια ή φρεγάτες μπορεί να ξεπεράσει τα δέκα χρόνια.

Το πρόβλημα που πρέπει να αντιμετωπίσουμε είναι άμεσο. Κατά συνέπεια, πρέπει να επιλέξουμε λύσεις ταχείας απόδοσης, είτε με αναβάθμιση υπαρχόντων οπλικών συστημάτων -όπως έχει ήδη αποφασιστεί για τις φρεγάτες ΜΕΚΟ- είτε με προμήθεια ετοιμοπαράδοτων συστημάτων από μεγάλες στρατιωτικές δυνάμεις όπως οι ΗΠΑ και η Γαλλία στο πλαίσιο συμφωνιών αμυντικής συνεργασίας. Αν το 2003 δεν είχε αποφασιστεί ο εκσυγχρονισμός Μέσης Ζωής των φρεγατών S -με το ένα δέκατο του κόστους σε σχέση με την αγορά νέων φρεγατών- δεν θα υπήρχε σήμερα αξιόπιστη δύναμη κρούσης σε περίπτωση ναυτικής εμπλοκής στο Αιγαίο. Η Ελλάδα δεν έχει προχωρήσει ακόμα σε αγορά νέων φρεγατών, ενώ αν παραγγελθούν τώρα θα αρχίσουν να παραδίδονται το νωρίτερο μετά το 2026!

Νέα μακροχρόνια εξοπλιστικά προγράμματα πρέπει να σχεδιαστούν και να αποφασιστούν σε συνδυασμό με την ανασυγκρότηση της αμυντικής μας βιομηχανίας, που θα οδηγήσει όχι μόνο σε φθηνότερες λύσεις -σε σχέση με παραγγελίες προς ξένους προμηθευτές- αλλά και σε σημαντική ενίσχυση της εθνικής οικονομίας.

Στο πεδίο της διπλωματίας, η συζήτηση που διεξάγεται έχει φωτίσει ορισμένες πλευρές, αλλά υπάρχουν ακόμα θολά σημεία. Οι «αρνητές» της προσφυγής στη Χάγη έχουν μετατραπεί σε «σκεπτικιστές». Θεωρούν ότι υπάρχει κίνδυνος η Χάγη να μην αποδεχτεί το σύνολο των ελληνικών θέσεων, όπως θα καταγραφούν στο συνυποσχετικό, με αποτέλεσμα να είναι πολιτικά δύσκολο να κυρωθεί η απόφαση από την ελληνική Βουλή. Πρέπει να διευκρινιστεί ότι η Χάγη δεν αποφασίζει για θέματα κυριαρχίας, αλλά για δικαιώματα οικονομικής εκμετάλλευσης έξω από τα εθνικά χωρικά ύδατα. Αρα δεν θα πρόκειται για «νέα Λωζάννη», αλλά για εφαρμογή του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας, όπως έχει διαμορφωθεί τις τελευταίες δεκαετίες. Η Ελλάδα δεν μπορεί να υποστηρίζει το Διεθνές Δίκαιο ως θεμελιώδη πυλώνα της πολιτικής της και να μην απαιτεί την εφαρμογή του σύμφωνα με το διεθνώς αναγνωρισμένο δικαιοδοτικό όργανο επίλυσης διαφορών.

Για τον λόγο αυτό, η Ελλάδα έχει συμφέρον να προτάσσει όχι τον διάλογο ή τις διερευνητικές επαφές -όταν σταματήσουν οι προκλήσεις- αλλά την ίδια την προσφυγή στη Χάγη, με το σκεπτικό που προβάλλει η κυβέρνηση: Η μόνη διαφορά που μας χωρίζει αφορά την υφαλοκρηπίδα και τις ΑΟΖ.

Με επίκληση του Διεθνούς Δικαίου, της σταθερότητας και της ειρηνικής διευθέτησης διαφορών, πρέπει σε ανώτατο επίπεδο να καλέσουμε την Τουρκία σε συζητήσεις για την υπογραφή συνυποσχετικού και την άμεση προσφυγή στη Χάγη. Αν η Τουρκία ανταποκριθεί, θα γίνει ένα σημαντικό βήμα για τη σταθεροποίηση της περιοχής και την εξομάλυνση των διμερών σχέσεων. Αρνηση θα την οδηγήσει σε μεγαλύτερη απομόνωση, ενώ η Ελλάδα θα ανακτήσει την πρωτοβουλία των κινήσεων.

Ολόκληρο το άρθρο του Γιάννου Παπαντωνίου στο iefimerida.gr – Ο Γιάννος Παπαντωνίου με την σύζυγό του κατά την αποφυλάκισή του (EUROKINISSI/ΤΑΤΙΑΝΑ ΜΠΟΛΑΡΗ)

Σχετικά Άρθρα