Ν/Σ για νέους ποινικούς κώδικες: Οι διατάξεις που έχουν ξεσηκώσει θύελλα – Τροπολογία επιτρέπει σε δικαστικούς να αποσπαστούν στην αντιπροεδρία της κυβέρνησης

 Ν/Σ για νέους ποινικούς κώδικες: Οι διατάξεις που έχουν ξεσηκώσει θύελλα – Τροπολογία επιτρέπει σε δικαστικούς να αποσπαστούν στην αντιπροεδρία της κυβέρνησης

Ψηφίζεται σήμερα στην ολομέλεια της Βουλής το νομοσχέδιο για τους νέους ποινικούς κώδικες το οποίο έχει προκαλέσει θύελλα αντιδράσεων για τρεις τρανταχτές περιπτώσεις, και ειδικότερα τροπολογίες της τελευταίας στιγμής. Το νομοσχέδιο αναμένεται να περάσει μόνο με τις ψήφους της Ν.Δ..

Μια από αυτές αποτελεί κίνηση άνευ προηγουμένου, καθώς το Μαξίμου ετοιμάζεται να νομοθετήσει εν ενεργεία δικαστικοί να έχουν το δικαίωμα να βρεθούν ως αποσπασμένοι στην αντιπροεδρία της κυβέρνησης.

Σύμφωνα με την τροπολογία την οποία υπογράφει η μισή… κυβέρνηση (Π. Πικραμμένος, Χρ. Σταϊκούρας, Κ. Τσιάρας, Μ. Βορίδης, Θ. Σκυλακάκης, Μ. Βαρβιτσιώτης) δικαστικοί λειτουργοί θα μπορούν να αποσπαστούν στην αντιπροεδρία της κυβέρνησης και στο υπουργείο Δικαιοσύνης με σκοπό την… εκτέλεση νομοπαρασκευαστικών έργων, αλλά και λήψη καθηκόντων σχετικών με την εκπαίδευση των δικαστικών λειτουργών. Η απόσπαση μπορεί να είναι με πλήρη και αποκλειστική απασχόληση για διάστημα ενός έτους, ενώ προβλέπεται και δυνατότητα ισόχρονων παρατάσεων.

Το άρθρο 5 της επίμαχης τροπολογίας αναφέρει σχετικά:

«Δικαστικοί λειτουργοί με βαθμό: εφέτη των πολιτικών και ποινικών και των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, παρέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας και του Ελεγκτικού Συνεδρίου, αντεισαγγελέα εφετών και ανωτέρων, καθώς και δικαστικοί λειτουργοί της Γενικής Επιτροπείας της Επικρατείας των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, είναι δυνατόν να αποσπαστούν στον Αντιπρόεδρο της Κυβέρνησης και στο Υπουργείο Δικαιοσύνης με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται ύστερα από απόφαση του οικείου ανώτατου δικαστικού συμβουλίου. Η απόσπαση αυτή γίνεται για την εκτέλεση νομοπαρασκευαστικών έργων, καθώς και καθηκόντων σχετικών με την εκπαίδευση των δικαστικών λειτουργών, με πλήρη και αποκλειστική απασχόληση, και διαρκεί για χρονικό διάστημα ενός (1) έτους, με δυνατότητα ισόχρονων παρατάσεων».

Νωρίτερα, την αντίδραση του ΣΥΡΙΖΑ είχε προκαλέσει και άλλη ρύθμιση που επιχείρησε να φέρει η κυβέρνηση, ωστόσο την απέσυρε κάνοντας λόγο για λάθος εκ παραδρομής.

Σε δήλωσή του ο τομεάρχης Δικαιοσύνης του ΣΥΡΙΖΑ, Θεόφιλος Ξανθόπουλος κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι «πιάστηκε με τη γίδα στην πλάτη», καταγγέλλοντας ότι προσπάθησε να στοχοποιήσει τους προστατευόμενους μάρτυρες για το σκάνδαλο Novartis.

«Ο υπουργός Δικαιοσύνης μετά τις αποκαλύψεις του ΣΥΡΙΖΑ ότι προωθεί διατάξεις στο Ποινικό Κώδικα που στέλνουν στο εδώλιο τους μάρτυρες δημοσίου συμφέροντος, έκανε μεταβολή 180 μοιρών, μιλώντας για δήθεν λάθος και παραδρομή που θα διορθωθεί» δήλωσε ο κ. Ξανθόπουλος για να προσθέσει «η αλήθεια είναι ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη επιχείρησε, χωρίς αιδώ, με άκομψο νομοθετικό τρόπο, να πλήξει το θεσμό των προστατευόμενων μαρτύρων και να ανοίξει το δρόμο της ποινικής τους δίωξης. Έχει στο νου της προφανώς τους προστατευόμενους μάρτυρες του σκανδάλου Novartis, την ταυτότητα των οποίων, προσπάθησε να αποκαλύψει και στη προανακριτική επιτροπή της Βουλής, αλλά απέτυχε χάρις στην σθεναρή στάση του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου. Ο κ. υπουργός της Δικαιοσύνης «πιάστηκε απ’ αυτοφώρω να κλέβει οπώρες». Και μάλιστα τη στιγμή που εκκρεμεί η ενσωμάτωση κοινοτικής οδηγίας για αυξημένη και αποτελεσματικότερη προστασία των μαρτύρων δημοσίου συμφέροντος!».

Ανάμεσα σε άλλα ο τομεάρχης Δικαιοσύνης του ΣΥΡΙΖΑ αναφέρει:

Δυστυχώς η κυβέρνηση Μητσοτάκη και με άλλες διατάξεις στο ν/σ αλλαγών των ποινικών κωδίκων, επιχειρεί να διαμορφώσει ένα συνολικό ευνοϊκό καθεστώς για τους δράστες σοβαρών εγκλημάτων διαφθοράς. Οι δικαιολογίες που ψέλλισε ο υπουργός της Δικαιοσύνης δεν πείθουν κανέναν. Επιμένει στη διάταξη που καταργεί το ακαταδίωκτο όσων αποκαλύπτουν ότι δωροδόκησαν υπάλληλο, πολιτικό ή δικαστή, όπως προβλέπει ο ν. 4254/2014, παραβιάζοντας ευθέως το άρθρο 37 παρ. 3 της Σύμβασης του ΟΗΕ για τη διαφθορά. Από την άλλη, διατηρεί την ατιμωρησία των ισχυρών επιχειρηματιών, που προσφέρουν με οποιοδήποτε τρόπο αθέμιτα ωφελήματα σε εργαζομένους σε άλλες επιχειρήσεις, προκειμένου να παραβιάσουν τα καθήκοντά τους απέναντι στους εργοδότες τους («δωροδοκία στον ιδιωτικό τομέα»).

Παράλληλα, ενώ από τη μια, η κυβέρνηση κόπτεται για αυστηροποίηση των ποινών, από την άλλη, είναι ιδιαιτέρως γαλαντόμα με τους τραπεζίτες και όσους έλαβαν τα περίφημα θαλασσοδάνεια, στους οποίους προσφέρει μια ιδιότυπη ποινική ασυλία.

Ο κ. Μητσοτάκης και η κυβέρνηση του προσπαθούν με συνέπεια να αναστηλώσουν ένα καθεστώς εκτεταμένης θεσμικής διαφθοράς και ανυποληψίας, που οδήγησε τη χώρα στη χρεοκοπία. Η ελληνική κοινωνία δεν του επιτρέψει.

Παράλληλα η ΕΣΗΕΑ ζητεί την απόσυρση του άρθρου 36:

ΑΝΑΛΥΤΙΚΑ Η ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΚΑΙ ΤΟ ΥΠΟΜΝΗΜΑ

Την απόσυρση του άρθρου 36  του νομοσχεδίου του Υπουργείου Δικαιοσύνης με τίτλο «Τροποποιήσεις του Ποινικού Κώδικα και του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, λοιπές διατάξεις του Υπουργείου Δικαιοσύνης», με το οποίο προωθείται η τροποποίηση του άρθρου 191 για τη διασπορά ψευδών ειδήσεων ζητεί το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΣΗΕΑ. Το Δ.Σ. απέστειλε προς την Διαρκή Επιτροπή Δημόσιας Διοίκησης, Δημόσιας Τάξης και Δικαιοσύνης και την Ειδική Μόνιμη Επιτροπή Ισότητας, Νεολαίας και Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, σχετικό Υπόμνημα όπου αναφέρονται αναλυτικά οι λόγοι, που η Ένωση ζητεί την απόσυρση, καθώς και τους κινδύνους τους οποίους εγκυμονεί η σχετική διάταξη για την ελευθερία της έκφρασης. Το Δ.Σ. της ΕΣΗΕΑ θα σταθεί αρωγός σε οποιοδήποτε δημοσιογράφο αντιμετωπίσει τις συνέπειες του νόμου, προκειμένου να αναδειχθεί η αντισυνταγματικότητα της εν λόγω ρύθμισης, σε περίπτωση που ψηφιστεί ως έχει.

Το υπόμνημα της ΕΣΗΕΑ έχει ως εξής:

«ΠΡΟΣ

Την Διαρκή Επιτροπή Δημόσιας Διοίκησης, Δημόσιας Τάξης και Δικαιοσύνης και

Την Ειδική Μόνιμη Επιτροπή Ισότητας, Νεολαίας και Δικαιωμάτων του Ανθρώπου

ΥΠΟΜΝΗΜΑ

Της Ένωσης Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών (ΕΣΗΕΑ)

Στο πλαίσιο της επεξεργασίας και εξέτασης του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Δικαιοσύνης «Τροποποιήσεις του Ποινικού Κώδικα και του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, λοιπές διατάξεις του Υπουργείου Δικαιοσύνης».

______________________

Την άμεση απόσυρση του άρθρου 36 του σχεδίου νόμου με το οποίο προωθείται η τροποποίηση του άρθρου 191 του Ποινικού Κώδικα ζητεί το Διοικητικό Συμβούλιο της Ένωσης Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών για τους ακόλουθους λόγους:

Στο νομοσχέδιο με την επικείμενη τροποποίηση του άρθρου 191 του Ποινικού Κώδικα περί διασποράς ψευδών ειδήσεων, ελλοχεύει ο κίνδυνος να παρεμβαίνει η Δικαιοσύνη και να περιορίζει την συνταγματικά κατοχυρωμένη ελευθερία του λόγου και την έκφραση απόψεων για ό,τι συμβαίνει γύρω μας, με την αιτιολογία ότι έτσι διασπείρονται ψευδείς ειδήσεις που προκαλούν ανησυχία στους πολίτες και κλονίζεται η εμπιστοσύνη του κοινού.

Στην πράξη, ποινικοποιείται η προσωπική άποψη και η έκφρασή της στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης ή στο Διαδίκτυο, ενώ σαφώς και δεν αποτελεί είδηση αλλά προσωπική κρίση.

Το εν λόγω άρθρο είχε ξανατροποποιηθεί το 2019, όταν και επήλθε η διαφοροποίηση που επιδιώκεται να ανατραπεί σήμερα.

Σύμφωνα με την παλιά διατύπωση του νόμου, για την τέλεση του εγκλήματος δεν ήταν αρκετή η διασπορά ψευδών ειδήσεων, αλλά έπρεπε από τη διασπορά αυτή να προκληθεί ανησυχία ή φόβος σε αόριστο αριθμό ανθρώπων ή σε ορισμένο κύκλο ή κατηγορία προσώπων.

Η διατύπωση που περιέχεται στην τροποποιούμενη διάταξη, δηλαδή «ψευδείς ειδήσεις που είναι ικανές να προκαλέσουν ανησυχίες ή φόβο στους πολίτες κλπ» είναι ουσιαστικά αόριστη, αφού δεν προσδιορίζεται πουθενά τι αποτελεί είδηση ικανή να προκαλέσει ανησυχία ή φόβο στους πολίτες και με ποια κριτήρια αποφασίζεται ότι έχει προκληθεί ο φόβος αυτός και η ανησυχία τους.

Δηλαδή, δεν διευκρινίζεται η διαφορά μεταξύ του κινδύνου και του αποτελέσματος, ενώ στη συγκεκριμένη διάταξη σαφώς αναφέρεται  ότι τιμωρείται ο κίνδυνος που είναι να προκληθεί ανησυχία ή φόβος, χωρίς να είναι ανάγκη να επέλθει το αποτέλεσμα, δηλαδή με την είδηση να έχει προκληθεί ανησυχία ή φόβος στους πολίτες.

Με την προηγούμενη διάταξη η τιμωρία προβλεπόταν, μετά την επέλευση του αποτελέσματος. Η διαφορά αυτή καθιστά απαραίτητο τον ορισμό των ορίων της πράξης, δηλαδή πρέπει να προσδιοριστεί σαφώς τι εννοεί ο νόμος ως ψευδή είδηση, που είναι ικανή να προκαλέσει ανησυχία ή φόβο.   

Αυτό είναι επιβεβλημένο διότι δεν υπάρχει διαχωρισμός  της είδησης από την έκφραση της άποψης κάποιου επί συγκεκριμένου ζητήματος, που διαμορφώνεται σύμφωνα με την προσωπική κρίση του, καθόσον υποκρύπτεται ο κίνδυνος να βρεθούμε οι δημοσιογράφοι ποινικά υπόλογοι γιατί, εκφράζοντας την άποψή μας επί συγκεκριμένων θεμάτων, μπορεί να προκαλέσουμε ανησυχίες ή φόβο στους πολίτες. Έτσι όπως είναι η τροπολογία, η δημιουργία αυτού του φόβου, σύμφωνα με το νόμο, κρίνεται αν προκλήθηκε από έναν Εισαγγελέα, κατά τη δική του κρίση. 

Η ένωσή μας έχει ενημερώσει τόσο την ΕΟΔ (Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Δημοσιογράφων) όσο και την ΔΟΔ (Διεθνής Ομοσπονδία Δημοσιογράφων), οι οποίες μας εκπροσωπούν σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο και προτίθενται να απευθυνθούν προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, προκειμένου να γίνει συζήτηση επί του θέματος αυτού.

Επίσης, να τονίσουμε ότι, η Ένωση Συντακτών έχει εκδώσει ανακοινώσεις για τα θέματα των fake news και έχει σταθεί αρωγός στα ζητήματα, που αφορούν την υγεία των πολιτών μετά την πανδημία, στηλιτεύοντας οποιαδήποτε προσπάθεια παραπληροφόρησης του κοινού.

Για όλους τους ανωτέρω λόγους ζητάμε από τον κ. Υπουργό Δικαιοσύνης να αποσύρει το κείμενο της τροποποίησης του σχετικού άρθρου.

Σχετικά Άρθρα