Η “σπορά του φόβου” και 5 λόγοι (;) για πρόωρες κάλπες

 Η “σπορά του φόβου” και 5 λόγοι (;) για πρόωρες κάλπες

Δεν χρειαζόταν, φυσικά, το ρεπορτάζ του καλού συναδέλφου Β. Κανέλλη στην φίλα προσκείμενη στην κυβέρνηση εφημερίδα “Τα Νέα” περί σχεδιασμού του Μεγάρου Μαξίμου για πρόωρες εκλογές -“κοροναϊού” το Φθινόπωρο, για να προκύψει ο σχετικός προβληματισμός.

του ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΚΟΤΡΩΤΣΟΥ

Οι οιωνοί υπάρχουν εδώ και μέρες. Ας περιγράψουμε τους σημαντικότερους:

Πρώτον, οι “αγιογραφίες” στα εγχώρια ΜΜΕ σχετικά με την διαχείριση (αναμφίβολα καλή σε γενικές γραμμές μέχρι σήμερα) της υγειονομικής κρίσης από την κυβέρνηση.

Μαζί με αυτές, η “σπορά του φόβου”, ο ηγετικός στόμφος του Κυριάκου Μητσοτάκη στο CNN και στην Βουλή, τα θετικά δημοσιεύματα μερίδας του διεθνούς Τύπου σχετικά με το “παράδειγμα Ελλάδα”, η “ηρωοποίηση” του εθνικού μας επιδημιολόγου Σωτήρη Τσιόδρα (επίσης, αναμφίβολα, θετικού προσώπου εν μέσω κρίσης), οι οιμωγές των γνωστών λιβελογράφων για το τι θα μας συνέβαινε εάν κυβερνούσαν ο Τσίπρας με τον Πολάκη, είναι, επίσης, ίχνη τέτοιων προθέσεων.

Δεύτερον, η θηριώδης επικοινωνιακή καμπάνια των 11 εκατ. ευρώ (με κεντρική “Μαξιμική” διαχείριση και ενορχήστρωση), που παρόμοια δεν έχει υπάρξει ποτέ, και στην οποία, φυσικά, δεν εντάσσονται άλλες καμπάνιες προβολής (π.χ για τον τουρισμό) που είχαν αποφασιστεί πριν την κρίση του κοροναϊού και είχαν δεσμευτεί σχετικά κονδύλια. Τι πρακτικά σημαίνει ένα τέτοιο επικοινωνιακό υπερόπλο στην διάθεση μιας κυβέρνησης εύκολα μπορεί να το κατανοήσει κανείς.

Τρίτον, οι δημοσκοπήσεις που καλλιεργούν κλίμα ενός κυβερνητικού και (προσωπικού) πρωθυπουργικού θριάμβου ως προς την αντιμετώπιση του υγειονομικού σκέλους της κρίσης.

Το φαινόμενο είναι μάλλον σύνηθες: σε εποχές φόβου και εφιαλτικών σεναρίων οι πολίτες συσπειρώνονται γύρω από τις κυβερνήσεις τους.

Σε πρόσφατη μέτρηση της Harris Interactive, στη Γαλλία, η δημοτικότητα του Εμανουέλ Μακρόν έφθασε το 51%. Περίπου 13 μονάδες αύξηση, σε σύγκριση με τον προηγούμενο μήνα, κάτι που αποδίδεται στα μέτρα που έλαβε η γαλλική κυβέρνηση για τον κοροναϊό. Το ίδιο είχε συμβεί και με την δημοσκοπικά καταρρέουσα κυβέρνηση Ολαντ, μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις στο Παρίσι.

Βεβαίως, όπου διεξάγονται αυτές τις ώρες τέτοιες δημοσκοπήσεις σπάνια συναντάει κανείς το εύρημα της “Πρόθεσης Ψήφου”. Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις στα καθ΄ ημάς εμφανίζουν τη Ν.Δ να φθάνει ακόμα και στο 45%, με προβάδισμα έως και 25 μονάδες από τον ΣΥΡΙΖΑ, η εν γένει συναινετική και ορθολογική στάση του οποίου έχει αναμφίβολα πολιτικό κόστος. Αξίζει, πάντως, να σημειωθεί η επιμονή να συγκροτούνται (δημοσκοπικά) εκλογικό περιβάλλον και αντίστοιχα διλήμματα, εννιά, μόνο, μήνες μετά τις τελευταίες κάλπες και με μια κυβέρνησης άνετης πλειοψηφίας…

Μέσα σε ένα τέτοιο κλίμα δημοσκοπικών διθυράμβων είναι λογικό να δελεάζει κάποιους η προσφυγή σε πρόωρες εκλογές, όπως με ισχυρή δόση αφελούς κουτοπονηριάς διακινούν και ορισμένα στελέχη του κυβερνώντος κόμματος στα social media.

Τέταρτον, οι προβλέψεις για την πορεία της οικονομίας μετά τον πρώτο κύκλο της πανδημίας- κρατήστε το ότι οι επιδημιολόγοι ανά τον κόσμο κάνουν ήδη λόγο για πιθανό δεύτερο κύκλο από το φθινόπωρο.

Η σφοδρή πιθανότητας ενός υφεσιακού σπιράλ που θα βυθίσει την παγκόσμια και την ευρωπαϊκή οικονομία οδηγεί σχεδόν με μαθηματική βεβαιότητα σε μια απώλεια περίπου του 30% του ελληνικού ΑΕΠ, μεγαλύτερη, δηλαδή, από την μείωση που υπέστη η χρεοκοπημένη οικονομία μετά την υλοποίηση του πρώτου και του δεύτερου μνημονίου!

Ήδη, διεθνείς αναλυτές αλλά, μόλις χθες, και η επικεφαλής του ΔΝΤ κάνουν λόγο για οικονομική κρίση κατά πολύ χειρότερη από εκείνη του 2008-2009! Εν μέσω αυτών των συνθηκών, η ελληνική ύφεση ίσως φτάσει το 10%από 5 έως 15% είναι οι προβλέψεις διεθνών οίκων που δόθηκαν στη δημοσιότητα αυτή την εβδομάδα αλλά και εκείνη του ΟΟΣΑ.

Μόνο από την καταστροφή που επέρχεται στον τομέα του τουρισμού (εκ των βασικών παραμέτρων που διαμορφώνουν το ΑΕΠ) υπολογίζεται πως 300.000 εποχικές θέσεις εργασίας δεν θα πληρωθούν, η πλειονότητα των ξενοδοχειακών μονάδων και λοιπών δραστηριοτήτων στον ίδιο τομέα, δεν θα ανοίξουν καν για το καλοκαίρι, και χιλιάδες επιχειρήσεις θα βάλουν λουκέτο.

Η ανεργία θα εκτοξευθεί σε ποσοστά μνημονιακών χρόνων, πολλά δάνεια επιχειρήσεων και φυσικών προσώπων θα γίνουν “κόκκινα” και θα ακολουθήσει, πιθανότατα, ένας άγνωστος, ακόμα, αριθμός δανείων που μέχρι σήμερα εξυπηρετούνται. Τι σημαίνει αυτό για τις τράπεζες με τον τεράστιο ακόμα όγκο μη εξυπηρετούμενων δανείων μπορεί εύκολα κανείς να το φανταστεί.

Η Ευρώπη δεν φαίνεται να μπορεί να συμφωνήσει σε ένα “σχέδιο Μάρσαλ” στο οποίο κατά τα λοιπά όλοι ομνύουν. Η Γερμανία απορρίπτει το ευρωομόλογο και η δέσμη μέτρων προς την οποία κατευθύνεται το ευρωπαϊκό ιερατείο προβλέπει πιστοληπτική γραμμή με “ελαφρά αιρεσιμότητα” (κάτι σαν μνημόνια-light) και χρηματοδότηση αναπτυξιακών πρωτοβουλιών ή και μικρομεσαίων επιχειρήσεων είτε μέσω της Κομισιόν (100 δισ.), είτε μέσω της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων. Ο Ιταλός πρωθυπουργός Τζουζέπε Κόντε χαρακτήρισε “ψίχουλα” αυτά τα μέτρα και πολλοί ακόμα ευρωπαίοι ηγέτες τα χαρακτηρίζουν τουλάχιστον ανεπαρκή.

Ακόμα, όμως, και στο καλύτερο σενάριο, τα μέτρα υποβοήθησης της οικονομίας θα αρχίσουν να αποδίδουν μετά από αρκετούς μήνες και αφού προηγουμένως έχουμε βιώσει πολύ έντονα τις συνέπεις της κρίσης του κοροναϊού. Οι πολίτες θα φτωχύνουν, η πραγματική οικονομία θα βυθιστεί, επιχειρήσεις θα κλείσουν, το δημοσιονομικό έλλειμμα, εξαιτίας της αδυναμίας καταβολής φόρων και οφειλών, θα εκτιναχθεί.

Πολιτικά, η κυβέρνηση θα βρεθεί μπροστά στον οικονομικό Αρμαγεδδώνα από τις αρχές του Φθινοπώρου μέχρι τα τέλη του έτους, όταν θα κληθεί να συγκροτήσει τον χειρότερο ίσως προϋπολογισμό της σύγχρονης ιστορίας μας. Τότε, θα μπουν στο τραπέζι, πιθανότατα, ακόμα και τα πιο σκληρά σενάρια που προς το παρόν διατυπώνονται ως “προφητείες” ή ως εξορκισμοί, όπως η μείωση των μισθών στο Δημόσιο.

Υπό αυτές τις συνθήκες, το πολιτικό δίλημμα του πρωθυπουργού είναι σαφές: θα διαχειριστεί μια τέτοια ακραία (“πολεμική”) κατάσταση στην οικονομία και την κοινωνία, ως κυβέρνηση που είχε λάβει “καθαρή εντολή τετραετίας” (σ.σ κατά ορισμένους, τότε, και οκταετίας), με εντελώς διαφορετικό σχεδιασμό και πρόγραμμα, τον Ιούλιο του 2019, ή θα επιδιώξει μια (νέα) νωπή εντολή; Το επιχείρημα θα ακουστεί, πιθανώς, λογικό. Η χώρα θα έχει περάσει (;) τον “πόλεμο του κοροναϊού” και θα πρέπει να μπει σε μια μακρά περίοδο ανασυγκρότησης και σταδιακής ανάταξης των συνεπειών. Δεν θα φταίει για τον Covid 19 ο Κυριάκος Μητσοτάκης, άλλωστε…

Πέμπτον, η απλή αναλογική! Από την πρώτη στιγμή που κέρδισε με ευρεία πλειοψηφία τις τελευταίες εθνικές εκλογές, το κυβερνών κόμμα παρήγαγε διαρκώς σενάρια σχετικά με το πως θα σταθεί εφικτό να υπερκεράσει το εμπόδιο του ότι οι επόμενες εκλογές πρέπει να διεξαχθούν με τον εκλογικό νόμο που ψήφισε η προηγούμενη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ.

Για το επιτελείο Μητσοτάκη το θέμα αυτό είχε αναχθεί σε πολιτικό φετίχ και συχνά συνοδευόταν από διατύπωση προθέσεων για “οριστική πολιτική και ιδεολογική ήττα του ΣΥΡΙΖΑ και του Τσίπρα”.

Το δίλημμα, λοιπόν, μεταφράζεται, πλέον, ως εξής: Ή πρόωρες εκλογές, τώρα (δηλαδή το Φθινόπωρο), εν μέσω (πιθανού) θριάμβου στην αντιμετώπιση της υγειονομικής καταιγίδας, πριν, όμως, φτάσει στις ακτές μας το οικονομικό τσουνάμι, ή λήψη όλων των αναγκαίων αλλά εξαιρετικά επώδυνων μέτρων για την οικονομία, την εργασία, την αγορά, τους πολίτες, με την ελπίδα πως θα αποδόσουν σε χρόνο πριν τις επόμενες εκλογές.

Το πολιτικό ρίσκο είναι προφανώς πολύ μεγάλο. Και, από την άλλη, το δέλεαρ μιας εκλογικής νίκης και ανανέωσης της κυβερνητικής θητείας, το συντομότερο δυνατό, καθόλου αμελητέο.

Φυσικά, ουδείς μπορεί να σχεδιάζει χωρίς τον “ξενοδόχο”. Αφήστε που και σε αυτές τις περιπτώσεις ισχύει το “όταν ο άνθρωπος κάνει σχέδια, ο Θεός γελάει”.

Η απλή αναλογική είναι μια παράμετρος, η οποία σε συνδυασμό με τις ακραίες συνθήκες λόγω κοροναϊού και παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, μπορεί να δημιουργήσει πλαίσιο “εκτάκτων πολιτικών συνθηκών και αναγκών”. Ήτοι, μιας κυβέρνησης ευρείας πλειοψηφίας και πολιτικής και κοινωνικής αντιστοίχησης ώστε να δύναται να λάβει όλα εκείνα τα μέτρα που ίσως απαιτηθούν.

Κάτι τέτοιο, όμως, απαιτεί και ταχεία “εκπαίδευση” του πολιτικού προσωπικού αλλά και των πολιτών στην κρισιμότητα των περιστάσεων. Απαιτεί να εκλείψουν άμεσα οι φανφάρες περί “Δούρειων Ίππων” και ο τοξικός λόγος κυβερνητικών στελεχών, βουλευτών και κομματικού στρατού που εξακολουθούν να διέπονται από την αντίληψη πως “πρέπει να καούν τα σπαρτά”. Ο συναινετικός λόγος της αντιπολίτευσης (μείζονος, κυρίως, αλλά και ελάσσονος) είναι χρήσιμος. Πάντοτε, βεβαίως, με τις διαφορές που διατυπώνονται ως προς το σκέλος της αντιμετώπισης της οικονομικής κρίσης- διότι ως προς εκείνο της υγειονομικής κρίσης έχει διαμορφωθεί κοινός τόπος με μικρές μόνο αποκκλίσεις.

Το τελευταίο είναι, σε μεγάλο βαθμό, στα χέρια του πρωθυπουργού. Εκείνος πρέπει να κάνει τα αναγκαία βήματα και να πυκνώσει, για παράδειγμα, τις πρωτοβουλίες συνεννόησης. Προσώρας δεν το πράττει με επάρκεια.

Ίσως διότι κυριαρχούν ακόμα οι υστερόβουλες σκέψεις για αιφνιδιασμό και κατατρόπωση του αντιπάλου. Όμως, πραγματικός αντίπαλος είναι η πανδημία και οι συνέπειές της για τα επόμενα χρόνια. Εάν αυτό δεν καταστεί απολύτως κατανοητό όσοι σπέρνουν θύελλες μπορεί να θερίσουν καταιγίδες…

Σχετικά Άρθρα