Η δυστοπία του φετινού καλοκαιριού

 Η δυστοπία του φετινού καλοκαιριού

Ένα φοβισμένο και αμήχανο καλοκαίρι. Απαγορευμένα πανηγύρια σαν “κρυφά σχολειά” της πανδημίας, δισταγμοί πριν μπούμε στο πλοίο με την μάσκα να ανεβοκατεβαίνει από το σαγόνι στη μύτη και τούμπαλιν, φόβος για τον διπλανό που φτερνίζεται παραδομένος στις αλεργίες, τρόμος για τον Βρετανό, τον Γερμανό, τον Σουηδό, τον Σέρβο της διπλανής ξαπλώστρας. Από την καραντίνα των προστίμων στην ασυδοσία και του “τουρισμού την ανοχή” που έλεγε κι ο Μπακιρτζής. Οι πειθαρχημένοι πολίτες που έπιαναν θέση στον καναπέ στις 6 παρά πέντε κάθε απόγευμα, με το έντυπο μετακίνησης στα χέρια, χαλαροί και απρόσεκτοι, παραδομένοι στην ανάγκη να κερδίσουν τον χαμένο (τους) χρόνο.

του ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΚΟΤΡΩΤΣΟΥ

Από την άλλη, περίπου μισό εκατομμύριο άνθρωποι στέκουν άνεργοι και ανασφαλείς μπροστά σε ξενοδοχεία που δεν άνοιξαν ποτέ και σε επιχειρήσεις που έκλεισαν. Άλλοι προσπαθούν να επιβιώσουν με το πρώτο 800άρι και με την ψευδαίσθηση της αναβολής πληρωμής των δόσεων σε στεγαστικά και ρυθμίσεις. Ποτέ το φθινόπωρο κι ο χειμώνας δεν ήρθε να προσβάλλει και να ταράξει το ελληνικό καλοκαίρι όσο στις μέρες μας. Το μελτέμι δεν μπορεί να διώξει τις σκέψεις για τον ζόφο που έρχεται και τον εφιάλτη του δεύτερου κύματος της πανδημίας που στέκει δίπλα στις βρεγμένες πετσέτες της πλαζ.

Ανάγνωσμα του καλοκαιριού, όχι ο “νερόβραστος” Κοέλιο ή έστω ο Χωμενίδης αλλά οι δημοσκοπήσεις. Επτά στους δέκα πολίτες τρέμουν τους οικογενειακούς οικονομικούς Αρμαγεδδώνες που καταφθάνουν αλλά αδιαλλείπτως στέργουν την κυβέρνηση και αποθεώνουν τον αρχηγό. Αντιφάσεις; Καθόλου. Η αμηχανία και ο φόβος φέρνουν σύγχυση και ανασφάλεια και το συλλογικό υποσυνείδητο διολισθαίνει στα σημεία που εκπέμπουν σταθερότητα. Βοηθούσης, πάντοτε, και της εγχώριας μιντιοκρατίας.

Αν μη τι άλλο, κοιτάζουμε μεν στραβά τον Βρετανό του διπλανού τραπεζιού στην παραλιακή ταβέρνα αλλά κρατάμε και τα μάτια ορθάνοιχτα παρακολουθώντας τον βαρύ βηματισμό του Παπαγγελόπουλου προς το Ειδικό Δικαστήριο, του Παππά προς την εξεταστική επιτροπή και καταναλώνουμε παράνομες ηχογραφήσεις σαν να είναι τα Άρλεκιν της πανδημίας (μας). Και ομνύουμε στην συναίνεση που ποτέ δεν σταθήκαμε ικανοί να αποκτήσουμε. Γιατί, εν τέλει, ίσως μας ταιριάζει η τοξικότητα και η ύβρις. Τόσοι είμαστε.

Αυτό το καλοκαίρι είναι ένα υπερθέαμα με φόντο την Ημισέληνο. Ένα εθνικό γκραν γκινιόλ. Τι να πρωτοσυζητήσεις στις παρέες; Για τα κρούσματα που φέρνουν τα τσάρτερ ή για τον “πόλεμο” που φοβόμαστε πως μας χτυπάει την πόρτα- όπως γράφει και το Le Point; Για το πότε θα ανακαλύψουν, επιτέλους, το εμβόλιο οι φαρμακευτικές και οι Κινέζοι, ή για την πληγωμένη περηφάνια της ανά Παρασκευή προσευχής στο μουσειακό “άβατο” της Αγίας Σοφίας που καταπατήθηκε;

Ένας λαός σε ένδεια προσδοκιών, που μετράει με το οξύμετρο τις ανάσες που του απομένουν καθώς θα κυλάει το καλοκαίρι και θα φέρνει πιο κοντά αυτά που θέλει να αποτάξει αλλά δεν μπορεί. Ένας λαός που βυθίζεται στην εσωστρέφεια και την αδιαφορία, που δεν μπορεί πια να αναγνωρίσει τα συνταρακτικά που συμβαίνουν και τα ίχνη που αφήνουν οι αποφάσεις που λαμβάνονται. Ένας λαός σε έναν διαρκή “μεγάλο περίπατο”…

Δυσοίωνο και δυστοπικό το μέλλον…

Φωτό: Από το «Παιχνίδι της Σφαγής» του Γιάννη Κακλέα 2018/Φωτογραφία: Πάτροκλος Σκαφίδας

Σχετικά Άρθρα