Γιατί οι μαθητικές κινητοποιήσεις τρομάζουν την κυβέρνηση – Ομοιότητες και διαφορές από την εποχή Κοντογιαννόπουλου

 Γιατί οι μαθητικές κινητοποιήσεις τρομάζουν την κυβέρνηση – Ομοιότητες και διαφορές από την εποχή Κοντογιαννόπουλου

φωτο αρχείου

Χάριν συντομίας, στα δημοσιογραφικά κείμενα γίνεται λόγος για «κυβέρνηση» ή «κυβέρνηση Μητσοτάκη». Το δεύτερο όμως δεν είναι απολύτως σωστό, το ορθόν είναι «κυβέρνηση Κυριάκου Μητσοτάκη». Και τούτο γιατί έχει προηγηθεί «κυβέρνηση Κωνσταντίνου Μητσοτάκη». Τότε δηλαδή (1990 – 1993) που η Παιδεία θύμιζε καζάνι που βράζει, με καταλήψεις σε όλη τη χώρα, και έναν υπουργό Παιδείας (Β. Κοντογιαννόπουλο) να επιχειρεί να τιθασεύσει το μαθητικό κίνημα με το σύστημα των απουσιών αλλά και με την επαναφορά της … ποδιάς.

Τότε που οι αστικές συγκοινωνίες ανατέθηκαν στα ΚΤΕΛ. Τότε που ήταν ανοιχτό ένα εθνικό θέμα (οι σχέσεις με το βόρειο γείτονά μας και η διεθνής ονομασία της χώρας αυτής) και μια ομάδα βουλευτών, υπό τον Αντώνη Σαμαρά, να διαφωνεί με τους χειρισμούς του πρωθυπουργού Μητσοτάκη στο εθνικό θέμα.

Οι (πολλές) ομοιότητες σταματούν κάπου εδώ όμως, καθώς πολλές είναι και οι διαφορές με εκείνη την περίοδο ακριβώς είκοσι χρόνια πριν.

Μια φονική πανδημία που για να βρεις κάτι ανάλογο πρέπει να ανατρέξεις έναν αιώνα πριν, πλήττει τον πλανήτη με απρόβλεπτες ως τώρα, συνέπειες για τους ανθρώπους, την κοινωνία, την οικονομία. Σε πολύ καλύτερη κατάσταση από άλλες χώρες, η δική μας δίνει το δικό της αγώνα με τις γνωστές ελλείψεις στο χώρο της υγείας. Μεγάλες, όμως, οι συνέπειες στην εθνική οικονομία και τα οικονομικά των πολιτών, πολλώ μάλλον που έχει προηγηθεί μια δεκαετής σκληρή οικονομική κρίση.

Ένα μαύρο σκηνικό ανεργίας και ανέχειας, το οποίο σε συνδυασμό με την εκρηκτική κατάσταση στην Παιδεία, μπορεί να προκαλέσει τη σπίθα κοινωνικής έκρηξης.

Για αυτό και ήταν κρίσιμο για την κυβέρνηση Κυριάκου Μητσοτάκη να διαλύσει το κύμα των καταλήψεων εν τη γενέσει του, πριν ακόμη πάρει μεγάλες διαστάσεις (όπως είχε πάρει στις αρχές της δεκαετίας του ’90) και συναντηθεί με κινητοποιήσεις με οικονομικό – εργασιακό υπόβαθρο. Η καθημερινή αύξηση του αριθμού των σχολείων που τελούν υπό κατάληψη τις προηγούμενες ημέρες σε συνδυασμό με την αποτυχία του πρώτου σχεδίου αντιμετώπισης του φαινομένου οδήγησε στις αποφάσεις που ανακοίνωσε η Νίκη Κεραμέως, μετά από κυβερνητική σύσκεψη.

Εκεί που απέτυχαν διευθυντές σχολείων, αγανακτισμένοι γονείς (έχει καταγραφεί  περιστατικό στο οποίο πατέρας τράβηξε μαχαίρι για να κόψει τα σχοινιά ενός πανό),  αστυνομικοί (ως τώρα με νουθεσίες) και εισαγγελείς (με διακριτικότητα), προσπαθεί να πετύχει η υπουργός Παιδείας με σκληρή στάση.

Τηλε-εκπαίδευση από σήμερα και υποχρεωτικές απουσίες σε όσους συμμετέχουν στην κατάληψη, μεταφέροντας έτσι την πίεση στο σπίτι κάθε μαθητή.

Είναι χαρακτηριστικό ότι ακόμη και η φιλοκυβερνητική εφημερίδα «Τα Νέα» αναφέρει στην πρώτη της σελίδα ότι «μεγαλώνει το χάσμα υπουργείου και μαθητών» ενώ στη σελίδα 16 το ρεπορτάζ έχει τίτλο, «Αναζητούν λύσεις με… τιμωρίες».

Αυτονόητα σκληροί οι τίτλοι από «Εφημερίδα των Συντακτών» («Κυρία Κεραμέως παρανομείτε»),

«Ριζοσπάστη» («’Θέλουν, δεν θέλουν, θα μας ακούσουν’, το μήνυμα χιλιάδων μαθητών»)

και «Αυγή» («Κυρία Κεραμέως ακούστε το καλά»)

Εντύπωση προκαλεί ότι στη Β’ έκδοση -λόγω της Συνόδου Κορυφής- της «Καθημερινής» το θέμα της Παιδείας δεν υπάρχει καν στο πρωτοσέλιδό της, με εξαίρεση το άρθρο του Νίκου Κωνσταντάρα με τίτλο, «Κατάληψη και εγκατάλειψη» -και τούτο αποτελεί επιλογή από την εφημερίδα δεδομένου ότι στο πρωτοσέλιδό της φιλοξενεί, εκτός του συγκεκριμένου άρθρου, δώδεκα (!) θέματα.

Το κυβερνητικό σχέδιο πιθανώς να πετύχει, η χθεσινή απόφαση, όμως, της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Παιδείας -όπως αποτυπώνεται στο σχετικό ΦΕΚ- ξεκινά με… παραλογισμούς:

  • «Ο/Η Διευθυντής/τρια της σχολικής μονάδας, σε συνεργασία με τον Σύλλογο Διδασκόντων/ουσών, οφείλει να διασφαλίσει ότι θα παρέχεται σύγχρονη εξ αποστάσεως διδασκαλία στους/στις μαθητές/τριες».

Χωρίς να παίρνει υπόψη αν όλες οι οικογένειες, π.χ. στη δυτική Αθήνα, έχουν υπολογιστή και ίντερνετ στο σπίτι. Την ώρα που, και στην περίπτωση αυτή, δεν έγιναν όσα έπρεπε από το πρώτο κύμα του covid-19 και μετά: συγκεκριμένα, 1 τάμπλετ για κάθε 50 μαθητές είναι η βοήθεια που προσέφερε το υπουργείο Παιδείας, όπως έλεγε χθες βράδυ στο Real FM (στην εκπομπή των Μ. Κοττάκη – Ν. Μπογιόπουλου) ο πρόεδρος της ΟΛΜΕ, Θ. Τσούχλος.

Αλλά η συγκεκριμένη μαθητική κινητοποίηση έχει κάτι που την κάνει να διαφέρει από όλες τις προηγούμενες. Ότι οι μαθητές διαμαρτύρονται, περισσότερο ή λιγότερο, για το γεγονός ότι είναι υποχρεωμένα να περνούν έως και οκτώ ώρες ημερησίως (αν μιλάμε για ολοήμερο σχολείο) πίσω από μια μάσκα και είναι σίγουρα περισσότεροι από τον αριθμό των 15 μαθητών ανά αίθουσα.

Αλλά, όταν στην Ιταλία έφτιαχναν σχολικές αίθουσες στο ενδιάμεσο διάστημα μεταξύ των δύο κυμάτων του covid-19, εδώ η κυβέρνηση δεν έπαιρνε καμία τέτοια πρωτοβουλία εξεύρεσης αιθουσών σε συνεργασία με τους δήμους των μεγάλων αστικών κέντρων.

Παρά ταύτα -για να επιστρέψουμε στις ομοιότητες και διαφορές της περιόδου του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη- η κυβέρνηση εμφανίζει θηριώδεις δημοσκοπικές διαφορές σε σύγκριση με την αξιωματική αντιπολίτευση, και άρα από την άποψη αυτή μπορεί να είναι αρκετά ήσυχη. Είναι όμως πολιτικά συμπαγές το κυβερνών κόμμα;, είναι ένα ερώτημα που τίθεται, ανεξαρτήτως σημειωτέον των βλέψεων Σαμαρά.

Και τίθεται γιατί κοντά στο μόνιμο ζήτημα περιθωριοποίησης της «γαλάζιας» Κοινοβουλευτικής Ομάδας -«μας έχουν μόνο για να ψηφίζουμε», είναι το διαρκές σχόλιο των βουλευτών της ΝΔ-, από χθες προστέθηκε και ένα ακόμη: το Μέγαρο Μαξίμου να γίνεται πηγή διαρροών δυσαρέσκειας κατά υπουργών.

Ποια θα είναι η συνέχεια σε αυτό;, είναι ένα ερώτημα που από χθες απασχολεί πολλούς στο πολιτικό σύστημα της χώρας, και δε εντός της Νέας Δημοκρατίας.

Νίκος Παπαδημητρίου

Σχετικά Άρθρα